V.I Lenin: Το Σοβιετικό Σύνταγμα

 

 

Το Σοβιετικό Σύνταγμα

 

 

Όπως είπα κιόλας, η στέρηση της αστικής τάξης από τα εκλογικά της δικαιώματα δεν είναι απαραίτητο και αναγκαστικό γνώρισμα της δικτατορίας του προλεταριάτου. Ακόμα και στη Ρωσία, οι μπολσεβίκοι που πολύ πριν από τον Οκτώβρη είχανε διακηρύξει το σύνθημα της δικτατορίας του προλεταριάτου, δεν είχανε καθόλου μιλήσει από πριν για την αφαίρεση του δικαιώματος ψήφου από τους εκμεταλλευτές.

Το συστατικό αυτό στοιχείο της δικτατορίας μας δε βγήκε από το «σχέδιο» ενός κόμματος, ξεπήδησε μόνο του στην πορεία της πάλης. Φυσικά, ο ιστορικός Κάουτσκι δεν το πρόσεξε. Δεν κατάλαβε πως ακόμα και κάτω από την κυριαρχία των μενσεβίκων στα Σοβιέτ (που είναι υπέρ της συνεργασίας με την αστική τάξη) η αστική τάξη χωρίστηκε μόνη της από τα Σοβιέτ, τα μποϋκοτάρισε, κηρύχτηκε αντίπαλός τους και άρχισε τις μηχανορραφίες της εναντίον τους. Τα Σοβιέτ ξεπήδησαν χωρίς κανένα Σύνταγμα και πάνω από ένα χρόνο, από την άνοιξη του 1917 ως το καλοκαίρι του 1918, εξακολουθούσαν να υπάρχουν έξω από κάθε Σύνταγμα.

Η αγανάκτηση της αστικής τάξης ενάντια στην ανεξάρτητη και παντοδύναμη οργάνωση (αφού τους αγκάλιαζε όλους) των καταπιεζομένων, η πιο αισχρή και η πιο ιδιοτελής καμπάνια, η βρομερή καμπάνια της αστικής τάξης ενάντια στα Σοβιέτ, η ολοφάνερη τέλος συνενοχή της αστικής τάξης στο πραξικόπημα του Κορνίλοφ, από τους Καντέ ως τους Εσέρους της δεξιάς και από το Μιλιούκοφ ως τον Κερένσκι, όλ’ αυτά προετοιμάσανε τον τυπικό αποκλεισμό της αστικής τάξης από τα Σοβιέτ.

Ο Κάουτσκι άκουσε να μιλάνε για το πραξικόπημα του Κορνίλοφ, αλλά δείχνει μεγαλειώδη περιφρόνηση στα ιστορικά γεγονότα, στην πορεία και στις μορφές της πάλης που καθορίζουν τις μορφές της δικτατορίας. Τί να την κάνεις πραγματικά την ιστορία, όταν πρόκειται για «καθαρή δημοκρατία»; Να γιατί η «κριτική» του Κάουτσκι, που στρέφεται ενάντια στην κατάργηση του εκλογικού δικαιώματος της αστικής τάξης, διακρίνεται από… μιαν αγαθιάρικη αφέλεια, που θάτανε συγκινητική σ’ ένα παιδί, αλλά προκαλεί αηδία σ’ έναν άντρα που δεν έχει ακόμα επίσημα αναγνωριστεί ότι ξαναγύρισε στην παιδική ηλικία.

«…Αν οι καπιταλιστές, κάτω από το καθεστώς της καθολικής ψηφοφορίας, βλέπανε πως είτανε ελάχιστη μειοψηφία, θα υποτάσσονταν πιο γρήγορα στη μοίρα τους…», (σ. 33). Χαριτωμένο, δεν είναι αλήθεια; Ο άνθρωπος του πνεύματος Κάουτσκι είδε πολλές φορές στην ιστορία και ξέρει από την πείρα της ζωής πολλούς γαιοκτήμονες και καπιταλιστές, που λογαριάζουνε τη θέληση της πλειοψηφίας των καταπιεζομένων. Ο ευφυής Κάουτσκι επίμενε στην «αντιπολιτευτική» του άποψη, δηλαδή στην άποψη της εσωκοινοβουλευτικής πάλης. Έτσι, γράφει κατά γράμμα: «η αντιπολίτευση», (σ. 34 και αλλού).

Ώ σοφέ ιστορικέ και πολιτικέ άντρα! Θάπρεπε ωστόσο να ξέρετε πως «αντιπολίτευση» σημαίνει ειρηνική και αποκλειστικά κοινοβουλευτική πάλη, δηλαδή μια ιδέα που ανταποκρίνεται σε μια κατάσταση όχι επαναστατική, μια ιδέα που αντιστοιχεί στην απουσία επανάστασης. Στην επαναστατική περίοδο πρόκειται για έναν αμείλικτο εχθρό και για τον εμφύλιο πόλεμο και καμιά αντιδραστική ιερεμιάδα μικροαστού που τρομάζει σαν τον Κάουτσκι μπροστά σ’ αυτό τον πόλεμο δε θ’ αλλάξει τίποτ’ απ’ αυτό το γεγονός. Να εξετάζεις έτσι το ζήτημα ενός αμείλικτου εμφύλιου πολέμου, όπου η αστική τάξη είναι ικανή για όλα τα εγκλήματα (το παράδειγμα των Βερσαγιέζων και τα παζαρέματά τους με το Μπίσμαρκ λένε αρκετά για κάθε άνθρωπο που δεν αντικρίζει την ιστορία σαν τον Πετρούσκα του Γκόγκολ), όπου η αστική τάξη καλεί σε βοήθειά της τις ξένες κυβερνήσεις και μηχανορραφεί μαζί τους ενάντια στην επανάσταση –αυτό είναι κωμωδία. Κατά το παράδειγμα του «βαρόνου της παρανόησης» Κάουτσκι, το επαναστατικό προλεταριάτο δεν έχει παρά να βάλει το νυχτερινό του σκουφί και να θεωρήσει την αστική τάξη, αυτή που οργανώνει τις αντεπαναστατικές στάσεις των Ντούτοφ, των Κράσνοφ και των Τσέχων, που ξοδεύει εκατομμύρια για τους σαμποταριστές, σα νόμιμη «αντιπολίτευση». Τί βάθος πνεύματος! 

Ο Κάουτσκι ενδιαφέρεται αποκλειστικά για την τυπική και νομική πλευρά του ζητήματος, έτσι που διαβάζοντας τις σκέψεις του πάνω στο σοβιετικό Σύνταγμα, θυμάσαι άθελα τα λόγια του Μπέμπελ: «Οι νομικοί είναι αρχιαντιδραστικοί». «Στην πραγματικότητα», γράφει ο Κάουτσκι, «δε μπορούμε να στερήσουμε μόνο τους καπιταλιστές απ’ όλα τους τα δικαιώματα. Τί είναι ο καπιταλιστής από νομική άποψη; Ένας άνθρωπος που κατέχει. Ακόμα και σε μια χώρα τόσο προχωρημένη στο δρόμο της οικονομικής προόδου όπως η Γερμανία, όπου το προλεταριάτο είναι τόσο πολυάριθμο, η εγκαθίδρυση της σοβιετικής δημοκρατίας θα μπορούσε πραγματικά να στερήσει σημαντικές μάζες πολιτών από τα πολιτικά τους δικαιώματα. Στα 1907, στη γερμανική αυτοκρατορία, ο αριθμός των ανθρώπων που απασχολούνταν στη βιομηχανική εργασία μαζί με τις οικογένειες τους έφτανε, στους τρεις μεγάλους κλάδους, γεωργία, βιομηχανία και εμπόριο, στα 35 σχεδόν εκατομμύρια υπαλλήλους και μισθωτούς εργάτες και 17 εκατομμύρια ανεξάρτητους εργάτες. Κατά συνέπεια, ένα κόμμα μπορεί εύκολα νάχει την πλειοψηφία ανάμεσα στους μισθωτούς εργάτες και να είναι μειοψηφία ανάμεσα στον πληθυσμό», (σ. 33).

Νά ένα δείγμα των συλλογισμών του Κάουτσκι. Δεν είναι αντεπαναστατικό κλαψούρισμα μπουρζουά; 

Γιατί λοιπόν, κ. Κάουτσκι, βάζετε όλους τους «ανεξάρτητους εργάτες» στην κατηγορία των προσώπων που δεν έχουν δικαιώματα, αφού ξέρετε πολύ καλά ότι η τεράστια πλειοψηφία των ρώσων χωρικών δε χρησιμοποιούν μισθωτούς εργάτες και κατά συνέπεια δεν είναι στερημένοι από δικαιώματα; Μήπως κι αυτό δεν είναι παραποίηση; 

Γιατί, σοφέ οικονομολόγε, δεν αναδημοσιέψατε τα πολύ γνωστά σε σας δεδομένα, που παρέχει αυτή η ίδια η γερμανική στατιστική του 1907, για τη μισθωτή εργασία στις διάφορες κατηγορίες αγροτικών εκμεταλλεύσεων; Γιατί δε δώσατε στους γερμανούς αναγνώστες της μπροσούρας σας αυτά τα δεδομένα, για να δουν πόσοι εκμεταλλευτές, πόσοι λίγοι εκμεταλλευτές υπάρχουν ανάμεσα στους «αγροτικούς ιδιοκτήτες» σύμφωνα με τη γερμανική στατιστική; Αυτό σημαίνει πως η αποστασία σας σάς έκανε έναν απλό συνένοχο της αστικής τάξης.

Ο καπιταλιστής, βλέπετε, είναι μια πολύ αόριστη νομική έννοια και ο Κάουτσκι κεραυνοβολεί σε πολλές σελίδες την «αυθαιρεσία» του σοβιετικού Συντάγματος. Αυτός ο «ευσυνείδητος εμβριθής» επιτρέπει στην αγγλική αστική τάξη να επεξεργάζεται και να μελετάει ολόκληρους αιώνες ένα καινούργιο (καινούργιο για τον μεσαίωνα) αστικό Σύνταγμα, αλλά σε μας, τους εργάτες και χωρικούς της Ρωσίας, δεν αφήνει κανένα χρονικό περιθώριο, αυτός ο εκπρόσωπος της δουλικής επιστήμης. Ζητάει από μας ένα επεξεργασμένο ως τη μικρότερη λεπτομέρειά του Σύνταγμα μέσα σε μερικούς μήνες…

«…Αυθαιρεσία!» Κρίνετε λοιπόν τί άβυσσο ταπεινής δουλοπρέπειας απέναντι στην αστική τάξη, τί ηλίθια σχολαστικότητα αποκαλύπτει αυτή η μομφή. Όταν στις καπιταλιστικές χώρες οι νομικοί, αστοί μέχρι τα νύχια, και οι περισσότεροι τους αντιδραστικοί, χρειάζονται αιώνες ή δεκαετίες για να επεξεργαστούνε τους πιο λεπτόλογους κανόνες, για να γράψουν δεκάδες και εκατοντάδες τόμους με νόμους και σχόλια, που καταπιέζουν τον εργάτη, δένουν χειροπόδαρα το φτωχό, ορθώνουν χιλιάδες εμπόδια στον εργαζόμενο, τον άνθρωπο του λαού, ώ! τότε οι αστοί φιλελεύθεροι κι ο κ. Κάουτσκι μαζί τους δε βλέπουν σ’ αυτό καμιάν «αυθαιρεσία»! Εκεί βασιλεύει η «τάξη» και η «νομιμότητα». Εκεί όλα μελετιούνται και κωδικοποιούνται έτσι που να ξεζουμίζεται καλύτερα ο φτωχός. Εκεί χιλιάδες δικηγόροι και αστοί γραφειοκράτες (ο Κάουτσκι αποφεύγει να μιλήσει γι’ αυτούς, ίσως γιατί ο Μαρξ απόδινε τεράστια σημασία στην καταστροφή της γραφειοκρατικής μηχανής) ξέρουν να ερμηνεύουν τους νόμους έτσι που ο εργάτης και ο μεσαίος χωρικός να μη μπορούν ποτέ να σπάσουνε το σιδερένιο πλέγμα που ορθώνουν αυτοί οι νόμοι. Δεν είναι η «αυθαιρεσία» της αστικής τάξης, δεν είναι η δικτατορία των εκμεταλλευτών, των άπληστων και βρωμερών που ρουφάνε το αίμα του λαού. Κάθε άλλο. Είναι η «καθαρή δημοκρατία», που γίνεται όλο και πιο καθαρή από μέρα σε μέρα.

Όταν όμως οι εργαζόμενες και εκμεταλλευόμενες τάξεις, που ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος τις χώρισε από τ’ αδέρφια τους στις άλλες χώρες, δημιουργήσανε για πρώτη φορά στην ιστορία τα Σοβιέτ τους, καλέσανε στην πολιτική ζωή τις μάζες που η αστική τάξη καταπίεζε, καταβασάνιζε και αποκτήνωνε, και επιχειρήσανε να φτιάξουν μόνες τους ένα καινούργιο κράτος, το προλεταριακό κράτος· όταν μέσα στη μάνητα της πάλης, μεσ’ στη φωτιά του εμφυλίου πολέμου αρχίσανε να ρίχνουνε τις βάσεις ενός κράτους χωρίς εκμεταλλευτές, τότε όλα τα καθάρματα της αστικής τάξης, όλες οι βδέλλες, με θυμιατή τους τον Κάουτσκι, βάλθηκαν να ουρλιάζουνε για «αυθαιρεσία»! Πώς θα μπορούσαν πραγματικά αυτοί οι αμόρφωτοι εργάτες και χωρικοί, πώς θα μπορούσε αυτός ο «όχλος» να ερμηνέψει τους δικούς του νόμους; Πού θέλετε να βρουν οι ταπεινοί αυτοί εργάτες το αίσθημα της δικαιοσύνης χωρίς τις συμβουλές των φωτισμένων δικηγόρων, των αστών συγγραφέων, των Κάουτσκι και των όλων σοφία παλιών υπαλλήλων;

Από το λόγο μου της 29 Απρίλη 1918, ο κ. Κάουτσκι αναφέρει αυτή τη φράση: «Οι μάζες καθαρίζουνε οι ίδιες τη διαδικασία και την ημερομηνία των εκλογών».

Και συμπεραίνει απ’ αυτό σαν «καθαρός δημοκράτης»: 

«…Φαίνεται λοιπόν πως κάθε ομάδα εκλογέων ερμηνεύει τη διαδικασία των εκλογών όπως της αρέσει. Η αυθαιρεσία και η δυνατότητα ν’ απαλλαγούν από τα ενοχλητικά στοιχεία της αντιπολίτευσης, ακόμα και μέσα στους κόλπους του προλεταριάτου, θα πολλαπλασιάζονταν έτσι στο μάξιμουμ», (σ. 37).

Τί άλλο λοιπόν από λόγια ενός δουλικού κονδυλοφόρου που πουλήθηκε στους καπιταλιστές και που ουρλιάζει για καταπίεση, όταν σε μια απεργία η μάζα ασκεί βία πάνω στους φιλόπονους εργάτες που «θέλουν να εργασθούν»; Γιατί ο τρόπος εκλογής, που εφαρμόζεται από τους αστούς γραφειοκράτες στην «καθαρή» αστική δημοκρατία, δεν είναι αυθαιρεσία; Γιατί η έννοια της δικαιοσύνης στις εξεγερμένες μάζες τις εκπαιδευμένες για την πάλη ενάντια στους αιώνιους εκμεταλλευτές τους, στις μάζες τις διαπαιδαγωγημένες και σκληραγωγημένες απ’ αυτή την απεγνωσμένη πάλη πρέπει να είναι κατώτερη απ’ ό,τι σε μια φούχτα γραφειοκράτες, διανοούμενους και δικηγόρους που έχουν τραφεί μέσα στις αστικές προλήψεις; 

Ο Κάουτσκι είναι ένας γνήσιος σοσιαλιστής· μην πάτε ν’ αμφισβητήσετε την ειλικρίνεια του αξιοσέβαστου αυτού οικογενειάρχη, του τίμιου αυτού πολίτη. Είναι κηρυγμένος και θερμός οπαδός της νίκης των εργατών, της προλεταριακής επανάστασης. Θα ήθελε μόνο πρώτα, πριν απ’ το κίνημα των μαζών, πριν από την αμείλικτη πάλη τους ενάντια στους εκμεταλλευτές να μπορούν οι μικροαστοί διανοούμενοι και οι φιλισταίοι με το νυκτερινό σκουφί, με την ησυχία τους και χωρίς εμφύλιο πόλεμο, να συντάσσουνε τους σοφούς νόμους και εγχειρίδια για την ανάπτυξη της επανάστασης…

Με βαθιά ηθική αγανάκτηση ο σοφός μας Ιουδάκος Γκολόβλιεφ[3] διηγείται στους γερμανούς εργάτες, ότι στις 14 Ιούνη 1918 η Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ της Ρωσίας αποφάσισε να αποκλείσει από τα Σοβιέτ τους αντιπροσώπους των κομμάτων των Εσέρων της δεξιάς και των μενσεβίκων. «Το μέτρο αυτό», γράφει ο Ιουδάκος Κάουτσκι ανάβοντας από ευγενή αγανάκτηση, «δε στρέφεται εναντίον ορισμένων προσώπων που κάνανε ορισμένες αξιόποινες πράξεις…Το Σύνταγμα της Σοβιετικής Δημοκρατίας δε λέει λέξη για την ασυλία των αντιπροσώπων, μελών των Σοβιέτ. Δεν είναι ορισμένα πρόσωπα αλλά μάλλον ορισμένα κόμματα που στην περίπτωση αυτή αποκλείστηκαν από τα Σοβιέτ», (σ. 37).

Ναι, είναι πραγματικά τρομερό, είναι μια ανυπόφορη προσβολή στην καθαρή δημοκρατία, που σύμφωνα με τους κανονισμούς της θα έκανε την επανάσταση ο επαναστάτης μας Ιουδάκος Κάουτσκι. Οι ρώσοι μπολσεβίκοι θάπρεπε ν’ αρχίσουν με την εξασφάλιση ασυλίας στους Σαβίνκοφ και Σία, στους Λίμπερ-Νταν και τους Ποτρέσσοφ (τους «χωριστικούς») και Σία, να συντάξουνε κατόπι ένα ποινικό κώδικα που θα χαρακτήριζε «πράξιν κολάσιμον» τη συμμετοχή στην αντεπαναστατική εκστρατεία των Τσεχοσλοβάκων ή τη συμμαχία στην Ουκρανία και στη Γεωργία με τους γερμανούς ιμπεριαλιστές ενάντια στους εργάτες της χώρας τους και μονάχα τότε, χάρη στον ποινικό αυτό κώδικα, θα είχαμε το δικαίωμα, σύμφωνα με το πνεύμα της «καθαρής δημοκρατίας», ν’ αποκλείσουμε «ορισμένα πρόσωπα» από τα Σοβιέτ.

Είταν αυτονόητο πως οι Τσεχοσλοβάκοι, που έπαιρναν τις χρηματικές τους ενισχύσεις από τους Αγγλογάλλους καπιταλιστές διαμέσου των Σαβίνκοφ, των Ποτρέσσοφ και των Λίμπερ-Νταν ή χάρη στην προπαγάνδα τους, το ίδιο όπως οι Κράσνοφ, που εφοδιάζονταν με γερμανικά βλήματα με τις φροντίδες των μενσεβίκων της Ουκρανίας και της Τιφλίδας, θα περίμεναν φρόνιμα, ώσπου να συντάξουμε μ’ όλους τους κανόνες της τέχνης τον ποινικό μας κώδικα και θα περιορίζονταν σαν καθαροί δημοκράτες, σ’ ένα ρόλο «αντιπολίτευσης»…

Ο Κάουτσκι δεν αγαναχτεί λιγότερο γιατί το Σοβιετικό Σύνταγμα αφαιρεί τα εκλογικά δικαιώματα απ’ αυτούς που «χρησιμοποιούνε μισθωτούς εργάτες με σκοπό το κέρδος».

«Ένας εργάτης που δουλεύει στο σπίτι ή ένα μικροαφεντικό που απασχολεί ένα μεροκαματιάρη, μπορούν να ζουν και να αισθάνονται σαν αληθινοί προλετάριοι, δεν έχουν όμως δικαίωμα ψήφου», (σ. 36).

Τί παρανομία για την «καθαρή δημοκρατία»! Τί αδικία! Ως τώρα, όλοι οι μαρξιστές υποθέτανε, πράγμα που επιβεβαιώθηκε από χιλιάδες γεγονότα, πως τα μικροαφεντικά είναι οι πιο άτιμοι κ’ οι πιο απαίσιοι εκμεταλλευτές των μισθωτών εργατών· αλλά ο Ιουδάκος Κάουτσκι δε μιλάει φυσικά για την τάξη των μικροαφεντικών (ποιος λοιπόν επενόησε την ολέθρια θεωρία της πάλης των τάξεων;), μα για άτομα, για εκμεταλλευτές που «ζουν και αισθάνονται σαν αληθινοί προλετάριοι».

Η περίφημη, «Αγνή η οικονόμα», που θεωρούντανε πεθαμένη από καιρό, αναστήθηκε από την πέννα του Κάουτσκι. Η περίφημη λοιπόν αυτή Αγνή η οικονόμα δημιουργήθηκε και τέθηκε εδώ και δεκάδες χρόνια σε κυκλοφορία στη γερμανική φιλολογία από τον «καθαρό» δημοκράτη, τον αστό Ευγένιο Ρίχτερ. Κι αυτός ο Ευγένιος Ρίχτερ προφήτεψε τις τρομερές δυστυχίες που θάφερνε η δικτατορία του προλεταριάτου και η δήμευση του κεφαλαίου των εκμεταλλευτών. Ρωτούσε με ύφος αθώο: τί είτανε ένας καπιταλιστής από νομική άποψη και επικαλούνταν το παράδειγμα μιας φτωχιάς και οικονόμας ράφτρας (την Αγνή την οικονόμα), που οι κακοί «δικτάτορες του προλεταριάτου» της πήρανε και την τελευταία της πεντάρα. Είταν μια εποχή που ολόκληρη η γερμανική σοσιαλδημοκρατία διασκέδαζε μ’ αυτή «την οικονόμα Αγνή» του καθαρού δημοκράτη Ευγένιου Ρίχτερ. Αλλά έχει περάσει πολύς καιρός από τότε, ο Μπέμπελ ζούσε ακόμα και έλεγε καθαρά και ξάστερα την αλήθεια, δηλαδή ότι στο κόμμα μας υπάρχουν πολλοί εθνικοφιλελεύθεροι. Αυτά γινόντανε τον μακρινό κείνον καιρό όπου ο Κάουτσκι δεν είταν ακόμα αποστάτης.

Και νά η «Αγνή η οικονόμα» αναστημένη στο πρόσωπο του «μικροαφεντικού μ’ ένα μονάχα μεροκαματιάρη, που ζει και αισθάνεται σαν αληθινός προλετάριος». Οι κακοί μπολσεβίκοι είναι άδικοι απέναντι του· του αφαιρέσανε το δικαίωμα ψήφου. Είναι αλήθεια πως «κάθε εκλογική ομάδα», όπως λέει ο ίδιος ο Κάουτσκι, μπορεί στη Σοβιετική Δημοκρατία να δεχτεί ένα φτωχό τεχνίτη, που είναι προσκολλημένος λ.χ. σ’ ένα εργοστάσιο, αν βέβαια κατ’ εξαίρεση δεν είναι εκμεταλλευτής, αν πραγματικά «ζει και αισθάνεται σαν αληθινός προλετάριος». Αλλά είναι δυνατό να εμπιστευτεί κανένας στη γνώση της ζωής και στο αίσθημα δικαιοσύνης μιας εργοστασιακής επιτροπής από απλούς εργάτες κακά οργανωμένης και που λειτουργεί (τί φρίκη!) χωρίς νόμους; Δεν είναι φανερό πως είναι προτιμότερο να εξασφαλίσουμε το δικαίωμα ψήφου σ’ όλους τους εργοδότες, παρά να υπάρχει κίνδυνος μήπως οι εργάτες βλάψουν την «Αγνή την οικονόμα» και το «μικροτεχνίτη που ζει και αισθάνεται σαν αληθινός προλετάριος»;

Ας αφήσουμε τους αξιοπεριφρόνητους αποστάτες να εξευτελίζουνε, με τα χειροκροτήματα της αστικής τάξης και των σοσιαλσοβινιστών[4], το σοβιετικό μας Σύνταγμα, με το πρόσχημα ότι στερεί τους εκμεταλλευτές από το δικαίωμα ψήφου. Τόσο το καλύτερο, γιατί έτσι θα είναι ταχύτερη και βαθύτερη η ρήξη ανάμεσα στους επαναστάτες εργάτες της Ευρώπης και τους Σάϊντμαν και τους Κάουτσκι, τους Ρενοντέλ και τους Λογκέ, τους Χέντερσον και τους Μακντόναλ, τους παλιούς αυτούς αρχηγούς και παλιούς προδότες του σοσιαλισμού.

Οι καταπιεζόμενες μάζες, οι τίμιοι και συνειδητοί αρχηγοί των προλεταρίων επαναστατών θα είναι μαζί μας.

Φτάνει μονάχα να γνωρίσουμε στους προλετάριους και στις μάζες το σοβιετικό μας Σύνταγμα και θα πουν αμέσως: «Νά αληθινά πού είναι οι άνθρωποί μας, νά το αληθινό εργατικό κόμμα, η αληθινή κυβέρνηση των εργατών. Αυτή δεν εξαπατάει τους εργάτες με φλυαρίες για μεταρρυθμίσεις, όπως μας εξαπατούσαν όλοι όσοι ονομάστηκαν ήδη αρχηγοί. Αυτή αγωνίζεται πραγματικά ενάντια στους εκμεταλλευτές, κάνει στ’ αλήθεια την επανάσταση, παλεύει πραγματικά για την ολοκληρωτική απελευθέρωση των εργατών».

Αν τα Σοβιέτ, ύστερ’ από ένα χρόνο «πείρα», στερήσανε τους εκμεταλλευτές από το δικαίωμα ψήφου, αυτό σημαίνει ότι τα Σοβιέτ αυτά είναι πραγματικά η οργάνωση των καταπιεζομένων μαζών κι όχι των πουλημένων στην αστική τάξη σοσιαλιμπεριαλιστών και σοσιαλειρηνιστών. Αν τα Σοβιέτ αφαιρέσανε το δικαίωμα ψήφου από τους εκμεταλλευτές, αυτό σημαίνει ότι τα Σοβιέτ δεν είναι όργανα μικροαστικής συμφιλίωσης με τους καπιταλιστές, ούτε όργανα κοινοβουλευτικής φλυαρίας των Κάουτσκι, Λογκέ και Μακντόναλ, μα τα όργανα του αληθινά επαναστατικού προλεταριάτου, που δίνει έναν αγώνα μέχρι θανάτου με τους εκμεταλλευτές.

«Είναι σχεδόν άγνωστο εδώ το βιβλίο του Κάουτσκι», μούγραφε τελευταία (είμαστε στις 30 του Οκτώβρη) από το Βερολίνο ένας καλά πληροφορημένος σύντροφος. Θα συμβούλευα τους πρεσβευτές μας στη Γερμανία και στην Ελβετία να μη λυπηθούν λεφτά, ν’ αγοράσουνε ολόκληρη την έκδοση αυτού του βιβλίου και να το μοιράσουνε δωρεάν στους συνειδητούς εργάτες, για να βουτήξουνε στη λάσπη της αυτήν την «ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία» (διαβάστε: ιμπεριαλιστική και ρεφορμιστική) που από καιρό δεν είναι παρά ένα «σάπιο πτώμα».

* * *

Στο τέλος του βιβλίου του, στις σελίδες 61 και 63, λυπάται πικρά ο κ. Κάουτσκι που «η καινούργια θεωρία» (έτσι αποκαλεί το μπολσεβικισμό, μη τολμώντας ούτε να πλησιάσει καν την ανάλυση της Κομμούνας του Παρισιού από το Μαρξ και τον Έγκελς) «βρίσκει οπαδούς ακόμα και στις παλιές δημοκρατίες, όπως η Ελβετία». Είναι «ακατανόητο» για τον Κάουτσκι, ότι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες δέχονται αυτή τη θεωρία.

Αυτό είναι αντίθετα απόλυτα κατανοητό, γιατί ύστερ’ απ’ τα σοβαρά μαθήματα του πολέμου, οι επαναστατικές μάζες αρχίζουν να νοιώθουν αποστροφή και για τους Σάϊντμαν και για τους Κάουτσκι.

«Εμείς» είμασταν πάντοτε υπέρ της δημοκρατίας, γράφει ο Κάουτσκι, και θα την απαρνιόμασταν ξαφνικά; 

«Εμείς», οπορτουνιστές της σοσιαλ-δημοκρατίας, είμαστε πάντοτε εναντίον της δικτατορίας του προλεταριάτου –οι Κολμπ και Σία το διακήρυξαν ανοιχτά από καιρό. Ο Κάουτσκι το ξέρει καλά και γελιέται αν φαντάζεται πως μπορεί να κρύψει από τους αναγνώστες του ένα τόσο ολοφάνερο γεγονός, όπως είναι η «επιστροφή του εις τας αγκάλας» των Μπερνστάϊν και των Κολμπ. 

«Εμείς», επαναστάτες μαρξιστές, δεν κάναμε ποτέ μας είδωλο την «καθαρή» (αστική) δημοκρατία. Πριν από τη λυπηρή μεταστροφή, που τον έκανε ρώσο Σάϊντμαν, ο Πλεχάνοφ είτανε στα 1903, όπως ξέρουμε, επαναστάτης μαρξιστής.

Στο συνέδριο όπου εγκρίθηκε το πρόγραμμα του κόμματος ο Πλεχάνοφ έλεγε ότι τη στιγμή της επανάστασης το προλεταριάτο δε θα δίσταζε να αφαιρέσει το δικαίωμα ψήφου από τους καπιταλιστές, να διαλύσει κάθε κοινοβούλιο που θα αποδεικνύονταν αντεπαναστατικό. Αυτή άλλωστε είναι η μόνη άποψη που ανταποκρίνεται στο μαρξισμό, όπως το είδαμε από τις διακηρύξεις του Μαρξ και του Έγκελς που παραθέσαμε πιο πάνω. Είναι το καθαρό πόρισμα όλων των μαρξιστικών άρχων.

«Εμείς», επαναστάτες μαρξιστές, δε βγάλαμε ποτέ στο λαό λόγους, όπως αρέσκονταν να εκφωνούν οι καουτσκιστές όλων των εθνών, έρποντας μπροστά στην αστική τάξη, ζητώντας να μιμηθούνε τα αστικά κοινοβούλια, αποκρύβοντας τον αστικό χαρακτήρα της σημερινής δημοκρατίας και αρκούμενοι να ζητούν την διεύρυνσή της και την ολοκλήρωσή της.

«Εμείς» λέγαμε στην αστική τάξη: Εκμεταλλευτές και υποκριτές που είσαστε, μιλάτε για δημοκρατία και σε κάθε σας βήμα ορθώνετε χιλιάδες φραγμούς, για να εμποδίσετε τις καταπιεζόμενες μάζες να πάρουνε μέρος στην πολιτική ζωή. Παίρνουμε τα λόγια σας και απαιτούμε υπέρ των μαζών τη διεύρυνση της αστικής σας δημοκρατίας, για να προετοιμάσουμε τις μάζες για την επανάσταση που θα σας ανατρέψει, εσάς τους εκμεταλλευτές. Κι αν εσείς οι εκμεταλλευτές κάνετε πως αντιστεκόσαστε στην προλεταριακή μας επανάσταση, θα σας τσακίσουμε αλύπητα, θα σας στερήσουμε από τα πολιτικά σας δικαιώματα και κάτι άλλο ακόμα: θα σας αρνηθούμε το ψωμί, γιατί στην προλεταριακή μας δημοκρατία οι εκμεταλλευτές δε θάχουν δικαιώματα, θα στερηθούν κι από νερό κι από φωτιά, γιατί είμαστε αληθινοί σοσιαλιστές: εμείς και όχι σοσιαλιστές οπερέττας σαν τους Σάϊντμαν και τους Κάουτσκι. 

Αυτή είναι η γλώσσα που μιλήσαμε και που θα μιλάμε «εμείς» οι επαναστάτες μαρξιστές και να γιατί οι καταπιεζόμενες μάζες θα είναι μαζί μας, ενώ οι Σάϊντμαν και οι Κάουτσκι θα ριχτούνε μέσα στο σκουπιδοτενεκέ των αποστατών.

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

 

 [3] Προσωποποίηση της προδοσίας.

[4] Μόλις διάβασα το άρθρο της «Εφημερίδας της Φραγκφούρτης» της 22 Οκτώβρη 1918, αρ. 293, που δίνει μ’ ενθουσιασμό παράφραση της μπροσούρας του Κάουτσκι. Το όργανο των χρηματιστών είναι καταγοητευμένο. Το πιστεύω! Ένας σύντροφος μου γράφει από το Βερολίνο, ότι το «Φορβερτς» του Σάϊντμαν δήλωσε, σ’ ένα ειδικό άρθρο, ότι υπογράφει σχεδόν κάθε γραμμή του Κάουτσκι. Τα σέβη μας!

Γράφτηκε: τον Οχτώβρη του 1918 από τον Λένιν ενάντια στις ρεφορμιστικές συκοφαντίες του Καρλ Κάουτσκι κατά των Μπολσεβίκων

Πηγή: Εκδόσεις «Προμηθέας» 1966 – «Νέοι Στόχοι» 1973
Επιμέλεια – Σύνταξη: ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΘΩΜΑΔΑΚΗΣ
HTML Markup: Θ. Θωμαδάκης – Ι. Κουκλάκης για τα Μαρξιστικά Βιβλία στο INTERNET, 10 Γενάρη 2010

Μετάφραση: Λ. Μιχαήλ

 

Πηγή: Marxistsboks

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *