Μήπως η βιολογία είναι ιδεολογία;… 

Μήπως η βιολογία είναι ιδεολογία;

 

Oι σεξουαλικές πρακτικές ως κοινωνικές και πολιτισμικές πρακτικές 

 

 

του Θανάση Αλεξίου

 

 

 

 

 

Κατά κάποιο τρόπο  τα δικαιώματα (ανθρώπινα, ατομικά κ.ο.κ.) που περιβάλλουν τους βιόκοσμους αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης (οικογένεια, προσωπικές σχέσεις κ.λπ.) συγκροτούν νομικο-θεσμικά στην αστική κοινωνία τον «ιδιωτικό χώρο». Η προστασία αυτού του χώρου συνιστά την «αναγκαία παραχώρηση»  από μεριάς του κεφαλαίου, στα άτομα, καθώς η κοινωνική εργασία που εδώ προσφέρεται (οικιακή εργασία, εργασία φροντίδας και ανατροφής) απαιτεί τέτοια ποιοτικά χαρακτηριστικά που μόνο άτομα που αισθάνονται ελεύθερα και ιδιωτικά, κυριολεκτικά «σαν στο σπίτι τους»,  μπορούν να προσφέρουν. Ακριβώς επειδή πρόκειται για ποιοτική εργασία το κράτος ή, το κεφάλαιο αρνούνται εξαιτίας του δυσανάλογου κόστους να την αναλάβουν.

Έτσι η κοινωνική αναπαραγωγή, παρόλο που είναι μια κρίσιμη κοινωνική λειτουργία, την οποία θα όφειλε να την αναλάβει εξ’ ολοκλήρου η κοινωνία (κοινωνικοποίηση), αυτή αφήνεται στα άτομα (οικογένεια κ.ά.). Θεωρείται δηλαδή ιδιωτική υπόθεση. Το γεγονός αυτό συνδέει επίσης τις σεξουαλικές πρακτικές με την αναπαραγωγική λειτουργία.   Ωστόσο τα δικαιώματα που αφορούν στον άνθρωπο ή, στο άτομο (προσωπικές εκφράσεις και συμπεριφορές), προέκυψαν πρωτίστως μέσα από σκληρούς κοινωνικούς αγώνες, είτε πρόκειται για τα ανθρώπινα δικαιώματα, είτε πρόκειται για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα (ψήφος, συνδικαλιστική οργάνωση, 8ωρο, προστασία μητρότητας κ.λπ.). Συνεπώς αποτελούν και «θυλάκους προστασίας» της ζωής και της  προσωπικότητας των ατόμων. Δεν χρειάζεται να υπενθυμίσουμε εδώ την καταστολή σε οτιδήποτε «νεωτεριστικό» (αντισυμβατικό) στη συμπεριφορά και στο ντύσιμο από τον χωροφύλακα (Νόμος 4000 περί τεντιμποϊσμού) τις δεκαετίες ΄60 και ΄70 στην Ελλάδα. Αυτά συνιστούν κατά κάποιο τρόπο «χώρους», -ας χρησιμοποιήσω την έννοια «ετεροτοπίες»- για να κινούνται και να ζουν «ελεύθερα» τα άτομα.

Βεβαίως αυτοί οι χώροι αποτελούν και βιόκοσμους αναπαραγωγής του κοινωνικού σώματος (εργατικής δύναμης) και ως εκ τούτου θα ενδιαφέρουν, εφόσον η ανθρώπινη εργασία είναι που παράγει τον «πλούτο των εθνών», και το κράτος. Είναι η στιγμή που «πολιτικοποιείται» το σεξ (M. Foucault), αφού εμπλέκεται άμεσα στην αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Είναι η περίοδος της Βιομηχανικής Επανάστασης και της εμπέδωσης δομών μισθωτής εργασίας (καπιταλισμός), όπου σε αναφορά με τη δημόσια σφαίρα που καταλαμβάνεται από το κράτος, διαμορφώνεται μια ιδιωτική σφαίρα αναπαραγωγής με κύριο φορέα την ετερόφυλη οικογένεια.

Έτσι σεξουαλικές πρακτικές που αποκλίνουν από το κυρίαρχο οικογενειακό πρότυπο που στο πλαίσιο των προκαπιταλιστικών κοινωνιών συνυπήρχαν με τα διευρυμένα  οικογενειακά μορφώματα, όπως οι ομοερωτικές, απαξιώνονται και «ιατρικοποιούνται» ως «διαστροφή», ως «αφύσικες» κ.ο.κ. Για το κεφάλαιο που  επιζητούσε την απρόσκοπτη τροφοδότηση της παραγωγικής διαδικασίας με εργατική δύναμη, το πρωτεύον, ήταν η διασφάλιση της αναπαραγωγής της. Σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε να διασαλευτεί αυτή η σχέση, πόσο μάλλον όταν η ετερόφυλη οικογένεια που μέσω του οικογενειακού δικαίου άρχισε να «κατασκευάζεται», αποδεχόταν πλήρως ιδεολογικά αλλά και συναισθηματικά αυτή τη λειτουργία (ιδεολογία του οικογενεισμού). Κατά κάποιο τρόπο αυτή φαινόταν να διασφαλίζει, -σ’ ένα κόσμο πλήρως εμπορευματοποιημένο και πραγμοποιημένο-, τη βιοψυχική και συναισθηματική ισορροπία των ατόμων, δηλαδή της εργατικής δύναμης. Ουσιαστικά η οικογένεια άρχισε να λειτουργεί, εν μέσω αγοραίων και ανταλλακτικών σχέσεων, ως το «λιμάνι σε έναν άκαρδο κόσμο) (Ch. Lash).

Εκ των πραγμάτων οι οικογενειακές μορφές και κατ’ επέκταση οι σεξουαλικές πρακτικές θα ενδιέφεραν επίσης το κεφάλαιο με τις οικογένειες (ετερόφυλες) να αναλαμβάνουν, για τους λόγους που μόλις εξηγήσαμε, «πρόθυμα» αυτά τα κόστη για την ανατροφή και αναπαραγωγή (οικονομικό, κοινωνικοποίηση, ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη κ.λπ.). Τώρα μάλιστα με το Σύμφωνο Συμβίωσης είναι και οι ομόφυλες οικογένειες που προθυμοποιούνται να επιμεριστούν το ανάλογο κόστος. Στην πραγματικότητα το κεφάλαιο δεν έχει κάποιο «κόλλημα» με τις σεξουαλικές πρακτικές, αρκεί να μην παρεμποδίζεται η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Επομένως μέσα από την ιδεολογία του οικογενεισμού, μια λειτουργία της κοινωνίας, -όπως είναι η αναπαραγωγή (βιολογική, κοινωνική κ.λπ.), ιδιωτικοποιήθηκε. Επομένως η οικογένεια και πολύ περισσότερο η συζυγική έχει μια ιστορικότητα που δείχνει πως τόσο η οικογένεια όσο και η ετερόφυλη σεξουαλική πρακτική που την διαπερνά έχουν ιστορία. Είναι δηλαδή κοινωνικές σχέσεις και όχι βιολογικές.

Αλλά και αυτοί οι βιολογικοί προσδιορισμοί μέσω των  οποίων ταξινομούμε τα πράγματα έχουν την ιστορία τους, πόσο μάλλον όταν οι σχετικές αντιστίξεις (φύση/πολιτισμός, αρσενικό/θηλυκό κ.λπ.) είναι παράγωγο της ανθρώπινης σκέψης. Αυτές επέχουν κατά κάποιο τρόπο θέση αναλυτικών κατηγοριών για να προσεγγίσουμε τον πραγματικό (φυσικό) κόσμο. Είναι δηλαδή εργαλεία (σκέψης) για να κάνουμε τη δουλειά μας, εν προκειμένω για να αναλύσουμε τη φύση και την κοινωνία. Συνεπώς δεν υπάρχει οπωσδήποτε ταύτιση του γνωστικού αντικειμένου με το φυσικό αντικείμενο, αλλά προσέγγιση.

Ούτε επιτρέπεται να υποστασιοποιούμε (οντολογικοποιούμε) τις αναλυτικές μας κατηγορίες (δηλαδή τα σχήματα που φτιάξαμε για να εξετάσουμε το φυσικό αντικείμενο), εν είδη ορισμών, γιατί αυτό είναι επίσης ιδεολογία (θετικισμός κ.λπ.). Αυτό σημαίνει ότι αυτό που προσδιορίζουμε ως «φυσικό», ως «βιολογικό» κ.ο.κ. στο γνωστικό επίπεδο δεν υπάρχει οπωσδήποτε και στην πραγματικότητα (φυσικό αντικείμενο). Συνεπώς είναι υπαρκτός ο κίνδυνος η βιολογία να λειτουργήσει σε ιδεολογία. Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι ήταν ο ανθρωπολόγος (δομιστής) Κλ. Λεβί-Στρος, ο οποίος στην προσπάθειά του να εξηγήσει την «πρωτόγονη σκέψη» με οικουμενικούς όρους, ενέγραψε αυτές τις αντιστίξεις/δυϊσμούς, -(πρωτόγονος/πολιτισμένος, φύση/πολιτισμός, άντρας/γυναίκα, ωμό/ψητό κ.ο.κ.)-, διϊστορικά (δηλαδή εξωϊστορικά) στον ανθρώπινο νου. Ως αυτός να λειτουργούσε, πάντοτε, ανεξάρτητα από τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες,  έτσι από τη φύση του.

Από την άλλη τα άτομα, όπως και οι συμπεριφορές τους και οι πρακτικές τους (κοινωνικές, σεξουαλικές κ.ά.) είναι ένθετες σε κοινωνικές σχέσεις. Αν ιστορικοποιήσουμε, λοιπόν, την οικογένεια, το άτομο και φυσικά το ενδιαφέρον του κράτους και του κεφαλαίου για το σεξ (δηλαδή για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης), δεν μένει και πολύ βιολογία, εκτός από το κοινωνικό που ανάδρασε με  το βιολογικό και το μετασχημάτισε. Με αυτή την έννοια η ιστορία των σεξουαλικών πρακτικών είναι άρρητα συνδεμένη με την ιστορία του κοινωνικού. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι ενώ το σεξ ως λειτουργία του οργανισμού δεν έχει ιστορία, η σεξουαλικότητα έχει ιστορία (D. Halperin), καθώς αυτή προσδιορίζεται ανάλογα με το κοινωνικό και πολιτιστικό συγκείμενο διαφορετικά. Συνεπώς η σεξουαλικότητα εμφανίζεται όταν οι άνθρωποι νοηματοδότησαν με συγκεκριμένους τρόπους τα σεξουαλικά ένστικτα που υπήρχαν πάντοτε στους οργανισμούς.

Σε κάθε περίπτωση τα δικαιώματα, μεταξύ άλλων, και ο σεξουαλικός αυτοπροσδιορισμός, η αλλαγή φύλου κ.λπ. προασπίζουν ανθρώπους από την καταπίεση και την καταστολή τους κράτους, ή, τον προπηλακισμό από μια αυτόκλητη «αστυνομία ηθών». Αν οι άνθρωποι βιώνουν το σώμα τους διαφορετικά από τους συμβατικούς κοινωνικούς ρόλους, ή την επιτέλεσή τους (π.χ. να το παίζουμε «άντρες», «γυναίκες» κ.λπ.), και «δεν τους βγαίνει» (γιατί καταπιέζονται) δεν μένει τίποτε άλλο από το να αποδεσμευτούν από αυτούς.

Συνεπώς και εφόσον η κοινωνία θέλει ελεύθερους ανθρώπους, αυτή οφείλει να διευκολύνει,  προσφέροντας γνώση, μέσα και πόρους. Εδώ, στην περίπτωση των ομοφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλων, τρανς (διαφυλικών) κ.ά., και εκείνων που ζητούν αλλαγή φύλου δεν έχουμε να κάνουμε με «παρεκκλίνουσες» συμπεριφορές που χρήζουν ψυχιατρικής βοήθειας, αλλά για καθόλα θεμιτούς τρόπους αποδέσμευσης  και απελευθέρωσης από καταπιεστικούς κοινωνικούς ρόλους και επιτελέσεις. Εξάλλου, όπως είδαμε παραπάνω οι βιολογικοί ορισμοί της σεξουαλικότητας, απότοκο των ρηματικών πρακτικών (ορισμών) της θετικιστικής παράδοσης, μετατρέπονται σε ιδεολογία, όταν ανάγουν κοινωνικές και πολιτισμικές πρακτικές στη βιολογία. Είναι άλλο το ζήτημα του κοινωνικού υποκειμένου και των σχέσεων εκμετάλλευσης που μόνο με όρους αλλαγής του τρόπου κοινωνικής οργάνωσης της εργασίας και των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής μπορεί να τεθεί, και άλλο οι σχέσεις καταπίεσης, μεταξύ αυτών και οι έμφυλες, οι διαφυλικές κ.ο.κ. που μπορούν να τεθούν και να αντιμετωπιστούν ακόμη και στο υφιστάμενο σύστημα κοινωνικών σχέσεων (αστικό-καπιταλιστικό).

Σε μεγάλο βαθμό η σύγχυση αυτή δημιουργείται, επειδή μεταμοντέρνες και αποδομιστικές προσεγγίσεις φετιχοποιούν την διαφορά, ορίζοντας τις αντίστοιχες  ομάδες  που την φέρουν, ως τα κοινωνικά υποκείμενα. Κι φυσικά δεν μπορεί να μην υπογραμμιστεί, μεταξύ άλλων, το γεγονός πως μεγάλο μέρος των ευρωπαϊκών προγραμμάτων στις κοινωνικές επιστήμες χρηματοδοτούν με ιδιαίτερη γενναιοδωρία  στις σπουδές φύλου και τις πολιτισμικές σπουδές (ετερότητα, διαφορετικότητα κ.λπ.). Την ίδια στιγμή η χρηματοδότηση ερευνών για τις κοινωνικές ανισότητες και την ταξική ανάλυση των κοινωνιών δεν είναι «επιλέξιμες». Έμμεσα αλλά σαφώς υποδηλώνεται επίσης πως οι σχέσεις εκμετάλλευσης έχουν υποχωρήσει, επομένως έχει υποχωρήσει και η αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας που έδινε ταξικά υποκείμενα (κοινωνικές τάξεις). Δεν υπάρχει σήμερα εργατική τάξη παρά μόνο μεσαία στρώματα. Επομένως, σύμφωνα με αυτές τις αντιλήψεις που είναι κυρίαρχες στο χώρο των κοινωνικών επιστημών, το ταξικό ζήτημα έχει μετεξελιχτεί σε πολιτισμικό που επικεντρώνεται πλέον στις πρακτικές δόμησης ταυτότητας και υποκειμενικοποίησης.

Αν η οικογένεια, όπως και οι συμβατικές σεξουαλικές πρακτικές, συνιστούν, όπως δείξαμε παραπάνω, ιστορικές κατηγορίες, αυτές είναι αναμενόμενο να σβήσουν με την υποχώρηση της πατριαρχίας  και την κατάργηση του καπιταλισμού. Σε τελική ανάλυση στην αταξική κοινωνία, όταν θα εκλείψουν οι κοινωνικές συμβάσεις και οι νόρμες (οικογένεια, κοινωνικοί ρόλοι κ.ο.κ.), -εν μέρει, απόρροια και των εκμεταλλευτικών σχέσεων-, και δεν θα υφίσταται λόγος για «δικαιώματα», οι προσωπικές σχέσεις θα ορίζονται ελεύθερα από τα άτομα μεταξύ τους, όπως έδειξε σ’ ένα βαθμό η αντίστοιχη πρακτική στη Σοβιετική Ένωση στη δεκαετία του ΄20 (γάμος ομοφυλόφιλων,  εγχειρήσεις αλλαγής φύλου κ.ά.).[1] Θα μου πείτε μοιάζει ουτοπία. Όμως, έτσι πορεύτηκαν οι κοινωνίες και φτάσαμε από τους μακρινούς αιώνες της δουλείας, της δουλοπαροικίας, ως εδώ, έστω στην εποχή της «τυπικής ελευθερίας» (βλ. μισθωτή εργασία).

 

 

[1] Η Σοβιετική νομοθεσία «Διακηρύσσει την απόλυτη μη ανάμειξη του κράτους σε ζητήματα που άπτονται της σεξουαλικής ζωής, εφόσον κανείς δεν τραυματίζεται και κανενός τα συμφέρονται δεν αποτελούν αντικείμενο σφετερισμού». Παρατίθεται στο: Sherry Wolf, Sexuality and Socialism. History, Politics, and Theory of LGBT Liberation, Haymarket Books, Σικάγο 2009. (Το κεφάλαιο «The Myth of the Marxist Homophobia» του συγκεκριμένου βιβλίου έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από την Ζήνα Λιανρδοπούλου και είναι διαθέσιμο στο:http://www.elaliberta.gr).

 

 

*O Θανάσης Αλεξίου είναι καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου

 

 

 

Σημείωση: Στη φωτογραφία το διάσημο έργο «Το φιλί» του  Γάλλου γλύπτη, Φρανσουά Ωγκύστ Ρενέ Ροντέ.

 

 

 

 

http://www.imerodromos.gr/mipos-i-viologia-ine-ideologia-tou-thanasi-alexiou/

 

 

 

 

7 σχόλια

  1. Αγης Απάντηση

    Κορύφωση και κέντρο της συλλογιστικής του συγγραφέα, ότι: “Αλλά και αυτοί οι βιολογικοί προσδιορισμοί μέσω των οποίων ταξινομούμε τα πράγματα έχουν την ιστορία τους, πόσο μάλλον όταν οι σχετικές αντιστίξεις (φύση/πολιτισμός, αρσενικό/θηλυκό κ.λπ.) είναι παράγωγο της ανθρώπινης σκέψης. Αυτές επέχουν κατά κάποιο τρόπο θέση αναλυτικών κατηγοριών για να προσεγγίσουμε τον πραγματικό (φυσικό) κόσμο. Είναι δηλαδή εργαλεία (σκέψης) για να κάνουμε τη δουλειά μας, εν προκειμένω για να αναλύσουμε τη φύση και την κοινωνία. Συνεπώς δεν υπάρχει οπωσδήποτε ταύτιση του γνωστικού αντικειμένου με το φυσικό αντικείμενο, αλλά προσέγγιση”.

    Οι “αντιστίξεις”, λοιπόν, “οι σχετικές με τους βιολογικούς προσδιορισμούς” είναι “παράγωγο της ανθρώπινης σκέψης”.
    “Σχετικές αντιστίξεις” πάλι, όταν λέμε, εννοούμε τους ίδιους τους βιολογικούς προσδιορισμούς: “αρσενικό/θηλυκό κλπ”… Απλά είναι πιο “εύηχο” να λέμε: “οι αντιστίξεις είναι παράγωγο της σκέψης”, παρά αν λέγαμε: “οι βιολογικοί προσδιορισμοί είναι παράγωγο της σκέψης”.
    Στη δεύτερη περίπτωση μπορεί να φαινόταν λίγο ιδεαλιστικό… Αλλά, παρεμβάλλοντας τις “αντιστίξεις” ανάμεσα στους “βιολογικούς προσδιορισμούς” και την “ανθρώπινη σκέψη”, ο ιδεαλισμός κρύβεται κάτω από το χαλί.
    Πάνω από το χαλί τοποθετούμε και έναν “πραγματικό (φυσικό) κόσμο”, κι άντε τώρα να μαντέψει κανείς τον ιδεαλισμό τον κρυμμένο κάτω από το “αντιστικτικό” μας χαλί…
    Και βέβαια, μετά από αυτά, το έδαφος της “λογικής” είναι στρωμένο: Αφού “αρσενικό/θηλυκό κλπ” είναι “παράγωγο της ανθρώπινης σκέψης”, τότε πια τίποτα δεν εμποδίζει την εξομοίωσή τους με τον κάθε είδους “αυτοπροσδιορισμό”.

    ΥΓ Διαβάζουμε στην παραπομπή ότι: Η Σοβιετική νομοθεσία «Διακηρύσσει την απόλυτη μη ανάμειξη του κράτους σε ζητήματα που άπτονται της σεξουαλικής ζωής, εφόσον κανείς δεν τραυματίζεται και κανενός τα συμφέρονται δεν αποτελούν αντικείμενο σφετερισμού».

    Πολύ ωραία. Μόνο που η πιστοποίηση της σεξουαλικής συμπεριφοράς ως “ταυτότητας φύλου” (κατά το “βίωμα”), αποτελεί κατεξοχήν “ανάμειξη του κράτους” στο… βίωμα.
    Επίσης και ο γάμος: τι άλλο είναι αν όχι ακριβώς “ανάμειξη του κράτους”. Και θα ήταν (ο γάμος) ευθεία ανάμειξη στη σεξουαλική ζωή, αν ο πυρήνας του αφορούσε αυτήν και όχι το γεγονός ότι από αυτήν προκύπτουν παιδιά.

  2. Praxis Review Απάντηση

    Όπως καταλαβαίνεις, δεν πρόκειται εδώ να υποκαταστήσουμε τον συγγραφέα για τον τρόπο και τον σκοπό της μεθοδολογίας του. Είναι ο πιο αρμόδιος απο όλους να τοποθετηθεί για αυτό.

    Για τις θέσεις του κειμένου:

    Έχει δίκιο ο Αλεξίου ότι η θεωρία, ακόμα και η θεωρία της βιολογίας, είναι ένα σώμα «αναλυτικών κατηγοριών για να προσεγγίσουμε τον πραγματικό (φυσικό) κόσμο. Είναι δηλαδή εργαλεία (σκέψης) για να κάνουμε τη δουλειά μας, εν προκειμένω για να αναλύσουμε τη φύση και την κοινωνία. Συνεπώς δεν υπάρχει οπωσδήποτε ταύτιση του γνωστικού αντικειμένου με το φυσικό αντικείμενο, αλλά προσέγγιση».

    Επίσης είναι απόλυτα σωστό το παράκατω συμπέρασμα:

    «Ούτε επιτρέπεται να υποστασιοποιούμε (οντολογικοποιούμε) τις αναλυτικές μας κατηγορίες (δηλαδή τα σχήματα που φτιάξαμε για να εξετάσουμε το φυσικό αντικείμενο), εν είδη ορισμών, γιατί αυτό είναι επίσης ιδεολογία (θετικισμός κ.λπ.)».

    Η απάντηση στον αστικό υποκειμενισμό (εξατομικευμένες «κοινωνικές κατασκευές» χωρίς υλική σύνδεση με τον κοινωνικό και φυσικό κόσμο) δεν είναι η άλλη πλευρά τους, ο θετικισμός και ο κοινωνιοβιολογισμός («φυσικές» ανισότητες, «αντικειμενικοί» προσδιορισμοί που υποκαθιστούν θρησκευτικές αρχές με «επιστημονικές»).

    Ούτε φυσικά οι όποιοι «αντικειμενικοί προσδιορισμοί’ είναι δικαιολογία στέρησης δικαιωμάτων (ακόμα και των περιορισμένων αστικών) η «ελέγχου» τους από το αστικό κράτος η άλλους παρόμοιους φορείς ή “ψυχιατρική” αντιμετώπιση.

    Μιλάμε για τα δικαιώματα και όχι βέβαια για ιατρικές παρεμβάσεις για τις οποίες πράγματι πρέπει να υπάρχει ολόπλευρη ενημέρωση του ατόμου απο το κράτος χωρίς καμία επιβάρυνση.Ξεκαθαρίζεται γιατί διάφοροι ακροδεξιοί το πάνε συνέχεια εκεί το θέμα, με την ελπίδα ότι έτσι θα σοκαριστεί ο κάθε υποκριτής «κύρ Παντελής» που πηγαίνει κάθε κυριακή στην Εκκλησία και τις υπόλοιπες μέρες διεξάγει την γνωστή «χριστιανική» ζωή. Για το ιερατείο ας μην μιλήσουμε καλύτερα. Φυσικά εδώ υπάρχουν και άλλα αστικά ψευτοπροοδευτικά ρεύματα που ισχυρίζονται διάφορα.

    Πρόκειται για διαφορετικές εκδοχές της αστικής ιδεολογίας, ενιαίες και αντιπαραθετικές όμως απέναντι σε μια υλιστική αντίληψη και της φύσης και της ιστορίας, που αναγνωρίζει την ενότητα φυσικού και κοινωνικού κόσμου, όμως με τελείως διαφορετικό τρόπο απο ότι η αστική μεταφυσική. Μιά αντίληψη που, τόσο τον κοινωνικό όσο και τον φυσικό κόσμο, τον αντιμετωπίζει συνδεδεμένο και καθορισμένο αλλά σε κατάσταση αέναης κίνησης με αλλαγές στην διάρκεια της εξέλιξης και εγγενείς αντιφάσεις.

    Για αυτό και τα συμπεράσματα είναι τρόποι προσέγγισης των κοινωνικών και φυσικών φαινομένων, ανοιχτά στην επαλήθευση, ανάπτυξη και κριτική, επηρεασμένα απο τον ιστορικό χαρακτήρα και την ταξική θέση και θεωρία αυτών που τα διατυπώνουν και δεν ταυτίζονται πάντα με αυτά τα φαινόμενα.

    Αλλιώς, η θρησκεία γίνεται «επιστήμη» και η «επιστήμη» γίνεται θρησκεία. Και το κάθε συμπέρασμα της επιστημονικής έρευνας μετατρέπεται όχι σε ζωντανή, διαλεκτική (δηλαδή επαναστατική) γνώση αλλά σε υπεριστορικό «αξίωμα», ανάλογο των «γραφών».

    Το ίδιο ισχύει για όλα τα ζητήματα, το ίδιο ισχύει και για το θέμα των «φύλων». Για αυτό και οι θέσεις της Οκτωβριανής Επανάστασης και της Σοβιετικής νομοθεσίας αμέσως μετά απο αυτήν, είναι σήμερα εξαιρετικά επίκαιρες (και σε αυτό το θέμα)….

    Για τα υπόλοιπα, έχει γίνει συζήτηση και σε προηγούμενη ανάρτηση του ιστολογίου, οπότε παραθέτουμε μόνο τον σύνδεσμο:

    https://praxisreview.gr/περί-ομοφυλοφιλίας-και-αναπαραγωγής4/#comment-126

  3. Θανάσης Αλεξίου Απάντηση

    Πληροφορήθηκα από τον διαχειριστή του Praxis Review πως υπήρχε σxολιασμός στο άρθρο μου Mήπως η βιολογία είναι ιδεολογία; Θα ή θελα να σας ευχαριστήσω για τα σχόλια.

    Σε μεγάλο βαθμό το σχόλιο του Praxis Review αποδίδει τα πράγματα όπως τα εννοούσα.
    Όσον αφορά το σχόλιο του Αγη θα έλεγα πως οφείλουμε να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στην “κατασκευή” εννοιών που ως αναλυτικά εργαλεία μας βοηθούν να εξετάζουμε τα πράγματα. Κυρίως οφείλουμε να γνωρίζουμε το επιστημολογικό και επιστημονικό-μεθοδολογικό φορτίο μιας έννοιας. Να γνωρίζουμε δηλαδή από ποιο Παράδειγμα την πήραμε για να ξέρουμε πως να την χρησιμοποιούμε. Να ξέρουμε, δηλαδή, το πεπερασμένο της. Αλλιώς κάνουμε ιδεολογία.

    Ωστόσο, χωρίς να ξεφύγουμε σε ένα ριζοσπαστικό κοντρουκτιβισμό (που είναι ανιστορικός), δηλαδή να θεωρήσουμε πως όλα είναι “κατασκευή”, ακόμη και η φύση κ.ο.κ., οφείλουμε να αναδείξουμε την ιστορικότητα τόσο των φαινομένων (οικογένεια, σεξουαλικές πρακτικές κ.λπ.), όσο και των κατηγοριοποιήσεων-αντιστοίξεων (φύση-πολιτισμός, αρσενικό-θηλυκό κ.λπ.), μέσω των οποίων προσλαμβάνουμε την πραγματικότητα.Στη συλλογιστική πάντοτε πως η κοινωνική εξέλιξη εγκαλεί την ανθρώπινη σκέψη, επομένως και την επιστημονική. Στο επίπεδο αυτό τώρα (γνωστικό) αξιολογούνται τα πράγματα και παράγονται οι έννοιες (μεθοδολογικές κατηγορίες). Επομένως μπορεί να υπάρχει διάσταση ανάμεσα στο γνωστικό αντικείμενο και στο φυσικό αντικείμενο. Μπορεί δηλαδή η πραγματικότητα να διαφεύγει της μεθόδου και των εννοιολογήσεων.

    Εξάλλου η επιστήμη ως θεσμική πρακτική στο υφιστάμενο σύστημα κοινωνικών σχέσεων δεν είναι πάντοτε “αντικειμενική”. Νομίζω πως οι παρακάτω σκέψεις του Φ. Ένγκελς δείχνουν την ιστορικότητα των Παραδειγμάτων, αλλά και των ανομολόγητων ιδεολογικών παραδοχών που εμπερικλείουν οι έννοιες “φύση”, “κοινωνία” κ.λπ.: Γράφει ο Ένγκελς: «Η όλη δαρβινική διδασκαλία του αγώνα για την επιβίωση είναι απλώς μια μετάθεση από την κοινωνία στην έμβια φύση του δόγματος του Χομπς bellum m omnium conrta omnes και του αστικού-οικονομικού δόγματος του ανταγωνισμού, μαζί με τη θεωρία του Malthus περί πληθυσμού. Όταν πια αυτό το ταχυδακτυλουργικό κόλπο έχει συντελεστεί…οι ίδιες θεωρίες ξαναμεταφέρονται από την ενόργανη φύση πίσω στην ιστορία, και ο ισχυρισμός τώρα είναι ότι η εγκυρότητα τους ως αιώνιων νόμων της ανθρώπινης κοινωνίας, έχει αποδειχθεί» (παρατίθεται από τον ανθρωπολόγο M. M. Sahlins, Χρήσεις και καταχρήσεις της βιολογίας, εισαγ. Α. Μπακαλάκη, 1997, σ. 144-45).

    Παρεμπιπτόντως το Σοβιετικό κράτος, στη δεκαετία του ’20, κοινωνικοποιεί την λειτουργία της κοινωνικής αναπαραγωγής και αναλαμβάνει το κόστος. Πάραυτα οι σεξουαλικές πρακτικές αποδεσμεύονται από την αναπαραγωγική λειτουργία, γεγονός που επιτρέπει αυτές να οριστούν πλέον, ελεύθερα, στην ενδοχώρα των προσωπικών σχέσεων, ακόμη και ως βιώματα. Ενήλικοι είναι, ας κάνουν ότι νομίζουν, αρκεί να μην καταπιέζουν άλλα άτομα.

    ευχαριστώ για τη φιλοξενία

  4. Αγης Απάντηση

    Αφενός, βέβαια, δεν τίθεται ζήτημα υποκατάστασης του συγγραφέα. Απλά εκτίθεται ένα κείμενο με ορισμένες θέσεις και επ’ αυτού και ο σχολιασμός.
    Αφετέρου, δεν έχω κι εγώ κάποιο χόμπυ σχολιασμού, ίσα-ίσα για λόγους προσωπικού χρόνου θα ήθελα να είμαι σε θέση να τον αποφεύγω, ή να “απεμπλέκομαι” από αυτόν το συντομότερο δυνατό, αλλά να που εμφανίζονται αφορμές (όπως σχετικά με αυτό το κείμενο) που τις “εισπράττω” σαν προσωπική ανάγκη (σχολιασμού) παρά τις αντίθετες προθέσεις μου.

    Επί της ουσίας:

    “Αναλυτικές κατηγορίες για να προσεγγίσουμε τον πραγματικό (φυσικό) κόσμο”, είναι όλες οι έννοιες, οι οποίες – όλες – είναι ανθρώπινες έννοιες, και ως τέτοιες είναι “παράγωγα της ανθρώπινης σκέψης”, και οι οποίες εκφράζονται με λέξεις. Αυτό ισχύει και για τις πιο στοιχειώδεις έννοιες: γη, νερό, αέρας, φωτιά. Και σ’ αυτές, τις στοιχειώδεις, πράγματι, “δεν υπάρχει οπωσδήποτε ταύτιση του γνωστικού αντικειμένου με το φυσικό αντικείμενο, αλλά προσέγγιση”. Και μπορούμε να πούμε, πράγματι, ότι “δεν υπάρχει οπωσδήποτε ταύτιση του γνωστικού αντικειμένου”, της γης και του αέρα, με την γη και τον αέρα ως φυσικά αντικείμενα. Ή ότι “δεν επιτρέπεται να υποστασιοποιούμε (οντολογικοποιούμε) την αναλυτική μας κατηγορία”, του νερού ή της φωτιάς, “εν είδη ορισμών, γιατί αυτό είναι επίσης ιδεολογία (θετικισμός κ.λπ.)”, τουλάχιστον αν με αυτό εννοούμε ότι ο ορισμός μας για το φυσικό αντικείμενο δεν “είναι” το φυσικό αντικείμενο…

    Δεν είναι εκεί το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι όταν, την “όχι οπωσδήποτε ταύτιση” και την “μη υποστασιοποίηση (οντολογικοποίηση) της αναλυτικής κατηγορίας” τις χρησιμοποιούμε προς το σκοπό της άρνησης του φυσικού αντικειμένου, το οποίο η αναλυτική μας κατηγορία εκφράζει, περιγράφει, αντανακλά (τέλεια ή παραμορφωτικά) ή έστω διαθλά.
    Και όταν, στη θέση τής, με αυτόν τον τρόπο, απο-υποστασιοποίησης του ίδιου του φυσικού αντικειμένου, οδηγούμαστε στην οντολογικοποίηση της υποκειμενικής “αίσθησης” και “εμπειρίας”, ή ακόμα και της αναλυτικής κατηγορίας που εξ ορισμού δεν εκφράζει την φυσική πραγματικότητα. Στην μια περίπτωση μπορούμε έτσι να αρνούμαστε ως φυσική πραγματικότητα την “αντίστιξη αρσενικού/θηλυκού” και να οντολογικοποιούμε το ατομικό “βίωμα” το σχετικό με τη σεξουαλικότητα, στη δεύτερη περίπτωση μπορούμε έτσι να αρνούμαστε την φυσική πραγματικότητα γενικά και να οντολογικοποιούμε τον “Θεό”. Δεν αποφεύγουμε, βέβαια, έτσι τον θετικισμό, αλλά αντίθετα καταλήγουμε ξανά σε αυτόν (και μάλιστα στον “νεότατο”) ή και πέρα από αυτόν, είτε στην “υποκειμενική” είτε στην “αντικειμενική” του εκδοχή: είτε προς το “Εγώ” είτε προς τον “Θεό”, είτε απλώς στη χυδαιότητα του “πραγματισμού”.

    Οι διαθέσιμες αναλυτικές κατηγορίες μιας εποχής υπαγόρευαν την θέση ότι ο ήλιος (και το σύμπαν) κινείται γύρω από τη γη. Η γνωστική αποκατάσταση της φυσικής πραγματικότητας, όταν οι αναλυτικές κατηγρίες επέτρεψαν την γνώση της περιστροφής της γης στον άξονά της, δεν ήρθε για να αναιρέσει την προηγούμενη προσέγγιση μιας καθορισμένης σχέσης κίνησης μεταξύ γης – ήλιου (ή έναστρου θόλου, γενικότερα), αλλά για να τελειοποιήσει, να διορθώσει, την γνώση μας της φυσικής πραγματικότητας που συνίσταται σε αυτήν την καθορισμένη σχέση: Μια περίπτωση όπου το “βίωμα”, αλάθευτο ως προς τη σχέση που περιγράφει, ήταν ωστόσο λανθασμένο το ίδιο. Και όπου ως “βίωμα” (το γαιοκεντρικό σύμπαν) οδηγούσε κατευθείαν στον θεό, η δε ανατροπή του σήμανε την επαναλαμβανόμενη πια υποχώρηση της εκκλησίας σε θέσεις του είδους: “και το μη γαιοκεντρικό σύμπαν είναι κι αυτό θέλημα θεού…” κ.ο.κ..
    Έως τότε, λέει ο Φόιερμπαχ, ο “Θεός” ήταν απόλυτος μονάρχης, από τότε κι έπειτα, από την ανάπτυξη των φυσικών επιστημών, έγινε συνταγματικός μονάρχης…

    Το ότι και η επιστήμη εκφράζει μια “συνταγματική” και όχι μια απόλυτη αλήθεια, είναι υποτίθεται γνωστό σε όσους διαθέτουν υλιστική-διαλεκτική προσέγγιση της πραγματικότητας.
    Άγνωστο παραμένει μάλλον σε όσους απολυτοποιούν το “ατομικό βίωμα”, σε όσους από την όποια καθορισμένη (και προσδιορίσιμη) ανατροπή των “πατροπαράδοτων” κοινωνικών ρόλων των φύλων αναγορεύουν νέους κοινωνικούς ρόλους ή την αντίδραση στους παλιούς σε “φύλο” ή σε “επίλογη φύλου”. Σε όσους “υποστασιοποιούν” και “οντολογικοποιούν” το “βίωμα” τής ατομικότητας τής αποπροσανατολισμένης μες στην παρούσα κοινωνική ερημιά…
    …Σε όσους, (το έθιξα και στην προηγούμενη συζήτηση), είναι ουσιαστικά ανίκανοι να προτείνουν στους δεκαπεντάχρονους έναν προσανατολισμό στην επαγγελματική τους επιλογή (στην θέση τους μέσα στην κοινωνία), και αντ’ αυτού θεσμοθετούν τα 15 ως την ηλικία “επιλογής φύλου”…
    Και στη μια και στην άλλη περίπτωση πρόκειται για την εγκατάλειψη του ατόμου ως μπαίγνιου κάτω από την “τυφλή κυριαρχία της προσφοράς και της ζήτησης”, είτε άμεσα στο οικονομικό πεδίο είτε στο “παρεπόμενο” πεδίο της ηθικής (και σημειώνω: στην λέξη “δεν υπάρχει οπωσδήποτε ταύτιση” με την ηθικολογία).

  5. Αγης Απάντηση

    Βλέποντας και το σχόλιο του συγγραφέα, θα ήθελα να προσθέσω τα εξής δυο:

    Ότι οι κατηγοριοποίησεις-αντίστιξεις: φύση-πολιτισμός, αρσενικό-θηλυκό, έχουν από την πρώτη τους “στιγμή” ιστορικό περιεχόμενο, μεταβαλλόμενο στην πορεία της ιστορικής κίνησης, ωστόσο εκφράζουν ποιοτικές διαφορές ενύπαρκτες στην υλική πραγματικότητα την οποία προσλαμβάνουμε με αυτές τις κατηγοριοποιήσεις. Συνολικά, άλλωστε, η πρόσληψή μας της υλικής πραγματικότητας ως ενότητας αντιθέτων πηγάζει από την ίδια την υλική πραγματικότητα και μόνο με αυτή την έννοια μπορούμε να κάνουμε λόγο για “αντιστίξεις παράγωγες της ανθρώπινης σκέψης”.

    Και ότι η κοινωνικοποίηση της λειτουργίας της κοινωνικής αναπαραγωγής και η ανάληψη του κόστους της δεν είναι δυνατόν να αποδεσμεύουν πάραυτα τις σεξουαλικές πρακτικές από την αναπαραγωγική λειτουργία, καθόσον οι πρώτες προϋποθέτουν τις δεύτερες και γι’ αυτό είναι υποχρεωμένες να τις εντάξουν στο περιεχόμενό της. Καμιά κοινωνικοποίηση της λειτουργίας της κοινωνικής αναπαραγωγής δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αποσπασμένη από την “αναλυτική κατηγορία” της μητρότητας, και καμιά μητρότητα δεν υπάρχει χωρίς την “αναλυτική κατηγορία” της πατρότητας, αδιάφορο το πώς αυτά και η μεταξύ τους σχέση θεσμίζονται σε κάθε κοινωνικό σχηματισμό. Το αντίθετο θα σήμαινε ακριβώς θεοποίηση της επιστήμης, δηλαδή θα σήμαινε “επιστήμη” εντός εισαγωγικών. Κλείνω εδώ, παρότι πολλές οι προεκτάσεις οι αφορώσες και το επερχόμενο – για εμάς χωρίς εμάς – μέλλον.

  6. Praxis Review Απάντηση

    Ευχαριστούμε όλους για την συμβολή στην συζήτηση αλλά και για την βιβλιογραφία, που μας θύμισε κείμενα που είχαμε να κοιτάξουμε χρόνια.

    Με αφορμή και όσο συζητήθηκαν, θα προχωρήσουμε και σε σχετική ανάρτηση για την κοινωνιοβιολογία και τις διάφορες ερμηνείες της.

Γράψτε απάντηση στο Αγης Ακύρωση απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *