“Το παραλήρημα ενός τρελού”: Η άφιξη του Λένιν στην Πετρούπολη το 1917

……Οπωσδήποτε αισθάνεται κανείς συμπάθεια για τους ανθρώπους εκείνους που προσπαθούσαν να χαράξουν μια συνεπή μπολσεβίκικη πολιτική το Μάρτιο του 1917 στην Πετρούπολη. Κανένας δεν είχε αμφισβητήσει ακόμη την άποψη ότι η Ρωσική Επανάσταση δεν ήταν, και δεν μπορούσε να είναι, τίποτε άλλο από αστική επανάσταση. Αυτό ήταν το κοινά αποδεκτό και σταθερό θεωρητικό πλαίσιο στο οποίο έπρεπε να προσαρμόζεται κάθε πολιτική. Ήταν δύσκολο να υπάρξει μέσα σε αυτό το πλαίσιο οποιαδήποτε πειστική δικαιολογία για την άμεση καταδίκη της Προσωρινής Κυβέρνησης, που ήταν αναμφισβήτητα αστική, η για την προβολή του αιτήματος της μεταβίβασης της εξουσίας στα Σοβιέτ, που ήταν κατά βάση προλεταριακά, ή -ακόμη λιγότερο- για την καταγγελία της επιδίωξης μιας «δημοκρατικής» ειρήνης και για την προπαγάνδιση του εμφυλίου πολέμου και της εθνικής ήττας. Δεν μπορούσε να τετραγωνιστεί ο κύκλος. Εκείνος που επρόκειτο να σπάσει αυτό το πλαίσιο, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των οπαδών του, ήταν ο Λένιν.

Η σκηνή της άφιξης του Λένιν στο σταθμό της Φινλανδίας της Πετρούπολης το βράδυ της 3ης Απριλίου 1917 έχει περιγραφεί από τέσσερεις τουλάχιστον αυτόπτες μάρτυρες (1). Στο Μπελοοστρώφ, τον τελευταίο σταθμό πριν την Πετρούπολη, τον υποδέχτηκε μια ομάδα εκπροσώπων του ρωσικού γραφείου της κεντρικής επιτροπής με επικεφαλής τον Σλιάπνικωφ. Ο Λένιν στη διαδρομή βομβάρδισε τον Σλιάπνικωφ με ερωτήσεις «για την κατάσταση μέσα στο κόμμα…για τις αιτίες της στροφής της Πράβντα προς την ‘εθνική άμυνα’, για τις θέσεις του ενός η του άλλου συντρόφου». Μόλις έφτασε στην Πετρούπολη έγινε δεκτός από μέλη της κεντρικής επιτροπής του κόμματος, από μέλη της τοπικής επιτροπής της Πετρούπολης και από το επιτελείο της Πράβντα. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο Κάμενεφ, τον οποίο ο Λένιν δεν παρέλειψε να επιπλήξει με καλή διάθεση: «Τι είναι αυτά που γράφεις στην Πράβντα; Διαβάσαμε ορισμένα άρθρα σου και για να είμαι ειλικρινής δεν είπαμε καλά πράγματα για σένα». Η Αλεξάνδρα Κολλοντάι του πρόσφερε ένα μπουκέτο που ο Λένιν κράτησε στα χέρια του αδέξια, και ολόκληρη η ομάδα κατευθύνθηκε στην αίθουσα αναμονής.

Στην αίθουσα αυτή ο Λένιν έγινε επίσημα δεκτός από τον Τσείχτζε, τον πρόεδρο του Σοβιέτ της Πετρούπολης, ο οποίος με λίγα μόνο λόγια προσεκτικά επιλεγμένα εξέφρασε την ελπίδα ότι «θα συσφιχθούν οι δεσμοί ανάμεσα στις δημοκρατικές δυνάμεις» χάριν της υπεράσπισης της «επανάστασης μας». Ο Λένιν, αφού ξέφυγε κάπως από τους επίσημους εκπροσώπους του κόμματος, στράφηκε προς τα πλήθη που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το σταθμό, τους αποκάλεσε «αγαπητούς συντρόφους στρατιώτες, ναύτες και εργάτες», χαιρέτησε στο πρόσωπο τους «τη νικηφόρα ρωσική επανάσταση», διακήρυξε ότι «ο ληστρικός ιμπεριαλιστικός πόλεμος» αποτελούσε την απαρχή του εμφυλίου πολέμου σε όλη την Ευρώπη και κατέληξε:

«Αν όχι σήμερα η αύριο, από μέρα σε μέρα μπορεί να έλθει η κατάρρευση ολόκληρου του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού. Η Ρωσική Επανάσταση, που εσείς πραγματοποιήσατε, αποτελεί την αρχή αυτής της πορείας και την απαρχή μιας νέας εποχής. Ζήτω η παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση» (2)

Όπως υπογραμμίζει ο Σουχάνωφ, δεν επρόκειτο για απάντηση στον Τσείχτζε. Αυτές του οι φράσεις δεν ταίριαζαν ούτε καν «με το γενικό πλαίσιο της Ρωσικής Επανάστασης όπως την αντιλαμβάνονταν όλοι ανεξαιρέτως εκείνοι που την είχαν ζήσει η είχαν πάρει μέρος σε αυτή». Ο Λένιν είχε μιλήσει, και τα πρώτα του λόγια μιλούσαν όχι για αστική αλλά για σοσιαλιστική επανάσταση.

Στην πλατεία μπροστά στο σταθμό γινόταν την ίδια ώρα μια μαζική διαδήλωση των Μπολσεβίκων, με επικεφαλής ένα θωρακισμένο όχημα που μετέφερε τη σημαία του κόμματος. Ο Λένιν, ανεβασμένος πάνω στο αυτοκίνητο, απευθύνθηκε προς τα ενθουσιώδη πλήθη μιλώντας στο ίδιο πνεύμα. Αργότερα το ίδιο απόγευμα μίλησε επί δύο ώρες σε μια κομματική συγκέντρωση στα γραφεία των Μπολσεβίκων. Η ολοένα και μεγαλύτερη έκπληξη που δοκίμαζαν οι άλλοι ηγέτες του κόμματος καθώς άκουγαν τα λόγια του περιγράφτηκε δέκα χρόνια αργότερα από έναν αυτόπτη μάρτυρα:

«Όλοι περίμεναν να γυρίσει ο Βλαντιμίρ Ίλιτς και να ανακαλέσει στην τάξη το ρωσικό γραφείο της κεντρικής επιτροπής και ιδιαίτερα το σύντροφο Μολότωφ, ο οποίος είχε μια εξαιρετικά αδιάλλακτη θέση απέναντι στην Προσωρινή Κυβέρνηση. Αντίθετα όμως αποδείχτηκε ότι ο Μολότωφ ήταν εκείνος που βρισκόταν πιο κοντά στις θέσεις του Ίλιτς» (3)

Την επόμενη μέρα έγιναν τρείς ακόμη συζητήσεις στο διαμέρισμα της αδελφής του και στα γραφεία της Πράβντα (4), ενώ το απόγευμα ο Λένιν μίλησε σε μια συγκέντρωση σοσιαλδημοκρατών-μπολσεβίκων, μενσεβίκων και ανεξάρτητων στο Ανάκτορο της Ταυρίδας, όπου γίνονταν οι συνεδριάσεις του Σοβιέτ. Σε αυτήν την τελευταία συγκέντρωση ο Βλαδιμίρ Ίλιτς διάβασε για πρώτη φορά τις περίφημες «Θέσεις του Απρίλη», στις οποίες συνοψίζονταν οι απόψεις του. Ο Μπογκντάνωφ τον διέκοψε την ώρα που τις διάβαζε φωνάζοντας: «Παραλήρημα, το παραλήρημα ενός τρελού». Ο Γκόλντεμπεργκ, ένας άλλος πρώην μπολσεβίκος δήλωσε ότι “ο Λένιν είχε θέσει υποψηφιότητα για ένα ευρωπαϊκό θρόνο που επί τριάντα χρόνια είχε μείνει κενός, το θρόνο του Μπακούνιν“. Τέλος ο Στεκλώφ, εκδότης της Ισβέστια που σύντομα επρόκειτο να προσχωρήσει στους Μπολσεβίκους, πρόσθεσε ότι ο λόγος τους δεν ήταν παρά «αφηρημένες κατασκευές» που δεν θα αργούσε να τις εγκαταλείψει μόλις ενημερωνόταν για την κατάσταση στη Ρωσία.

Ο λόγος του Λένιν στο Ανάκτορο της Ταυρίδας δέχτηκε επιθέσεις από όλες τις πλευρές και μόνο η Κολλοντάι τον υποστήριξε. Μάλιστα, ο ηγέτης των Μπολσεβίκων εγκατέλειψε την αίθουσα χωρίς να ασκήσει το δικαίωμα του της ανταπάντησης (5).Το ίδιο βράδυ διάβασε και πάλι τις θέσεις του σε μια συγκέντρωση μπολσεβίκων ηγετών, και για μια ακόμα φορά βρέθηκε εντελώς απομονωμένος (6). Οι θέσεις αυτές με τον τίτλο «Τα καθήκοντα του Προλεταριάτου στη Σημερινή Επανάσταση» δημοσιεύθηκαν στις 7 Απριλίου 1917 στην Πράβντα(7). Το κλειδί των απόψεων του Λένιν βρισκόταν στη δεύτερη θέση του:

«Η ιδιομορφία της σημερινής κατάστασης στη Ρωσία βρίσκεται στη μετάβαση από την πρώτη φάση της επανάστασης, η οποία έδωσε την εξουσία στην αστική τάξη λόγω της ανεπαρκούς συνείδησης και οργάνωσης του προλεταριάτου, στη δεύτερη της φάση, η οποία θα δώσει την εξουσία στο προλεταριάτο και τα φτωχότερα στρώματα της αγροτιάς»

Η άποψη αυτή οδηγούσε στην αποδοκιμασία της Προσωρινής Κυβέρνησης και της υποστήριξης της προς τον πόλεμο και στην εγκατάλειψη του παραλογισμού να απαιτείται «να πάψει αυτή η κυβέρνηση, μια κυβέρνηση καπιταλιστών, να είναι ιμπεριαλιστική» Παράλληλα όμως η άποψη αυτή οδηγούσε στην ανάγκη να εξηγηθεί στις μάζες ότι τα «Σοβιέτ των Αντιπροσώπων των Εργατών αποτελούσαν τη μόνη δυνατή μορφή επαναστατικής κυβέρνησης». Όσον καιρό τα Σοβιέτ βρίσκονταν «κάτω από την επιρροή της αστικής τάξης», με άλλα λόγια όσο καιρό οι Μπολσεβίκοι δεν είχαν την πλειοψηφία σε αυτά, αυτή η δουλειά διαφώτισης αποτελούσε το κύριο καθήκον του κόμματος. Πάντως ο στόχος ήταν ξεκάθαρος:

«Όχι μια κοινοβουλευτική δημοκρατία-που μετά τα Σοβιέτ θα αποτελούσε βήμα προς τα πίσω-αλλά μια δημοκρατία των Σοβιέτ των Αντιπροσώπων των Εργατών, Φτωχών Χωρικών και Αγροτών που να καλύπτουν ολόκληρη τη χώρα από τη βάση μέχρι την κορυφή»

Ο Λένιν άφηνε επομένως να εννοηθεί ότι τη στιγμή που οι Μπολσεβίκοι, μέσω της διαφώτισης των μαζών, θα είχαν εξασφαλίσει την πλειοψηφία στα Σοβιέτ, η επανάσταση θα περνούσε στη δεύτερη, τη σοσιαλιστική της φάση. Την ίδια άποψη έκφραζαν και οι οικονομικές του θέσεις, οι οποίες πρότειναν την εθνικοποίηση όλης της γης και τη μετατροπή των μεγάλων γαιοκτησιών σε πρότυπα αγροκτήματα κάτω από τον έλεγχο των Σοβιέτ, τη συγχώνευση όλων των τραπεζών σε μια εθνική τράπεζα (έμμεση διατύπωση για την εθνικοποίηση των τραπεζών) , και πρόσθεταν σαν τρίτο σημείο:

«Άμεσος στόχος μας δεν είναι η «εισαγωγή» του σοσιαλισμού, αλλά το πέρασμα απλώς στον έλεγχο της κοινωνικής παραγωγής και της διανομής των αγαθών από τα Σοβιέτ των Αντιπροσώπων των Εργατών».

Τέλος, οι θέσεις κατέληγαν με την πρόταση να αναθεωρηθεί το πρόγραμμα του κόμματος και να αλλάξει η ονομασία του από «Σοσιαλδημοκρατικό» σε «Κομμουνιστικό» καθώς και με την έκκληση για τη δημιουργία μιας επαναστατικής διεθνούς.

Η επιφυλακτική φρασεολογία του Λένιν άφηνε κάπως ασαφές το θέμα του ακριβούς χρονικού σημείου της μετάβασης στο σοσιαλισμό, χωρίς ωστόσο να επιτρέπει καμία αμφιβολία για το ότι αυτή η μετάβαση αποτελούσε το βασικό αντικειμενικό σκοπό. Γύρων από αυτό ακριβώς το σημείο άρχισε αμέσως η μάχη. Την επόμενη μέρα από τη δημοσίευση των «Θέσεων», η Πράβντα περιείχε κάτι σαν κύριο άρθρο με την υπογραφή του Κάμενεφ, που τόνιζε ότι οι «Θέσεις» δεν αποτελούσαν παρά «προσωπικές απόψεις» του Λένιν και κατέληγε:

«Όσον αφορά το γενικό σχήμα του Λένιν το θεωρούμε απαράδεκτο, γιατί ξεκινάει από την υπόθεση ότι η αστική επανάσταση έχει τελειώσει και υπολογίζει την άμεση μετατροπή της σε σοσιαλιστική επανάσταση» (8).

Την ίδια μέρα η κομματική επιτροπή της Πετρούπολης συζήτησε τις θέσεις του Λένιν και τις απέρριψε με 13 ψήφους κατά, 2 υπέρ και 1 αποχή (9). Έμενε ακόμη να δοθεί η μάχη στην κομματική συνδιάσκεψη της πόλης της Πετρούπολης στις 14 Απριλίου 1917 και στην πανρωσική συνδιάσκεψη του κόμματος που επρόκειτο να ακολουθήσει μετά από δέκα μέρες. Στο μεταξύ ο Λένιν ανέπτυξε τις απόψεις του με ένα νέο άρθρο του στην Πράβντα και με δύο μπροσούρες, από τις οποίες η δεύτερη δεν δημοσιεύτηκε παρά μερικούς μήνες αργότερα.

Σύμφωνα με την ανάλυση του Λένιν η «δυαδική εξουσία» περιλάμβανε δύο ξεχωριστές κυβερνήσεις: την Προσωρινή κυβέρνηση της αστικής τάξης, και τα Σοβιέτ, που αποτελούσαν μια δικτατορία «του προλεταριάτου και της αγροτιάς (ντυμένη με στρατιωτική στολή)» (10) Εφόσον είχε γίνει η μεταβίβαση της εξουσίας σε αυτή τη δυαδική εξουσία ήταν, από την άποψη αυτή, αλήθεια ότι «η αστική ή αστικοδημοκρατική επανάσταση είχε τελειώσει», έστω και αν δεν είχαν ακόμη πραγματοποιηθεί όλες οι απαραίτητες αστικοδημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.

«Η επαναστατική-δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς είχε πραγματοποιηθεί», έγραφε ο Λένιν (προσθέτοντας όμως σε μια υποσημείωση: «κατά κάποιον τρόπο και σε έναν ορισμένο βαθμό») (11). Η ιδιομορφία της κατάστασης που επικρατούσε ήταν η «συνύφανση» – ο Λένιν χρησιμοποιούσε πολύ συχνά τη λέξη- της αστικής εξουσίας της Προσωρινής Κυβέρνησης και της (δυνητικής, αν όχι πραγματικής) επαναστατικής δικτατορίας των Σοβιέτ. Το μέλλον επρόκειτο να εξαρτηθεί από το αποτέλεσμα της πάλης ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο για την εξασφάλιση της υποστήριξης των αγροτικών μαζών» (12). Προς το παρόν «το γεγονός της ταξικής συνεργασίας ανάμεσα στην αστική τάξη και την αγροτιά» είχε αποφασιστική σημασία. Τα Σοβιέτ αποτελούσαν ακόμη, όπως πρόβλεπαν οι Μενσεβίκοι, «παράρτημα της αστικής κυβέρνησης». Αν όμως και όταν οι αγρότες θα έπαιρναν στα χέρια τους τη γη (πράγμα που, από ταξική άποψη, σήμαινε ότι θα απομακρύνονταν από την αστική τάξη και θα συμμαχούσαν με το επαναστατικό προλεταριάτο και, από πολιτική άποψη, ότι οι Μπολσεβίκοι θα αποκτούσαν την πλειοψηφία στα Σοβιέτ), «θα άνοιγε μια νέα φάση της αστικοδημοκρατικής επανάστασης»(13).

Και σε αυτήν την περίπτωση η επιχειρηματολογία του Λένιν υπαινισσόταν τη μετάβαση στο σοσιαλισμό, παρόλο ότι δεν προχωρούσε μέχρι το σημείο να αναφερθεί ρητά σε αυτή. Ο ηγέτης των Μπολσεβίκων θεωρούσε ακόμη πρόωρο το σύνθημα για την ανατροπή της Προσωρινής Κυβέρνησης. Την ίδια στιγμή πάντως τόνιζε ότι η «δυαδική εξουσία» δεν μπορούσε να είναι τίποτε άλλο από μια μεταβατική φάση του αγώνα που θα κατέληγε στη νίκη του ενός η του άλλου στρατοπέδου. «Σε ένα κράτος δεν μπορούν να υπάρχουν δύο εξουσίες» (14). Η μενσεβίκικη ιδέα της συνεργασίας ανάμεσα τους δεν μπορούσε να λύσει το πρόβλημα. Αργά η γρήγορα τα Σοβιέτ θα έπρεπε ή να ανατρέψουν την Προσωρινή Κυβέρνηση ή να εξαφανιστούν.

Η κομματική συνδιάσκεψη της Πετρούπολης αποδείχτηκε ένα είδος γενικής δοκιμής της πανρωσικής συνδιάσκεψης του κόμματος, με αποτέλεσμα τα προβλήματα να συζητηθούν δύο φορές από τους ίδιους πρωταγωνιστές και με τα ίδια αποτελέσματα και στις δύο περιπτώσεις. Οι συζητήσεις έδειξαν για άλλη μια φορά την τεράστια δύναμη του Λένιν μέσα στο κόμμα, δύναμη που δεν οφειλόταν στη ρητορική του δεινότητα αλλά στην ξεκάθαρη και ρωμαλέα επιχειρηματολογία του που έδινε την εντύπωση ενός απόλυτου ελέγχου της κατάστασης από μέρους του. «Πριν από την άφιξη του Λένιν», έλεγε ένας αντιπρόσωπος στη συνδιάσκεψη της Πετρούπολης, «όλοι οι σύντροφοι περιπλανιόνταν μέσα στο σκοτάδι» (15).

Μόνο ο Κάμενεφ εξακολουθούσε να υποστηρίζει με συνέπεια την πολιτική που αποδέχονταν όλοι οι εξέχοντες μπολσεβίκοι της Πετρούπολης πριν από τη διατύπωση των θέσεων του Απρίλη. Το κύριο πρόβλημα κατέληξε να είναι αν το κόμμα, όπως πρότεινε ο Λένιν, θα επιδίωκε τη μεταβίβαση όλης της εξουσίας στα Σοβιέτ, ή θα περιοριζόταν, όπως υποστήριζε ο Κάμενεφ, στην άσκηση από τα Σοβιέτ του πιο «άγρυπνου ελέγχου» πάνω στην Προσωρινή Κυβέρνηση. Ο Κάμενεφ πάντως αποδοκίμαζε με ιδιαίτερη αυστηρότητα κάθε κίνηση που θα μπορούσε να ερμηνευτεί σαν προτροπή για την ανατροπή της κυβέρνησης. Στην αποφασιστική ψηφοφορία η τροπολογία του Κάμενεφ καταψηφίστηκε με 20 ψήφους κατά, 6 υπέρ και 9 αποχές (16).

Η πανρωσική συνδιάσκεψη του κόμματος (γνωστή στην ιστορία του κόμματος σαν «Συνδιάσκεψη του Απρίλη») συνήλθε δέκα μέρες αργότερα κάτω από συνθήκες κυβερνητικής κρίσης. Το υπόμνημα του Μιλιούκωφ στις 18 Απριλίου 1917, που υποσχόταν την τήρηση όλων των υποχρεώσεων της τσαρικής κυβέρνησης προς τους συμμάχους, είχε προκαλέσει μια θύελλα διαμαρτυριών που τον ανάγκασε να παραιτηθεί. Στη συνδιάσκεψη αυτή το ρεύμα υπέρ των απόψεων του Λένιν ήταν ακόμα μεγαλύτερο. Ο Στάλιν με λίγα λόγια και ο Ζηνόβιεφ με πολύ περισσότερα τον υποστήριξαν εναντίον του Κάμενεφ (17). Σε κάποια στιγμή ο Λένιν έτεινε κλάδο ελαίας προς τον Κάμενεφ λέγοντας πως, παρόλο ότι η Προσωρινή Κυβέρνηση έπρεπε να ανατραπεί, κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να γίνει «ούτε αμέσως ούτε και με το συνηθισμένο τρόπο» (18). Οι κύριες αποφάσεις εγκρίθηκαν από τη συντριπτική πλειοψηφία των 150 αντιπροσώπων. Με 7 μόνο αποχές η συνδιάσκεψη διακήρυξε ότι ο σχηματισμός της Προσωρινής Κυβέρνησης «δεν άλλαξε ούτε μπορούσε να αλλάξει» τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της συμμετοχής της Ρωσίας στον πόλεμο, και ανέλαβε την υποχρέωση να δουλέψει το κόμμα «για την μεταβίβαση όλης της κρατικής εξουσίας και σε όλες τις εμπόλεμες χώρες στα χέρια του επαναστατικού προλεταριάτου».

Ακολούθησε μια απόφαση, που εγκρίθηκε μόνο με 3 ψήφους κατά και 8 αποχές, η οποία καταδίκαζε την Προσωρινή Κυβέρνηση για την «ανοιχτή συνεργασία» της με «την αντεπανάσταση των αστών και των γαιοκτημόνων», και ζητούσε από τους «προλετάριους της πόλης και της υπαίθρου» να προετοιμάζονται ενεργά για «τη σύντομη μεταβίβαση όλης της εξουσίας στα χέρια των Σοβιέτ των Αντιπροσώπων των Εργατών και Στρατιωτών η άλλων οργάνων που θα εξέφραζαν άμεσα τη θέληση της πλειοψηφίας του λαού (όργανα τοπικής αυτοδιοίκησης, συντακτική συνέλευση, κλπ)» (19). Την μεγαλύτερη αντίθεση συνάντησε η απόφαση που περιείχε την ανάλυση της «σημερινής κατάστασης». Αυτό οφειλόταν στο ότι, ακόμα και όταν πλέον είχε δεχτεί την πολιτική του Λένιν, το κόμμα, έχοντας ζήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα με την αντίληψη ότι ο άμεσος αντικειμενικός σκοπός ήταν η αστική επανάσταση, δίσταζε να διακηρύξει το πέρασμα στη φάση της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Η συγκεκριμένη αυτή απόφαση έλεγε ότι «οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για την σοσιαλιστική επανάσταση, που χωρίς καμία αμφιβολία υπήρχαν ήδη πριν από τον πόλεμο και στις πιο προηγμένες χώρες, έχουν ωριμάσει ακόμα περισσότερο και εξακολουθούν να ωριμάζουν με μεγάλη ταχύτητα σαν αποτέλεσμα του πολέμου», ότι η «Ρωσική Επανάσταση δεν είναι παρά η πρώτη φάση της πρώτης από τις προλεταριακές επαναστάσεις που θα προέκυπταν αναπόφευκτα από τον πόλεμο», και ότι η κοινή δράση των εργατών όλων των χωρών αποτελούσε τη μόνη εγγύηση «για την ομαλή εξέλιξη και τη σίγουρη επιτυχία της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης». Τέλος η απόφαση επαναλάμβανε το παλιό επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο, παρόλο ότι η άμεση πραγματοποίηση «του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού» δεν ήταν δυνατή στη Ρωσία, το προλεταριάτο όφειλε ωστόσο να αρνηθεί να υποστηρίξει την αστική τάξη και έπρεπε να μπει επικεφαλής στον αγώνα για την πραγματοποίηση των μεταρρυθμίσεων εκείνων που ήταν απαραίτητες για την ολοκλήρωση της αστικής επανάστασης. Το κείμενο αυτό εγκρίθηκε με 71 ψήφους υπέρ, 39 κατά και 8 αποχές (20). Πάντως, κανείς δεν απάντησε στο ερώτημα που φαίνεται έθεσε μόνο ο Ρύκωφ:

«Σε ποια χώρα θα ανατείλει ο ήλιος της σοσιαλιστικής επανάστασης: Πιστεύω ότι με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα μας, με το βιοτικό μας επίπεδο, το ξεκίνημα της σοσιαλιστικής επανάστασης δεν αποτελεί δικό μας καθήκον. Δεν υπάρχουν ούτε οι δυνάμεις ούτε οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο»(21).

Η υιοθέτηση του συνθήματος «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» από τη Συνδιάσκεψη του Απρίλη, παρόλο ότι δε σήμαινε άμεση προσφυγή στην επαναστατική δράση, έδινε για πρώτη φορά στο επαναστατικό σχέδιο των Μπολσεβίκων συγκεκριμένο σχήμα και συνταγματική μορφή…………

Η απόφαση της Συνδιάσκεψης του Απρίλη ανέφερε τόσο τα Σοβιέτ όσο και τη συντακτική συνέλευση σαν πιθανούς κατόχους της εξουσίας, χωρίς να προχωράει σε οποιαδήποτε επιλογή ανάμεσα τους. Εξάλλου, ολόκληρη την περίοδο από το Φεβρουάριο μέχρι τον Οκτώβριο του 1917 οι Μπολσεβίκοι, όπως και όλα τα άλλα κόμματα της αριστεράς, δεν έπαψαν να προβάλλουν το αίτημα για συντακτική συνέλευση και να κατηγορούν την Προσωρινή Κυβέρνηση για αναβλητικότητα στη σύγκληση της, χωρίς να συνειδητοποιούν την αντίφαση που υπήρχε ανάμεσα σε αυτό το αίτημα και το σύνθημα «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ». Αν αυτή η αντίφαση -ή έστω αδυναμία επιλογής ανάμεσα στα δύο- είχε εξεταστεί σε όλο της το βάθος, ίσως να είχαν κατανοηθεί και διευκρινιστεί καλύτερα οι αρχικές διαφωνίες στο εσωτερικό του κόμματος σχετικά με τις Θέσεις του Απρίλη. Είναι πάντως γεγονός ότι προς στιγμήν η αντίφαση αυτή μαρτυρούσε όχι μια διαφορά απόψεων, αλλά μια αβεβαιότητα και μια σύγχυση στο μυαλό των ηγετών του κόμματος και του ίδιου του Λένιν σχετικά με το χαρακτήρα του συγκεκριμένου επαναστατικού προτσές.

Τα γεγονότα ήταν εκείνα που επρόκειτο να οδηγήσουν στο οριστικό ξεκαθάρισμα των απόψεων. Από τη συνδιάσκεψη του Απρίλη και μετά, κάθε κίνηση στην πολιτική σκακιέρα φαινόταν να ευνοεί τους Μπολσεβίκους και να δικαιώνει τις τολμηρές εκτιμήσεις του Λένιν.

Σημειώσεις:

1. Ισβέστια, 5 Απριλίου 1917. Α Σλιάπνικωφ, Semnadtsatyi God III, (1927), 257-9. Ρασκόλνικωφ σε Proletarskaya Revolyutsiya, No 13, 1923, σ 220-6. Ν Σουχάνωφ, Zapiski o Revolyutsii (Βερολίνο, 1922), ΙΙΙ, 14-15. Η περιγραφή του Σλιάπνικωφ δείχνει σαφώς την πρόθεση του να τονίσει τον ρόλο του εαυτού του σαν πρωταγωνιστή και να αγνοήσει τον Κάμενεφ. Ο Ρασκόλνικωφ ήταν ένας πρακτικός απλός Μπολσεβίκος, ενώ ο Σουχάνωφ ήταν ένας ταλαντούχος, αν και πολυλογάς, συγγραφέας που συμπαθούσε τους Μενσεβίκους και που άφησε την πιο ζωηρή και λεπτομερειακή περιγραφή των μικρών γεγονότων της επανάστασης. Η Κρούπσκαγια στο Αναμνήσεις από τον Λένιν περιγράφει επίσης τη συνάντηση του Μπελοοστρώφ. Τόσο ο Ρασκόλνικωφ όσο και ο Ζαλέσκυ (σε Proletarskaya Revolyutsiya,No 13,1923, σ155) επισημαίνουν την παρουσία της Κολλοντάι στη συνάντηση. Καμία από τις πρώτες περιγραφές δεν αναφέρει σαν παρόντες στην υποδοχή άλλους μπολσεβίκους ηγέτες εκτός από τον Σλιάπνικωφ, τον Κάμενεφ και την Κολλοντάι.

2. Ο χαιρετισμός του Τσείχτζε δημοσιεύτηκε στην Ισβέστια της 5ης Απριλίου 1917. Ο χαιρετισμός του Λένιν προς τα πλήθη δεν δημοσιεύτηκε πράγμα που δείχνει ότι ίσως να έγινε πριν και όχι μετά από το λόγο του Τσχείτζε

3. Proletarskaya Revolyutsiya, Νο 4 (63), (1927),σ.157

4. Α Σλιάπνικωφ, Semnadtsatyi God III, (1927), σ 264.

5. Ν Σουχάνωφ, Zapiski o Revolyutsii (Βερολίνο, 1922), ΙΙΙ,, σελ 28-42, βλ και Λένιν, Άπαντα, ΧΧ, σελ 99

6. Ν Σουχάνωφ, Zapiski o Revolyutsii (Βερολίνο, 1922), ΙΙΙ,, σελ 49-51. Οι παρατηρήσεις του Λένιν σε αυτήν την περίσταση περισώθηκαν και υπάρχουν σε Άπαντα ΧΧ, 76-83

7. Ο.π ΧΧ, 87-90

8. Αναφέρεται σε Λένιν, Άπαντα ΧΧΧ, 607-8

9. Pervyi Legal nyi PK Bolshevikov (1927), s 83-8

10. Λένιν, Άπαντα ΧΧΧ, σελ 102-3

11. Ο.π ΧΧ, 100-1

12. «Τα είκοσι τελευταία χρόνια, έγραφε λίγους μήνες αργότερα ο Λένιν, «το αν η εργατική τάξη επρόκειτο να οδηγήσει την αγροτιά προς το σοσιαλισμό η η φιλελεύθερη αστική τάξη επρόκειτο να οδηγήσει να την σύρει σε ένα συμβιβασμό με τον καπιταλισμό δεν έπαψε να αποτελεί μόνιμο πρόβλημα της πολιτικής ιστορίας της Ρωσίας» (ο.π, ΧΧΙ, 109-10)

13. Λένιν, Άπαντα ΧΧ, σελ 102-3

14. Ο.π ΧΧ, 114

15. Sedmaya (“Aprel skaya”) Vserossiiskaya I Petrograndskaya Obscchegorod-skaya Konferentsii RSDRP (B) (1934),σ 11.

16. Ο.π, σελ 29

17. Ο.π σελ 87, 89-91. Στάλιν, Άπαντα, ΙΙΙ, 48-49

18. Sedmaya (“Aprel skaya”) Vserossiiskaya I Petrograndskaya Obscchegorod-skaya Konferentsii RSDRP (B) (1934),σ 97-8. Λένιν, Άπαντα, ΧΧ, 253

19. VKP(B) v Rezolyutsiakh,I, 226-9

20. Ο.π Ι, 236-7

21. Sedmaya (“Aprel skaya”) Vserossiiskaya I Petrograndskaya Obscchegorod-skaya Konferentsii RSDRP (B) (1934),σ 93. Η συνδιάσκεψη εξέλεξε επίσης νέα κεντρική επιτροπή από εννέα μέλη: Λένιν (104 ψήφους), Ζηνόβιεφ (101), Στάλιν (97), Κάμενεφ (95), Μιλιούτιν, Νογκίν, Σβερντλώφ, Σμίλγκα, Φεντέρωφ (ο.π, σ 190)

22. Λένιν, Άπαντα, ΙΧ,116

Απόσπασμα απο το βιβλίο του E.H Carr, Iστορία της Ρωσικής επανάστασης, τόμος Ι, σελ 112-124, εκδόσεις Υποδομή.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *