Ο Άγνωστος Στρατιώτης είναι κομμουνιστής!

 

Ο Άγνωστος Στρατιώτης είναι κομμουνιστής!

 

 

 

Ένα χρονογράφημα από το Νέο Ριζοσπάστη της 27 Μαρτίου του 1932. Προφανώς γράφτηκε με αφορμή τις εκδηλώσεις για την επέτειο της επανάστασης του 1821, αν κρίνουμε από τις ημερομηνίες.

 

 

Κόκκινες πινελιές

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΗΡΙΑ

Βούιζαν ακόμα τ’ αυτιά του Άγνωστου στρατιώτη από τις ρητορείες που άκουσε και δεν είχε καλά-καλά περάσει η φασαρία από τις παράτες που του γένηκαν, όταν με το πέσιμο της νύχτας -μ’ όλο που είναι μαρμάρινος- τινάχθηκε όρθιος, πέταξε την ασπίδα και το δόρυ, έξυσε το κεφάλι του, και κοίταξε μπροστά, αποβλακωμένος από την κούραση. Μερικοί διαβάτες που περνούσανε από μπρος του, σταθήκανε περίεργοι να τόνε δούνε και να του μιλήσουν, κι ένα αλανάκι του φώναξε:

– Γιατί σηκώθηκες Άγνωστε Στρατιώτη;

Εκείνος κοίταξε μπροστά του τούς μαζεμένους ανθρώπους και τούς είπε:

– Πολύ με ζαλίσανε, μικρά παιδιά, σήμερα. Εγώ καλά έσπειρα τα κόκαλά μου σ’ όλη τη Μακεδονία, σ’ όλη την Ήπειρο, σ’ όλη τη Μικρασία. Ήτανε τάχα ανάγκη να με στεναχωρήσουν στον τάφο μου και να με επιστρατεύσουν άλλη μια φορά για να με ξαπλώσουν μπροστά σας, μαρμαρένιο…

– Πώς δεν ήταν ανάγκη, πετάχθηκε ένας εργάτης! Δεν το καταλαβαίνεις, φουκαρά μου, πως σε καλούνε να συνεχίσεις τις υπηρεσίες σου στην πατρίδα τους;

Ο Άγνωστος τρόμαξε:

– Λες μωρ’ αδερφέ μου, να μου φορτώσουνε άλλη μια φορά το γυλιό και να με στείλουν πάλι να σκοτωθώ άλλη μια φορά; Μην το λες;

– Όχι! του απάντησε κάποιος άλλος. Μα σε χρειάζονται για να σε τιμούν.

Εκείνος γέλασε μ’ ένα γέλιο πικρό και κουρασμένο.

– Τι έκανε, λέει! Να με τιμούν… Α, μα τώρα είναι η σειρά μου να τους κάνω τα αποκαλυπτήριά τους…. Αυτοί με ξεσκέπασαν τη μέρα, εγώ θα τους ξεσκεπάσω το βράδυ!

Η περιέργεια των διαβατών ερεθίστηκε και τώρα τόνε ζύγωσαν πιο πολλοί ν’ ακούσουν.

– Λοιπόν μου λέτε πως θέλουν να τιμήσουν ποιον; Εμένα; Που στάθηκα στη ζωή μου ο μασκαράς των σκυλιών… Ήμουν ένας εργάτης, ένας αγρότης, ένας φτωχός διανοούμενος. Στη ζωή μου με πήγαιναν του κλώτσου και του βρόντου. Πείνασα, δίψασα, γύρισα γυμνός, ταπεινώθηκα, χρεώθηκα, διώχτηκα από τη δουλειά μου. Τέλος με φωνάξανε φαντάρο να υπερασπίσω, λέει, την πατρίς. Πήγα χωρίς το θέλημά μου. Και κείνοι το ξέρανε πως χωρίς το θέλημά μου πήγα. Γι’ αυτό με σφίξανε μέσα στην τρομοκρατία… την πιο άγρια. Σούζο! Να μη σκεφτώ, να μη μιλήσω. Δεν ήμουνα γι’ αυτούς παρά ένα φονικό μηχάνημα, σαν το τουφέκι μου, που έπρεπε να σκοτώνω τον εχθρό. Κι αν το ‘φερνε η περίσταση να σκοτωθώ, έπρεπε να ‘δινα τη ζωή μου πρόθυμα κι αδιαμαρτύρητα. Ήμουνα το πολύ-πολύ ένα ζώο… Τι αξία είχα; Τομάρι… Φονικό μηχάνημα και κρέας για το κανόνι του εχθρού.

Κι όταν εγώ, κάτω από τη βία και την τρομοκρατία, σερνόμουνα πάνω στα ματωμένα πεδία των μαχών, πίσω μου, στο σπίτι μου πεινούσαν. Τα παιδιά μου κι η γυναίκα μου, η μάνα κι ο πατέρας μου. Ο πλούσιος γείτονας έβρισκε πως η αδερφή μου είχε νόστιμο κρέας και η γυναίκα μου όμορφα μάτια. Δεν αργούσε να αναλάβει την «προστασία» τους μέσα στο πλούσιο κρεβάτι του…

Σκοτώθηκα έτσι, όπως ένα μυρμήγκι σκοτώνεται κάτω από το παπούτσι ενός που περνάει… τόσο ήμουν ασήμαντος στη ζωή γι’ αυτούς… Ένας λιγότερος! Στείλανε θαρρώ κάποιο γράμμα στο σπίτι μου, πως πέθανα σαν ήρωας, και οι γυναίκες του σπιτιού μου δινότανε σαν πόρνες! Τέτοιο τομάρι λοιπόν ήμουνα στη ζωή μου, χωρίς καμιά εχτίμηση, χωρίς καμιά υπόληψη!

Τώρα πώς βρέθηκα ξάφνου τόσο σπουδαίος, που να μου κάνουνε παράτες, να μου βγάνουν λόγους και να μου καταθέτουνε στεφάνους; Δεν είναι ωστόσο μυστήριο, όσο θα φαινότανε. Για τη μάζα των κουτών, τους χρειάζεται να δείχνουν πως μ’ έχουν σε τέτοια τιμή και υπόληψη. Αύριο στο νέο πόλεμο που ετοιμάζουν θα καλέσουν και νέα κορόιδα να πάνε όπως εγώ. Κι άλλους να σκοτωθούνε. Γι’ αυτά τα μελλοντικά τραγιά, χρειάζεται να δείχνουνε πως με τιμούνε και με θεωρούν ήρωα… Στο βάθος δεν έπαψαν ποτέ να με θεωρούν ένα ηλίθιο, που χάθηκα τζάμπα γι’ αυτούς, κι αν μάθαιναν τώρα τι σας λέω θα μ’ έστελναν στρατοδικείο…

– Και δικαίως! πετάχθηκε τώρα κάποιος φασίστας, που είχε κολλήσει εκεί κοντά. Είσαι κομμουνιστής! Και έφυγε τρέχοντας: Ο Άγνωστος Στρατιώτης είναι κομμουνιστής! φώναζε…

Κι αυτός τώρα ξάπλωσε

– Να κλείσω, είπε, τα μάτια μου και το στόμα μου, αυτοί μπορεί να με μουσκετάρουν και μαρμάρινο.

 

 

 

 

ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ

 

 

Πηγή: https://antigeitonies.blogspot.gr/2010/01/blog-post_27.html

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *