Παλαιστίνη: Οι κινητοποιήσεις για το Αλ Άκσα και το φάντασμα της «τρίτης Ιντιφάντα»

 

 

Παλαιστίνη: Οι κινητοποιήσεις για το Αλ Άκσα και το φάντασμα της «τρίτης Ιντιφάντα»

 

Η εξέγερση του Αλ Άκσα

 

Ύστερα από τις μαζικές κινητοποιήσεις των Παλαιστινίων της Δυτικής Όχθης η κυβέρνηση του Ισραήλ αποφάσισε τελικά να κάνει μία κίνηση προς την εκτόνωση της έντασης που είχε δημιουργηθεί τις τελευταίες μέρες και να ανακοινώσει ότι τελικά δεν θα τοποθετήσει τους ανιχνευτές μετάλλου στις εισόδους του Αλ Άκσα στην Ιερουσαλήμ. Θα τοποθετήσει όμως, υπερσύγχρονα συστήματα ηλεκτρονικής παρακολούθησης, αξίας περίπου 28 εκατομμυρίων δολαρίων, ελπίζοντας έτσι, ότι θα αποδυναμώσει το κίνημα που έχει ξεσπάσει, με την υποχώρηση των πιο μετριοπαθών κομματιών της παλαιστινιακής αντίστασης, χωρίς εντούτοις η ισραηλινή κυβέρνηση να υποχωρήσει εντελώς από την αρχική της απόφαση, να πραγματοποιήσει μια θεαματική κίνηση στην Ιερουσαλήμ, με την οποία ανατρέπει το στάτους κβο που ισχύει εδώ και μισό αιώνα, υπέρ φυσικά του σιωνιστικού στρατηγικού στόχου, σύμφωνα με τον οποίο οι Παλαιστίνιοι δεν θα πρέπει να έχουν καμιά δυνατότητα ελέγχου της Παλιάς Πόλης.

Από μια άποψη λοιπόν, αυτή η «υποχώρηση» της ισραηλινής κυβέρνησης, δεν συνιστά ούτε καν μισή, ή έστω συμβολική νίκη των Παλαιστινίων, όμως για τους άκρως ευαίσθητους ισραηλινο-παλαιστινιακούς συσχετισμούς, τέτοιου είδους «υποχωρήσεις» έχουν ισχυρό αντίκτυπο στην διαμόρφωση μιας ψυχολογίας ηττημένου ή νικητή και για τις δυο πλευρές. Και ο ψυχολογικός παράγοντας μπορεί να έχει αρκετά καθοριστική σημασία για την αντιστασιακή αυτοπεποίθηση των Παλαιστινίων, ή για την εμπιστοσύνη των Ισραηλινών στις πολιτικές της κυβέρνησής τους.

Η απόφαση της κυβέρνησης του Νετανιάχου να εγκαταστήσει ανιχνευτές μετάλλου στις εισόδους του Αλ Άκσα (του τρίτου σε σημασία λατρευτικού κέντρου των Μουσουλμάνων, αλλά κυρίως, του βασικότερου εθνικού συμβόλου των Παλαιστινίων), προέκυψε υποτίθεται ως απάντηση σε επιθέσεις Παλαιστινίων (πολιτών του Ισραήλ) εναντίον δύο Ισραηλινών αστυνομικών στις 14 Ιουλίου. Οπωσδήποτε οι επιθέσεις αυτές ήταν μόνο η αφορμή, η οποία όμως ως τέτοια έχει πολύ μεγάλη σημασία. Κατ’ αρχάς, πάρα πολύ σπάνια (σχεδόν ποτέ δεν) συμβαίνει να υπάρχουν θύματα και από την ισραηλινή πλευρά σ’ αυτή τη μακροχρόνια σύγκρουση, η οποία για την πλειονότητα των εξωτερικών παρατηρητών που αναπαράγουν την επιχειρηματολογία των ισραηλινών κυβερνήσεων, περιγράφεται συνήθως ως εκατέρωθεν αιματηρή.

Στην πραγματικότητα Ισραηλινοί σκοτώνονται σπάνια, κι όταν συμβεί αυτό, και κυρίως όταν οι νεκροί προέρχονται από τις δυνάμεις ασφαλείας (στρατό και αστυνομία), από την πλευρά της ισραηλινής κυβέρνησης αυτό βιώνεται ως ένα πολύ ισχυρό πλήγμα του στρατιωτικού γοήτρου του κράτους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως ήταν και κάτι άλλο. Οι επιτιθέμενοι Παλαιστίνιοι δεν ήταν από τα Κατεχόμενα, αλλά Ισραηλινοί πολίτες. Απ’ αυτούς δηλαδή, τους οποίους το ισραηλινό κράτος προσπαθεί τα τελευταία χρόνια να παρουσιάσει ως μια επιτυχημένη ενσωμάτωση των Αράβων εκείνων οι οποίοι τηρούν τις προϋποθέσεις για να ενσωματωθούν (είναι φιλήσυχοι, πολιτισμένοι, δεν είναι θρησκόληπτοι κτλ).

Άρα η αντίδραση του ισραηλινού κράτους ήταν μάλλον αναμενόμενη, αλλά παρ’ όλ’ αυτά, δεν υπάρχει κάτι σ’ αυτό το συμβάν που να δικαιολογεί τη συγκεκριμένη απόφαση της ισραηλινής κυβέρνησης, η οποία εξάλλου δεν είχε τη συμφωνία του στρατού και των υπηρεσιών ασφαλείας, που φοβόντουσαν ότι οι αντιδράσεις των Παλαιστινίων θα μπορούσαν να γίνουν ανεξέλεγκτες και να πυροδοτήσουν γενικότερες εντάσεις και όχι μόνο μέσα στην Παλαιστίνη και το Ισραήλ. Παρ’ όλ’ αυτά, η κυβέρνηση του Νετανιάχου αποφάσισε να ακολουθήσει την πιο σκληρή γραμμή, πυροδοτώντας πραγματικά αντιδράσεις, οι οποίες, εκτός των άλλων, διεύρυναν ακόμα περισσότερο τον κύκλο της βίας.

Το απόγευμα της Παρασκευής δυο νεαροί Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν από πυρά της αστυνομίας έξω απ’ την Παλιά Πόλη κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων διαμαρτυρίας που ξέσπασαν και λίγο αργότερα, ένας ακόμα νεαρός Παλαιστίνιος δολοφονήθηκε από έποικο στον οικισμό Μα’έλε Ζεϊτίμ της Ανατολικής Ιερουσαλήμ. Λίγες ώρες αργότερα, ένας νεαρός Παλαιστίνιος εισέβαλε σε σπίτι εποίκων στον οικισμό Χαλαμίς και σκότωσε τρεις έποικους, πριν τραυματιστεί από τους πυροβολισμούς άλλων εποίκων και συλληφθεί. Την επόμενη μέρα, ξέσπασαν σφοδρές συγκρούσεις στο Κομπάρ, το χωριό αυτού του νεαρού Παλαιστίνιου, όταν ισραηλινές μπουλντόζες και τεθωρακισμένα εισέβαλαν για να κατεδαφίσουν το σπίτι του (κατά την πάγια πολιτική της συλλογικής και οικογενειακής τιμωρίας που εφαρμόζει αυτό το κράτος «πρότυπο δημοκρατίας» στη Μέση Ανατολή). Δύο Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν σ’ αυτές τις συγκρούσεις.

Όμως το πιο σημαντικό στοιχείο αυτής της κατάστασης ήταν οι μαζικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις διαμαρτυρίας των Παλαιστινίων σε όλες τις πόλεις της Δυτικής Όχθης, καθώς και η πολυμορφία των μορφών αντίστασης.

Οι επιθέσεις νεαρών Παλαιστινίων εναντίον εποίκων ή αστυνομικών μπορεί να φαίνονται ως μεμονωμένες ενέργειες, στην πραγματικότητα όμως κάποιες φορές μπορούν να πάρουν τη μορφή μαζικού κύματος, όπως έγινε το 2015-2016 με την «Ιντιφάντα των μαχαιρών», το κύμα επιθέσεων με μαχαίρια, τσεκούρια κτλ, εναντίον Ισραηλινών αστυνομικών, εποίκων ή και απλών πολιτών. Οι επιθέσεις αυτές, ανεξέλεγκτες από οποιαδήποτε παλαιστινιακή πολιτική οργάνωση (ανεξέλεγκτες ακόμα και από τις πιο «σκληρές» παλαιστινιακές οργανώσεις, τη Χαμάς ή την Ισλαμική Τζιχάντ), συντονίστηκαν στη βάση της αλματωδώς αυξανόμενης απελπισίας μιας νεολαίας καταδικασμένης να σαπίζει κάτω από τη βίαιη καταστολή της ισραηλινής κατοχής και μέσα σε συνθήκες αυξανόμενης φτώχειας, ανεργίας, αλλά και διεθνούς εγκατάλειψης. Πυροδοτήθηκαν και αναπυροδοτούνται συνεχώς όμως, από την συνεχιζόμενη επέκταση των ισραηλινών εποικισμών και την όλο και μεγαλύτερη κυριαρχία των ένοπλων εποίκων στις αγροτικές και αστικές περιοχές της Δυτικής Όχθης και στην ίδια την Ιερουσαλήμ. Οι επιθέσεις αυτές μπορεί να φαίνονται και να είναι αδιέξοδες εκφράσεις νεολαιίστικης απελπισίας, προκαλούν όμως τρόμο στο Ισραήλ, κυρίως επειδή είναι ανεξέλεγκτες.

Ταυτόχρονα όμως, ήδη από την Παρασκευή ξέσπασαν εξαιρετικά μαχητικές και μαζικές διαδηλώσεις σε ολόκληρη σχεδόν τη Δυτική Όχθη, και πάλι με πρωταγωνιστές τη νεολαία. Ένα κίνημα που έκανε πολλούς να μιλάνε για την έναρξη μιας τρίτης Ιντιφάντα και το οποίο διαπαιδαγωγεί μια ακόμα ηλικιακή κλάση της παλαιστινιακής νεολαίας στις τακτικές της βίαιης, μαζικής σύγκρουσης με τις κατοχικές δυνάμεις. Και επί πλέον, η νεολαία αυτή αισθάνεται ότι νίκησε: «Εδώ και 12 ημέρες κανείς δεν κοιμάται, κανείς δεν έκανε τίποτε άλλο από το να έρχεται στην Πλατεία των Τεμενών» δήλωσε με ενθουσιασμό σε ξένους δημοσιογράφος ένας νεαρός Παλαιστίνιους. 

Εκτός όμως από αυτές τις μορφές κινητοποιήσεων, οι οποίες θα μπορούσαν πια να χαρακτηριστούν «παραδοσιακές» για τα παλαιστινιακά δεδομένα, από την πρώτη στιγμή που ανακοινώθηκε η απόφαση της κυβέρνησης Νετανιάχου να τοποθετήσει τους ανιχνευτές μετάλλου στις εισόδους του συγκροτήματος του Αλ Άκσα, ένα τεράστιο πλήθος Παλαιστινίων όλων των ηλικιών, των πολιτικών απόψεων και των θρησκειών (συμμετείχαν και οι χριστιανοί ορθόδοξοι Παλαιστίνιοι) άρχισε να συγκεντρώνεται έξω απ’ το τέμενος και σε κεντρικούς χώρους σε όλες της πόλεις, για να τελέσει δημόσια, ανοιχτά και μαζικά, τις καθημερινές προσευχές. Ήταν μια ανοιχτή και ειρηνική διαμαρτυρία, την οποία το ισραηλινό κράτος δεν μπορούσε εύκολα να αντιμετωπίσει με ωμή καταστολή. Αυτές όμως οι μαζικές συγκεντρώσεις, στις οποίες συμμετείχαν πολλές χιλιάδες περισσότεροι και περισσότερες απ’ αυτούς κι αυτές που συμμετείχαν στις βίαιες συγκρούσεις, διαμόρφωναν το ηθικό κλίμα νομιμοποίησης και υποστήριξης και των βίαιων διαδηλώσεων ενός μεγάλου τμήματος της νεολαίας. Κι απ’ την άλλη, οι συγκεντρώσεις αυτές, οι οποίες από πολλές απόψεις θυμίζουν τα κινήματα των πλατειών, ήταν αυθόρμητα κινήματα μαζικής πολιτικής ανυπακοής, τα οποία και η «κοινή γνώμη» του Ισραήλ θα μπορούσε ακόμα και να κατανοήσει, ή έστω να αποδεχτεί ως «νόμιμες» μορφές διαμαρτυρίας.

Η δυναμική αυτών των αντιδράσεων φάνηκε αμέσως ότι μπορούσε να περάσει τα σύνορα Ισραήλ/Παλαιστίνης. Η επίθεση εναντίον ειδικού φρουρού της ισραηλινής πρεσβείας στο Αμάν, είχε κι αυτή το ανησυχητικό στοιχείο, ότι δεν οργανώθηκε από κανένα «κέντρο» και δεν κατευθύνθηκε από καμιά παλαιστινιακή οργάνωση. Ήταν κι αυτή μια ξαφνική κι απρόβλεπτη επίθεση (με κατσαβίδι), η οποία μάλιστα έγινε μέσα στο κτιριακό συγκρότημα της πρεσβείας από κάποιον 16χρονο Παλαιστίνιο της Ιορδανίας (από οικογένεια προσφύγων), ο οποίος εργαζόταν ως επισκευαστής επίπλων. Το αποτέλεσμα ήταν δύο νεκροί, ο δράστης της επίθεσης κι ένας άλλος Ιορδανός, και το συγκεκριμένο συμβάν οδήγησε σε επιδείνωση των διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών (οι Ισραηλινοί διπλωμάτες εγκατέλειψαν για κάποιες μέρες την Ιορδανία).

 

 

Ποιος ελέγχει την Παλιά Πόλη;

 

 

Πιθανόν, αυτές οι κινητοποιήσεις οι οποίες εκδηλώθηκαν εξαιτίας ενός ζητήματος το οποίο θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε «θρησκευτικό», αποτελούν για πολλούς μια επιβεβαίωση των οριενταλιστικών και ρατσιστικών στερεοτύπων με τα οποία συνηθίζεται να ερμηνεύεται η περίπλοκη πραγματικότητα της Μέσης Ανατολής. Πρόκειται λοιπόν για ένα λαό ο οποίος εξεγείρεται μόνο ύστερα από μια θρησκευτική πρόκληση (κι όχι για άλλους, υλικούς λόγους). Ακόμα κι αν ήταν όμως έτσι (αλλά δεν είναι έτσι), υπάρχουν εντούτοις κάποια ζητήματα και σ’ αυτό. Κυρίως παραβλέπονται τα θρησκευτικά (γιατί όχι και φονταμενταλιστικά) χαρακτηριστικά της ισραηλινής πολιτικής. Σε τελική ανάλυση η ισραηλινή κυβέρνηση είναι αυτή η οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση (όπως και σε πολλές άλλες) έκανε πολιτική με βάση θρησκευτικά κριτήρια και μάλιστα, μια πολιτική καταπίεσης των θρησκευτικών δικαιωμάτων των Παλαιστίνιων. Και φυσικά, μόνο μέσα από μια διεστραμμένη «κοσμική» οπτική θα μπορούσε να θεωρηθεί σκοταδισμός και καθυστέρηση ο αγώνας ενός λαού για τις θρησκευτικές του ελευθερίες. Όμως ας μην δίνουμε στη θρησκευτική παράμετρο μεγαλύτερη σημασία απ’ αυτή που της δίνουν και οι δυο πλευρές: το ισραηλινό κράτος με τη σιωνιστική του πολιτική και οι παλαιστινιακές λαϊκές μάζες που αντιστέκονται και διεκδικούν εθνική ανεξαρτησία.

Η Ιερουσαλήμ είναι η πόλη που έχει βρεθεί στο επίκεντρο δυο συγκρουόμενων πολιτικών διεκδικήσεων: από τη μια, του σιωνιστικού πολιτικού σχεδιασμού που επιδιώκει να την μετατρέψει σε πρωτεύουσα του μεγάλου Ισραήλ, μέσα στο οποίο θα ενσωματωθεί και τυπικά το μεγαλύτερο μέρος, αν όχι όλο, των κατεχόμενων· κι απ’ την άλλη, των πολιτικών διεκδικήσεων του παλαιστινιακού εθνικοαπλευθερωτικού κινήματος, το οποίο επίσης την διεκδικεί ως το μεγαλύτερο και το ιστορικό κέντρο της Παλαιστίνης.

Μέχρι τον πόλεμο του 1967 οι Ισραηλινοί κατείχαν το δυτικό μέρος της πόλης και η Παλιά Πόλη (Ανατολική Ιερουσαλήμ) είχε προσαρτηθεί από την Ιορδανία. Το 1967 το Ισραήλ κατέλαβε και την Ανατολική Ιερουσαλήμ και άρχισε ο εκτοπισμός των Παλαιστινίων και ο σταδιακός επικοισμός της σε μια προσπάθεια αποαραβοποίησής της. Όμως οι μουσουλμανικοί ιεροί χώροι περέμειναν υπό τον έλεγχο του Ουάκφ, του μουσουλμανικοί θρησκευτικού ιδρύματος, με βάση μια συμφωνία μεταξύ της Ιορδανίας και του Ισραήλ. Ο έλεγχος των εισόδων του Αλ Άκσα ανήκει λοιπόν στην αρμοδιότητα του Ουάκφ και όχι της ισραηλινής κυβέρνησης, η οποία με την τελευταία της απόφαση αμφισβήτησε ευθέως το δικαίωμα των Παλαιστινίων να ελέγχουν οι ίδιοι τα μουσουλμανικά ιερά της Παλιάς Πόλης. Σωστά λοιπόν έχει ερμηνευτεί ως μια προσπάθεια αλλαγής της κατάστασης και των συσχετισμών που ίσχυαν από το 1967, κι αυτό ακριβώς εξηγεί και την ένταση των διαμαρτυριών των Παλαιστινίων.

Ακόμα και ο Μαχμούντ Αμπάς, ο «πρόεδρος» της Παλαιστινιακής Αρχής (και μαριονέτα της Αιγύπτου και της Σαουδικής Αραβίας), αναγκάστηκε να διακόψει τις συνομιλίες  που βρίσκονται εδώ και καιρό σε εξέλιξη με την ισραηλινή κυβέρνηση. Έτσι όμως, οι ισχυρισμοί που προβάλλει το Ισραήλ τα τελευταία χρόνια, ότι είναι πρόθυμο να συνομιλήσει με τους καλούς Παλαιστίνιους (τον «πρόεδρο» Αμπάς δηλαδή, η θητεία του οποίου έχει λήξει από το 2009) κινδύνεψαν να διαψευστούν και να εμφανιστεί σε διεθνές επίπεδο, το ίδιο ως αδιάλλακτο. Η προσπάθεια της ισραηλινής κυβέρνησης να θέσει υπό τον απόλυτο έλεγχό της τη διαχείριση των μουσουλμανικών ιερών της Παλιάς Πόλης δύσκολα θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή, όχι μόνο από την Ιορδανία, αλλά ούτε κι απ’ τη Σαουδική Αραβία, ούτε ακόμα κι απ’ τον στρατιωτικό σύμμαχο του Ισραήλ, τη δικτατορία της Αιγύπτου.

 

 

Η κρίση στη Μέση Ανατολή – μια ευκαιρία για το Ισραήλ;

 

 

Γιατί όμως τελικά ο Νετανιάχου αποφάσισε, παρά την αντίθετη άποψη του συμβουλίου αφαλείας, να προχωρήσει σ’ αυτή την απίστευτα προκλητική ενέργεια;

Φυσικά, ένας βασικός λόγος (αν και όχι ο βασικότερος) είναι η εσωτερική πολιτική κατάσταση και οι συσχετισμοί μεταξύ των ισραηλινών πολιτικών κομμάτων. Αυτή η επιθετική και προκλητική ενέργεια εναντίον των Παλαιστινίων στοχεύει στην ενίσχυση του κύρους του ακροδεξιού συνασπισμού που κυβερνά στο Ισραήλ (το Λικούντ του Ντενιάχου και το κόμμα Εβραϊκή Πατρίδα/Γίσραελ Μπεϊτεϊνού του Λίμπερμαν, μαζί με δύο άλλα δεξιά εθνικιστικά κόμματα) και στην επιβεβαίωση του βασικότερου σημείου της ισραηλινής ακροδεξιάς ατζέντας, ότι το Ισραήλ, όχι μόνο μπορεί να συνεχίσει για πάντα την κατοχή της Δυτικής Όχθης και τον αποκλεισμό της Γάζας, αλλά και να περιορίσει ακόμα περισσότερο την παλαιστινιακή παρουσία στις περιοχές που ελέγχει. Χαρακτηριστικές από αυτή την άποψη ήταν οι δηλώσεις του στενού συνεργάτη του Νετανιάχου και υπουργού της κυβέρνησης, του Γιτζάκ «Tzachi» Χάνεγκμπι, ο οποίος απείλησε μέσω facebook τους Παλαιστίνιους, ότι αν δεν σταματήσουν να κινητοποιούνται τους περιμένει μια νέα «Νάκμπα», ένα νέο 1948 και ένα νέο 1967. Δηλαδή μια νέα μαζική εθνοκάθαρση.

Όμως οι εσωτερικές πολιτικές αντιπαραθέσεις δεν είναι επαρκής εξήγηση αυτής της επιθετικής ενέργειας, η οποία δημιούργησε εντάσεις στις σχέσεις του Ισραήλ με κάποιες από τις αραβικές χώρες, κυρίως την Ιορδανία, η οποία επιδιώκει να παρουσιάζεται ως ο προστάτης των ιερών τόπων της Ιερουσαλήμ.

Ο σημαντικότερος μάλλον λόγος έχει να κάνει με τις ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή. Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε στον Νετανιάχου ότι η αμερικανική υποστήριξη στα συμφέροντα του Ισραήλ θα αναβαθμιστεί ακόμα περισσότερο απ’ ο,τι ήταν την εποχή του Ομπάμα και της Κλίντον, ενώ ταυτόχρονα, οι σχέσεις του Ισραήλ με την ΕΕ γίνονται ακόμα στενότερες όσο βαθαίνει η κρίση της Μέσης Ανατολής. Ο στρατιωτικός άξονας Ισραήλ – Αιγύπτου – Ελλάδας – Νοτίου Κύπρου εμφανίζεται ως ένας πολύ αποτελεσματικός βραχίονας του ευρωοατλαντικού ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ο αποκλεισμός του Κατάρ από μια σειρά αραβικών καθεστώτων (Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Μπαχρέιν, Αίγυπτος και οι δορυφόροι τους), δημιουργεί για το Ισραήλ μια μεγάλη ευκαιρία. Στον πυρήνα αυτής της κρίσης βρίσκεται η υποστήριξη που παρέχει το Κατάρ στις οργανώσεις της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, οι οποίες εξακολουθούν να είναι, παρά τη διάλυσή τους, οι βασικότερες αντιπολιτεύσεις απέναντι στις αραβικές δικτατορίες της Μέσης Ανατολής. Η Χαμάς, το παλαιστινιακό τμήμα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, είναι κι αυτή ο βασικότερος εχθρός του ισραηλινού κράτους και η μεγαλύτερη παλαιστινιακή αντιστασιακή οργάνωση.

Η Χαμάς όμως βρίσκεται σήμερα σε μια πολύ δύσκολη θέση, καθώς η μόνη εξωτερική υποστήριξη που της απέμεινε ήταν το Κατάρ και δευτερευόντως η Τουρκία. Ύστερα από το ξέσπασμα της συριακής επανάστασης και την υποστήριξη της Χαμάς προς τη συριακή αντιπολίτευση, οι σχέσεις της με το συριακό μπααθικό καθεστώς και με το Ιράν και τους δορυφόρους του έγιναν εχθρικές. Οι σχέσεις της με την αιγυπτιακή δικτατορία ήταν πάντα εχθρικές και οι σχέσεις της με το σαουδαραβικό καθεστώς, το οποίο υποστηρίζει την Παλαιστινιακή Αρχή και τον Αμπάς, δεν ήταν ποτέ καλές. Αντανάκλαση αυτής της εχθρικής αντιμετώπισης της Χαμάς από τις αραβικές δικτατορίες είναι και η απόφαση (των τελευταίων ημερών) του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου να μην εξαιρεθεί η Χαμάς από τη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων.

Όμως στην Παλαιστίνη η Χαμάς είναι μια σημαντική πολιτική δύναμη (πρώτο κόμμα στις εκλογές του 2006, ελέγχει έκτοτε τη Λωρίδα της Γάζας) και ως εκ τούτου δεν μπορεί να υπάρξει καμιά επίλυση της κρίσης μεταξύ των παλαιστινιακών παρατάξεων που να μην συμπεριλαμβάνει και τη Χαμάς. Η ίδια η Παλαιστινιακή Αρχή είναι υποχρεωμένη να συζητήσει με τη Χαμάς προκειμένου να υπάρξει ένα χρονοδιάγραμμα για εκλογές στα Δυτική Όχθη και στη Λωρίδα της Γάζας (σε ένα ή δύο χρόνια). Στις εκλογές αυτές είναι πιθανόν η Χαμάς να βγει πιο ενισχυμένη, ή με κάποιες απώλειες, σίγουρα όμως η Φατάχ του Αμπάς θα είναι ο ηττημένος. Μια νέα παλαιστινιακή ηγεσία, αποδεκτή απ’ όλα τα παλαιστινιακά κόμματα θα είναι μάλλον λιγότερο ενδοτική από την Παλαιστινιακή Αρχή του Μαχμούντ Αμπάς. Και βέβαια, η μόνη συμφωνία μεταξύ των παλαιστινιακών παρατάξεων που μπορεί να υπάρξει, είναι με την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του παλαιστινιακού κράτους (η Χαμάς έχει αποδεχτεί πρόσφατα ότι το παλαιστινιακό κράτος θα είναι εντός των ορίων της 4ης Ιουνίου 1967). 

Έτσι λοιπόν, η ισραηλινή κυβέρνηση θεώρησε μάλλον ότι η κατάσταση της Μέσης Ανατολής της παρέχει μια κατάλληλη ευκαιρία για να εμποδίσει αυτές τις διαδικασίες, με μια προκλητική επίθεση εναντίον των Παλαιστινίων, οι αντιδράσεις των οποίων θα εντείνουν τις διαφορές μεταξύ των «μετριοπαθών» και των «σκληρών» παλαιστινιακών οργανώσεων. Και ταυτόχρονα όμως, να δημιουργήσει ένα ακόμα τετελεσμένο γεγονός, αδιαπραγμάτευτο για το Ισραήλ σε κάθε διαπραγμάτευση για το παλαιστινιακό: τον έλεγχο της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, την διεθνή νομιμοποίηση των επικοισμών που επεκτείνονται, τον αποκλεισμό της Χαμάς από οποιαδήποτε παλαιστινιακή κυβέρνηση θα καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

 

 

Το φάντασμα της «τρίτης Ιντιφάντα»

 

 

Η «αχίλλειος πτέρνα» αυτής της αρκετά ρεαλιστικής μάλλον πολιτικής της ακροδεξιάς κυβέρνησης του Ισραήλ, είναι (εκτός από τις περιφερειακές επιπλοκές) η έκταση και η ένταση της παλαιστινιακής αντίστασης, απέναντι στην οποία το ισραηλινό κράτος έχει βρεθεί κάποιες φορές στην ανάγκη να υποχωρήσει.

Η επίθεση εναντίον της Γάζας τον Ιούλιο του 2014, παρά τη σφοδρότητά της, έληξε με την υποχώρηση του ισραηλινού κράτους από τους αρχικούς του στόχους (ανατροπή της κυβέρνησης εθνικής ενότητας Χαμάς-Φατάχ που σχηματίστηκε τον Ιούνιο του 2014) και με μερική άρση του αποκλεισμού της Γάζας για την ανοικοδόμησή της, υπό την εποπτεία του ΟΗΕ.

Την περασμένη άνοιξη, περισσότεροι από 1.000 Παλαιστίνιοι φυλακισμένοι στις ισραηλινές φυλακές και προερχόμενοι απ’ όλες τις πολιτικές παρατάξεις, ξεκίνησαν την «Απεργία Πείνας για Ελευθερία και Αξιοπρέπεια». Οι απεργοί πείνας (μεταξύ των οποίων ήταν και ο Μαρουάν Μπαργούτι, ο πιο γνωστός παλαιστίνιος αγωνιστής και πολιτικός κρατούμενος των ισραηλινών φυλακών) ζητούσαν βελτιώσεις στις συνθήκες κράτησής τους (πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, αυξημένα δικαιώματα επίσκεψης, πρόσβαση σε τηλέφωνα κ.λπ.) και να σταματήσουν κάποιες πρακτικές από τις ισραηλινές αρχές, όπως η διοικητική κράτηση ή η απομόνωση. Η απεργία υποστηρίχτηκε μαζικά σε όλη την Παλαιστίνη, με απεργίες, διαδηλώσεις και βίαιες συγκρούσεις με τον στρατό. Η ισραηλινή κυβέρνηση αναγκάστηκε ύστερα από έναν μήνα να υποχωρήσει και να κάνει δεκτά τα περισσότερα από τα αιτήματα των κρατουμένων.

Κάθε φορά που ξεσπά μια μαζική και μαχητική κινητοποίηση στα κατεχόμενα τα τελευταία χρόνια, οι δυτικοί δημοσιογράφοι αναρωτιούνται συνήθως εάν πρόκειται για την έναρξη μιας «τρίτης Ιντιφάντα». Το ίδιο έγινε και τώρα, με τις κινητοποιήσεις που άρχισαν την περασμένη Παρασκευή και συνεχίζονται ακόμα και πιθανόν το ίδιο θα συμβεί και στις επόμενες κινητοποιήσεις, όποτε ξεσπάσουν. Εντούτοις, η «τρίτη Ιντιφάντα» δεν είναι μια δημοσιογραφική φαντασίωση. Η παλαιστινιακή εξέγερση είναι το φάντασμα που εμφανίζεται και στα μάτια των Ισραηλινών αξιωματούχων σε κάθε τέτοια περίπτωση, είναι όμως και το μόνιμο σχεδόν όραμα της παλαιστινιακής νεολαίας, του πιο καταπιεσμένου και πολυπληθούς τμήματος του παλαιστινιακού πληθυσμού. Αυτών των ανθρώπων δηλαδή, τις εξεγερσιακές διαθέσεις των οποίων δεν μπορεί προς το παρόν να εκφράσει στην πληρότητά τους και στην πολυμορφία τους καμιά παλαιστινιακή οργάνωση, κοσμική ή ισλαμιστική. Οι κινητοποιήσεις τους όμως, ανεξέλεγκτες συνήθως και πιθανόν χαώδεις, θα συνεχίσουν να τροφοδοτούν με ριζοσπαστισμό την παλαιστινιακή κοινωνία και τη Μέση Ανατολή.

 

 

Κώστας Κούσιαντας

 

 

 

http://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AE/3285-%CE%BA%CF%8E%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%82-%CE%BA%CE%BF%CF%8D%CF%83%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *