To Canto General ως πεδίο της πάλης των τάξεων

struggle

γράφει,  ο Σίμος Ανδρονίδης

«Ανάμεσα στα όντα, σαν τον αγέρα ζω, κι από τη μαγγωμένη μοναξιά βγαίνω στο πλήθος των μαχών, ελεύθερος γιατί στο χέρι μου μέσα είναι το χέρι σου κατακτώντας αδάμαστες χαρές» (PabloNeruda, ‘Εδώ τελειώνω’).

Το CantoGeneral (Γενικό Άσμα) του Χιλιανού ποιητή PabloNeruda αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα ποιητικά έργα του 20ου αιώνα, ένα ποιητικό κτήμα ες αεί, το οποίο διαβάζεται και επανερμηνεύεται διαρκώς. Το ποιητικό MagnumOpus του νομπελίστα ποιητή ενέχει και εγγράφει τα χαρακτηριστικά της ιστορικής εξέλιξης της Νότιας Αμερικής, δοσμένης με έναν ιδιαίτερο ποιητικό τρόπο. Ποίηση και ιστορία, διαλεκτική κίνηση και ποίηση συναρθρώνονται στο Γενικό Άσμα λειτουργώντας ως ένα σημείο εγκάρσιας τομής, εκεί όπου ο ποιητής Neruda «συναντά» τον ιδεολόγο (κομμουνιστή) Neruda. Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσουμε να αναγνώσουμε το CantoGeneral ως ένα συγκεκριμένο πεδίο διεξαγωγής της πάλης των τάξεων, πεδίο όπου «παρελαύνουν» και συναιρούνται υποκείμενα, ατομικά-συλλογικά, αφηγήσεις, ιδεολογίες, και, η κοινωνική-ταξική πάλη.

 

Πραγματικά, το CantoGeneral συγκροτεί ένα παλίμψηστο ιστορικότητας-ταξικότητας, εγγράφεται στο πεδίο της διαρκούς εξέλιξης, στο πεδίο των ευρέων κοινωνικών μετασχηματισμών, καθότι ο κομμουνιστής Neruda διαβλέπει «πίσω» από τον άνθρωπο-υποκείμενο τις όψεις και το προτσές κίνησης κοινωνικοοικονομικών σχηματισμών και των τάξεων που τις διαμορφώνουν.

‘Εργαλειοποιώντας’ τη διαλεκτική-μαρξιστική επιστημονική μεθοδολογία, ο ποιητής διευρύνει και μετατοπίζει το πεδίο δράσης του προς την κατεύθυνση της «πραγματείας»της πάλης των τάξεων: είναι η πάλη των τάξεων που αναπτύσσεται σταδιακά, ποιητικά και κοινωνικά, συμβάλλοντας ακριβώς στο μείζον συμβάν, που είναι η ανάλυση του Neruda πέρα και πάνω από τον μύθο και την «ιερή» και φαντασιακή αναπαράσταση της ποίησης του ως πεδίου μίας απλής και «συμβατικής» παράθεσης και κατηγοριοποίησης των νοημάτων και εννοιών μίας αδιάσπαστης ενότητας ανθρώπου-φύσης.

Το Γενικό Άσμα της Χιλής και της Νότιας Αμερικής βρίθει από την έγκληση, την ‘εργαλειοποίηση’ και την εδραίωση αντιθετικών κοινωνικών ταυτοτήτων, από την «ανάδυση» των κοινωνικών-ταξικών ρήξεων, από το ίδιο το κάλεσμα στη διαλεκτική της βαθιάς και ποιοτικής μεταβολής των πραγμάτων. Το ατομικό υποκείμενο «εδαφικοποιείται», ενσωματώνεται στο πλαίσιο του ιστορικού χρόνου και της ανάπτυξης και εξέλιξης «μητρών» παραγωγής. Ο PabloNeruda δεν κινεί από την υποταγή στην ανθρώπινη μοίρα, αλλά από την, διαμέσου του ποιητικού λόγου, αναγωγή στην ίδια την κοινωνική ολότητα.

Στο ‘Φωτιστικό στη γη’ αναφέρει ο PabloNeruda: «Η ζωή δε χάθηκε, βοσκαδέρφια. Μα σαν άγριο τριαντάφυλλο έπεσε μια πορφυρή σταλαγματιά στη λόχμη, κι εσβήστηκε ένα φωτιστικό της γης. Εγώ είμαι εδώ για να πω την ιστορία. Απ’ την ειρήνη του βουβαλιού ως τις μαστιγωμένες αμμουδιές της τελικής γης ως εκεί που στοιβάχτηκαν όλοι οι αφροί, στο φως το ανταρκτικό, και στις σπηλιές των γκρεμνών της ζοφερής βενεζολάνικης ειρήνης σ’ αναζήτησα πατέρα μου, νεαρέ πολεμιστή από χαλκό και καταχνιά, κι εσένα, γαμήλιο φυτό, αδάμαστη χαίτη, μάνα του κροκόδειλου, μεταλλική περιστέρα. Εγώ, Ινκαϊκός του κόκκινου άργιλου άγγιξα την πέτρα και είπα: Ποιος με περιμένει; Κι έσφιξα το χέρι μου πάνω σε μια χούφτια κούφιο κρύσταλλο. Μα πήγα μες απ’ τα λουλούδια του σαπότε κι ήταν το φως γλυκό σαν ελαφάκι, κι ήταν το ίδιο πράσινο βλέφαρο ή σκιά. Γη μου χωρίς όνομα, χωρίς Αμερική, στημόνι ισημερινό, δόρυ άλικο, το άρωμα σου σκαρφάλωσε πάνω μου απ’ τις ρίζες ως το ποτήρι που ‘πίνα, ως την παραμικρή λέξη, αγέννητη ακόμη, στο στόμα μου».1

Όλα εκκινούν λοιπόν. Από τη σκέψη που «γεννά» τις λέξεις και τις διηγήσεις της ιστορίας. Από την οργιώδη φύση που αναπαρίσταται ως ταυτοτικό «σύμβολο», προσδιοριστικό στοιχείο μίας περιοχής και των ανθρώπων της, «εργαλείο» επιβίωσης. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Neruda εκκινεί από την εικόνα-πλέγμα της αντανάκλασης της γης στη ζωή και στις συνθήκες της ζωής. Στο ‘Φωτιστικό στη Γη’, επιτελείται η διαδικασία μίας φυσικής λειτουργίας, μίας αναπαραγωγής όψεων-χαρακτηριστικών που θα προσδιορίσουν ένα ιδιαίτερο όσο και ιδιότυπο προτσές φυσικής εξέλιξης.

Η συμβολική όσο και πραγματική απεικόνιση της φύσης είναι εξελισσόμενη και συνεχόμενη, ακριβώς διότι δύναται να συμπεριλάβει στο εσωτερικό της όχι τον άνθρωπο-μερίδα, αλλά τον άνθρωπο που πραγματώνεται διαμέσου της φύσης και της αισθητικής κατηγοριοποίησης-αναπαράστασης της. Είναι η φύση που θα «γεννήσει» και θα «αναπαράγει» τις ιδιότητες του ανθρώπου που βιώνει εμπειρικά και παρατηρεί ολικά, που προσλαμβάνει τη θέση του μέσω και δια της γης-φύσης.

Η φύση ως «κρατούσα» κατάσταση δεν προκύπτει «ανεξάρτητα» από τον άνθρωπο: η κατάσταση του μέσα στη φύση δεν παράγεται «αυτόματα» και ανεξάρτητα από τα ειδικά της χαρακτηριστικά. Ο σχηματισμός και η ανάπτυξη της στο CantoGeneral πόρρω απέχουν από μία αναγωγή και ταυτόχρονη συμπύκνωση της φύσης ως παραδείσου-ουτοπίας. Αντιθέτως, ο ποιητής, προσδιορίζοντας τη φύση ως θεμέλιο λίθο της ζωής και της κοινωνικής κατασκευής, τη βλέπει να εξελίσσεται παράλληλα με την εξέλιξη της κοινωνικής οργάνωσης.

Όσο περισσότερο η κοινωνική οργάνωση εξελίσσεται, τόσο περισσότερο η φύση εκπίπτει στην κατηγορία της ‘εργαλειακής’ της διάστασης. «Μάνα της μαύρης πέτρας, που τα βλέφαρα σου θα βαφτούν κάποια μέρα στο αίμα»,2 γράφει ο Νeruda, εστιάζοντας πλέον στην αναλυτική της παρατήρηση ως αντικείμενο εκμετάλλευσης.

Ο άνθρωπος σε συσχέτιση προς και με τη γη-φύση, συγκροτείται διφυώς: 1. Από τη μία πλευρά, εντασσόμενος στη διαδικασία της φυσικής κατάστασης-επιβίωσης, ενσωματώνει τα χαρακτηριστικά του γεωργικού παραγωγού, 2. Από την άλλη πλευρά, και με την εξέλιξη της κοινωνικής οργάνωσης και των παραγωγικών μεθόδων, ορίζεται και ως εργάτης γης. Πλέον, δύναται να «υποστασιοποιείται» σε απόσταση από τη φύση/γη-τροφό.

Αν ο ποιητής εκκινεί από τη φύση ως ταυτοτικό στοιχείο, για να καταλήξει σε ένα συγκεκριμένο σημείο του γεωγραφικού ορίζοντα: στο Μάτσου Πίτσου, στο Περού, στην κορωνίδα στο «στέμμα» της αυτοκρατορίας των Ίνκας. Πραγματικά, σε αυτό το σημείο ο Χιλιανός ποιητής εξελίσσει τη διαλεκτική του προβληματική, μετονομάζοντας ουσιαστικά το Μάτσου Πίτσου σε «πολιτεία των υποκειμένων δίχως φωνή». Έτσι, το μεγαλείο του τόπου και του ‘χώρου’, η περίλαμπρη κατασκευή που στέκει εκεί, αναδύει στην «επιφάνεια» τον αγέρα του αρχαίου μεγαλείου, υποκρύπτοντας συνάμα την κοινωνική κατάσταση αυτών που συνέβαλλαν στην κατασκευή της πολιτείας.

Σε μία σαφή συγκεκριμενοποίηση της μαρξιστικής διαλεκτικής με ποιητικό τρόπο, ο Neruda «κατακτά» την ιστορία και το προτσές κίνησης της διαμέσου της ίδιας της αντίστροφης κίνησης των δούλων-σκλάβων: «Μάτσου-Πίτσου, εσύ δεν έβαλες πέτρα στην πέτρα και στη βάση κουρέλια; Κάρβουνο πάνω στο κάρβουνο, και στο βάθος το δάκρυ; Φωτιά στο χρυσάφι, και μέσα τρεμουλιαστή την πορφυρή στάλα το αίμα; Δος μου λοιπόν πίσω το σκλάβο που έθαψες! Τίναξε απ’ τα χώματα το σκληρό ψωμί του βαριόμοιρου, δείξε μου τη φορεσιά του δούλου και το παραθύρι του. Πες μου, πως κοιμότανε όσου ζούσε. Πες μου αν ο ύπνος του δεν ήτανε βραχνάς μισάνοιχτος, μαύρη τρύπα θρεμμένη από μόχθο για να χτιστεί ο τοίχος. Ο τοίχος! Ο τοίχος! Κι ότι δεν πλάκωνε η πέτρα κάθε ορόφου τον ύπνο του, κι ότι δεν γκρεμίστηκε μαζί της σαν κάτω από ένα φεγγάρι, με τον ύπνο του μαζί!».3

Στα ‘Υψώματα του Μάτσου Πίτσου’, ανασυγκροτείται η κοινωνική οργάνωση της αυτοκρατορίας της μεγάλης αυτοκρατορίας των Ίνκας, το αρχαίο, το πρωτόλειο σύστημα της κοινωνικής δουλοπαροικίας. Ο ιδιότυπος καισαρισμός του αυτοκράτορα-θεού επί της γης εδράζεται στον αποκλεισμό των ‘υποκειμένων’ που εκπίπτουν και έχουν εκπέσει στην κατηγορία του δούλου. Ο Neruda αποκρυσταλλώνει στα ‘Υψώματα του Μάτσου Πίτσου’, την έννοια του πάσχοντος σώματος το οποίο νοείται και προσδιορίζεται βάσει κοινωνικών, ‘ταξικών’, έμφυλων διαχωρισμών. Ο καταμερισμός της εργασίας τους θέλει ‘παραγωγούς’ της πολιτείας και συνάμα αποκλεισμένους εις το διηνεκές.

Αναφέρει ο Μαρξ των ‘Οικονομικών και Φιλοσοφικών Χειρόγραφων’: «Ο καταμερισμός της εργασίας είναι η οικονομική έκφραση της κοινωνικής φύσης της εργασίας μέσα στην αποξένωση. Η μάλλον, από τη στιγμή που η εργασία είναι μόνο μια έκφραση της ανθρώπινης δραστηριότητας μέσα στην αλλοτρίωση, μια έκφραση της ζωής σαν αλλοτρίωση της ζωής, ο καταμερισμός της εργασίας δεν είναι τίποτα περισσότερο από την αποξενωμένη, αλλοτριωμένη αποδοχή της ανθρώπινης δραστηριότητας σαν πραγματική ειδολογική δραστηριότητα, ή σαν δραστηριότητα του ανθρώπου σαν ειδολογικής ύπαρξης».4

Η οργάνωση και ο καταμερισμός της εργασίας αναπαράγει τη θέση εντός της κεφαλαιοκρατικής παραγωγικής διαδικασίας, συγκροτεί την κατάσταση συλλογική παραγωγή-εμπόρευμα/ατομική ιδιοποίηση του. Ο συλλογικός εργαζόμενος (συλλογική ειδολογική ύπαρξη) αποσπάται δια της μορφής της οικονομικής-παραγωγικής βίας από το προϊόν της εργασίας του, κάτι που αίρει τις προϋποθέσεις μίας αυτοπραγμάτωσης του.

Στον ιδιαίτερο κρατικό τύπο και στην ιδιαίτερη κοινωνική οργάνωση των Ίνκας, ο καταμερισμός της εργασίας αίρει όχι απλά την αλλοτριωμένη φύση, αλλά την ίδια την συνθήκη ύπαρξης των δούλων, οι οποίοι εκφεύγουν του πλαισίου της κοινωνικής «υποκειμενοποίησης». Η δομική raisond’ etre (λόγος ύπαρξης) του αυτοκρατορικού καθεστώτος συντίθεται και πάνω στην αξιοποίηση της κοινωνικής κατηγορίας-μερίδας (οι ‘σκλάβοι’ του Neruda ως ζωντανή ανθρώπινη «συλλογική σάρκα»), στην εκμετάλλευση του ως πολυπληθούς εργατικής δύναμης, (οικοδόμηση της περίλαμπρης πολιτείας του «θεού» επί της γης), στην ιδεολογική ενσάρκωση του αυτοκράτορα ως «υλικού» και «άυλου» προσώπου-στοιχείου που ενέχει δικαιώματα κυρίαρχου ηγεμόνα, απόλυτου ‘γαιοκτήμονα’, του ενσαρκωτή της ‘συναίνεσης’ που φέρει δικαιώματα και επί της ζωής.

Η αυτοκρατορία δεν αντεπιτίθεται, αλλά ιδεολογικοποιείται στην απολυτότητα του αυτοκράτορα, ο οποίος προκύπτει ως ουσιαστική «ειδολογική ύπαρξη» κατίσχυσης επί των μερών και συνένωσης τους.

Παραπέμποντας πάλι στον Μαρξ: « Σ’ αυτή την επιφανειακή ιστορική αναλογία λησμονούνε το κυριότερο, (σ.σ: στη Γερμανία), ότι, δηλαδή, στην αρχαία Ρώμη η πάλη των τάξεων γινότανε μονάχα μέσα σε μια προνομιούχα μειοψηφία, ανάμεσα στους ελεύθερους πλούσιους και στους ελεύθερους φτωχούς, ενώ η μεγάλη παραγωγική μάζα του πληθυσμού, οι δούλοι, αποτελούσαν μονάχα το παθητικό βάθρο για τους αντιμαχόμενους».5

Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πως ο PabloNeruda, διευρύνοντας την οπτική-προβληματική του Μαρξ, «δανείζει» τη φωνή και τη γραφή τους στους σκλάβους-δούλους, τους εντάσσει στο πεδίο της πάλης των τάξεων, διαμορφώνοντας και αναδιαμορφώνοντας διαρκώς την έννοια του «απότακάτωλαού»: «Ανέβα να γεννηθείς με μένα, αδελφέ. Δος μου το χέρι μέσα απ’ τη βαθιά ζώνη της οδύνης σου. Δε θα ξαναγυρίσεις απ’ τον υποχθόνιο χρόνο. Δε θα ξαναγυρίσει η πετρωμένη φωνή σου. Δε θα ξαναγυρίσουνε τα τρύπια μάτια σου. Κοίτα με απ’ τα βάθη της γης, ζευγά, υφαντή, σιωπηλέ βοσκέ, δαμαστή των πολιούχων γουανάκος, χτίστη της προκλητικής σκαλωσιάς, νερουλά των αντινών δακρύων, χρυσικέ με δάχτυλα σακατεμένα, αγρότη που τρέμεις για το σπόρο, σταμνά μες το χυμένο σου πηλό, φέρτε στην κούπα της νέας τούτης ζωής τις θαμμένες πίκρες σας».

6Αυτός δεν είναι ο ‘λαός των μουνούχων’, αλλά ο «λαός» των πολλών φτωχών, ελεύθερων και μη, που ανασημασιοδοτείται ποιητικά, κοινωνικά, όντας συμμέτοχος στο πεδίο της πάλης των τάξεων. Οι «ελεύθεροι πλούσιοι και οι «ελεύθεροι φτωχοί» του Μαρξ είναι η ίδια η δομική αντίθεση εν τοις όροις. Ο «από τα κάτω λαός» του Neruda είναι η ενσάρκωση της κίνησης, της λειτουργίας και της δράσης που συγκροτεί έναν κοινωνικό πόλο. Κι ο ποιητής «ενδύεται» το δικό τους προσωπείο, το οποίο μπορεί να χάνεται στα βάθη των αιώνων, αλλά φέρει εν σπέρματι τις όψεις της εκμετάλλευσης. «Τρέξτε στις φλέβες μου και στο στόμα μου. Μιλήστε με τα λόγια μου και με το αίμα μου».7

Ο Neruda προβάλλει εντός του συγκεκριμένου ιστορικού ‘χωροχρόνου’, την «μήτρα» της κοινωνικής συνθήκης-ύπαρξης του Μάτσου Πίτσου, κοιτάζοντας πίσω από την ‘άχρονη’ μνήμη της Καστροπολιτείας και των ερειπίων της. Όσο περισσότερο προχωρά η ιστορική εξέλιξη, τόσο περισσότερο εξελίσσεται και η ποιητική αφήγηση του CantoGeneral, καθότι ακριβώς η ιστορική-κοινωνική κίνηση αποτελεί τον καμβά πάνω στον οποίο ο ποιητής αναπτύσσει την ποίηση του και τις εκφάνσεις της. Η ιστορική περίοδος της Ισπανικής και της Πορτογαλικής αποικιοκρατίας, είναι η περίοδος κατάλυσης των προκολομβιάνικων αυτοκρατοριών-πολιτισμών.

Είναι η περίοδος της αποικιοκρατικής εκμετάλλευσης και των εξοντώσεων. «Στην Τσολούλα οι νέοι φορούν το καλύτερο ρούχο τους, χρυσάφι και φτερό, ποδεμένοι για το γιορτάσι και ρωτάν τον εισβολέα. Τους αποκρίθηκε ο θάνατος. Χιλιάδες νεκροί κείτονταν εκεί. Καρδιές δολοφονημένες που χτυπούν πεσμένες χάμω και στον ανοιχτό υγρό λάκκο φυλάνε το νήμα της μέρας εκείνης. (Μπήκαν σκοτώνοντας πάνω απ’ τα άλογα, κόψανε το χέρι που πρόσφερε με χρυσάφια και λουλούδια το καλωσόρισες, κυκλώσαν την πλατεία, πιαστήκανε τα μπράτσα τους σκοτώνοντας του βασίλειου τον ανθό, βουτώντας όλοι τους μέσα στο αίμα των αιφνιδιασμένων μου αδελφών)».8

Στην ποιητική ενότητα ‘Οι Καταχτητές’, ο ποιητής ανατέμνει πλήρως την περίοδο της αποικιοκρατίας, δίνοντας το περίγραμμα της, γλαφυρά και ουσιαστικά. Οι αποικιοκράτες απεσταλμένοι και εκπρόσωποι των μοναρχικών αυλών, ή απλοί τυχοδιώκτες, συστήνουν «νέες» μορφές κοινωνικής οργάνωσης, μορφές κοινωνικής οργάνωσης που άλλοτε στοιχίζονται και άλλοτε αποκλίνουν από τις ανάγκες της αποικιοκρατικής μητρόπολης. Όπως γράφει ο Eδουάρδο Γκαλεάνο: «Η εποποιία των Ισπανών και των Πορτογάλων στην Αμερική, συνδύασε την προπαγάνδιση της χριστιανικής πίστης με το σφετερισμό και τη λεηλασία του φυσικού πλούτου».9

Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, ο ποιητής συμπυκνώνει τη νοτιοαμερικάνικη γη σε μία τύποις «ενιαία» ολότητα, σε έναν ‘χώρο’ όπου η αποικιοκρατική εκμετάλλευση προκύπτει σταθερά έντονη. Μέσω της αναγωγής από το ειδικό στο γενικό και από το γενικό στο ειδικό, ο ποιητής τείνει να αποδομεί τα χαρακτηριστικά εκείνα που διέπουν την αποικιοκρατία η οποία προκύπτει ως «θραύσμα» εξουσιαστικής επιβολής, ‘συσσώρευσης΄ δια της εκμετάλλευσης-υφαρπαγής της γης, ‘πρόδρομος’ δείκτης’ περισσότερο ανεπτυγμένων τρόπων παραγωγής.

Η ποίηση του CantoGeneral μετασχηματίζεται σε «εργαλείο» καταγγελίας των συνεπειών που επέφερε και των μεταβολών που προκάλεσε η αποικιοκρατική επιβολή, προοικονομώντας και προβάλλοντας τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, έτσι όπως αναπτύχθηκαν σε χώρες της Νότιας Αμερικής. Ο αγώνας των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων εγγράφεται στα χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν το ‘Γενικό Άσμα’ της Νότιας Αμερικής.

«Αφήστε με κάτω απ’ τον ουράνιο θόλο να υποφέρω και να βυθιστώ σα νεκρή ρίζα που δε θα δώσει λάμψη πια. Κάτω στη γη να κατεβώ ως να φτάσω στο στόμα του χρυσαφιού. Θέλω να ξαπλωθώ στη νύχτια10 πέτρα. Θέλω εκεί να φτάσω με τη δυστυχία». Το ποιητικό παλίμψηστο του CantoGeneral διευρύνει και μετατοπίζει τα όρια και το πεδίο της δράσης του. Οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες «γεννούν» και «παράγουν» ανεξάρτητα κράτη, κράτη που δύνανται να ενσωματώσουν τα προσδιοριστικά στοιχεία του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Στο CantoGeneral, ο Neruda υπερπροσδιορίζει τη δράση των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και των ‘κορυφών’ τους.

Η σύνδεση ιστορικού παρελθόντος και παρόντος, η διαρκώς παρούσα εμβάθυνση της ιστορικής μνήμης, η διείσδυση στους νόμους που διέπουν την κοινωνική κίνηση, η έγκληση και η υπόμνηση των αγωνιστικών παραδόσεων του παρελθόντος, τέμνουν το CantoGeneral και την ποιητική ενότητα οι ‘Ελευθερωτές’. «Αυτό είναι το δέντρο των ελεύτερων. Το δέντρο γη, το δέντρο ακόντιο, το δέντρο γροθιά, το δέντρο φωτιά. Το πνίγουν τα φουρτουνιασμένα νερά του νύχτιου καιρού μας, μα στο κατάρτι ζυγιάζεται της εξουσίας του ο τροχός».11

Το «δέντρο» της πάλης των τάξεων, μετατοπίζεται στο πεδίο του έθνους-κράτους, συσσωματώνει την «μήτρα» που παράγει και αναπαράγει τη δράση των κοινωνικών τάξεων και των μερίδων τάξεων. Οι «ελεύτεροι» του χθες είναι οι «σκλαβωμένοι» του κεφαλαιοκρατικού σήμερα και αύριο. Η διαδικασία της κεφαλαιακής συσσώρευσης, η ύπαρξη των ταξικών αγώνων, η συνάρθρωση της ταξικής πολιτικής με την ταξική οικονομική πάλη, η ιμπεριαλιστική πολιτική των ΗΠΑ στην θεωρούμενη ως πίσω «αυλή» τους, οι στρατιωτικές δικτατορίες, όλα συναρθρώνονται θαρρείς ολικά και οργανικά στο CantoGeneral.

O Βορειοαμερικάνικος ιμπεριαλισμός αποτελεί το αντεστραμμένο είδωλο της αποικιοκρατικής επιβολής, ευθυγραμμιζόμενος με τις επιδιώξεις των αρχουσών τάξεων και των πλέον ηγεμονικών τους μερίδων. Ο Neruda στη δράση της εργατικής τάξης της χώρας του, της Χιλής, βλέπει τη δράση των εργατικών τάξεων, των πτωχών των υπόλοιπων χωρών του Νότιου ημισφαιρίου.

Και η ίδια η δράση του λαϊκού-εργατικού παράγοντα, η ένταξη στο κομμουνιστικό κόμμα Χιλής και η πάλη μέσα από τις τάξεις του: «Κι έτσι εμείναν ως τα σήμερα οι σημαίες. Τους κέντησε ο λαός την τρυφεράδα του, έρραψε τις ραφές της με τον πόνο του. Τ’ αστέρι κάρφωσε με φλογισμένο χέρι. Κι έκοψε γαλάζιο από πουκάμισο ή στερέωμα για τ’ άστρο της πατρίδας. Το κόκκινο σταλιά σταλιά άρχιζε να γεννιέται».12

Η πάλη των τάξεων δεν προκύπτει «μηχανιστικά» και θετικιστικά, αντιθέτως, αποτελεί απότοκο της θεμελιώδους αντίφασης που δομεί ταυτοτικά τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, των χασμάτων που επιφέρει η εμβάθυνση του. Η ίδια η δομική αντινομία/αντίφαση μεταξύ συλλογικής παραγωγής και ατομικής ιδιοποίησης-απόσπασης διαπερνά την κίνηση προς τα εμπρός των βασικών κοινωνικών τάξεων (αστική &ε εργατική). Η πάλη των τάξεων όμως δύναται να διευρυνθεί προς την κατεύθυνση των ενδιάμεσων τάξεων που συνυπάρχουν στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής (των τάξεων παραπλεύρως), και να αποκρυσταλλωθεί ως προσίδια μορφή συνάρθρωσης άμεσης κοινωνικής πάλης-έμμεσων απελευθερωτικών ιδεολογικών αναφορών. Όπως ανέφερε ο Λουί Αλτουσέρ: «Η πάλη των τάξεων δεν είναι αποτέλεσμα (παράγωγο) της ύπαρξης των κοινωνικών τάξεων: η πάλη των τάξεων και η ύπαρξη τους αποτελούν ένα και το αυτό».13

«Το κόκκινο σταλιά σταλιά άρχιζε να γεννιέται», γράφει ο PabloNeruda. To ποιητικό κόκκινο του αίματος και το δραστικό κόκκινο του αγώνα. Να γιατί το CantoGeneral δύναται να συγκροτηθεί ως κατεξοχήν πεδίο διεξαγωγής της πάλης των τάξεων. Ενσωματώνοντας τη δική του πολιτική στράτευση στο έργο του, ο ποιητής από τη Χιλή διαπερνά, άλλοτε υπόκωφα και υπόγεια, άλλοτε υπέργεια και δραστικά, το πλαίσιο δράσης των κοινωνικών τάξεων, τις αναφορές και τις ταυτότητες τους, την αλληλεπίδραση και συνάμα τη σύγκρουση τους εντός του πλέγματος μίας αδιάκοπής πάλης των τάξεων, μίας πάλης άλλοτε ειρηνικής και άλλοτε περισσότερο βίαιης. Ο ‘χωροχρόνος’ διαστέλλεται, συμπυκνώνει και συμπυκνώνεται στα ‘φουρτουνιασμένα νερά του νύχτιου καιρού μας’. Το «κόκκινο» και οι σημασιοδοτήσεις του ως δυνητικός ‘χώρος’ οργάνωσης της εργατικής τάξης, ευρύτερα του μπλοκ των λαϊκών-υποτελών τάξεων.

Εδώ ανακύπτει το CantoGeneral και οι ενότητες του ως περιοδολογήμενο πεδίο της πάλης των τάξεων: «Είδα το πως βήμα το βήμα καταχτούσαν. Δρόμος τους ήταν μόνο η αντίσταση τους, και χωρισμένοι ίδια σπασμένα ήσαν κομμάτια αστεριού, με δίχως στόματα και δίχως λάμψη. Δεμένοι στην αθόρυβη ενότητα, γινόντουσαν φωτιά, αχτύπητο τραγούδι, πάνω στη γη βήμα του ανθρώπου αργό που μάχες έγινε και βάθια. Αυτοί ήσαν η αξιοπρέπεια που μάχεται για κείνο που είχε ποδοπατηθεί, και ξύπναγε σα σύστημα, το ρυθμό των βίων που χτύπαγαν την πόρτα και κάθονταν στην αίθουσα την κεντρική με τις σημαίες τους».14 Η ταξική πάλη των «από κάτω» εξελίσσεται και εκτυλίσσεται, ως διεκδίκηση της ίδιας της ζωτικής αξιοπρέπειας.

Το ποιητικό πράττειν του Neruda έχει συγκεκριμένη, λαϊκή-εργατική απεύθυνση. Κι ήταν οι εργάτες της πατρίδας του, οι μικροί αγρότες, αυτοί που τον έκρυψαν και του παρείχαν στέγη όταν ο ποιητής βρέθηκε κυνηγημένος από το καθεστώς του Γονσάλες Βιδέλα. Το επίτευγμα του PabloNeruda είναι ότι παρουσιάζει την ιστορία και το προτσές κίνησης της ιστορίας της Νότιας Αμερικής ως ιστορία της πάλης των τάξεων και των μορφών που αυτή προσλαμβάνει. Μία ιστορία την οποία διαμεσολαβεί ποιητικά.

Το CantoGeneral αποτελεί την ποιητική επιτομή του διεθνισμού, της διεθνιστικής-προλεταριακής αλληλεγγύης και της ενεργής αντιφασιστικής ταυτότητας. (Όπως διαφαίνεται στη συλλογή ‘Να ξυπνήσει ο ξυλοκόπος’, που συνιστά επίσης μία ποιητική καταδίκη της δράσης του Βορειοαμερικάνικου ιμπεριαλισμού), ενώ όσον αφορά την κοινωνική του γείωση, την κατανόηση του κοινωνικοιστορικού γίγνεσθαι και την στηλίτευση της κοινωνικής-ταξικής αδικίας και των κοινωνικών-ταξικών ανισοτήτων, θυμίζει το διήγημα ‘Λουκέρνη’ του Λέοντος Τολστόι. Για τον Neruda, η πατρίδα λειτουργεί ως πεδίο ταξικής πάλης, συνιστώντας τον ‘χώρο’ εντός του οποίου «αναπαράγεται» ο εργάτης «λαός» όχι ως φθαρμένη μάζα, αλλά ως συλλογικός ‘δρων παράγων της παραγωγής’. (Νίκος Πουλαντζάς). Η πατρίδα λαός, η πατρίδα συλλογικός εργάτης, ανάγεται στο μείζον, προσομοιάζει ως χώρος δυνητικής ικανοποίησης των αναγκών του.

Ο διαλεκτικός υλισμός του PabloNeruda προχωρά παράλληλα με την ποιητική του έμπνευση. Η κάθε ποιητική συλλογή που συγκροτεί και συνέχει το όλον CantoGeneral, αποτελεί και ένα κοινωνικό επίπεδο, μικρογραφία και τοιχογραφία συνάμα της διεξαγόμενης πάλης των τάξεων. Διότι το CantoGeneral είναι λαϊκό και καθολικό, εργατικό και συμπυκνωμένο σε εικόνες και σε σπαράγματα μίας βαθιάς πίστης στην δυνατότητα της λαϊκής-εργατικής απελευθέρωσης. Η ταξική πάλη είναι πολιτική στο βαθμό που είναι και ποιητική, είναι διαλεκτική δια της αποκλίνουσας πορείας των κοινωνικών δυνάμεων στο βαθμό που είναι και διαδικασία «αναπαραγωγής» της ιστορίας ως κίνησης και ως συνειδητοποίησης.

Το CantoGeneral αντανακλά τη δραστηριοποίηση αντίρροπων κοινωνικών δυνάμεων, τη λειτουργία του κράτους αφενός μεν ως παράγοντα ισχύος, αφετέρου δε ως παράγοντα απόσπασης ‘συναίνεσης’, την αλληλουχία αποικιοκρατίας-ιμπεριαλισμού, τη μνήμη των ιθαγένικων πολιτισμών, την πάλη των ιθαγένικων λαών, την κινητοποίηση του λαϊκού μπλοκ και πολιτικών δυνάμεων. Αν το σημαίνον είναι η πάλη των τάξεων, το σημαινόμενο είναι η πολλαπλή δράση που συγκροτεί και επικαθορίζει την πάλη των τάξεων.

Και το ποιητικό magnumopus του Neruda αποτυπώνει ποιητικά την όλη ιστορική εξέλιξη και μετεξέλιξη του Νότιου ημισφαιρίου της Αμερικάνικης ηπείρου, παραπέμποντας στην πάλη των τάξεως ως μείζον συμβάν, αποτελώντας «λόγο», σκέψη», στοιχείο συνύφανσης της κοινωνικής με την ποιητική πάλη. Είναι η ιδιότυπη συνύφανση της απτής δια της πορείας του ποιητή πράξης με την εξωτερίκευση της πνευματικής (δια του λόγου) καταγραφής. Η σημαντικότητα του ‘Γενικού Άσματος’ έγκειται και στην καταγραφή μίας πορείας που δεν μπορεί να είναι άλλη από την μαρξιστική πάλη των τάξεων, αποτελώντας (διαμέσου των σελίδων του, της βιωματικής θα λέγαμε παρατήρησης, της ζώσας και δρώσας ιστορίας-προτσές), το κατεξοχήν πεδίο εξέλιξης και ευόδωσης της.

Το ‘Γενικό Άσμα’ είναι το πεδίο αποκρυστάλλωσης της πάλης των τάξεων, ποιητικά και κοινωνικά, πολιτικά και ιστορικά, ιδεολογικά και ανθρωπολογικά.

«Πατρίδα, έχεις γεννηθεί από ξυλοκόπους, από τέκνα αβάφτιστα, από μαραγκούς, από κείνους που δώσαν σαν παράξενο πουλί μια σταγόνα αίμα πετούμενο και σήμερα θα γεννηθείς και πάλι σκληρή, μες από κει που ο προδότης και ο δεσμοφύλακας σε πιστεύανε παντοτεινά θαμμένη. Σήμερα, όπως και τότε, θα γεννηθείς απ’ το λαό. Σήμερα θα βγεις μες απ΄ το κάρβουνο και τη δρόσο. Σήμερα θα καταφέρεις να τραντάξεις τις πόρτες με χέρια κακοπαθιασμένα, με κομμάτια ψυχής που περισώθηκε με δέσμες από βλέμματα που ο θάνατος δεν έσβησε: εργαλεία φοβερά κάτω απ’ τα κουρέλια, έτοιμα για τη μάχη».15

Σε αυτό το ποιητικό έργο-σταθμό για την ισπανόφωνη ποίηση, ο PabloNeruda πραγματώνει ποιητικά την ιστορική εξέλιξη της ηπείρου, καθώς και τη συνακόλουθη ταξική πάλη. Σαν να πραγματώνει με έναν ιδιαίτερο τρόπο την αναφορά του Μαρξ:

«Είναι αυτή ακριβώς η διαμόρφωση που επιφέρει πάνω στον αντικειμενικό κόσμο, με την οποία ο άνθρωπος αποδείχνει τον εαυτό του σαν ειδολογική ύπαρξη. Η παραγωγή αυτή είναι η δραστήρια ζωή του σαν είδος. Μέσα από την εργασία, η φύση εμφανίζεται σαν δικό του έργο και δική του πραγματικότητα. Το αντικείμενο της εργασίας, επομένως, η αντικειμενοποίηση της ειδολογικής ζωής του ανθρώπου: γιατί ο άνθρωπος αναπαράγει τον εαυτό του όχι μόνο πνευματικά στη συνείδηση του, αλλά δραστήρια και ουσιαστικά· και μπορεί έτσι να κοιτάζει τον εαυτό του· σ’ έναν κόσμο που ο ίδιος δημιούργησε».16

Ο ποιητής βιώνει τον κοινωνικά αισθητήριο κόσμο ολικά, την τροχιά της ιστορίας εξελικτικά, «κοιτάζοντας τον εαυτού του», υπό το πρίσμα της ποιητικής του «κατασκευής». Ο Νeruda ποιητικά πράττοντας, θέλει να πραγματώσει τον εργάτη-παραγωγό του πλούτου υποκειμενικά, φορέα μίας λανθάνουσας δομικής κοινωνικής μεταβολής. «Και ξανά θα γεννηθεί τούτος ο λόγος, σ’ έναν άλλο ίσως καιρό με δίχως βάσανα, δίχως τα ρυπαρά τριχίδια που προσκολλήθηκαν σα μαύρα αγριόχορτα στο τραγούδι μου, και ξανά θα φλέγεται στα ύψη η καφτή κι έναστρη καρδιά μου».17

Με τη δύναμη που του δίνει η ποίηση και ο λόγος της ποίησης, ο Neruda «απαλλοτριώνει τους απαλλοτριωτές», συγκροτώντας μία ολόκληρη εννοιολογική κατασκευή η οποία διαβάζεται και ως ιστορία ακριβώς διότι εμφιλοχωρεί και «εδαφικοποιείται» στο πεδίο αυτού που θα αποκαλούσαμε ιστορική εξέλιξη και πάλη των τάξεων.

1 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Αμόρ Αμέρικα’ ,(‘Το Φωτιστικό στη Γη’), Canto General, Μετάφραση: Στρατηγοπούλου Δανάη, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1973, σελ. 34.

2 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Τα Ορυχτά….ό.π., σελ. 43.

3 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Υψώματα του Μάτσου Πίτσου…ό.π., σελ. 66-67.

4 Βλέπε σχετικά, Μαρξ Καρλ, ‘Οικονομική και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα’, Πρόλογος: Κολλέτι Λούτσιο, Μετάφραση: Γραμμένος Μπάμπης, Εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα, 1975, σελ. 154-155.

5 Βλέπε σχετικά, Μαρξ Καρλ, ‘Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη’, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2012, σελ.9.

6 Βλέπε σχετικά, Νeruda Pablo, ‘Υψώματα του Μάτσου Πίτσου…ό.π, σελ. 68-69.

7 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Υψώματα του Μάτσου Πίτσου…ό.π., σελ. 69.

8 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Έρχονται κατά τα νησιά’, ‘Οι Καταχτητές…ό.π., σελ. 79-80.

9 Βλέπε σχετικά, Γκαλεάνο Εδουάρδο, ‘Οι ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής’, Τόμος Α’, Μετάφραση: Κονδύλης Φώντας, Εκδόσεις Κουκκίδα, Αθήνα, 2008, σελ. 27.

10 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Eλεγείο…ό.π’., σελ. 90.

11 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Οι Ελευθερωτές…΄ό.π., σελ. 112.

12 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Πως γεννιούνται οι σημαίες’, ‘Η προδομένη άμμο…ό.π., σελ. 76.

13 Αναφέρεται στο: Σακελλαρόπουλος Σπύρος & Σωτήρης Παναγιώτης, ‘Αναδιάρθρωση & Εκσυγχρονισμός. Κοινωνικοί και πολιτικοί μετασχηματισμοί στην Ελλάδα της δεκαετίας του 90’, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2004, σελ.26.

14 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Ο Λαός’, ‘Τα λουλούδια του Πουνιτάκι…ό.π.,’ σελ. 78-79.

15 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Ξεσηκωμένη Αμερική’, ‘Οι Ελευθερωτές…ό.π.,’ σελ. 138.

16 Βλέπε σχετικά, Μαρξ Καρλ, ‘Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα…ό.π, σελ. 98.

17 Βλέπε σχετικά, Neruda Pablo, ‘Εδώ τελειώνω’, ‘Εγώ Είμαι…ό.π., σελ. 215.

1 σχόλιο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *