Το ζήτημα του χαρακτήρα των οικονομικών νόμων στο σοσιαλισμό

 

 

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΕΜΒΡΗ ΤΟΥ 1951

 

Πήρα όλα τα στοιχεία πάνω στην οικονομική συζήτηση που έγινε, για να κριθεί το σχέδιο του Εγχειριδίου της Πολιτικής Οικονομίας. Πήρα ανάμεσα στ’ άλλα τις «Προτάσεις για τη βελτίωση του σχεδίου του Εγχειριδίου της Πολιτικής Οικονομίας», τις «Προτάσεις για να παραμεριστούν τα λάθη και οι ανακρίβειες» στο σχέδιο και το «Υπόμνημα πάνω στα αμφισβητούμενα ζητήματα».

Πάνω σε όλο αυτό το υλικό και επίσης πάνω στο σχέδιο του Εγχειριδίου θεωρώ σκόπιμο να κάνω τις παρακάτω παρατηρήσεις:

 

 

1.Το ζήτημα του χαρακτήρα των οικονομικών νόμων στο σοσιαλισμό

 

 

 

Μερικοί σύντροφοι αρνούνται τον αντικειμενικό χαρακτήρα των νόμων της επιστήμης, ιδιαίτερα των νόμων της πολιτικής οικονομίας στο σοσιαλισμό. Αρνούνται ότι οι νόμοι της πολιτικής οικονομίας αντανακλούν νομοτελειακές εξελίξεις που πραγματοποιούνται ανεξάρτητα από τη θέληση των ανθρώπων. Θεωρούν ότι χάρη στον ιδιαίτερο ρόλο που επιφύλαξε η ιστορία στο σοβιετικό κράτος, το σοβιετικό κράτος, οι καθοδηγητές του, μπορούν να καταργήσουν τους υπάρχοντες νόμους της πολιτικής οικονομίας, μπορούν να «διαμορφώσουν» νέους νόμους, να «δημιουργήσουν» νέους νόμους.

Οι σύντροφοι αυτοί κάνουν σοβαρό λάθος

Όπως είναι φανερό, συγχέουν τους νόμους της επιστήμης που αντανακλούν αντικειμενικές εξελίξεις στη φύση ή στην κοινωνία και που δρουν ανεξάρτητα από τη θέληση των ανθρώπων, με εκείνους τους νόμους που εκδίδονται από τις κυβερνήσεις, που δημιουργούνται με τη θέληση των ανθρώπων και έχουν μόνο νομική ισχύ. Όμως, με κανέναν τρόπο δεν επιτρέπεται να κάνουμε αυτή τη σύγχυση.

Ο μαρξισμός θεωρεί τους νόμους της επιστήμης -άσχετα αν πρόκειται για τους νόμους των φυσικών επιστημών είτε για τους νόμους της πολιτικής οικονομίας- σαν αντανάκλαση αντικειμενικών εξελίξεων που πραγματοποιούνται ανεξάρτητα από τη θέληση των ανθρώπων. Οι άνθρωποι μπορούν να ανακαλύψουν αυτούς τους νόμους, να τους γνωρίσουν, να τους μελετήσουν, να τους υπολογίσουν στη δράση τους, να τους χρησιμοποιήσουν για το συμφέρον της κοινωνίας, όμως δεν μπορούν να τους αλλάξουν ή να τους καταργήσουν. Ακόμα περισσότερο δεν μπορούν να τους διαμορφώσουν ή να δημιουργήσουν καινούργιους νόμους της επιστήμης.

Μήπως αυτό σημαίνει ότι, π.χ., τα αποτελέσματα της δράσης των νόμων της φύσης, τα αποτελέσματα της δράσης των δυνάμεων της φύσης είναι γενικά αναπόφευκτα, ότι οι καταστροφικές ενέργειες των δυνάμεων της φύσης συμβαίνουν παντού και πάντοτε με μια δύναμη αυτόματη και αδυσώπητη, που δεν υποτάσσεται στην αντίδραση των ανθρώπων;

Όχι, δε σημαίνει αυτό. Αν εξαιρέσουμε τα αστρονομικά, τα γεωλογικά και μερικά άλλα ανάλογα φαινόμενα, όπου οι άνθρωποι, αν και γνώρισαν τους νόμους της ανάπτυξης τους, όμως είναι πραγματικά ανίσχυροι να επενεργήσουν σ’ αυτά, ωστόσο σε πολλές άλλες περιπτώσεις οι άνθρωποι δεν είναι καθόλου ανίσχυροι, με την έννοια ότι έχουν τη δυνατότητα να επενεργήσουν πάνω στα φαινόμενα της φύσης.

Σε όλες τις παρόμοιες περιπτώσεις οι άνθρωποι, γνωρίζοντας τους νόμους της φύσης, υπολογίζοντας τους και βασιζόμενοι πάνω σ’ αυτούς, εφαρμόζοντας τους και χρησιμοποιώντας τους επιδέξια, μπορούν να περιορίσουν τη σφαίρα της ενέργειας τους, να δώσουν στις καταστροφικές δυνάμεις της φύσης άλλη κατεύθυνση, να χρησιμοποιήσουν τις καταστροφικές δυνάμεις της φύσης για όφελος της κοινωνίας.

Ας πάρουμε ένα από τα πολυάριθμα παραδείγματα. Στην αρχαιότατη εποχή, το ξεχείλισμα των μεγάλων ποταμών, οι πλημμύρες και η καταστροφή των κατοικιών και των σπαρτών που ακολουθούσε, θεωρούνταν αναπόφευκτες συμφορές, που οι άνθρωποι ήταν ανίσχυροι να τις αντιμετωπίσουν. Ωστόσο, με το πέρασμα του χρόνου, με την ανάπτυξη των ανθρώπινων γνώσεων, όταν οι άνθρωποι έμαθαν να χτίζουν φράγματα και υδροσταθμούς, αποδείχτηκε ότι ήταν δυνατό να λυτρωθεί η κοινωνία από τις συμφορές των πλημμύρων που προηγούμενα φαίνονταν αναπόφευκτες. Ακόμα περισσότερο, οι άνθρωποι έμαθαν να χαλιναγωγούν τις καταστροφικές δυνάμεις της φύσης, να τις ζεύουν, ας το πούμε έτσι, να κάνουν τις δυνάμεις του νερού ωφέλιμες για την κοινωνία και να τις χρησιμοποιούν για να αρδεύουν τα χωράφια, για να παίρνουν ενέργεια.

Μήπως αυτό σημαίνει ότι έτσι οι άνθρωποι καταργούν τους νόμους της φύσης, τους νόμους της επιστήμης, ότι έφτιαξαν καινούργιους νόμους της φύσης, καινούργιους νόμους της επιστήμης; Όχι, δε σημαίνει αυτό. Η πραγματικότητα είναι πως όλη αυτή η διαδικασία της αποτροπής της καταστροφικής δράσης των δυνάμεων του νερού και της χρησιμοποίησης τους για το συμφέρον της κοινωνίας γίνεται δίχως οποιαδήποτε παραβίαση, αλλαγή είτε εκμηδένιση των νόμων της επιστήμης, δίχως τη δημιουργία καινούργιων νόμων της επιστήμης. Αντίθετα, όλη αυτή η διαδικασία πραγματοποιείται σε πλήρη συμφωνία με τους νόμους της φύσης, τους νόμους της επιστήμης, γιατί μια οποιαδήποτε παραβίαση των νόμων της φύσης, ακόμα και η παραμικρότερη καταστροφή τους, θα οδηγούσε μονάχα στην ανατροπή των πραγμάτων, στην αποτυχία της διαδικασίας αυτής.

Το ίδιο πρέπει να πούμε και για τους νόμους της οικονομικής εξέλιξης, για τους νόμους της πολιτικής οικονομίας – άσχετα αν πρόκειται για την περίοδο του καπιταλισμού, είτε για την περίοδο του σοσιαλισμού. Κι εδώ επίσης, όπως και στις φυσικές επιστήμες, οι νόμοι της οικονομικής εξέλιξης είναι νόμοι αντικειμενικοί, που αντανακλούν τις διαδικασίες της οικονομικής εξέλιξης, που πραγματοποιείται ανεξάρτητα από τη θέληση των ανθρώπων. Οι άνθρωποι μπορούν ν’ ανακαλύψουν αυτούς τους νόμους, να τους γνωρίσουν και αφού στηριχτούν πάνω τους, να τους χρησιμοποιήσουν για το συμφέρον της κοινωνίας, να δώσουν άλλη κατεύθυνση στις καταστροφικές ενέργειες μερικών νόμων, να περιορίσουν τη σφαίρα της ενέργειας τους, να δώσουν πεδίο δράσης σε άλλους νόμους που ανοίγουν το δρόμο τους, όμως οι άνθρωποι δεν μπορούν να τους εκμηδενίσουν, είτε να δημιουργήσουν καινούργιους οικονομικούς νόμους.

Μια από τις ιδιομορφίες της πολιτικής οικονομίας είναι ότι οι νόμοι της, σε αντίθεση με τους νόμους των φυσικών επιστημών, δεν είναι μακροχρόνιοι, ότι αυτοί, τουλάχιστο στην πλειοψηφία τους, ενεργούν στη διάρκεια μιας ορισμένης ιστορικής περιόδου και ύστερα παραχωρούν τη θέση τους σε νέους νόμους. Όμως, οι νόμοι αυτοί δεν καταστρέφονται, αλλά χάνουν την ισχύ τους χάρη στις νέες οικονομικές συνθήκες και αποχωρούν από το προσκήνιο για ν’ αφήσουν τόπο στους νέους νόμους, που δε δημιουργούνται από τη θέληση των ανθρώπων, αλλά ξεπροβάλλουν πάνω στη βάση των νέων οικονομικών συνθηκών.

Μερικοί αναφέρονται στο Αντι-Ντίρινγκ του Ένγκελς, στη διατύπωση του για το ότι με την κατάργηση του καπιταλισμού και με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, οι άνθρωποι θα αποκτήσουν εξουσία πάνω στα μέσα παραγωγής τους, θα ελευθερωθούν από το ζυγό των κοινωνικοοικονομικών σχέσεων, θα γίνουν «κυρίαρχοι» της κοινωνικής τους ζωής. Ο Ένγκελς ονομάζει αυτή την ελευθερία «γνώση της αναγκαιότητας». Αλλά τι μπορεί να σημαίνει «γνώση της αναγκαιότητας»; Σημαίνει ότι οι άνθρωποι, γνωρίζοντας τους αντικειμενικούς νόμους («την αναγκαιότητα»), θα τους εφαρμόσουν εντελώς συνειδητά για το συμφέρον της κοινωνίας. Γι’ αυτό ακριβώς ο Ένγκελς λέει εκεί, επίσης, ότι «οι νόμοι των κοινωνικών ενεργειών των ανθρώπων, που ως τώρα εναντιώνονται στους ίδιους τους ανθρώπους, σαν ξένοι νόμοι της φύσης που κυριαρχούν πάνω τους, θα χρησιμοποιούνται από τους ανθρώπους με πλήρη κατανόηση, επομένως θα υποταχθούν στην κυριαρχία τους».

Όπως είναι φανερό, η διατύπωση του Ένγκελς, με κανέναν τρόπο δεν είναι υπέρ εκείνων που νομίζουν ότι μπορεί κανείς να καταστρέψει στο σοσιαλισμό τους υπάρχοντες οικονομικούς νόμους και να δημιουργήσει καινούργιους. Αντίθετα, η διατύπωση αυτή απαιτεί όχι την καταστροφή, αλλά τη γνώση των οικονομικών νόμων και την επιδέξια χρησιμοποίηση τους.

Λένε ότι οι οικονομικοί νόμοι έχουν αυτόματο χαρακτήρα, ότι οι ενέργειες των νόμων αυτών είναι αναπόφευκτες, ότι η κοινωνία είναι ανίσχυρη μπροστά τους. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Αυτό σημαίνει ότι μετατρέπουμε τους νόμους σε φετίχ, ότι παραδινόμαστε σαν σκλάβοι στους νόμους. Είναι αποδειγμένο ότι η κοινωνία δεν είναι ανίσχυρη όταν αντιμετωπίζει τους νόμους, ότι η κοινωνία μπορεί, αφού γνωρίσει τους οικονομικούς νόμους και αφού στηριχτεί πάνω τους, να περιορίσει τη σφαίρα ενέργειας τους, να τους χρησιμοποιήσει για το συμφέρον της κοινωνίας και να τους «ζέψει», όπως αυτό συμβαίνει με τις δυνάμεις της φύσης και με τους νόμους της, όπως συμβαίνει στο παράδειγμα που αναφέραμε πιο πάνω για τις πλημμύρες των μεγάλων ποταμών.

Αναφέρονται στον ιδιαίτερο ρόλο της σοβιετικής εξουσίας στην υπόθεση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, που της δίνει τάχατες τη δυνατότητα να καταστρέψει τους υπάρχοντες νόμους της οικονομικής εξέλιξης και «να διαμορφώνει» καινούργιους. Ούτε αυτό είναι αλήθεια. Ο ιδιαίτερος ρόλος της σοβιετικής εξουσίας εξηγείται από δύο περιστατικά: Το πρώτο είναι ότι η σοβιετική εξουσία είχε χρέος, όχι ν’ αλλάξει μια μορφή εκμετάλλευσης με μια άλλη μορφή, όπως γινόταν στις παλιές επαναστάσεις, αλλά να καταργήσει κάθε εκμετάλλευση. Και το δεύτερο είναι ότι, επειδή δεν υπήρχαν στη χώρα έτοιμα στοιχεία σοσιαλιστικής οικονομίας, η σοβιετική εξουσία έπρεπε να δημιουργήσει «από το μηδέν», να το πούμε έτσι, νέες σοσιαλιστικές μορφές οικονομίας.

Αυτό ήταν αναμφίβολα ένα δύσκολο και σύνθετο καθήκον που δεν είχε προηγούμενο του. Παρ’ όλα αυτά όμως, η σοβιετική εξουσία το εκπλήρωσε με τιμή. Αλλά το εκπλήρωσε, όχι γιατί κατέστρεψε τάχατες τους οικονομικούς νόμους που υπήρχαν και «διαμόρφωσε» καινούργιους, αλλά μόνο και μόνο γιατί στηρίχτηκε στον οικονομικό νόμο της υποχρεωτικής αντιστοιχίαςτων σχέσεων παραγωγής με το χαρακτήρα των παραγωγικών δυνάμεων. Οι παραγωγικές δυνάμεις της χώρας μας, ιδιαίτερα στη βιομηχανία, είχαν κοινωνικό χαρακτήρα, η μορφή, όμως, της ιδιοκτησίας ήταν ατομική, καπιταλιστική. Στηριγμένηστον οικονομικό νόμο της υποχρεωτικής αντιστοιχίας των σχέσεων παραγωγής με το χαρακτήρα των παραγωγικών δυνάμεων, η σοβιετική εξουσία κοινωνικοποίησε τα μέσα παραγωγής, τα έκανε ιδιοκτησία όλου του λαού και έτσι κατέστρεψε το σύστημα της εκμετάλλευσης, δημιούργησε τις σοσιαλιστικές μορφές οικονομίας. Αν δεν υπήρχε αυτός ο νόμος και αν δε στηριζόταν σ’ αυτόν η σοβιετική εξουσία, δε θα μπορούσε να εκπληρώσει το καθήκον της.

Ο οικονομικός νόμος της υποχρεωτικής αντιστοιχίας των σχέσεων παραγωγής με το χαρακτήρα των παραγωγικών δυνάμεων ανοίγει από καιρό το δρόμο του στις καπιταλιστικές χώρες. Αν δεν τον άνοιξε ακόμα οριστικά, κι αν δε βγήκε ακόμα στο προσκήνιο, αυτό συμβαίνει γιατί συναντά ισχυρότατες αντιδράσεις από μέρους των γερασμένων δυνάμεων της κοινωνίας. Εδώ συναντάμε μια άλλη ιδιομορφία των οικονομικών νόμων. Σε αντίθεση με τους νόμους των φυσικών επιστημών, όπου η ανακάλυψη και η εφαρμογή ενός καινούργιου νόμου γίνεται περισσότερο ή λιγότερο ομαλά, στον οικονομικό τομέα η ανακάλυψη και η εφαρμογή ενός καινούργιου νόμου, που προσβάλλει τα συμφέροντα το)ν γερασμένων δυνάμεων της κοινωνίας, συναντάει την πιο ισχυρή αντίδραση από μέρους αυτών των δυνάμεων.

Είναι, επομένως, απαραίτητη μια δύναμη, μια δύναμη κοινωνική, ικανή να κατανικήσει την αντίσταση αυτή. Μια τέτοια δύναμη βρέθηκε στη χώρα μας με τη μορφή της συμμαχίας της εργατικής τάξης και της αγροτιάς, που αντιπροσωπεύουν τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Τέτοια δύναμη δε βρέθηκε ακόμα στις άλλες χώρες, τις καπιταλιστικές. Εδώ βρίσκεται το μυστικό για το πώς η σοβιετική εξουσία κατάφερε να τσακίσει τις παλιές δυνάμεις της κοινωνίας και πώς ο οικονομικός νόμος της υποχρεωτικής αντιστοιχίας των σχέσεων παραγωγής με το χαρακτήρα των παραγωγικών δυνάμεων βρήκε σ’ εμάς πλήρη εφαρμογή.

Λένε ότι η ανάγκη της ισόμετρης (αναλογικής) ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας της χώρας μας δίνει τη δυνατότητα στη σοβιετική εξουσία να εκμηδενίσει τους οικονομικούς νόμους που υπάρχουν και να δημιουργήσει καινούργιους. Αυτό είναι ολότελα λάθος. Δεν επιτρέπεται να συγχέουμε τα χρονιάτικα και τα πεντάχρονα πλάνα μας με τον αντικειμενικό νόμο της ισόμετρης αναλογικής ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας. Ο νόμος της ισόμετρης ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας ξεπρόβαλλε σαν αντίβαρο στο νόμο του ανταγωνισμού και της αναρχίας της παραγωγής που επικρατεί στον καπιταλισμό. Ξεπρόβαλλε πάνω στη βάση της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής, αφού προηγούμενα ο νόμος του ανταγωνισμού και της αναρχίας στην παραγωγή έπαψε να ισχύει. Μπήκε σ’ ενέργεια, γιατί η σοσιαλιστική λαϊκή οικονομία μπορεί να λειτουργήσει μονάχα πάνω στη βάση του οικονομικού νόμου της ισόμετρης ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας. Αυτό σημαίνει ότι ο νόμος της ισόμετρης ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας δίνει τη δυνατότητα στα όργανα μας, που εκπονούν τα σχέδια, να σχεδιάζουν σωστά την κοινωνική παραγωγή.

Όμως, η δυνατότητα δεν πρέπει να συγχέεται με την πραγματικότητα. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Για να μετατραπεί η δυνατότητα αυτή σε πραγματικότητα, χρειάζεται να μελετήσουμε αυτόν τον οικονομικό νόμο, χρειάζεται να τον κατακτήσουμε, χρειάζεται να μάθουμε να τον εφαρμόζουμε με πλήρη κατανόηση, χρειάζεται να φτιάχνουμε τέτοια πλάνα, που να αντανακλούν πέρα για πέρα τις απαιτήσεις αυτού του νόμου. Λε θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα χρονιάτικα και πεντάχρονα πλάνα μας αντανακλούν πέρα για πέρα τις απαιτήσεις αυτού του οικονομικού νόμου.

Λένε ότι μερικοί οικονομικοί νόμοι, ανάμεσα τους κι ο νόμος της αξίας, που δρουν στη χώρα μας κάτω απ’ το σοσιαλιστικό καθεστώς, είναι νόμοι «μετασχηματισμένοι», είτε ακόμα «ριζικά μετασχηματισμένοι» πάνω στη βάση της σχεδιασμένης οικονομίας. Αυτό είναι επίσης λάθος. Δεν μπορούμε να «μετασχηματίσουμε» τους νόμους, κι ακόμα λιγότερο «ριζικά».

 Αν μπορούσαμε να τους μετασχηματίσουμε, τότε θα μπορούσαμε και να τους καταργήσουμε αντικαθιστώντας τους με άλλους νόμους. Η θέση για το «μετασχηματισμό» των νόμων είναι επιβίωση από τη λαθεμένη διατύπωση για την «κατάργηση» και τη «διαμόρφωση» των νόμων. Αν και τη διατύπωση για το μετασχηματισμό των οικονομικών νόμων τη χρησιμοποιούμε στη χώρα μας ήδη από καιρό, χρειάζεται να την εγκαταλείψουμε για να είμαστε πιο ακριβολόγοι. Μπορούμε να περιορίσουμε τη σφαίρα ενέργειας αυτών είτε εκείνων των οικονομικών νόμων, μπορούμε να αποτρέψουμε τις καταστροφικές τους ενέργειες, αν βέβαια υπάρχουν. Όμως, δεν μπορούμε να τους «μετασχηματίσουμε» είτε να τους «καταργήσουμε».

Επομένως, όταν μιλούν για «υποταγή» των δυνάμεων της φύσης είτε των οικονομικών δυνάμεων, για «κυριαρχία» πάνω σ’ αυτές κλπ., δε θέλουν καθόλου να πουν μ’ αυτό ότι οι άνθρωποι μπορούν να «καταστρέψουν» τους νόμους της επιστήμης, είτε να τους «διαμορφώσουν». Αντίθετα, μ’ αυτό θέλουν να πουν μονάχα ότι οι άνθρωποι μπορούν ν’ ανακαλύψουν τους νόμους, να τους γνωρίσουν, να τους κατακτήσουν, να μάθουν να τους εφαρμόζουν με πλήρη κατανόηση, να τους χρησιμοποιούν για τα συμφέροντα της κοινωνίας και μ’ αυτόν τον τρόπο να τους υποτάσσουν, να εξασφαλίσουν την κυριαρχία πάνω σ’ αυτούς.

Έτσι λοιπόν, οι νόμοι της πολιτικής οικονομίας στο σοσιαλισμό είναι νόμοι αντικειμενικοί, που αντανακλούν τη νομοτέλεια των εξελίξεων της οικονομικής ζωής, που πραγματοποιούνται ανεξάρτητα απ’ τη θέληση μας. Οι άνθρωποι που αρνούνται αυτή τη θέση, αρνούνται στην ουσία το έργο της επιστήμης, και εφόσον αρνούνται την επιστήμη, αρνούνται μ’ αυτό και μόνο τη δυνατότητα κάθε πρόβλεψης, επομένως αρνούνται τη δυνατότητα καθοδήγησης της οικονομικής ζωής.

Μπορούν να πούνε ότι όλα αυτά που είπαμε εδώ είναι σωστά και πασίγνωστα, όμως ότι δεν υπάρχει τίποτα το καινούργιο και επομένως δεν αξίζει να χάνουμε τον καιρό μας επαναλαμβάνοντας πασίγνωστες αλήθειες. Βέβαια, δεν υπάρχει πραγματικά τίποτα το καινούργιο, όμως θα ‘ταν λάθος να νομίσει κανείς πως δεν αξίζει να ξοδεύει τον καιρό του επαναλαμβάνοντας μερικές γνωστές σ’ εμάς αλήθειες.

Η πραγματικότητα είναι ότι προς εμάς, σαν πυρήνα καθοδηγητικό, έρχονται κάθε χρόνο χιλιάδες καινούργια νεαρά στελέχη, που φλέγονται από την επιθυμία να μας βοηθήσουν, που φλέγονται από την επιθυμία να δείξουν την αξία τους, όμως δεν έχουν επαρκή μαρξιστική διαπαιδαγώγηση, δεν ξέρουν πολλές αλήθειες που είναι πολύ γνωστές σ’ εμάς, και είναι αναγκασμένοι να περιπλανιούνται στα σκοτάδια. Είναι κατάπληκτοι από τα κολοσσιαία επιτεύγματα της σοβιετικής εξουσίας, ζαλίζονται από τις ασυνήθιστες επιτυχίες του σοβιετικού καθεστώτος κι αρχίζουν να φαντάζονται ότι η σοβιετική εξουσία «όλα τα μπορεί», ότι «τίποτα δεν είναι αδύνατο γι’ αυτήν», ότι μπορεί να καταργεί τους νόμους της επιστήμης, να διαμορφώνει καινούργιους νόμους. Τι πρέπει να κάνουμε μ’ αυτούς τους συντρόφους; Πώς να τους διαπαιδαγωγήσουμε στο πνεύμα του μαρξισμού-λενινισμού; Νομίζω ότι η συστηματική επανάληψη αυτών των «πασίγνωστων», όπως τις λένε, αληθειών, η υπομονετική τους εξήγηση, είναι ένα απ’ τα καλύτερα μέσα για τη μαρξιστική διαπαιδαγώγηση αυτών των συντρόφων.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *