Άλλα ζητήματα

 

 

8. Άλλα ζητήματα

 

1)            Το ζήτημα του εξωοικονομικού εξαναγκασμού στη φεουδαρχία. 

Ασφαλώς, ο εξωοικονομικός εξαναγκασμός έπαιξε το ρόλο του στην υπόθεση της ενίσχυσης της οικονομικής εξουσίας των τσιφλικάδων-φεουδαρχών, ωστόσο, όμως, δεν είναι αυτός που αποτελεί τη βάση της φεουδαρχίας, αλλά η φεουδαρχική ιδιοκτησία πάνω στη γη.

2)            Το ζήτημα της ατομικής ιδιοκτησίας στα ατομικά αγροτικά νοικοκυριά των κολχόζνικων.

Θα ήταν λάθος να πούμε στο προσχέδιο του Εγχειριδίου, ότι «κάθε ατομικό αγροτικό νοικοκυριό των κολχόζνικων έχει για ατομική του χρήση μια αγελάδα, μερικά μικρά ζώα και πουλερικά». Στην πραγματικότητα, όπως είναι γνωστό, η αγελάδα, τα μικρά ζώα, τα πουλερικά κλπ. βρίσκονται όχι σε ατομική χρήση, αλλά είναι προσωπική ιδιοκτησία του ατομικού νοικοκυριού του κολχόζνικου. Η έκφραση «σε ατομική χρήση» είναι παρμένη, όπως φαίνεται, από το πρότυπο καταστατικό του αγροτικού αρτέλ. Όμως, στο πρότυπο καταστατικό των αγροτικών αρτέλ έχει γίνει λάθος. Στο Σύνταγμα της ΕΣΣΔ, που είναι επεξεργασμένο πιο προσεκτικά, το πράγμα λέγεται αλλιώς. Συγκεκριμένα: «Κάθε ατομικό νοικοκυριό… έχει σε ατομική του ιδιοκτησία μια περιουσία συμπληρωματική στο μερίδιο του πάνω στο έδαφος του κολχόζ, που είναι: κατοικία, παραγωγικά ;ώα, πουλερικά και μικρά αγροτικά εργαλεία.» Αυτό είναι, φυσικά, σωστό.

Θα έπρεπε, εκτός απ’ αυτό, να πούμε πιο λεπτομερειακά ότι κάθε κολχόζνικος έχει για ατομική του ιδιοκτησία από μία έως όσες αγελάδες, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες, τόσα πρόβατα, γίδες, χοίρους (επίσης από τόσο έως τόσο, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες) και απεριόριστο αριθμό πουλερικών (πάπιες, χήνες, κότες, γαλοπούλες).

Αυτές οι λεπτομέρειες έχουν μεγάλη σημασία για τους ξένους συντρόφους μας, που θέλουν να ξέρουν με ακρίβεια, τι συγκεκριμένα έμεινε στο ατομικό αγροτικό νοικοκυριό των κολχόζνικων την ατομική τους ιδιοκτησία μετά την πραγματοποίηση στη χώρα μας της κολεκτιβοποίησης της αγροτικής οικονομίας.

3)            Το ζήτημα της αξίας του γεώμορου που έδιναν οι χωρικοί ους τσιφλικάδες και επίσης το ζήτημα της αξίας των δαπανών για την αγορά της γης.

Στο προσχέδιο του Εγχειριδίου αναφέρεται ότι σαν αποτέλεσμα της εθνικοποίησης της γης, «η αγροτιά απελευθερώθηκε ό τα γεώμορα που έδινε στους τσιφλικάδες από ένα ποσό περίπου 500 εκατομμύρια ρούβλια κάθε χρόνο». (Θα έπρεπε να πούμε «σε χρυσό»). Τον αριθμό αυτό θα έπρεπε να τον κάνουμε ακριβέστερο, γιατί αναφέρεται, όπως μου φαίνεται, όχι σ’ ολόκληρη τη Ρωσία, αλλά μόνο στην πλειοψηφία των επαρχιών της Ρωσίας. Πρέπει επιπρόσθετα να έχουμε υπόψη μας ότι σε μια σειρά περιοχές της Ρωσίας το γεώμορο πληρωνόταν σε είδος, πράγμα που, όπως φαίνεται, δεν το υπολόγισαν οι συγγραφείς του Εγχειριδίου. Εκτός απ’ αυτό πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η αγροτιά δεν απελευθερώθηκε μονάχα από την πληρωμή του γεώμορου, αλλά και από τις χρονιάτικες δαπάνες για την αγορά της γης. Υπολογίζεται αυτό στο προσχέδιο του Εγχειριδίου; Μου φαίνεται ότι δεν υπολογίζεται και θα έπρεπε να υπολογιστεί. 

4)            Το ζήτημα της «συνάρθρωσης» των μονοπωλίων με τον κρατικό μηχανισμό.

Η έκφραση «συνάρθρωση» δεν ταιριάζει. Η έκφραση αυτή δείχνει επιφανειακά και περιγραφικά την προσέγγιση των μονοπωλίων και του κράτους, όμως δεν ξεσκεπάζει το οικονομικό νόημα αυτής της προσέγγισης. Η πραγματικότητα είναι ότι μέσα στην πορεία αυτής της προσέγγισης δε γίνεται μονάχα μια απλή συνάρθρωση, αλλά υποταγή του κρατικού μηχανισμού στα μονοπώλια. Γι’ αυτό θα έπρεπε να βγει η λέξη «συνάρθρωση» και να αντικατασταθεί με τις λέξεις «υποταγή του κρατικού μηχανισμού στα μονοπώλια».

5)            Το ζήτημα της χρησιμοποίησης μηχανών στην ΕΣΣΔ. 

Στο προσχέδιο του Εγχειριδίου αναφέρεται ότι «στην ΕΣΣΔ οι μηχανές χρησιμοποιούνται σε όλες τις περιπτώσεις που εξοικονομούν εργασία στην κοινωνία». Αυτό δεν είναι καθόλου εκείνο που θα έπρεπε να ειπωθεί. Πρώτα-πρώτα, οι μηχανές στην ΕΣΣΔ εξοικονομούν πάντοτε εργασία στην κοινωνία και γι’ αυτό δεν ξέρουμε περιπτώσεις κατά τις οποίες μέσα στις συνθήκες της ΕΣΣΔ να μην εξοικονομούσαν εργασία στην κοινωνία. Κατά δεύτερο λόγο, οι μηχανές δεν εξοικονομούν μόνο εργασία, αλλά συγχρόνως ελαφρώνουν την εργασία των εργατών και γι’ αυτό μέσα στις συνθήκες της χώρας μας, σ’ αντίθεση με ό,τι συμβαίνει μέσα στις συνθήκες του καπιταλισμού, οι εργάτες χρησιμοποιούν με μεγάλη προθυμία τις μηχανές στη διαδικασία της εργασίας.

Γι’ αυτό θα έπρεπε να ειπωθεί ότι πουθενά δε χρησιμοποιούνται οι μηχανές τόσο πρόθυμα όσο στην ΕΣΣΔ, γιατί οι μηχανές εξοικονομούν εργασία στην κοινωνία και ελαφρώνουν τη δουλειά των εργατών, και, μια που στην ΕΣΣΔ δεν υπάρχει ανεργία, οι εργάτες χρησιμοποιούν με μεγάλη προθυμία τις μηχανές στη λαϊκή οικονομία.

6)            Το ζήτημα των υλικών συνθηκών της εργατικής τάξης στις καπιταλιστικές χώρες.

‘Οταν μιλάνε για τις υλικές συνθήκες της εργατικής τάξης, έχουν συνήθως υπόψη τους τους απασχολημένους στην παραγωγή εργάτες και δεν υπολογίζουν την υλική κατάσταση του λεγόμενου εφεδρικού στρατού των ανέργων. Είναι σωστή μια τέτοια αντιμετώπιση του ζητήματος των υλικών συνθηκών της εργατικής τάξης; Νομίζω ότι δεν είναι σωστή. ‘Οταν υπάρχει εφεδρικός στρατός ανέργων, του οποίου τα μέλη δεν έχουν πώς να ζήσουν παρά πουλώντας την εργατική τους δύναμη, τότε οι άνεργοι δεν μπορούν να μη θεωρηθούν ότι ανήκουν στην εργατική τάξη, όταν, όμως, θεωρηθούν ότι ανήκουν στην εργατική τάξη, τότε δεν είναι δυνατό οι άθλιες υλικές τους συνθήκες να μην επηρεάζουν τις υλικές συνθήκες των εργατών που είναι απασχολημένοι στην παραγωγή. Νομίζω, για το λόγο αυτό, ότι για να χαρακτηρίσουμε τις υλικές συνθήκες της εργατικής τάξης στις καπιταλιστικές χώρες θα έπρεπε, επίσης, να πάρουμε υπόψη μας και την κατάσταση του εφεδρικού στρατού των ανέργων εργατών.

7)            Το ζήτημα του εθνικού εισοδήματος.

Νομίζω ότι απαραίτητα θα έπρεπε να περιληφθεί στο προσχέδιο του Εγχειριδίου ένα νέο κεφάλαιο για το εθνικό εισόδημα.

8)            Το ζήτημα του ειδικού κεφαλαίου στο Εγχειρίδιο για τον Λένιν και τον Στάλιν, σαν δημιουργούς της πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού.

Νομίζω ότι το κεφάλαιο «Η μαρξιστική διδασκαλία για το σοσιαλισμό. Η δημιουργία από τους Β. Ι. Λένιν και Ι. Β. Στάλιν της πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού», πρέπει να βγει από το Εγχειρίδιο. Δε χρειάζεται καθόλου στο Εγχειρίδιο, γιατί δε δίνει τίποτα το καινούργιο και μονάχα ωχρά επαναλαμβάνει αυτά που αναφέρονται πιο λεπτομερειακά στα προηγούμενα κεφάλαια του Εγχειριδίου.

Όσον αφορά τα υπόλοιπα ζητήματα, δεν έχω να κάνω άλλες παρατηρήσεις πάνω στις «προτάσεις» των συντρόφων Οστρο-βιτιάνοφ, Λεόντιεφ, Σεπίλοφ, Γκατόφσκι και άλλων.

9) Η διεθνής σημασία ενός μαρξιστικού εγχειριδίου της πολιτικής οικονομίας

Νομίζω ότι οι σύντροφοι δεν εκτιμούν όλη τη σημασία ενός μαρξιστικού εγχειριδίου της πολιτικής οικονομίας. Το εγχειρίδιο χρειάζεται όχι μόνο για τη σοβιετική μας νεολαία. Χρειάζεται ιδιαίτερα για τους κομμουνιστές όλων των χωρών και για ανθρώπους που συμπαθούν τους κομμουνιστές. Οι ξένοι σύντροφοι μας θέλουν να ξέρουν, με ποιον τρόπο αποσπαστήκαμε απ’ την καπιταλιστική σκλαβιά, με ποιον τρόπο μεταμορφώσαμε την οικονομία της χώρας στο πνεύμα του σοσιαλισμού, πώς πετύχαμε τη φιλία με την αγροτιά, πώς πετύχαμε, ώστε η πριν από λίγο καιρό ακόμα φτωχή και αδύνατη χώρα μας να μετατραπεί σε χώρα πλούσια, ισχυρή, τι αντιπροσωπεύουν τα κολχόζ, γιατί, παρά την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, δεν καταργούμε την εμπορευματική παραγωγή, το χρήμα, το εμπόριο κλπ. Θέλουν να ξέρουν όλα αυτά και πολλά άλλα, όχι από απλή περιέργεια, αλλά για να διδαχτούν από μας και να χρησιμοποιήσουν την πείρα μας για τη χώρα τους. Για το λόγο αυτό, η έκδοση ενός καλού μαρξιστικού εγχειριδίου πολιτικής οικονομίας έχει όχι μόνο εσωτερική πολιτική σημασία, αλλά και μεγάλη διεθνή σημασία.

Χρειάζεται επομένως ένα εγχειρίδιο που θα μπορούσε να χρησιμέψει σαν επιτραπέζιο βιβλίο της επαναστατικής νεολαίας όχι μόνο μέσα στη χώρα μας αλλά και στο εξωτερικό. Δεν πρέπει να είναι πολύ ογκώδες, γιατί ένα πολύ ογκώδες εγχειρίδιο δεν μπορεί να είναι επιτραπέζιο βιβλίο και θα είναι δύσκολο να το χωνέψει κανείς, να το κατακτήσει. Όμως, πρέπει να περιέχει όλα τα βασικά σημεία, που αφορούν τόσο την οικονομία της χώρας μας όσο και την οικονομία του καπιταλισμού και του αποικιακού συστήματος.

Μερικοί σύντροφοι πρότειναν στη διάρκεια της συζήτησης να μπει στο Εγχειρίδιο ολόκληρη σειρά από καινούργια κεφάλαια, οι ιστορικοί για την ιστορία, οι πολιτικοί για την πολιτική, οι φιλόσοφοι για τη φιλοσοφία, οι οικονομολόγοι για την οικονομία. Όμως, αυτό θα είχε σαν αποτέλεσμα να γίνει το Εγχειρίδιο ένα βιβλίο πολύ μεγάλων διαστάσεων. Αυτό, βέβαια, δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε. Το Εγχειρίδιο χρησιμοποιεί την ιστορική μέθοδο για να εξηγήσει τα προβλήματα της πολιτικής οικονομίας, όμως αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να μετατρέψουμε το Εγχειρίδιο της πολιτικής οικονομίας σε ιστορία των οικονομικών σχέσεων.

Εμάς μας χρειάζεται ένα εγχειρίδιο με 500, το πολύ 600 σελίδες, όχι παραπάνω. Θα είναι ένα επιτραπέζιο βιβλίο για τη μαρξιστική πολιτική οικονομία, ένα ωραίο δώρο στους νέους κομμουνιστές όλων των χωρών.

Εξάλλου, αν πάρουμε υπόψη μας το ανεπαρκές επίπεδο μαρξιστικής ανάπτυξης της πλειοψηφίας των Κομμουνιστικών Κομμάτων των ξένων χωρών, ένα τέτοιο εγχειρίδιο θα μπορούσε να φανεί πολύ χρήσιμο, επίσης, και για τα όχι νεαρά κομμουνιστικά στελέχη των χωρών αυτών.

10. Πώς θα βελτιωθεί το προσχέδιο του Εγχειριδίου της πολιτικής οικονομίας

Μερικοί σύντροφοι στη διάρκεια της συζήτησης έψεξαν με πολύ πάθος το προσχέδιο του διδακτικού βιβλίου, κατηγόρησαν τους συγγραφείς του για λάθη και ελλείψεις, υποστήριξαν ότι το προσχέδιο απέτυχε. Αυτό είναι άδικο. Βέβαια, υπάρχουν λάθη και ελλείψεις στο διδακτικό βιβλίο, σχεδόν πάντοτε υπάρχουν σε μια μεγάλη εργασία. Όμως, όπως κι αν έχει το πράγμα, η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που πήραν μέρος στη συζήτηση, αναγνώρισε παρ’ όλα αυτά ότι το προσχέδιο του Εγχειριδίου μπορεί να χρησιμέψει σαν βάση του μελλοντικού Εγχειριδίου και χρειάζεται μονάχα μερικές διορθώσεις και συμπληρώσεις. Πραγματικά αξίζει και μόνο να συγκρίνει κανείς το προσχέδιο του Εγχειριδίου με τα εγχειρίδια της πολιτικής οικονομίας, που είναι σε κυκλοφορία, για να βγάλει το συμπέρασμα ότι το προσχέδιο του Εγχειριδίου στέκει ένα ολόκληρο κεφάλι ψηλότερα από τα εγχειρίδια που υπάρχουν. Κι εδώ βρίσκεται η μεγάλη αξία των συγγραφέων του προσχεδίου του Εγχειριδίου.

Νομίζω ότι για τη βελτίωση του προσχεδίου του Εγχειριδίου θα έπρεπε να ορίσουμε μια ολιγάριθμη επιτροπή, όπου να πάρουν μέρος όχι μόνο οι συγγραφείς του Εγχειριδίου και όχι μόνο οι οπαδοί της πλειοψηφίας αυτών που πήραν μέρος στη συζήτηση, αλλά και οι αντίπαλοι της πλειοψηφίας, οι σφοδροί επικριτές του προσχεδίου του Εγχειριδίου.

Καλό θα ήταν να έπαιρνε μέρος στην επιτροπή κι ένας έμπειρος στατιστικολόγος για να ελέγξει τους αριθμούς και να προσθέσει στο προσχέδιο καινούργιο στατιστικό υλικό, καθώς επίσης κι ένας έμπειρος νομομαθής για να ελέγξει την ακριβολογία των διατυπώσεων.

Τα μέλη της επιτροπής θα έπρεπε να απαλλαγούν προσωρινά από κάθε άλλη δουλειά, αφού προηγούμενα εξασφαλιστούν εντελώς από οικονομική άποψη, για να μπορέσουν ν’ αφοσιωθούν ολοκληρωτικά στη δουλειά πάνω στο εγχειρίδιο.

Εκτός απ’ αυτό, θα έπρεπε να οριστεί μια συντακτική επιτροπή, ας πούμε, από τρία άτομα, για την τελική σύνταξη του Εγχειριδίου. Αυτό είναι, επίσης, απαραίτητο για να επιτευχθεί ενότητα ύφους, που δυστυχώς δεν υπάρχει στο προσχέδιο του Εγχειριδίου.

Η προθεσμία, για να υποβληθεί έτοιμο στην ΚΕ το Εγχειρίδιο, είναι ένας χρόνος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *