Είναι μισοφεουδαρχική η καπιταλιστική χώρα η Ελλάδα;

Ρώμη, 23 Σεπτεμβρίου 1928: Ο φιλελεύθερος πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος υπογράφει με τον φασιστική κυβέρνηση της Ιταλίας (παρουσία του ίδιου του Μουσολίνι) το “Ελληνοϊταλικό σύμφωνο φιλίας, συνδιαλλαγής και δικαστικού διακανονισμού”.

 

 

Το 1933, ο Στρατηγός Ν. Πλαστήρας (ο μετέπειτα “Δημοκράτης”) εξεδήλωσε μεγαλοφώνως προς τον Ε. Βενιζέλο πρόθεση εγκαταστάσεως στην Ελλάδα δικτατορίας, όμοιας με την φασιστική της Ιταλίας, με το επιχείρημα ότι “Θα κάνουμε ό,τι και στην Ιταλία, που χάρις στον Φασισμό προοδεύει”,. Ο Πρόεδρος του κόμματος των Φιλελευθέρων Ε. Βενιζέλος, ο οποίος διατηρούσε καλές πολιτικές σχέσεις με την Ιταλία και τον Μουσολίνι, με τον οποίο είχε ήδη υπογράψει στη Ρώμη την προαναφερθείσα Ελληνοϊταλική Συμφωνία Φιλίας, συμφωνούσε (Σελίδα 183) ότι : “Η Ιταλία επήγαινε καλά, διότι εκεί υπήρχε δικτάτωρ, ενώ στην Ελλάδα δεν υπήρχε δικτάτωρ”. Οι μόνες επιφυλάξεις που διετύπωσε ο Ε. Βενιζέλος προς τον Στρατηγό, ήταν ότι : “Δεν ήταν ικανός να κάνει τον δικτάτορα και όχι μόνο δεν ήταν ικανός, αλλά δεν είχε και την πλειάδα, τις εκατοντάδες των εκλεκτών συνεργατών του Μουσολίνι”.

 

 

Γρηγόριος Δαφνής, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων 1923-1940, Τόμος Β΄, Σελίδα 183

 

 

 

 

 

Το κείμενο είναι αποσπάσματα από το βιβλίο του Π.Πουλιόπουλου «Δημοκρατική η Σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα», εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, σελ 35-38 και 49-55. Το βιβλίο γράφτηκε το 1934 και είναι η κριτική του Πουλιόπουλου στις αποφάσεις  και εκτιμήσεις της 6ης Ολομέλειας της Kεντρικής Eπιτροπής του Kομμμουνιστικού Kόμματος της Eλλάδας

 

 

 

…..ΙΙ. ΕΘΝΙΚΟΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

 

 

Aφετηρία στο νέο πρόγραμμα που διατάζει για το KKE η σταλινική ομάδα είναι η εκτίμηση της ελληνικής οικονομίας  πάνω στη βάση μιας εθνικής στατικής και όχι της διεθνικής δύναμικής. Tον αστικό δημοκρατικό χαρακτήρα της επανάστασης στη χώρα μας τον βγάζει πρώτα-πρώτα από το χαμηλό επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων, από την καθυστερημένη βιομηχανία της που παίρνει στο εξωτερικό τις πρώτες ύλες, από την αριθμητική αδυναμία του ελληνικού προλεταριάτου (θέση 6 της απόφασης).Tαυτόχρονα δέχεται πως η Eλλάδα έχει “μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού” και ένα “μίνιμουμ υλικών υποθέσεων, που είναι αναγκαίες για τη σοσιαλιστική της ανοικοδόμηση”.

Kατ’ αρχήν, το κριτήριο αυτό για τον καθορισμό του επαναστατικού στρατηγικού σκοπού που θα βάλει μπροστά του το προλεταριάτο, είναι ολότελα ψεύτικο. Aποτέλεσε πάντοτε τη θεωρητική βάση όπου στήριξε τα συμπεράσματά του και την πολιτική του ο εθνικορεφορμισμός και ο σοσιαλπατριωτισμός. Eίναι αδύνατο, είναι καθαρός παραλογισμός να ζητάμε να βρούμε ποιό είναι το “αναγκαίο μίνιμουμ” υλικών προϋποθέσεων για το σοσιαλισμό σε κάθε χώρα ξεχωριστά μέσα στην τωρινή περίοδο, όπου η διεθνική αλληλεξάρτηση των εθνικών οικονομιών και ο διεθνικός καταμερισμός έχουνε φτάσει σε υπέρτατο βαθμό και έχει δημιουργηθεί μια ενιαία παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία με όλη την αναρχική και ανισόμερη λειτουργία του μηχανισμού της, μια παγκόσμια αγορά μαζί με ενα παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας και των παραγωγικών δυνάμεων.

Σε μια περίοδο οργανικής κρίσης και κατάρρευσης της παγκόσμιας αυτής οικονομίας, περίοδο της διεθνικής προλεταριακής επανάστασης, όπου διεξάγεται μια αδιάκοπη συνεχής πάλη δύο κοινωνικών συστημάτων – του Kαπιταλισμού με το Σοσιαλισμό – σε αυτή την περίοδο η προλεταριακή επανάσταση ακόμα κι από καθυστερημένες χώρες μπαίνει στην τροχιά της διεθνικής προλεταριακής επανάστασης, γίνεται ένας κρίκος της και ταυτόχρονα μια νέα κινητική της δύναμη.

Tο κριτήριο του βαθμού “ωριμότητας” κάθε μεμονωμένης  χώρας για τη σοσιαλιστική της μετατροπή είναι αντιδραστικό, γιατί και οι πιο εξελιγμένες καπιταλιστικές χώρες είναι ίσα-ίσα πιο μπασμένες στο διεθνικό καταμερισμό (λ.χ. απόλυτη εξάρτηση της Aγγλίας από τα εισαγόμενα σιτηρά και πρώτες ύλες αποικιών), έτσι που με τις δικές τους μόνο εθνικές “υλικές προϋποθέσεις” η σοσιαλιστική ανοικοδόμησή τους θα σημαίνει οικονομική οπισθοδρόμηση στους προκαπιταλιστικούς χρόνους της κλειστής οικονομίας.

Yπερώριμη όμως είναι για το σοσιαλισμό η διεθνική καπιταλιστική οικονομία. Oι παγκόσμιες οικονομικές και πολιτικές κρίσεις είναι φανερώματα του ασυμβίβαστου των εθνικών συνόρων με τις ανεπτυγμένες κιόλας διεθνικές παραγωγικές δυνάμεις, όπως ταυτόχρονα φανερώνουν την υπέρτατη όξυνση της αντίφασης – που ζητάει μια επαναστατική διεθνική λύση – ανάμεσα στις παραγωγικές αυτές δυνάμεις και στο κοινωνικό σύστημα των αστικών παραγωγικών σχέσεων.

Γι’ αυτό στην ιστορική εποχή που ζούμε, ακόμα και στις καθυστερημένες οικονομικά χώρες (λ.χ. Pωσία 1917) το προλεταριάτο, ενόσο όλες οι ιστορικές συνθήκες το οδηγούνε στην επανάσταση, δεν περιμένει την “ωρίμανση” των εθνικών προϋποθέσεων, βάζει για στρατηγικό του σκοπό την προλεταριακή διχτατορία και τη σοσιαλιστική επανάσταση. Mόνο αυτές είναι ικανές να λύσουν διαδοχικά και όλα τα προβλήματα της ανάπτυξης των καθυστερημένων παραγωγικών δυνάμεων μέσα στη διαρκή πορεία της διεθνικής προλεταριακής επανάστασης, αφάνταστη γι’ αυτόν, ως τότε με το “δικό του μίνιμουμ υλικών προϋποθέσεων”.

Aπό την άποψη αυτή μόνο αστεία μπορεί να θεωρηθεί η διαπίστωση της 6ης Oλομέλειας, ότι η Eλλάδα έχει τάχα το “ορισμένο μίνιμουμ” υλικών προϋποθέσεων για την εγκαθίδρυση της ολοκληρωτικής σοσιαλιστικής κοινωνίας στα εθνικά της πλαίσια! Θά ‘φτανε μόνο να θυμηθούμε τη θέση των βασικών εξαγωγικών προϊόντων της – ευγενή γεωργικά προϊόντα – που μέσω της διεθνικής αγοράς μπαίνουν άμεσα και ολοκληρωτικά στο μηχανισμό της παγκόσμιας οικονομίας σαν συστατικά του μέρη.

H παιδαριωδία της 6ης Oλομέλειας γίνεται κατάφωρη αν απλά και μόνο θέσουμε το ζήτημα της δημιουργίας μιας βαριάς βιομηχανίας (παραγωγή μέσων παραγωγής) με το “μίνιμουμ υλικών προϋποθέσεων για το σοσιαλισμό” που βρίσκονται μέσα στα εθνικά πλαίσια της Eλλάδας! “Σοσιαλισμός σε ένα μόνο πεζοδρόμιο” έλεγε ο Pάντεκ προτού, συνθηκολογώντας με τον σταλινισμό, σβήσει την πολιτική του υπόσταση μέσα στην συνταγματική υπαλληλία των “Iσβέστια”.

Η παιδαριωδία αυτή δεν έχει ολωσδιόλου τίποτα το κοινό με την ορθότατη διαπίστωση ότι το Eλληνικό προλεταριάτο, όταν τυχόν όλες οι συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες το επιβάλλουν – στην σύχρονη εποχή με τις απότομες και αναπάντεχες καμπές –μπορεί και πρέπει να εγκαθιδρύσει την προλεταριακή διχτατορία, στηριγμένη και στην συμμαχία της φτωχής αγροτιάς, και να προχωρήσει αποφασιστικά σε μέτρα σοσιαλιστικής μετατροπής της χώρας, δίχως να αυταπατάται με την ψευτοδιεθνιστική ουτοπία της ταυτόχρονης επανάστασης σε όλες τις χώρες, μα ξέροντας από τον Mάρξ, τον Λένιν και τον Tρότσκι ότι η σοσιαλιστική αυτή μετατροπή δεν μπορεί να βρεί την τελείωση και ολοκλήρωσή της παρά μόνο στο διεθνικό πεδίο, δηλαδή την επικράτηση της προλεταριακής διχτατορίας και στις άλλες προχωρημένες χώρες.Ανάμεσα στις δύο αυτές αντιλήψεις υπάρχει τόση απόσταση, όση χωρίζει την αλήθεια από την σταλινική διαστρέβλωση, τον Eπαναστατικό Mαρξισμό από τον Eθνικομπολσεβίκικο Kεντρισμό.

Η 6η Oλομέλεια από την σχετική καθυστέρηση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας – που άλλωστε σφαλερά, καθώς θα δούμε, την εχτιμάει – βγάζει για το ελληνικό προλεταριάτο όχι το καθήκον της προλεταριακής σοσιαλιστικής επανάστασης που, ανάλογα τις ιστορικές συνθήκες, μπορεί να αρχίσει και από μια καθυστερημένη χώρα, και μέσα στην πορεία της διεθνικής προλεταριακής επανάστασης, όπου ενσωματωθεί, θα λύσει διεθνικά ακόμα και όσα οικονομικά προβλήματα αφήνει η σχετική της οικονομική καθυστέρηση – αλλά χαράζει στο ελληνικό προλεταριάτο το καθήκον μιας εθνικής αστικοδημοκρατικής επανάστασης. Tούτη, διατηρώντας την καπιταλιστική οικονομική κυριαρχία, θα περιοριζόταν να “συμπληρώνει την αστική δημοκρατική μετατροπή της χώρας” ώσπου έτσι να γίνει ύστερα“ώριμη” για την προλεταριακή διχτατορία

……..

  1. IV. ΕΙΝΑΙ ΜΙΣΟΦΕΟΥΔΑΡΧΙΚΗ Η ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΉ ΧΩΡΑ Η ΕΛΛΑΔΑ;

 

1.ΓΕΝΙΚΑ

 

 

 

Aνεξάρτητα από τις ιστορικές περιπέτειες του βαθμιαίου αστικοδημοκρατικού μετασχηματισμού της χώρας και ανεξάρτητα από το βαθμό της εξέλιξης των καθαρά αστικών καπιταλιστικών μορφών στα διάφορα πεδία της οικονομικής, κοινωνικής και πνευματικής ζωής της, συγκριτικά με τις εξελιγμένες χώρες της Eυρώπης, οι μορφές αυτές είναι σήμερα αναμφισβήτητα κυρίαρχες στην ελληνική οικονομία. Μια ανάπτυξη εξαιρετικά γοργή από τα 1916-1930 της βιομηχανίας, η διάλυση των κλειστών οικονομιών, η ορμητική διείσδυση και η ολοκληρωτική επικράτηση των αστικών εμπορευματικών σχέσεων στα χωριά, ο εκτοπισμός της μεσαιωνικής χωρικής συντεχνίας από το εμπορικό κεφάλαιο και από τα προϊόντα της καπιταλιστικής επιχείρησης, με όλες τις μεγάλες ελλείψεις στο συγκοινωνιακό δίχτυ, η γοργή ταξική διαφοροποίηση μέσα στα χωριά και η αξιοσημείωτη αύξηση του αριθμού των αγροτικών προλεταρίων, το μικρότερο ποσοστό των αγροτικών εισοδημάτων σχετικά με τα αστικά, η σημαντική αριθμητική αναλογία του βιομηχανικού προλεταριάτου σχετικά με τον πληθυσμό της χώρας, η αναλογία γεωργικού και αστικού πληθυσμού και ειδικότερα η πυκνή συγκεντρωση του πληθυσμού στα μεγάλα κέντρα, οι σύγχρονες μέθοδες οργάνωσης του τραπεζικού συστήματος, η συγκέντρωση και η αποφασιστική επίδρασή του στην αγροτική οικονομία στη βιομηχανία και στο εμπόριο, η καπιταλιστική εκμετάλλευση στα κυριότερα αγροτικά προϊόντα από το εξαγωγικό κεφάλαιο τραστοποιημένο σε σημαντικό βαθμό, η ύπαρξη μιας καπιταλιστικής συγκεντρωμένης εμπορικής ναυτιλίας, κλπ – όλα αυτά αποδείχνουν όχι μόνο ότι καθαρά οι καπιταλιστικές σχέσεις έχουν αποφασιστικά πια επικρατήσει στην οικονομική ζωή της χώρας μα ακόμα και ότι υπάρχει κιόλας ένα ισχυρό προλεταριάτο που συνολικά και ειδικά στο βιομηχανικό του πυρήνα, είναι το μεγαλύτερο στη Bαλκανική.

Έτσι, με όλη την -άλλωστε πολύ μικρή – αριθμητική υπεροχή του αγροτικού πληθυσμού, μπορούμε σοβαρά να αντικρύζουμε, στην εποχή της διεθνικής καπιταλιστικής κατάρρευσης, την προοπτική της προλεταριακής επανάστασης και ηγεμονίας του προλεταριάτου μέσα στο συμμαχικό του συνασπισμό με την αγροτική φτωχολογιά ενάντια στην κυριαρχία της ελληνικής μπουρζουαζίας.

 

2.Η ΑΣΤΙΚΟΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ

 

O αστικοδημοκρατικός μετασχηματισμός της Eλλάδας, στο σύνολό του, ήταν από τους πιο καθυστερημένους και συντελέστηκε με αργό ρυθμό ίσαμε το 1910. Από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα (Tρικούπης) αρχίζει να προχωρεί σταθερά στο δρόμο για την ολοκλήρωσή του. Η ελληνική μπουρζουαζία ίσαμε την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα προχώρησε, είναι αλήθεια, δισταχτικά και σε διαρκείς συμβιβασμούς με τον παλιό κόσμο, αυλή, φεουδαρχία, κλήρο.

Όλα τα μεταρρυθμιστικά της βήματα φέρνουνε τη σφραγίδα του μεσοβέζικου και δισταχτικού πνεύματος, του φόβου της μπροστά σε ριζοσπαστικές “πληβειακές” λύσεις. Μόλες τις ιδιόμορφες δημοκρατικές λαϊκές παραδόσεις μας, που χρονολογούνται κιόλας από τα χρόνια της Eθνικής Eπανάστασης, ο 19ος αιώνας για την ελληνική μπουρζουαζία είναι μια αδιάκοπη προσπάθεια για την άμβλυνση των αυθόρμητων δημοκρατικών ορμών στις εργαζόμενες μάζες, για συμβιβασμούς με το Στέμμα, παίρνοντας για τον σκοπό αυτό σαν σύμμαχο τις κλίκες των τοπαρχών Eλλήνων φεουδαρχών.

Είναι χαρακτηριστικό το αίσθημα της “εθνικής υπερηφάνειας” της για τον “ειρηνικό” τρόπο που τιθάσευσε τις επαναστάσεις του 1844, 1863 και τη “μεγάλη ειρηνική επανάσταση” του 1909 (Γουδί). Σύμβολο του βαθύτερου τότε συντηρητισμού της ελληνικής μπουρζουαζίας στο πεδίο του κρατικού δημοκρατικού μετασχηματισμού είναι, στο κατώφλι ακόμα της καινούργιας ορμητικής ανόδου της (από τα 1910 και ύστερα), το ιστορικό σύνθημα που ο πολιτικός ηγέτης της φιλελεύθερης μπουρζουαζίας Ελ. Βενιζέλος έριχνε στις ριζοσπαστικοποιημένες μάζες της Αθήνας ύστερα από το κίνημα του Γουδί: “Όχι Συνταχτική, αλλά Αναθεωρητική”, δηλαδή όχι επαναστατική δημοκρατική ανατροπή, αλλά “ειρηνικός” συμβιβασμός με τη μοναρχία.

Από τότε μπορεί κανείς καθαρά να διαπιστώσει σε όλη την κατοπινή εξέλιξη της μεγάλης ελληνικής μπουρζουαζίας, στο στάδιο της ολοκληρωτικής της κυριαρχίας, μια χαρακτηριστικότατη ανισομέρεια και αντιφατικότητα, που έχει την αιτιολογία της στις ειδικές εθνικοϊστορικές συνθήκες της ανάπτυξής της και στη διεθνική οικονομική και πολιτική constellation όπου μέσα υποχρεώθηκε από την ιστορία να πραγματοποιήσει το μεγάλο “ανορθωτικό” έργο του αστικού μετασχηματισμού της χώρας: όσο ορμητική κι επαναστατική, άσπλαχνη και κυνική στάθηκε στην οικονομική σφαίρα της καθυπόταξης του τόπου στην ταξική κυριαρχία της, άλλο τόσο δισταχτική και συντηρητική, μεσοβέζικη, κίβδηλη και δόλια στάθηκε στην πολιτική σφαίρα.

Ο βαθύτερα μεσοβέζικος, κίβδηλος και συντηρητικός χαρακτήρας του ελληνικού αστικού φιλελευθερισμού στο πολιτικό πεδίο επηρέασε και τους πιο ριζοσπαστικούς εκπροσώπους της μικροαστικής δημοκρατίας. Οι “κοινωνιολόγοι” του 1910 σβήσανε το μικροαστικό ριζοσπαστισμό τους και γίνανε απλές φραστικές αριστερές διακοσμήσεις του κόμματος της δόλιας μεγαλομπουρζουαζίας. Ετσι ο πολιτικός χάρτης στην Ελλάδα δεν γνώρισε ένα αληθινά ριζοσπαστικό σοβαρό κόμμα της μικροαστικής δημοκρατίας. Ο Αλ. Παπαναστασίου σωστά διακήρυχνε πρόσφατα ότι η παράταξή του στην Ελλάδα δεν είναι ούτε καν τόσο αριστερό κόμμα όσο το Ριζοσπαστικό Κόμμα της Γαλλίας.

Το αστείο εδώ είναι να συλλογιστεί κανείς ότι η σταλινική ιδέα για μια “συμπλήρωση της αστικής δημοκρατικής εξέλιξης” σαν νέος στρατηγικός προσανατολισμός του ελληνικού προλεταριάτου, είναι η λογική βάση και για τους “νέους” επίσης “δρόμους” που με χιουμοριστική, φαίνεται, διάθεση θελήσανε να μας ανοίξουν στην τελευταία συζήτηση του “Σπάρτακου” δυο μέλη του. ∆ίνοντας άνετα στην ελληνική οικονομία το χαρακτηρισμό “ανατολική”(;), έσπευσαν να κάνουν τερατώδεις αναλογίες σύγχυσης του πολιτικού κομματικού χάρτη της Γαλλίας με το δικό μας, τονίσανε με σπουδαιοφάνεια την “αντιμαρξιστική” παραμέληση κάποιων ακαθόριστων “ελιγμών” της προλεταριακής πρωτοπορίας με τα αριστερά (;) κόμματα της χώρας μας και καταντήσανε να βάλουνε για κορωνίδα και τελικό σημάδι του “νέου” δρόμου τους τη γνωστή από το 1923 ουτοπία της Αγγέλικα Μπαλαμπάνοβας: πολιτική ένωση του “δημοκρατικού” σοσιαλισμού με τον επαναστατικό! Τούτοι όμως τουλάχιστον διαβάσανε πρόσφατα όπως έκανε κι ο ήρωας του Νεκράσωφ, το τελευταίο έργο του Κάουτσκι απ’ όπου φαίνεται, δανείστηκαν και τους αντεπαναστατικούς χαραχτηρισμούς τους για την προλεταριακή διχτατορία στην ΕΣΣ∆.  Μα οι ήρωες της 6ης Ολομέλειας που παριστάνανε τους γνήσιους μαθητές του Λένιν;

Η εγκαθίδρυση της ∆ημοκρατίας ήρθε σαν αναγκαστική συνέπεια της μικροασιάτικης καταστροφής και η φιλελεύθερη μπουρζουαζία, στο σύνολό της, την δέχτηκε σαν ένα εξαναγκασμένο από τα πράγματα τερματισμό της συμβιβαστικής της πολιτικής με την Αυλή. Ο αρχηγός της Ελ. Βενιζέλος ακόμα και το 1928 (προεκλογικός του λόγος στην Άρτα) δήλωνε ότι διαφωνίες της αρχής δεν είχε ποτέ με το μοναρχικό καθεστώς. Και ο Γ. Καφαντάρης τελευταία ακόμα αναγνώριζε για “τεχνητή”και “βεβιασμένη την εγκαθίδρυση της ∆ημοκρατίας από το στρατό”. Ωστόσο, και κάτω από το μοναρχικό ακόμα συνταγματικό καθεστώς, ο αστικοδημοκρατικός συγχρονισμός της Ελλάδας σε όλες τις σφαίρες της πολιτικής και οικονομικής ζωής προόδεψε εξαιρετικά από το 1910 ιδίως (“Ανόρθωση”).

Στους εξωτερικούς τύπους και θεσμούς ο μετασχηματισμός αυτός πήρε πολύ συγχρονισμένες μορφές (κρατική οργάνωση, αγροτική μεταρρύθμιση, κοινωνική νομοθεσία, γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917, κλπ). Αλλού (λ.χ. Εκκλησία) μένει κολλημένος στην αντιδραστική παράδοση. Ενας υπερσυντηρητικός όμως μηχανισμός, διοικητικός, δικαστικός, κλπ, κάνει τους προοδευτικούς τύπους καθαρές ειρωνείες για τον εργαζόμενο λαό. Ολοι οι προοδευτικοί τύποι, που οι περισσότεροί τους μιμητικά πάρθηκαν από την ∆ύση, δεν εμποδίσανε τον Έλληνα προλετάριο και αγρότη να βρίσκονται ανέκαθεν σε μια από τις πιο χαμηλές μέσα στην Ευρώπη στάθμες από την άποψη των όρων ζωής και εργασίας τους.

Παραδειγματικά θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τις επίσημες εκθέσεις των Επιθεωρητών Εργασίας για τον τρόπο εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας του 1914. Οι καταπληχτικές εικόνες που μας δίνουνε για την ζωή της εργατικής τάξης μας είναι αμυδρότατες αναπαραστάσεις ενός κομματιού από την αληθινή φρίκη της.Αυτή σε τίποτα δεν υστερεί από την ανατριχιαστική απεικόνιση όπως μας τη δίνει ο 1ος τόμος του “Κεφαλαίου” για τη ζωή του αγγλικού προλεταριάτου στις αρχές του 19ου αιώνα.

Τέλος, ο αστικός δημοκρατισμός, φτάνοντας στην Ελλάδα με τόσο μεγάλη ιστορική καθυστέρηση, διασταυρώνεται, στην τωρινή περίοδο του διεθνικού ιστορικού ιμπεριαλισμού, με τις τάσεις της αντιδραστικής αναστροφής της μπουρζουαζίας (διχτατορίες, φασισμός). Η αστική δημοκρατία στην Ελλάδα μοιάζει με έναν πρόωρα γερασμένο άντρα που έζησε πολύ λίγο και ξεζεί γρήγορα. Έτσι κι αυτή άρχισε να ξεζεί δίχως να έχει δώσει στο προλεταριάτο ούτε και όσες δημοκρατικές ελευθερίες γνώρισαν οι Ευρωπαίοι εργάτες. Γι’ αυτό η πάλη του προλεταριάτου για διεκδίκηση των πολιτικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών της εργατικής δημοκρατίας ενάντια στις διχτατορίες και στο φασισμό, είναι πάλη όχι για την “ολοκλήρωση” του “προοδευτικού” ρόλου αυτής της δημοκρατίας, μα είναι πάλη με σκοπό την κατάχτηση ενός πλατύτερου πεδίου και περισσότερων όπλων για την ανατροπή της Αστικής και για την εγκαθίδρυση τηςΠρολεταριακής ∆ημοκρατίας.

Οι ιδιαίτερες ωστόσο συνθήκες όπου γεννήθηκε και αναπτύχθηκε η αστική δημοκρατία στην Ελλάδα, μόνο σε ανθρώπους που έχουν πάθει πολιτική τύφλωση, μπορούνε να δώσουνε την αφορμή να σκεφτούνε πως “μέχρι σήμερα μας κυβερνάει ο αστικοτσιφλικάδικος συνασπισμός διατηρώντας το βασικό χαρακτήρα του και το περιεχόμενό του” (“Ριζοσπάστης”, 25 Γενάρη, σελ.2). Είναι απίστευτο να χαρακτηρίζεται “αστικοτσιφλικάδικος συνασπισμός”, στο βασικό του ταξικό χαρακτήρα και στο κοινωνικό του περιεχόμενο, το μεγάλο, συμπαγές και με ξεκάθαρο ταξικό πρόγραμμα και αστική συνείδηση Φιλελεύθερο Κόμμα της μεγαλομπουρζουαζίας, που γεμίζει την τεράστια “ανορθωτική” αστικοδημοκρατική δράση του σχεδόν όλο το τελευταίο τέταρτο του αιώνα της πολιτικής ιστορίας του τόπου.

Όσο για το αστικό οικονομικό υπόστρωμα της Ελλάδας, αυτό είναι σε σημαντικό βαθμό ανισόμερα και πιο πολύ προχωρημένο από το πολιτικό αστικοδημοκρατικό της εποικοδόμημα, όπως το σκιαγραφούμε πρόχειρα πιο πιο πάνω……………….

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *