Για το Βρετανικό Δημοψήφισμα

 

γράφει ο Σίμος Ανδρονίδης

 

«When Britain first, at Heaven’s command Arose from out the azure main; This was the charter of the land, and guardian angels sang this strain: ‘’Rule, Britannia!! Rule the waves: ‘’Βritons never will be slaves!’’(‘Rule Britannia’).

Όσο πλησιάζει η ημέρα του δημοψηφίσματος για την παραμονή ή την έξοδο της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τόσο περισσότερο θα αναδύονται και θα αποκρυσταλλώνονται στην πολιτική σκηνή τάσεις, προσδοκίες, πολιτικές-ιδεολογικές στάσεις. Ήδη έχουν ξεκινήσει οι συζητήσεις για το κατά πόσο η χθεσινή δολοφονία της βουλευτού Jo Cox δύναται να μεταβάλλει την έκβαση της αναμέτρησης. Πραγματικά, τα ιδεολογικά διακυβεύματα της ‘μάχης’, τα ταξικά επίδικα είναι κρίσιμα για το ίδιο το μέλλον και την εξέλιξη του Βρετανικού κεφαλαιοκρατικού σχηματισμού. Στο στρατόπεδο του ‘remain’ τον τόνο τον δίνει το χρηματιστικό κεφάλαιο ως η ηγεμονική μερίδα του συνασπισμού εξουσίας, το οποίο θέτει με έντονο, ‘φορτισμένο’ και ιδεολογικά οξύ τρόπο την αναγκαιότητα παραμονής της Μεγάλης Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κατ’ επέκταση στην ευρωπαϊκή καπιταλιστική αγορά.

Ο ευρωπαϊκός ‘χώρος’, εντός του οποίου επιτελείται η ανάπτυξη συγκεκριμένων παραγωγικών σχέσεων, προσλαμβάνει ‘νέα’ ποιοτικά χαρακτηριστικά. Όπως επισημαίνει η Ιφιγένεια Βαμβακίδου: «Το διευθυντήριο των Βρυξελλών φαίνεται να εντατικοποιεί την εκμετάλλευση των εργαζομένων, τόσο σε επίπεδο ωραρίου όσο και σε ζητήματα μισθολογίου ή περιορισμού του χρόνου ανάπαυσης». Μία τέτοια «ποιοτική» αύξηση της εκμετάλλευσης δύναται να διαφοροποιηθεί από σχηματισμό σε σχηματισμό, ανάλογα με τη θέση του στον καταμερισμό της εργασίας καθώς και με την ένταση και το «βάθος» εκδίπλωσης των «ροών» της κρίσης. Η εγκάρσια τομή μεταξύ απόσπασης σχετικής και απόλυτης υπεραξίας επανέρχεται στον ίδιο τον «πυρήνα» του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής.

Τώρα, με τους δικούς του ταξικούς-ιδεολογικούς όρους το χρηματιστικό κεφάλαιο δύναται να επηρεάσει την εξέλιξη και τον ‘προσδιορισμό’ της όλης ‘σύγκρουσης’: τυχόν έξοδος της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση δύναται να θέσει σε κίνδυνο την προνομιακή θέση του Λονδρέζικου City ως του κατεξοχήν χρηματιστηριακού-οικονομικού κέντρου της Ευρώπης, που, σε αυτή την περίπτωση νοείται ως ‘οικονομικός ‘χώρος’ κεφαλαιοκρατικής εμβάθυνσης.

Μία τέτοια διαδικασία θα πλήξει στο σύνολο του τον Βρετανικό κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό. Επρόκειτο για μία ‘υπενθύμιση’ της διασφάλισης που δύναται να παράσχει η ιμπεριαλιστική Ευρωπαϊκή Ένωση κύρια όσον αφορά τη θέση του Βρετανικού καπιταλισμού στο ‘πεδίο’ του ελεύθερου ενδοακαπιταλιστικού-ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, τη θέση του στον ευρωπαϊκό, ευρύτερα (και αυτή η παράμετρος είναι ιδιαίτερα κρίσιμη) στον παγκόσμιο καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας.

Η ικανότητα-δυνατότητα της ηγεμονικής μερίδας του Βρετανικού κεφαλαίου να συγκροτήσει μία διευρυμένη κοινωνική συμμαχία θα διαδραματίσει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην έκβαση του δημοψηφίσματος, εκεί όπου θα αποκρυσταλλωθεί η κίνηση των κοινωνικών τάξεων και μερίδων τάξεων. Προς αυτή τη στάση διαφαίνεται να κλείνουν και άλλες μερίδες του αστικού μπλοκ εξουσίας. To διακύβευμα για την παραμονή ή όχι της Γηραιάς Αλβιώνας στην ευρωπαϊκή ‘οικογένεια’ είναι βαθιά ταξικό στο βαθμό ακριβώς που σχετίζεται με την προσίδια υλικότητα των συμφερόντων, με την εξέλιξη, το ρόλο και τη θέση του Βρετανικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού.

Ως μέρος και ως όλον ταυτόχρονα, ‘υποκειμενοποιείται’ ταξικά , ανανοηματοδοτείται πολιτικά, ‘εργαλειοποιείται’ ιδεολογικά, διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις για την αποκρυστάλλωση του ως αυτό που πραγματικά είναι: φίλτρο και ‘δείκτης’ των εξελίξεων στην καπιταλιστική Ευρώπη της κρίσης και στην Ευρώπη της καπιταλιστικής κρίσης, εκεί όπου διαπλέκονται οι μνήμες και οι αφηγήσεις μίας «σταυροφορίας υπέρ της (ταξικής) αλλαγής». Το City του Λονδίνου δεν είναι απλά το μεγαλύτερο χρηματοπιστωτικό-οικονομικό κέντρο της Ευρώπης, είναι το ιδιάζων πεδίο όπου συναρθρώνονται η υποκειμενοποίηση της εργασίας (εκμετάλλευσης) και η αντικειμενοποίηση του κέρδους ως ‘τοτέμ’, ‘πεδίο’ ροής κεφαλαίων και κλαδικών αφηγήσεων, ‘στάση’ μπροστά στην κρίση, ‘στάση’ μπροστά στο δίπολο παραγωγικότητα-ανταγωνιστικότητα.

Τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, το Συντηρητικό και το Εργατικό, έχουν ταχθεί υπέρ της παραμονής της χώρας στον θεσμικό πυρήνα της Ενωμένης Ευρώπης, και από αυτή την άποψη θέτουν το όλο ζήτημα με τους όρους μίας ιδιότυπης ‘οικονομοποίησης’ & θεσμοποίησης: Σε αυτή την περίπτωση και σε περίπτωση εξόδου, αφενός μεν διακυβεύεται ο ζωτικός χώρος της Βρετανικής οικονομίας, αφετέρου δε τίθεται υπό αμφισβήτηση ο θεσμικός-θεμελιώδης πυρήνας της Βρετανικής κοινωνίας: το Εθνικό σύστημα Υγείας (το περίφημο National Health System), το εκπαιδευτικό σύστημα, την πρωτεϊκή καταστατική συγκρότηση, ήτοι την αρχιτεκτονική του κομματικού-πολιτικού συστήματος.

Η τομή μεταξύ παραμονής και εξόδου της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση προκαλεί ανακατατάξεις και ανασυνθέσεις στο εσωτερικό των δύο μεγαλύτερων Βρετανικών πολιτικών κομμάτων. Με έναν ιδιαίτερο τρόπο, η ‘οικονομοποίηση’- θεσμοποίηση της όλης διαπάλης για τον συνασπισμό του ‘Remain’ θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στο εξής: η προοπτική δεν μπορεί να είναι παρά το τρίπτυχο Ευρώπη! Ευρώπη! Ευρώπη!, παρά τις ατέλειες και τις δομικές της στρεβλώσεις.

Μία ιδιαίτερη παράμετρος που δεν δύναται να ‘συλλάβουν’ οι δημοσκοπήσεις, ‘υπόγεια’ αλλά πολιτικά-ιδεολογική καθοριστική είναι η συσχέτιση του Εργατικού κόμματος με τα εργατικά συνδικάτα που είναι ακριβώς η δυνατότητα αναπαραγωγής του στο εσωτερικό του συνδικαλιστικού κινήματος. Αυτή η συσχέτιση συγκρότησης-αναπαραγωγής-συνδικαλιστικής δουλειάς με επίδικο την ψήφο στο δημοψήφισμα είναι κρίσιμη, από τη μία πλευρά στο βαθμό που δεικνύει προς την πλευρά της ‘εργατικής παραδοσιοκρατίας’, ενός Βρετανικού εργατικού ‘κεντρισμού’, από την άλλη πλευρά στο αν διαφανούν εγκάρσιες τομές στο εσωτερικό αυτής της σύνθετης συσχέτισης, και στο αν εκφραστούν στην ψήφο.

Στο στρατόπεδο του ‘Leave’, η ”σύγκρουση’ επικαθορίζεται από την τομή μεταξύ εθνοκεντρισμού ιδιότυπου οικονομικού-ιδεολογικού ρατσισμού και ‘προστατευτισμού) και μίας πολιτισμικής πράξης που συνιστά το ‘μοναδικό’ και ιδιαίτερο πρόσωπο της Βρετανίας στην Ευρώπη και στον κόσμο. Ουσιαστικά, γίνεται λόγος για την ανάγκη ανασύνθεσης και επανεγγραφής της Βρετανικής οικονομικής-πολιτισμικής ταυτότητας σε συνθήκες περαιτέρω διεθνοποίησης του κεφαλαίου. Το ‘σύνδρομο’ του Πολωνού μετανάστη κατατρύχει τμήμα του κομματικού φάσματος, καθώς και συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις και μερίδες τάξεων.

Εδώ σημαντικό ρόλο διαδραματίζει όχι η αριθμητική σύνθεση και η οργανωτική σκευή του κόμματος της Ανεξαρτησίας αλλά κύρια η ‘ιδεολογικοποίηση της δράσης του, η συστηματική ιδεολογική κίνηση οικονομικού και μη ρατσισμού που δύναται να επηρεάσει και ένα τμήμα του μπλοκ των λαϊκών-υποτελών τάξεων. Η κίνηση των κοινωνικών τάξεων και των μερίδων τάξεων αντανακλά τα επίδικα του δημοψηφίσματος, σε μία σύγκρουση όπου εμπλέκονται και ιδεολογικοί μηχανισμοί (βλέπε ΜΜΕ).

Το μείζον ζήτημα είναι καταδείξει τις ανάγκες-διακυβεύματα του το καθεαυτό Βρετανικό προλεταριάτο, (και οι οργανώσεις του) στον τρόπο που ‘ανασυγκροτείται’ εσωτερικά, στον τρόπο που προσλαμβάνει το όλον, την κρίσιμη στιγμή που η στρατηγική της λιτότητας κανονικοποιείται, η επισφάλεια θεσμοποιείται.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *