Η Καταλονία και η αυτοδιάθεση των Εθνών: Πρώτο μέρος

 

 

Η Καταλονία και η αυτοδιάθεση των Εθνών

 

 

 

 

Η επιστροφή του «εθνικού» ζητήματος και η καπιταλιστική κρίση

 

 

 

 

Η χθεσινή κατάργηση της κυβέρνησης και των αρχών της Καταλονίας από το ισπανικό κράτος αποτελεί ξεκάθαρα πραξικοπηματική ενέργεια, ενέργεια που κλιμακώνει την κρίση στην Καταλονία, με απρόβλεπτες εξελίξεις. Καμία σημασία δεν έχει η τυπική επίκληση του άρθρου 155 του ισπανικού συντάγματος, όπως δεν είχε καμία σημασία και η επίκληση του «μη προβλεπόμενου» νομικά δημοψηφίσματος την 1η Οκτώβρη. Είναι γνωστό ότι όλες οι αστικές δημοκρατίες κληροδοτούν, συντηρούν και αξιοποιούν τα αντιδραστικά νομοθετήματα που τους κληροδότησαν χούντες η γενικότερα προηγούμενες μορφές διακυβέρνησης όταν πρόκειται να υπερασπιστούν την ταξική ενότητα και κατεύθυνση του κράτους τους. Η καθαίρεση της κυβέρνησης της Καταλονίας (όπως και το δημοψήφισμα) αποτελεί λοιπόν πολιτική και όχι νομική επιλογή, πρωτοφανή για την μεταπολεμική Ευρώπη (ανακοίνωση, μέσα από διαδικασία παράδοσης τελεσιγράφων, της διάλυσης κοινοβουλίου).

Δεν πρόκειται μόνο για ένα «τοπικό»  φαινόμενο.  Είναι άλλο ένα δείγμα της γενικότερης κατάστασης και των νέων δεδομένων που έχει διαμορφώσει (και) στην Ευρώπη η καπιταλιστική κρίση. Καθώς ο καπιταλισμός δεν έχει άλλο τρόπο για την «ανάπτυξη» (ή έστω τον περιορισμό των συνεπειών της κρίσης για τις κυρίαρχες τάξεις) από την συντριβή των λαϊκών τάξεων (και πρώτα από όλα της εργατικής τάξης) προωθεί την «αντίδραση σε όλη την γραμμή» (λιτότητα, καταστολή, ανεργία, φτώχεια)  γύρω από την οποία συνασπίζονται και όλα τα αστικά κόμματα, δεξιά και αριστερά (με βασικό όχημα και τους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς και κυρίως την Ευρωπαϊκή Ένωση).

Όμως αυτός ο μονόδρομος (είτε στην νεοφιλελεύθερη είτε στην σοσιαλδημοκρατική/αριστερή εκδοχή) οξύνει συνέχεια τις ταξικές αντιθέσεις, μέσα από τα αλλεπάλληλα κύματα αντεργατικής πολιτικής. Και καθώς αυτές οι αντιθέσεις αποτελούν την πρωταρχική βάση και κινητήρια δύναμη της λειτουργίας και εξέλιξης των καπιταλιστικών κοινωνιών, πυροδοτούν το σύνολο του πολυσύνθετου πλέγματος όλων των κοινωνικών αντιθέσεων, ακόμα και αυτών που για πολλά χρόνια είχαν τεθεί στο περιθώριο.

Η επιστροφή του «εθνικού ζητήματος» στην καρδιά της καπιταλιστικής Ευρώπης ( Καταλονία, Σκωτία, Ιταλία, Βάσκοι, Βέλγιο κ.α.) και ή άνοδος αντίστοιχων κινημάτων είναι, σε τελευταία ανάλυση, αποτέλεσμα όλης αυτής της διαδικασίας. Φυσικά, οι ιστορικές, πολιτισμικές, πολιτικές συνθήκες κάθε περίπτωσης είναι απαγορευτικές για ταυτίσεις και σχηματικές αναγωγές. Όμως η αναζωπύρωση τέτοιων ζητημάτων δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από τις κοινωνικό-οικονομικές εξελίξεις, τόσο «εθνικά» όσο και «διεθνικά». Πολύ περισσότερο που δεν πρόκειται για εικόνες από το παρελθόν ή το παρόν αλλά  πιθανότατα  για εικόνες και από το μέλλον. Οι συνθήκες που πυροδοτούν τέτοιες αντιθέσεις (αλλά και οι αστικές δυνάμεις που επιχειρούν να τις αξιοποιήσουν) δείχνουν να επηρεάζουν σήμερα σε μεγαλύτερο βαθμό την κοινωνική πραγματικότητα (Brexit, άνοδος εθνικισμών κ.α.)

Από την πλευρά των αστικών τάξεων (και των κρατών τους), είναι γνωστή η στρατηγική αντιμετώπισης και χειρισμού των «εθνικών» προβλημάτων τέτοιου τύπου: Χρησιμοποίηση τους στις ενδοαστικές (η ενδοιμπεριαλιστικές)  αντιθέσεις, αποπροσανατολισμός και διάσπαση της εργατικής τάξης, δημιουργία εθνικιστικού κλίματος χειραγώγησης γύρω από «εθνικούς» κινδύνους, νομιμοποίηση αντιδραστικών πολιτικών και ευρύτερα πολιτισμικών ρευμάτων που χτίζονται πάνω στην πατριδοκαπηλεία κ.α. Όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε αρκετές τέτοιες περιπτώσεις συχνά εμπλέκονται ενεργά και ευρύτατα λαϊκά και εργατικά στρώματα, που συσπειρώνονται και γύρω από το κορυφαίο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Δηλαδή γύρω από το δικαίωμα να αποφασίζουν με δημοκρατικό τρόπο  τα ίδια τα έθνη για τις τύχες τους και όχι να καταπιέζονται από άλλα έθνη. Και, όπως σε όλα τα κορυφαία δημοκρατικά δικαιώματα που υπερασπίστηκε ιστορικά το κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα, αυτό ισχύει ανεξάρτητα από την μία η την άλλη άποψη (σωστή ή όχι)  για την προοπτική αυτής της απόφασης.

 

 

Το ισπανικό κράτος και το κίνημα για την ανεξαρτησία της Καταλονίας

 

 

 

Τέτοια είναι και η περίπτωση της Καταλονίας, ενός ιστορικού έθνους ενσωματωμένου στο ισπανικό ιμπεριαλιστικό κράτος από τις απαρχές του καπιταλισμού στην Ευρώπη, με μεγάλη ιστορία  διεκδικήσεων και αντιπαραθέσεων με την κεντρική εξουσία. Ενός έθνους που η κυρίαρχη τάξη του, η καταλανική αστική τάξη (η ένα μεγάλο μέρος της) και το πολιτικό της προσωπικό, αποφάσισαν, σε συνεργασία με τα κινήματα των αυτονομιστών, να αξιοποιήσουν αυτές τις διεκδικήσεις. Τόσο στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο (δηλαδή για μετατόπιση της συζήτησης, αφού η καταλανική κυβέρνηση ακολουθεί ακριβώς την ίδια πολιτική λιτότητας με την ισπανική)  αλλά κυρίως στην προσπάθεια των καταλανών αστών να διαπραγματευτούν καλύτερους όρους για την κερδοφορία τους με την κεντρική εξουσία.

Αυτός είναι και ο λόγος που το κίνημα για την ανεξαρτησία-τουλάχιστον στις κυρίαρχες εκφράσεις του- ούτε συνδέθηκε ούτε συνδέεται με μια πραγματικά διαφορετική κοινωνική προοπτική για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα της Καταλονίας.

Όσο για την ίδια την ανεξαρτησία. όπως γνωρίζουμε και από τα γεγονότα μετά το δημοψήφισμα, η πραγματική αυτοδιάθεση δεν φαίνεται να ήταν ή να είναι στους στόχους της αστικής τάξης της Καταλονίας.  Όμως, στην προσπάθεια της να υλοποιήσει τα παραπάνω σχέδια, η καταλανική αστική τάξη προσέφυγε στον λαϊκό παράγοντα (δημοψήφισμα) και αυτό έφερε τα αντίθετα αποτελέσματα: Το ισπανικό κράτος  αντέδρασε όπως κάθε αστικό κράτος όταν αμφισβητείται η ενότητα του (δηλαδή με την μεγαλύτερη δυνατή καταστολή των κινητοποιήσεων και τελικά και του δημοψηφίσματος). Το αποτέλεσμα ήταν να βρεθεί  η αστική «ηγεσία» της Καταλονίας με πολύ περιορισμένα περιθώρια ελιγμών. Η πιο χαρακτηριστική στιγμή αυτού του αδιεξόδου ήταν η κήρυξη της ανεξαρτησίας από τον καταλανό Πρόεδρο ταυτόχρονα με την……αναστολή της.

Η επίθεση του ισπανικού κράτους στον λαό της Καταλονίας περιγράφεται συχνά σαν «εμμονή» της δεξιάς ή των «νεοφιλελεύθερων» ή του «πυρομανή»  Ραχόι, που υποτίθεται ότι έχει την αποκλειστική ευθύνη για τις εξελίξεις. Όμως αρκεί μια σύντομη ματιά για να φανεί ότι αυτή εικόνα, που συνειδητά προβάλλεται από τους σοσιαλδημοκράτες και τα μέσα τους δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα: Όλο το ισπανικό αστικό πολιτικό προσωπικό έχει στην ουσία συνασπιστεί γύρω από την ίδια γραμμή, την γραμμή αποκήρυξης του δικαιώματος αυτοδιάθεσης της Καταλονίας.

Οι Σοσιαλδημοκράτες του PSOE αλλά και οι φιλελεύθεροι Ciudadanos (το «κόμμα των πολιτών», μια εκδοχή του δικού μας «Ποταμιού») όχι μόνο υποστηρίζουν την γραμμή Ραχόι αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις πιέζουν για ακόμα πιο σκληρά μέτρα.  Από την άλλη πλευρά η αριστερή εκδοχή της Σοσιαλδημοκρατίας, το Podemos προσπαθεί να κοροϊδέψει τον καταλανικό (και ισπανικό λαό) προτείνοντας στους καταλανούς να ξεχάσουν την ανεξαρτησία και να το υποστηρίξουν για να διώξει την «δεξιά». Για να κυβερνήσει το ίδιο μαζί με τα άλλα αστικά κόμματα.Δηλαδή με τα κόμματα που έχουν υποστηρίξει με φανατισμό όλα τα αυταρχικά μέτρα. Και όλα αυτά μαζί με την προπαγάνδα υπέρ της Ευρωπαικής ‘Ενωσης στην οποία οι “ριζοσπαστικοί” Podemos ορκίζονται και την καλούν και να…δώσει λύση στο πρόβλημα. Λες και η δομή και η ενότητα του ισπανικού ιμπεριαλιστικού κράτους είναι δήθεν θέμα διαχείρισης και προσώπων της κυβέρνησης. Η πολιτική Podemos είναι έτσι μια  ισπανική εκδοχή της  τακτικής τύπου ΣΥΡΙΖΑ και όλων των αντίστοιχων κομμάτων στην Ευρώπη (Die Linke, Εργατικοί στην Αγγλία κλπ.).

Φυσικά, όπως σε κάθε αστικό πολιτικό σύστημα, το κάθε κόμμα προσπαθεί πάνω σε αυτήν την ενιαία γραμμή να αποκομίσει τα μεγαλύτερα πολιτικά οφέλη. Η δεξιά προσπαθεί να χτίσει την εικόνα του «νόμου και της τάξης» για να συσπειρώσει ευρύτερα αστικά και μικροαστικά στρώματα, η αντιπολίτευση προσπαθεί να χρεώσει όλη την κατάσταση στον Ραχόι, ώστε να φθαρεί πολιτικά και προβάλλει η ίδια σαν δήθεν άλλη πολιτική εναλλακτική κ.λπ. Όμως η γραμμή είναι τελικά ή ίδια, μια επικοινωνιακή διαχείριση (σε διάφορες παραλλαγές, «διαλόγου», «νόμου και τάξης» κλπ.) της γραμμής που δίνει το πραγματικό «κόμμα» της ισπανικής αστικής τάξης (και κάθε αστικής τάξης), το αστικό κράτος.

Το ισπανικό κράτος, με καθαρό ταξικό ένστικτο, είδε πίσω από τα κόλπα της αστικής ηγεσίας της Καταλονίας τον πραγματικό κίνδυνο: Την συμμετοχή ευρύτερων λαϊκών και εργατικών στρωμάτων στο κίνημα της ανεξαρτησίας αλλά και την υιοθέτηση διαδικασιών (δημοψήφισμα), που αμφισβητούσαν το μονοπώλιο του στην θέσπιση νόμων, δηλαδή το μονοπώλιο της άσκησης εξουσίας στην ισπανική επικράτεια. Έτσι ο συναγερμός και ο αυταρχικός παροξυσμός (και με την διαχείριση και φρασεολογία του Ραχόι) έγινε μονόδρομος. Η προσπάθεια για προληπτική καταστολή του δημοψηφίσματος είναι χαρακτηριστική. Αν και η καταστολή ηττήθηκε χάρη στην αντίσταση του καταλανικού λαού και το δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε, ό στόχος να σκορπίσουν  οι επίδοξοι «διαπραγματευτές» επιτεύχθηκε: Το τελεσίγραφο του ισπανικού κράτους οδήγησε σε νέες διασπάσεις την αστική καταλανική ηγεσία (ήδη πάνω από χίλιες επιχειρήσεις έχουν αποχωρήσει από την Καταλονία) (1).

Η νέα πραξικοπηματική κίνηση κατάργησης της καταλανικής κυβέρνησης έχει στόχο να οξύνει ακόμα περισσότερο την διάλυση του τμήματος της αστικής τάξης της Καταλονίας που υποστηρίζει ακόμα την διαπραγμάτευση με όπλο την ανεξαρτησία. Πάνω από όλα όμως έχει στόχο να σβήσει την «ανορθογραφία» της κινητοποίησης του καταλανικού λαού και της απειθαρχίας του απέναντι στην κεντρική εξουσία, που θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν επικίνδυνη παρακαταθήκη η και παράδειγμα για άλλες διεκδικήσεις σε άλλες περιοχές της Ισπανίας. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ευκολία τι θα συμβεί το επόμενο διάστημα. Ακόμα όμως και αν μεσοπρόθεσμα η καταστολή πετύχει τους στόχους της, το πρόβλημα όχι μόνο δεν πρόκειται να λυθεί αλλά θα εμφανιστεί με ακόμα πιο έντονο τρόπο και τα «θερμά επεισόδια» στην Καταλονία θα συνεχιστούν, τροφοδοτούμενα και από την παράδοση της πραξικοπηματικής βίας και καταστολής του ισπανικού κράτους στην περιοχή.

Τα γεγονότα στην Καταλονία αλλά και σε άλλες περιοχές δείχνουν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε εξελίξεις που επηρεάζουν-άμεσα η έμμεσα-τις οικονομικές και πολιτικές συνθήκες στην Ευρώπη. Εξελίξεις που θα γίνει προσπάθεια να αξιοποιηθούν ακόμα και από τις αστικές τάξεις έξω από την Ισπανία (ή τις άλλες χώρες που έχουν τέτοια ζητήματα). Εξάλλου και η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση (στην οποία προσπάθησαν να απευθυνθούν οι καταλανοί αστοί, δείγμα και αυτό των πολιτικών στόχων τους), που προκάλεσε πολέμους και σφαγές δήθεν για τα «δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων» (όπως με την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας) στην περίπτωση της Ισπανίας είτε έμεινε σιωπηλή είτε αποκήρυξε τον αγώνα των καταλανών. Άλλο ένα δείγμα της ιμπεριαλιστικής υποκρισίας που πάντα θυμάται τα «δικαιώματα» κάθε είδους μόνο όταν είναι χρήσιμα για ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και κερδοφόρες εμπορικές συμφωνίες. Έτσι η στάση της Ευρωπαικής Ένωσης στο θέμα της Καταλονίας και η ανοιχτή υποστήριξη στην κατασταλτική πολιτική του ισπανικού κράτους αποτελεί άλλο ένα αντεργατικό και κατασταλτικό “κεκτημένο” της πολιτικής της. 

Σε όλα τα παραπάνω βρίσκεται και η σημασία της συζήτησης για την περίπτωση της Καταλονίας και όχι στην αναζήτηση  «αξιολόγησης» των καταλανών από την άλλη άκρη της Ευρώπης. Και το κεντρικό πρόβλημα αυτής της συζήτησης είναι ένα: Το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνών. Γιατί, όπως γνωρίζουμε από την ιστορική πείρα, χωρίς ξεκάθαρη απάντηση σε αυτό το θέμα κάθε προσπάθεια τοποθέτησης είναι καταδικασμένη σε (θεωρητικά και κυρίως πολιτικά) αδιέξοδα.

 

(συνεχίζεται)

 

 

Σημειώσεις:

 

 

 

1) http://www.capital.gr/diethni/3248922/stis-1-200-oi-epixeiriseis-pou-feugoun-apo-tin-katalonia

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *