Το παραμύθι: «Ολυμπιακό πνεύμα» της αρχαιότητας.

 

Εισαγωγή της συντακτικής επιτροπής:

Καθώς πλησιάζουμε στην έναρξη των Ολυμπιακών αγώνων στο Ρίο, οι σημερινές κυριακάτικες εφημερίδες γεμίζουν πάλι με αφιερώματα για την ιστορία των ολυμπιακών αγώνων και κυρίως την δημιουργία τους. Και επαναλαμβάνονται τα παραμύθια για το ολυμπιακό πνεύμα, τους όρκους των αθλητών, τους συμβολισμούς της Ολυμπιακής φλόγας και του κότινου  κ.ο.κ.

Σε όλα αυτά βέβαια δεν υπάρχει τίποτα παράξενο: οι αστικές τάξεις σε όλο τον κόσμο, ενσωμάτωσαν και ανέπτυξαν, σε μορφή που να ταιριάζει στις ανάγκες και την εκμεταλλευτική ιδεολογία τους, το περιεχόμενο των Ολυμπιακών αγώνων. Περιεχόμενο που πάντα σφραγιζόταν απο την επίδειξη της έκαστοτε ταξικής εξουσίας, την διαφθορά και την συναλλαγή, τις σκοπιμότητες και τους ανταγωνισμούς των κυρίαρχων, τον εξοβελισμό των λαικών τάξεων στον ρόλο του αποχαυνωμένου θεατή.Στην περίπτωση της αρχαίας Ελλάδας τα παραπάνω συνδυάζονταν και με μια γιορτή αγριανθρωπισμού, ανάλογη του ιστορικού ρόλου της εξουσίας και της βίας στις αρχαίες δουλοκτητικές κοινωνίες.

Για την Ελληνική αστική τάξη αυτή η διαχρονική ενσωμάτωση των αγώνων πήρε βέβαια ακόμα μεγαλύτερη σημασία, αφού συνδέθηκε με τον τόπο καταγωγής των αγώνων και τα “εθνικά ιδεώδη”. Μάλιστα η σημερινή κυβέρνηση της αστικής τάξης, η κυβέρνηση της αριστεράς, πρόλαβε ήδη να προχωρήσει και στην αναβίωση των αγώνων της Νεμέας, με τελετή με παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας, σαν να μην έφταναν όλη η προπαγάνδα που υπήρχε μέχρι τώρα…………

Το κείμενο είναι τμήμα απο το βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου “Μύθος, απάτη και βαρβαρότητα οι Ολυμπιάδες”, εκδόσεις Στάχυ, σελ 15-21,36,52,54,71,77,80,88 . Οι υπογραμμίσεις δικές μας.

Το παραμύθι: «Ολυμπιακό πνεύμα» της αρχαιότητας

Οικονομικοπολιτικά συμφέροντα, διαφθορά, δωροδοκίες, μυστικές συναλλαγές, επαγγελματισμός, ντοπάρισμα, βία, βαρβαρότητα.

Τα αποκαλούμενα «ολυμπιακό πνεύμα» και «ολυμπιακό ιδεώδες» αποτελούν μύθο. Από την αρχαιότητα ως την εποχή μας κυριαρχούσαν και κυριαρχούν οικονομικοπολιτικά συμφέροντα αργυρώνητων εξουσιών και αθλητών. Οι Ολυμπιακοί της αρχαιότητας αποτελούσαν θρησκευτικές τελετές, επικήδειες εκδηλώσεις για παράγοντες της Εξουσίας, ανταγωνισμούς πόλεων διαμέσου των ολυμπιονικών, που αναδεικνύονταν «ισόθεοι», ενώ οι αθλητικοί αγώνες προβάλλονταν ως πεδίο στρατιωτικών επιδείξεων προσωπικής ανδρείας. Κάθε ελληνική πόλη φιλοδοξούσε να κερδίσει ολυμπιακές νίκες, για διασφάλιση φήμης και διακήρυξη ισχύος και ευημερίας. Η συμμετοχή στις Ολυμπιάδες δεν αποτελούσε αθλητική εκδήλωση, αλλά βίαιη αναμέτρηση για ανάδειξη νικητών που εξασφαλιζόταν με τη βαρβαρότητα και τη διαφθορά.

Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς ισχυρίζονται, ότι ο αθλητής δεν αγωνιζόταν για υλικό κέρδος, αλλά για την τιμή και τη δόξα της ολυμπιακής νίκης, που βραβευόταν με «κότινον», στεφάνι από κλωνάρι αγριελιάς. Πρόκειται για κραυγαλέο ψεύδος. Στην Ολυμπία, στόχος των αθλητών ήταν ο πλούτος και τα αξιώματα, που εξασφαλίζονταν συχνά με δωροδοκίες και μυστικές συναλλαγές μεταξύ αντιπάλων και μεταξύ αθλητών και ελλανοδικών. Ήταν συνέπεια τον ευτελισμού του αθλητισμού, που δεν αποτελούσε σωματική άσκηση, αλλά επίδειξη ισχύος. Υπαίτιοι της παρακμής του αθλητισμού και των δολιοτήτων οι αντιμαχόμενες πόλεις για πανελλαδική προβολή και για ένταξη των αθλητικών νικών στις στρατιωτικές δυνατότητες των ολυμπιονικών. Αυτή η καπήλευση θα οδηγήσει στη διάβρωση του αθλητικού ιδεώδους και στη μετατροπή του σε μέσο κερδοφόρων επιτευγμάτων.

Κατά την πρωτοεμφάνιση των Ολυμπιακών οι αθλητές που νικούσαν ανήκαν στην προνομιούχα τάξη. Είχαν τη δυνατότητα κοινωνικής και πολιτικής ανάδειξης. Αριστοκράτες οι πρώτοι ολυμπιονίκες, επειδή η συμμετοχή στους αγώνες απαιτούσε χρήμα. Η νίκη στην Ολυμπία αποτελούσε δόξα για την οικογένεια και ευκαιρία προβολής. Ένας απλός πολίτης αναδεικνυόταν σε λαμπρή προσωπικότητα. Η εξιδανίκευση των πολεμιστών και το στρατιωτικό ήθος στους αγώνες αποτελούσαν αλληλένδετη έκφραση της κυρίαρχης τάξης.

Στους ιππικούς αγώνες -αρματοδρομίες κ.λπ.- συμμετείχαν μόνο πλούσιοι και άρχοντες, που διατηρούσαν ειδικούς στάβλους και κατάλληλα άρματα και ανέθεταν στους δούλους τους να οδηγήσουν τα άλογα στην Ολυμπία. Αυτό το καθεστώς της προνομιακής συμμετοχής των ισχυρών της εξουσίας συνεχίζεται από την ομηρική εποχή ως τη συμμετοχή του Αλκιβιάδη (ε’ αιώνας π.Χ.) στις ολυμπιακές αρματοδρομίες.

Ο πάμπλουτος και αλαζονικός Αλκιβιάδης, που δαπανούσε τεράστια ποσά για ιπποτροφίες, εμφανίσθηκε στην Ολυμπία με εφτά άρματα και κέρδισε τρεις νίκες -των υψηλής ποιότητας αλόγων και αρμάτων- και διεκδικούσε πολιτική και στρατιωτική εξουσία. Μετά τις νίκες -διά μέσου των ηνιόχων του- απευθυνόμενος στους Αθηναίους διακηρύσσει: «Μου ταιριάζει περισσότερο από κάθε άλλον να ασκώ εξουσία και πιστεύω πώς είμαι άξιος». («Και προσήκει μοι μάλλον ετέρων, ώ Αθηναίοι, άρχειν και άξιον άμα νομίζω είναι».) Και υπενθυμίζει, ότι έλαβε μέρος στους αγώνες με εφτά άρματα και κέρδισε την πρώτη, δεύτερη και τέταρτη θέση. Και δηλώνει, ότι όλα αυτά προσφέρουν τιμή και δύναμη. («Νόμω γαρ τιμή τα τοιαύτα, εκ δε του δρωμένου και δύναμις άμα υπονοείται», Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, Στ’ 16,2).

Μερικά παραδείγματα πολιτικής ανόδου Αθηναίων της αριστοκρατίας «νικητών» σε αθλητικούς αγώνες: Ο Κίμων, που νίκησε με τέθριππο κατέκτησε πολιτικά αξιώματα, όπως γράφει ο Ηρόδοτος (Μούσαι, Στ’ 35). Εξοστρακίστηκε, αλλά το 536 π.Χ., ύστερα από νίκη στους Ολυμπιακούς, επέστρεψε στην Αθήνα. Ο Μιλτιάδης, που νίκησε στην αρματοδρομία της Ολυμπίας διορίσθηκε διοικητής της Χερσονήσου. Ο Πεισίστρατος, με παρόμοια «αθλητική δράση», έγινε τύραννος της Αθήνας. Υπήρξε το πρότυπο για τους μελλοντικούς αριστοκράτες, που θα διεκδικήσουν την εξουσία ως ολυμπιονίκες!

Ο Κύλων, ιστορεί ο Θουκυδίδης, κατέλαβε την Ακρόπολη για να αναδειχθεί τύραννος, πιστεύοντας, ότι οι Ολυμπιακοί ήταν η μεγαλύτερη εορτή του Διός και ότι ό ίδιος, ως ολυμπιονίκης, είχε σχέση με τον αρχηγό των θεών! Είχε προηγουμένως εξασφαλίσει συναινετικό χρησμό του μαντείου των Δελφών, ως θεϊκή παραίνεση -προφανώς με δωροδοκία. Ο χρησμός τον καλούσε να καταλάβει την Ακρόπολη κατά την εορτή του Διός. («Εν Δελφοίς ανελείν ο θεός εν τη του Διός τη μεγίστη εορτή καταλαβείν την Αθηναίων ακρόπολιν», Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, Α’ 126,3).

Πάμπολλοι τύραννοι της Σικελίας ανακηρύσσονταν ολυμπιονίκες χωρίς προσωπική συμμετοχή. Χρησιμοποιούσαν αλόγα, άρματα και δούλους ηνιόχους. Πασίγνωστοι, ωστόσο, ποιητές υμνολογούσαν αυτούς τους τυράννους. Ήταν τα λεγόμενα επινίκια. Όλα αυτά τα ποιήματα προσφέρονταν με πλούσιες αμοιβές. Οι νικητές καλούσαν τους ποιητές να συγγράψουν ωδές νικητήριες με άφθονο χρήμα και κάθε λογής δώρα. Όλοι οι «επίνικοι» του Πινδάρου, του Σιμωνίδη και του Βακχυλίδη αποτελούσαν καρπούς οικονομικών συναλλαγών.

Ο Ιέρων, τύραννος των Συρακουσών, έδωσε εντολή στον Πίνδαρο να συνθέσει «επίνικον» για τη «νίκη» του στην Ολυμπία. Ο Βοιωτός ποιητής δοξολογεί τον τύραννο ως κυρίαρχο ηγεμόνα αποκαλώντας τον βασιλέα! Οι κάτοικοι των Συρακουσών αποκαλούσαν τον Ιέρωνα «βασιλέα ολυμπιονίκη»! Ο Πίνδαρος εύχεται να δώσουν οι θεοί στον τύραννο δύναμη να πετάξει στον ουρανό!… (Ολυμπιονίκες, 1,6,182 κ.ε.).

Για τους τυράννους και μονάρχες οι Ολυμπιακοί αγώνες αποτελούσαν την ευκαιρία αυτοδιαφήμισης και προπαγάνδας με την εξασφάλιση πλαστών «αθλητικών νικών» με εξαγορές, απειλές και δωροδοκίες προς τους ελλανοδίκες και τους αντιπάλους τους στον στίβο. Όλοι σχεδόν οι τύραννοι και βασιλείς διεκδικούσαν ολυμπιακές νίκες στις αρματοδρομίες, επειδή διέθεταν ταχύποδα άλογα και κατάλληλα άρματα. Απέφευγαν προσωπική συμμετοχή στους αγώνες και ανέθεταν στους ηνιόχους τους την αντιπαράθεση. Βραβεύονταν όμως τελικά οι τύραννοι ιδιοκτήτες και όχι οι ηνίοχοι από τους ελλανοδίκες.

Ο τύραννος της Σικυώνος, Μύρων, «νίκησε» στους αγώνες του 648 π.Χ. και έστησε δύο χάλκινες προτομές του πλάι στο ναό του Διός. Ο Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας, που «νίκησε» σε τρεις ολυμπιακές αρματοδρομίες αφιέρωσε στον Δία ένα μνημείο το λεγόμενο «Φιλιππείον», το οποίο διακόσμησε με αγάλματα των μελών της βασιλικής οικογένειας.

Κάθε πόλη διεκδικούσε ολυμπιακές νίκες για να εξασφαλίσει δόξα και να διατυμπανίσει την ισχύ και ευημερία της. Οι αθλητές επιζητούσαν τη νίκη με όλα τα μέσα -τη βαναυσότητα και την εξαγορά- καταφρονώντας τους «κανονισμούς» και το λεγόμενο «Ολυμπιακό πνεύμα». Στους αγώνες της Ολυμπίας κυριαρχούσε η διαφθορά και η μανιακή επιδίωξη της νίκης.

Είναι ολοφάνερο, ότι ο επαγγελματισμός, η εξαγορά και οι αγριότητες των αναμετρήσεων εξευτέλιζαν τον αρχαιοελληνικό αθλητισμό. Η παρακμή και η καταρράκωση επικρατούσαν σε όλους τους αγώνες και σε όλες τις πόλεις. Τα περί ολυμπιακού πνεύματος αποτελούν χυδαία μυθοπλασία, μια ελεεινή παραμόρφωση της αλήθειας, που διά μέσου διεφθαρμένων συγγραφέων, διατηρείται και υμνολογείται επί τρεις περίπου χιλιετίες. Την εξαχρείωση εγκολπώνονται και οι αθλητές και οι πόλεις πατρίδες τους.

Στην Ολυμπία, όταν τιμωρούνταν παραβάτες αθλητικών κανονισμών, πλήρωναν χρηματικό πρόστιμο. Από τα χρήματα αυτά κατασκευάζονταν αγάλματα του Δία, οι Ζάνες, εμπρός από την είσοδο του σταδίου. (Στη φωτογραφία εικονίζεται ό,τι έχει απομείνει σήμερα από τα αγάλματα αυτά οι βάσεις τους).

Την αδήριτη εσωτερική ανάγκη επικράτησης του ενός ανθρώπου εις βάρος του άλλου, η οποία εκφράζεται κατά κυρίαρχο τρόπο με το ένστικτο της επιθετικότητας, επιχείρησαν να τιθασεύσουν δια του αθλητισμού, ο οποίος όμως στην πράξη ευτελίστηκε με τον επαγγελματισμό, την εξαγορά και τις αγριότητες των αναμετρήσεων. Στους Ολυμπιακούς και τους άλλους τοπικούς αγώνες, είχε διεισδύσει η διαφθορά. Κυριαρχούσε το πάθος για πλουτισμό με παρανομίες, συμβιβασμούς, δωροδοκίες και ανοχή κερδοσκοπικών συναλλαγών.

Στην Ολυμπία, τα αθλητικά αγωνίσματα αποτελούσαν αλληλοσπαραγμό των αντιπάλων, ένα στίβο φόνων και σωματικών συμφορών. Στα τρία κυρίως αγωνίσματα, τα πιο βάρβαρα της ιστορίας, στην πάλη, στην πυγμαχία και το παγκράτιο, ο ένας από τους δύο αντιπάλους έπεφτε συνήθως νεκρός από στραγγαλισμό ή θραύση του κρανίου ή παρέμενε δια βίου ανάπηρος εξαιτίας των καταγμάτων, των στρεβλώσεων και των εξορύξεων των οφθαλμών. Τα περισσότερα πρόσωπα των αθλητών παραμορφώνονταν κατά τις αναμετρήσεις, κυρίως στην πυγμαχία, επειδή οι παλάμες των αντιπάλων ήταν οπλισμένες με σκληρούς ιμάντες ενισχυμένους με μεταλλικά επιθέματα και καρφιά.

Στην πάλη επιτρεπόταν ο στραγγαλισμός, στην πυγμαχία συντρίβονταν τα πάντα, στο παγκράτιο επιτρεπόταν και η εξόρυξη των ματιών. Στους τρεις αυτούς αποτρόπαιους αγώνες οι αντίπαλοι πνίγονταν στο αίμα. Η νίκη στην πυγμαχία, όπως αναφέρεται σε μια επιγραφή της Θήρας, επιτυγχάνεται με την αιματοχυσία («α νίκα πύκταισι δ’ αίματος», α’ αι. μ.Χ.). Τρομακτικές οι συνέπειες των συγκρούσεων. Από τα γρονθοκοπήματα συντρίβονταν όλα ανεξαιρέτως τα δόντια. Πρόκειται για «αθλήματα» βίας και αγριότητας, που αποκαλύπτουν τον χαρακτήρα των κοινωνιών και τις κάθε λογής σκοπιμότητες των εξουσιών. Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο τα αγωνίσματα είχαν μεγάλη διάδοση εξαίτιας των πολεμικών συρράξεων και των κινδύνων εισβολής και υποδούλωσης.

Το 1969, σε ανασκαφή στην Ερέτρια, ήλθαν στο φως αγγεία με παραστάσεις πάλης, πυγμαχίας και παγκρατίου, αποκαλυπτικά των θηριωδιών και της απανθρωπιάς. Συντριβή βραχιόνων, θανατηφόρα πλήγματα. Ακόμη και μικρά παιδιά και έφηβοι παρασύρονταν στα τρία φρικώδη και εξοντωτικά αγωνίσματα. Συχνά, στα αρχαία κείμενα αναφέρεται η φράση «παις παγκρατιαστής». Μυριάδες οι νεκροί και οι ανάπηροι από τους ολυμπιακούς αγώνες. Ελάχιστες όμως περιπτώσεις βάναυσων και εγκληματικών αναμετρήσεων αναφέρονται από τους ιστορικούς της ελληνικής αρχαιότητας. Οι Ολυμπιακοί και οι κατοπινοί αγώνες αποτελούσαν χώρους βαρβαροτήτων.

Οι ολυμπιονίκες δεν απολάμβαναν μόνο τον «κότινον», το στεφάνι από αγριελιά, πλούτιζαν κατά την επιστροφή στην πόλη – πατρίδα τους εισπράττοντας αποδοχές διά βίου. Αναλάμβαναν αξιώματα διοικητικά και στρατιωτικά και αποθεώνονταν – ανακηρύσσονταν ισόθεοι! Στην Ολυμπία, αλλά και στην πόλη τους, στήνονταν τιμητικοί ανδριάντες τους. Ως την έβδομη Ολυμπιάδα τα βραβεία των νικητών ήταν υλικά, Απο το 752 π.χ καθιερώνεται ο “κότινος”, το κλωνάρι αγριελιάς. Οι αγώνες όμως παρέμειναν “χρηματιται” και οι λεγόμενοι “στεφανιται” αποτελούσαν εκδήλωση εντυπωσιασμού και υποκρισίας.

Πολλοί αθλητές, διεκδικώντας τη νίκη εξαγόραζαν τους αντιπάλους και τους κριτές των αθλημάτων, τους ελλανοδίκες. Τιμωρίες επιβάλλονταν για παραβιάσεις κανονισμών, από ειδικές ομάδες με μαστίγια και ρόπαλα, μόνο όταν η παρανομία γινόταν γνωστή -κάτι σπανιότατο- στους θεατές του σταδίου. Η διαφθορά είχε διαποτίσει κριτές και άρχοντες των ολυμπιακών αγώνων, που αποτελούσαν πάντοτε πηγή και ευκαιρία πλουτισμού. Οι ελληνικές πόλεις, για να διασφαλίσουν νίκες στην Ολυμπία, αγόραζαν ξένους αθλητές με πλούσιες αμοιβές εμφανίζοντας τους ως δικούς τους πολίτες

Διάφοροι εξωνημένοι διανοούμενοι του αρχαιοελληνικού κόσμου ωραιοποιούν τους ολυμπιακούς και τους άλλους τοπικούς αγώνες -Νεμέα, Πύθια, Ίσθμια κ.λπ.- και θεοποιούν τους Ολυμπιονίκες αποκρύπτοντας σκοπίμως την αλήθεια. Κορυφαίος από τους εξαχρειωμένους του πνεύματος ο ποιητής Πίνδαρος, που έγραφε πάμπολλους ύμνους με πλούσια ανταλλάγματα για Ολυμπιονίκες τυράννους, αριστοκράτες και πλούσιους. Ήταν η εποχή, που αναδεικνύονταν ολυμπιονίκες με παρασκηνιακές οικονομικές συναλλαγές. Δεν έλειψαν όμως και οι γενναίοι πνευματικοί άνθρωποι, που τολμούσαν να καταγγείλουν τις αγριότητες, την αιματοχυσία και τη διαφθορά των ολυμπιακών αγώνων. Ανάμεσά τους ο Ξενοφάνης, ο Λουκιανός, ο Φιλόστρατος κ.ά..

Στους πρώτους αιώνες των ολυμπιακών αγώνων αναδεικνύονταν στις αρματοδρομίες οι αριστοκράτες, που διατηρούσαν ιπποτροφεία και άρματα προηγμένης τεχνολογίας, χωρίς προσωπική συμμετοχή, αλλά με ηνιόχους δούλους τους. Ήταν μια μέθοδος αυτοπροβολής και διεκδίκησης τυραννικής εξουσίας.

Οι φτωχοί στην αρχαία Ελλάδα αναζητούσαν, διαμέσου των αθλητικών αναμετρήσεων οικονομική ασφάλεια, ακόμη και πλούτο και ευκαιρία για απόκτηση φήμης. Οι αριστοκράτες διεκδικούσαν δοξολογήματα διαμέσου των ποιητών, που τους υμνολογούσαν με ωδές. Εκείνη την εποχή δοξάζονταν οι άνδρες με τα επιτεύγματα χεριών και ποδιών, όπως τονίζει ο Όμηρος: «Για άνδρα δεν γνωρίζω μεγαλύτερη σ’ αυτό τον κόσμο δόξα από ό,τι κάνει με τα πόδια του μοχθώντας και τα χέρια» (Οδ., θ’ 147-148).

Στους θεατές των Ολυμπιακών και των άλλων τοπικών αγώνων τα επαίσχυντα αγωνίσματα αλληλοκαταστροφής προκαλούσαν ενθουσιασμό και απόλαυση. Κραύγαζε με αγαλλίαση, γράφει ο Πλούταρχος, το πλήθος των θεατών, που αντίκριζαν την πάλη, την πυγμαχία ή το παγκράτιο, ενώ ο αντίπαλος που δεχόταν το χτύπημα ήταν βουβός, δηλαδή νεκρός. Οι θεατές παραληρούσαν κατά τη διάρκεια των αγώνων, ωρύονταν και χοροπηδούσαν με υψωμένα χέρια. («Οι θεώμενοι βοώσιν, ο δε πληγείς σιωπά», Πλούταρχος, Πώς δει ποιημάτων ακούειν, 29).

Ο Λουκιανός εκφράζει την αγανάκτησή του για τη συμπεριφορά των θεατών: «Δεν μπορώ να καταλάβω, γιατί νοιώθουν ευχαρίστηση βλέποντας ανθρώπους να χτυπιούνται και να καυγαδίζουν, να πέφτουν καταγής και να τους ποδοπατούν οι αντίπαλοι τους». («Οράν παιομένους τε και διαπληκτιζομένους ανθρώπους και προς την γην αραττομένους και συντριβομένους υπ’ αλλήλων», Ανάχαρσις ή περί γυμνασίων, 11).

Οι αθλητές κατά την αρχαιότητα μπορεί να μην είχαν τη χημική υποστήριξη των σημερινών φαρμακοβιομηχανιών, αλλά ντοπάρονταν με άλλα μέσα. Πριν από πενήντα χρόνια αρχαιολόγοι ανακάλυψαν στον Τάραντα μία ασύλλητη σαρκοφάγο με τα οστά αθλητή του ε’ αι. π.Χ. κι άλλα ευρήματα. Τα οστά υποβλήθηκαν σε εξονυχιστικές μελέτες από διάφορα ξένα πανεπιστήμια με υπερσύγρονες τεχνολογίες (ακτινογραφίες υψηλής ανάλυσης, φασματοσκόπους ατομικής απορρόφησης, ακτίνες laser κ.τ.λ.).

Τα αποτελέσματα των πανεπιστημιακών εξετάσεων των οστών του αθλητή του Τάραντα ήταν συγκλονιστικά. Επρόκειτο για αθλητή, ο οποίος ντοπαριζόταν! Ανιχνεύτηκαν στα οστά του σημαντικές ποσότητες από χαλκό, ψευδάργυρο και θείο, αλλά και ίχνη αρσενικού. Η παρουσία ειδικά του αρσενικού μπορεί να εξηγηθεί από χρόνια κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων οστρακοειδών. (F. Mallegni και F. Bartoli, University of Pisa, D. Artioli, Ινστιτούτο Αποκατάστασης, CNR, Taranto). Σημειωτέον, ότι ο συγκεκριμένος αθλητής είχε πεθάνει από φυσικά αίτια σε νεαρή ηλικία.

Στην ελληνική αρχαιότητα εξωνημένοι κάθε λογής διανοούμενοι υμνολογούν τους ολυμπιονίκες και πρωταθλητές και οι πόλεις σπεύδουν να στήσουν ανδριάντες των νικητών. Οι ολυμπιονίκες δέχονται πλούσιες παροχές από τις πόλεις, λαϊκά δοξολογήματα και αξιώματα. Αναδεικνύονται σε πολιτικούς ηγέτες, σε τυράννους, αλλά και σε στρατηγούς! Και το πιο βδελυρό: Τους ανεβάζουν στο ύψος των θεών, τους αποκαλούν «ισόθεους». Το τραγικό είναι, ότι και σήμερα οι πολυάριθμοι, σε παγκόσμια κλίμακα, ιστορικοί των Ολυμπιάδων και άλλοι διανοούμενοι, που δημοσιεύουν σχετικές μελέτες, αποφεύγουν την κατά βάθος έρευνα, για την επισήμανση της διαφθοράς, των δόλιων συναλλαγών, των χυδαιοτήτων, των βαρβαροτήτων, των δωροδοκιών και των άλλων αχρειοτήτων.

Οι Ολυμπιακοί αγώνες, ένας απεχθέστατος μύθος, εξωραΐζεται και μεταμορφώνεται σε χρηματοβόρο μέσο των πολυεθνικών και σε εμπαιγμό των λαών. Οι πολίτες της οικουμένης παρακολουθούν τους αγώνες από τις τηλεοράσεις αγνοώντας τις υποκρυπτόμενες αθλιότητες, που εξευτελίζουν κοινωνίες και έθνη. Δεν γνωρίζουν, ότι οι πολυεθνικές ελέγχουν την Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή, την κερδοσκοπική εταιρεία της Λωζάννης. Πριν από έναν αιώνα, κυριαρχούσαν οι αριστοκράτες και οι «γαλαζοαίματοι» στην ΔΟΕ. Σήμερα, η εξουσία πέρασε στα χέρια των υπερκαπιταλιστικών επιχειρήσεων, που ελέγχουν τις κυβερνήσεις και των πέντε ηπείρων.

Στον αρχαιοελληνικό κόσμο, κατά την περίοδο της άμεσης δημοκρατίας, υπήρχε μια ευθυγράμμιση της παιδείας με τον αθλητισμό. Μέγας αριθμός γυμναστηρίων διευκόλυνε την άσκηση με συνέπεια να συμβαδίζουν η πνευματική καλλιέργεια με τη σωματική αλκή. Αλλά η συμμετοχή στους φρικαλέους Ολυμπιακούς της βίας και της διαφθοράς συνεχιζόταν!

Κατά τον Πίνδαρο, μια ολυμπιακή νίκη στολίζει ολόκληρο τον ελληνισμό! («Ενός νίκη πάν το γένος κοσμεί»). Ο Εφέσιος Αριστίων, που νίκησε στο παγκράτιο, διαλαλεί, ότι τον δοξολογεί ολόκληρη η Ασία. («Ασίδι μεν πάση κηρύσσομαι ειμί Αριστίων, κείνος ο παγκρατίω στεψάμενος κότινον»). Οι αρχαίοι «παιδοτρίβες», οι γυμναστές, δίδασκαν τους εφήβους να επιζητούν νικηφόρες αναμετρήσεις θανατώνοντας τον αντίπαλο τους. («Εξεδίδαξεν.. εφήβους πάντας νικήσαι μηδέ πεσείν επί γην, αλλά πεσών αυτός θανάτου κρατεραίς παλάμαις» (επιτάφιο επίγραμμα στην Ερμούπολη).

Στην Ολυμπία έφθαναν οι θεατές υστέρα από πολυήμερη οδοιπορία, ενώ οι πλούσιοι ταξίδευαν έφιπποι και με άρματα και διέμεναν στις πολυτελείς σκηνές. Οι απλοί πολίτες κοιμόνταν κατάχαμα στην ύπαιθρο πλάι στον Αλφειό. Κατά τη διάρκεια των αγώνων οι αριστοκράτες και πλούσιοι παρακολουθούσαν το θέαμα από ειδικούς θώκους, ενώ οι άλλοι κάθονταν στο χώμα.

Στον αθλητισμό και τους αγώνες απαγορευόταν η συμμετοχή των δούλων απο φόβο μήπως η εκγύμναση και η μυική ενδυνάμωση οδηγήσει σε επαναστατικές εκρήξεις. Δεν λησμονούσαν οι εξοθσίες την εξέγερση των δούλων που εργάζονταν στις στοές των αθηναικών μεταλλείων του Λαυρίου, μετά την κατάληψη της Δεκέλειας απο τους Σπαρτιάτες κατά τον πελοποννησιακό πόλεμο.

Η προβολή των Ολυμπιάδων αποτελεί και μια μορφή αχαλίνωτου σωβινισμού, που καλλιεργείται από τις εξουσίες, όπως από τις ελληνικές πόλεις της αρχαιότητας. Η αρχαιοελληνική ολυμπιακή διαφθορά συνεχίζεται και στον εικοστό αιώνα. Εμφανίζουν τους ολυμπιονίκες ως ήρωες με… φωτοστέφανο, τους υμνολογούν και τους εμπλουτίζουν.

Τα πρώτα -και μοναδικά- αθλήματα στην Ολυμπία ήταν οι αγώνες δρόμου -στάδιο, δίαυλος, δόλιχος. Σταδιακά, ως τον ε’ αι. π.Χ., θα προστεθούν και άλλα πέντε αγωνίσματα: το πένταθλο, η πάλη, η πυγμαχία, το παγκράτιο και ο οπλιτόδρομος. Από τον ζ’ αι. επεκτάθηκαν και στον παιδόκοσμο τα τρία υπέρβαρα «αθλήματα»: η πάλη, η πυγμαχία και το παγκράτιο. (Πιο αναλυτικά: Το 708 π.Χ. καθιερώθηκαν η πάλη και το πένταθλο, το 685 η πυγμαχία, το 680 η τέθριππος αρματοδρομία, το 648 το παγκράτιο, το 628 το πένταθλο παιδιών, το 616 η πυγμαχία εφήβων, το 520 η οπλιτοδρομία, το 500 οι αρματοδρομίες με ημιόνους).

Συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες είχαν δικαίωμα μόνο οι ελληνικές πόλεις. Στους πρώτους αγώνες αποκλείονταν και οι Μακεδόνες, που χαρακτηρίζονταν βάρβαροι. Ού βαρβάρων αγωνιστέων είναι τον αγώνα, αλλά Ελλήνων», Ηρόδοτος, Μούσαι, V 22). Αργότερα, με πιέσεις, απειλές και κυρίως δωροδοκίες έπεισε τους ελλανοδίκες η μακεδονική δυναστεία για συμμετοχή στα αγωνίσματα. Ο Φίλιππος, που ισχυριζόταν πως ήταν απόγονος του Ηρακλή, άσκησε πιέσεις στους άρχοντες των Αγώνων και έσπευσε στην Ολυμπία. Σκοπός η προπαγάνδα, η φήμη και η αυτοπροβολή. Θα εξασφαλίσει μάλιστα και νίκη στην αρματοδρομία απειλώντας ή δωροδοκώντας τους αντιπάλους και κυρίως εξαγοράζοντας τους ελλαδονίκες. Μετά την καταστροφική για την Ελλάδα μάχη της Χαιρώνειας ο Φίλιππος θα ιδρύσει στην Ολυμπία μνημείο, το λεγόμενο Φιλιππείον, με ανδριάντα του και αγάλματα όλων των μελών της μοναρχικής οικογένειας, που αφάνισε τον αθλητισμό. Όλα από χρυσάφι και ελεφανταστούν.

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα διαρκέσουν 1.200 χρόνια, από το 776 π.Χ. ως το 393 μ.Χ.. Θα απαγορευθούν από τον διεφθαρμένο και απαίδευτο αυτοκράτορα Θεοδόσιο, τον αποκαλούμενο «Μέγα». Με προσωπική εντολή άρχισε η λεηλασία και ισοπέδωση των αρχαιοελληνικών ναών και θρησκευτικών μνημείων. Οι ναοί, τα μνημεία και τα άλλα κτήρια της Ολυμπίας λεηλατήθηκαν -αρπαγή των θησαυρών- από τους Γότθους. Ο σεισμός του στ’ αι. μ.Χ. ισοπέδωσε και αφάνισε τους ναούς.

………..Το 456 π.Χ. οι Σπαρτιάτες έσπευσαν να αναρτήσουν στον ναό του Διός μία χρυσή ασπίδα, σύμβολο και προβολή του πολεμικού θριάμβου τους εναντίον του Άργους. Κυριαρχούσε και στα μνημεία η επίδειξη βίας και βαρβαροτήτων ευτελίζοντας τις «τελετές» των ολυμπιακών αγώνων.

Στο ανατολικό τμήμα του ναού είχε στηθεί άγαλμα της φτερωτής Νίκης, έργο του Παιωνίου από τη Χαλκιδική, αφιέρωμα των Μεσσηνίων και της Ναυπάκτου, ύστερα από την αναμέτρηση με τους Λακεδαιμονίους κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Στην Άλτι της Ολυμπίας κυριαρχούσαν μνημεία και σύμβολα, που διατυμπάνιζαν τις πολεμικές βαναυσότητες και τη διαφθορά.

Ο Γαληνός αποκαλεί το αθλητικό επάγγελμα «κακοτεχνία». (Προτρεπτικός επί τέχναις, κεφ. 9, 20). Γιατί τέχνη σημαίνει πράξη κοινωνικής προσφοράς, προϋποθέτει λογική και ήθος και έχει σκοπό να υποβοηθήσει τους πολίτες. Αποτελεί «κακοτεχνία», γράφει, όχι μόνο επειδή ακολουθεί ανήθικη πορεία με το «φαύλον επιτήδευμα», που επέλεξε. Αυτό το επάγγελμα αφανίζει σώμα και ψυχή. (ό.π. κεφ. 10, 25). Δεν δημιουργεί ο επαγγελματικός αθλητισμός λαμπρά σώματα, αλλά απαίσια και ανθυγιεινή παχυσαρκία. (ό.π. κεφ. 12, 32).

Υπενθυμίζει ο Γαληνός ένα απόσπασμα από το έργο του Ευριπίδη «Αυτόλυκος»: «…Κανένα κακό δεν είναι χειρότερο από το γένος των αθλητών. Πρώτα – πρώτα δεν μαθαίνουν να ζουν σωστά. Μπορεί ένας δούλος της πολυφαγίας να εξασφαλίσει ευδαίμονα βίο;» (αποσπ. 282). Ο Ευριπίδης ήταν σύγχρονος του Αλκιβιάδη, που καταφερόταν με θράσος και σκληρότητα εναντίον των ελληνικών «κατωτέρων τάξεων», επειδή συμμετείχαν στους ολυμπιακούς αγώνες!

Από τον στ’ αι. π.Χ. Έλληνες φιλόσοφοι καταδίκαζαν με δριμύτητα τις πλουσιότατες αμοιβές και τα αξιώματα, που παρέχονταν στους ολυμπιονίκες. Και υπογράμμιζαν, ότι οι πνευματικοί άνθρωποι όλων των πόλεων δεν δέχονταν καμιά τιμητική αναγνώριση και παρέμεναν στο περιθώριο. Ο Ξενοφάνης (στ’ αι. π.Χ.) αναρωτιέται τί καλό προσφέρει στην πόλη ένας πυγμάχος ή ένας δρομέας. Ο Ισοκράτης καταγγέλλει τη βράβευση των σωματικών επιδόσεων και όχι των ανθρώπων του πνεύματος, που ευεργετούν την κοινωνία. «Παραξενεύομαι συχνά για κείνους, πού καθιέρωσαν θρησκευτικές εορτές και την οργάνωση αθλητικών αγώνων, θεωρώντας τη σωματική επίδοση άξια για βράβευση χωρίς να τιμούν διόλου εκείνους, που μόχθησαν καλλιεργώντας την ψυχή τους, ώστε να είναι σε θέση να ωφελούν τους συνανθρώπους τους». (Πανηγυρικός, α’ 1). Και συνεχίζει ο Αθηναίος ρήτορας: «Οι αθλητές και διπλασιάζοντας την δύναμή τους δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα στους άλλους, ενώ από την ορθοφροσύνη ενός μόνο ανθρώπου μπορούν όλοι κάτι να κερδίσουν, αν θελήσουν να αξιοποιήσουν την πνευματική του υπεροχή» (ό.π. α’ 2). Ο Ιπποκράτης επισημαίνει, ότι η υπερβολή στις γυμναστικές επιδόσεις προκαλεί βλάβη στον οργανισμό. (Αφορισμός Ι,3).

O Πλάτων ασκεί αυστηρή κριτική για τα αγωνίσματα των ανδρών, που φιλοδοξούν να γίνουν επαγγελματίες αθλητές με την αύξηση του όγκου του σώματος και των μυϊκών δυνατοτήτων. Η δίαιτα των αθλητών, γράφει ο φιλόσοφος, δεν εξασφαλίζει σταθερή υγεία. Κοιμούνται σ’ ολόκληρη τη ζωή τους -«καθεύδουσί τε τον βίον»- και αν σταματήσουν την αχόρταγη πολυφαγία αρρωσταίνουν. («Εάν σμικρά εκβώσιν της τεταγμένης διαίτης νοσούσιν ούτοι οι ασκηταί.») Και προσθέτει, ότι η πιο καλή γυμναστική πρέπει να είναι αδελφή της μουσικής. («Αδελφή τις άν είη της απλής μουσικής», Πολιτεία, 404 a-b). Εννοεί τον συνδυασμό των σωματικών ασκήσεων με την παιδεία και την πνευματική καλλιέργεια. Οι επαγγελματίες αθλητές διακρίνονται για την αγριότητά τους, οι άλλοι πολίτες για τον ήμερο χαρακτήρα τους. («αγριώτεροι του δέοντος αποβαίνουσι οι δε … μαλακώτεροι ού γίγνονται ή ως κάλλιον αυτοίς», Πολιτεία, 410 d.) Όταν καλλιεργείται με τον αθλητισμό η αγριότητα οδηγούνται οι πολίτες στη σκληρότητα και τη βαναυσότητα. («σκληρόν τε και χαλεπόν γίγνοιτ’ άν ως το εικός», Πολιτεία, 410 d). Την ημερότητα, καταλήγει o Πλάτων, κατέχει o πνευματικός άνθρωπος. Αν χαλαρωθεί καταντά σε μαλθακότητα. («Και μάλλον μεν ανεθέντος αυτού μαλακώτερον», Πολιτεία, 410 e).

Ο Πλάτων διδάσκει, ότι «ο αθλητισμός της βίας και των αγριοτήτων -ο επαγγελματικός δηλαδή αθλητισμός- οδηγεί στην πνευματική κατάπτωση και αποκτήνωση. Καταντά ο άνθρωπος εχθρός του λόγου και άμουσος (δηλαδή απαίδευτος), δεν προσπαθεί να πείσει κανένα με το καλό και τα επιχειρήματα, αλλά μεταχειρίζεται, σαν να είναι θηρίο, τη βία και την αγριότητα και ζει στην αμάθεια και την προστυχιά, χωρίς τον παραμικρό ρυθμό και χάρη στη ζωή του». (Πολιτεία, 411 d-e). Και προσθέτει, ότι η σωματική άσκηση και η παιδεία δεν προορίζονται ένα για το κορμί και το άλλο για το πνεύμα, αλλά και τα δύο συντελούν στη σύγκληση ενός αληθινού ανθρώπου. Τα δύο άλλα πρέπει να συναρμόζονται αρμονικά. («Όπως αν αλλήλοιν συναρμοσθήτον επιτεινομένω και ανιεμένω μέχρι του προσήκοντος», Πολιτεία, 411 e).

Στους ολυμπιακούς και τους άλλους τοπικούς αγώνες ήταν αμέτρητοι οι θάνατοι κατά τις συγκρούσεις των αθλητών στα τρία φρικώδη «αγωνίσματα». Δεν καταγράφονταν, σκοπίμως, τα θύματα και οι πόλεις απέφευγαν να προειδοποιήσουν τους αθλητές και την κοινωνία για τους θανάσιμους κινδύνους. Η σιωπή απέβλεπε στην αποτροπή λαϊκών αντιδράσεων και στη δόλια καλλιέργεια ψυχικής αγαλλίασης στους θεατές των αποτρόπαιων σκηνών στα στάδια. Την αχρειότητα αυτή καταγράφει ο Πίνδαρος, εξωνημένος υμνητής των ολυμπιακών και των άλλων νικητών στους τοπικούς αγώνες (Νεμέα, Πύθια, Ίσθμια κ.ά.): «Πλείστοι των αγωνιζομένων απέθανον εν τω σταδίω. Τούτο δε ουκ εστί πρόδηλον, ουδέ γαρ πάσι συμβαίνει, αλλά κεκάλυπται ο τοιούτος κίνδυνος τη αδηλία». (Ολυμπιονίκες, 5,34). Ελάχιστες περιπτώσεις καταγράφονται στα αρχαία κείμενα, όπως ο Αρριχίων, ο Ίκκος, ο Κρεύγας και μερικοί άλλοι, ενώ υπολογίζονται σε μυριάδες οι νεκροί και ανάπηροι.

Δυστυχώς, η κατά βάθος έρευνα τον αρχαίου κοινωνικού βίου είναι ανύπαρκτη. Υιοθετούνται οι περίγραφες και η ιδεολογία των προκλασικών και μετακλασικών κειμένων χωρίς αναζήτηση της αλήθειας, χωρίς επισήμανση των ψευδολογιών, χωρίς διακρίβωση των αυθεντικών πλαισίων και κριτηρίων του αρχαίου πολιτισμού και των συχνά εικονικών προβλημάτων του. Απαιτείται πλήρης γνώση της δομής και των συνθηκών λειτουργίας των μηχανισμών εξουσίας από τη μυκηναϊκή εποχή ως τη ρωμαιοκρατία, του ρόλου και της διαβίωσης όλων των κοινωνικών τάξεων. Και κυρίως η διερεύνηση των κειμένων τον πνευματικού κόσμου της αρχαιότητας. Η μελέτη των αρχαίων πηγών πρέπει να πραγματοποιείται όχι με επιπόλαιη παραδοχή, αλλά με ανάλυση, διακρίβωση και διασταύρωση για την καταγραφή της ιστορικής αλήθειας. Επιβάλλεται η εξερεύνηση όχι μόνο του ορατού και φωτεινού φεγγαριού, αλλά και της αθέατης όψης του.

Κυριάκος Σιμόπουλος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *