Alexandra Kollontai: Τι είναι η Εργατική Αντιπολίτευση-Η πραγματική διαφορά

Το κείμενο είναι το δεύτερο μέρος του βιβλίου της Α.Κολλοντάι “Η Εργατική Αντιπολίτευση”. Το πρώτο μέρος (μαζί με ορισμένα εισαγωγικά σχόλια) βρίσκεται εδώ.

 

Οι υπογραμμίσεις δικές μας.

 

 

Ή πραγματική διαφορά.

 

 

 

 

Πριν κοιτάξουμε ποια είναι ή πραγματική διαφορά ανάμεσα στην Εργατική Αντιπολίτευση καί την επίσημη άποψη όπως εκφράζεται από  τα ηγετικά κέντρα, πρέπει νά υπενθυμίσουμε δύο βασικές αλήθειες. Πρώτα, ότι ή Εργατική Αντιπολίτευση βγήκε από  τα σπλάχνα τού βιομηχανικού προλεταριάτου τής Ρωσίας των σοβιέτ καί άντλησε τή δύναμή της όχι μόνο από  τίς τρομερές συνθήκες ύπαρξης καί δουλειάς των εφτά εκατομμυρίων τού βιομηχανικού προλεταριάτου, άλλά επίσης από τίς πολλές αποκλίσεις, ταλαντεύσεις καί αντιθέσεις τής κυβερνητικής μας πολιτικής, καί μάλιστα από  ολοφάνερες παρεκκλίσεις από  μιά καθαρή, διαυγή καί συνεπή ταξική γραμμή, από  το κομμουνιστικό πρόγραμμα. Κατά δεύτερο λόγο, πρέπει νά θυμηθούμε ότι ή Αντιπολίτευση δέν περιορίστηκε στην μιά ή στην άλλη περιοχή, ότι δέν είναι αποτέλεσμα προσωπικών διαφορών ή αντιθέσεων. ’Αντίθετα απλώθηκε σ’ όλη την έκταση τής Ρωσίας των σοβιέτ, καί όλες οι επαρχίες απάντησαν ομόφωνα σέ κάθε προσπάθεια των εργατών συντρόφων μας, νά διατυπώσουν, νά εκφράσουν καί να ορίσουν την ουσία τής αντίθεσης, νά καθορίσουν τί θέλει ή Εργατική Αντιπολίτευση.

Έχει δημιουργηθεί ή εντύπωση ότι ή διαφορά ανάμεσα στην Εργατική Αντιπολίτευση καί τις διάφορες τάσεις των ανώτερων στρωμάτων περιορίζεται αποκλειστικά στο διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης τού ρόλου καί τού σκοπού των συνδικάτων. Αυτό είναι λάθος. Ή διαφορά είναι πολύ βαθύτερη. Οι αντιπρόσωποι τής Αντιπολίτευσης δέν είναι πάντα ικανοί νά το πουν καθαρά καί νά το προσδιορίσουν με ακρίβεια, άλλά αρκεί ν’ αγγίξει κανείς διάφορα προβλήματα πού αφορούν την δομή τής δημοκρατίας μας, για νά φανεί ξεκάθαρα ή διαφωνία πάνω σέ βασικές προτάσεις οικονομικού καί πολιτικού χαρακτήρα.

Οι δύο αντίθετες απόψεις (τής ηγεσίας τού Κόμματός μας καί των αντιπροσώπων τού οργανωμένου σέ συνδικάτα προλεταριάτου) εκδηλώθηκαν για πρώτη φορά στο 9ο πανρωσικό συνέδριο τού κομμουνιστικού Κόμματος σχετικά με την προσωπική ή συλλογική διοίκηση.*

Πριν ή Αντιπολίτευση υπάρξει σαν συγκροτημένη ομάδα, ήταν φανερό ότι υπέρμαχοι τού συλλογικού συστήματος ήταν οι αντιπρόσωποι των συνδικάτων, δηλ. των καθαρά προλεταριακών οργανώσεων. Απέναντι τους είχαν τα ηγετικά στρώματα τού Κόμματος, συνηθισμένα νά εκτιμούν κάθε τί από τή σκοπιά τής πολιτικής των διαφόρων υπηρεσιακών τομέων, με την απαραίτητη πείρα στην τέχνη τής προσαρμογής στους κοινωνικά ανομοιογενείς, καί μερικές φορές πολιτικά αντίθετους πόθους, των διαφόρων κοινωνικών ομάδων τού πληθυσμού: το προλεταριάτο, τούς μικρούς ιδιοκτήτες (χωρικούς) καί την αστική τάξη, πού αντιπροσωπεύεται από τούς «ειδικούς» καί ψευτο – ειδικούς κάθε λογής καί κάθε αρμοδιότητας.

Για ποιο λόγο τα συνδικάτα, με επιμονή, καί χωρίς νά είναι ικανά νά στηρίξουν τα επιχειρήματα τους με επιστημονικά βασισμένες προτάσεις, ήταν οπαδοί τού συλλογικού συστήματος, ενώ οι υποστηριχτές των «ειδικών» υπήρξαν συγχρόνως κι οι πρωταγωνιστές τής προσωπικής διοίκησης; Γιατί αυτή ή διαφωνία (παρ’ όλο πού κι από τις δύο μεριές δεν μπήκε θέμα αρχής) , προερχόταν από δύο διαφορετικές  οπτικές με βαθύτατους καί ασυμβίβαστους λόγους ύπαρξης.

Ή προσωπική διοίκηση είναι ή ενσάρκωση τής ατομικιστικής αντίληψης πού χαρακτηρίζει την αστική τάξη. Ή προσωπική διοίκηση, δηλ. ή θέληση ενός ανθρώπου, απομονωμένη, «ελεύθερη», ξεκομμένη από το σύνολο, οποίο καί νάναι το πεδίο όπου εκδηλώνεται, με τον αυταρχισμό τού αρχηγού τής κυβέρνησης ή με ταν αυταρχισμό τού διευθυντή εργοστασίου, είναι ή σαφέστερη εκδήλωση τής αστικής σκέψης. Ή αστική τάξη δεν πιστεύει στη δύναμη τού συνόλου. Αυτό πού θέλει είναι να μαζεύει ταν όχλο σ’ ένα υπάκουο κοπάδι, πού οδηγείται με τή συγκατάθεσή του όπου θέλει ο οδηγός…

Αντίθετα, ή εργατική τάξη καί οι ιδεολόγοι της, ξέρουν ότι οι νέοι στόχοι τής τάξης τους, με λίγα λόγια ο κομμουνισμός, δέν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά με την συλλογική δημιουργία, με την κοινή προσπάθεια των ίδιων των εργατών. Όσο πιο δεμένο είναι το σύνολο των εργατών, τόσο περισσότερο θα συνηθίζουν οι μάζες νά εκδηλώνουν τή θέλησή τους καί τή συλλογική καί κοινή σκέψη τους, κι ή προλεταριακή τάξη θα πραγματοποιήσει ολοκληρωτικά καί γρήγορα την αποστολή της, δηλ. θα συγκροτήσει ένα νέο οικονομικό σύστημα, πού δέν αποτελείται πλέον από σκόρπια κομμάτια, Αλλά πού είναι  αντίθετα ενωμένο, αρμονικό, κομμουνιστικό. Μόνον αυτός πού συνδέεται πραχτικά με την παραγωγή μπορεί νά φέρει αναζωογονητικές  ανανεώσεις. Εγκαταλείποντας την αρχή τής συλλογικής διοίκησης στη βιομηχανία, το  κομμουνιστικό Κόμμα έκανε μιά πολύ σοβαρή υποχώρηση, μιά οπορτουνιστική πράξη, μιά παρέκκλιση από την ταξική γραμμή πού με τόση επιμονή καί ενθουσιασμό υπερασπίστηκε στά πρώτα χρόνια τής ’Επανάστασης.

Πώς συνέβη κάτι τέτοιο; Πώς έγινε δυνατό το Κόμμα μας, με την σταθερότητα καί την πείρα πού απέχτησε μέσα στούς επαναστατικούς Αγώνες, ν’ απομακρυνθεί Απ’ ταν σωστό προλεταριακό δρόμο καί νά χαθεί στά μονοπάτια τού οπορτουνισμού πού τόσο πολύ είχε μισήσει καί περιφρονήσει;

θ’ απαντήσουμε αργότερα. Για την ώρα, άς αναρωτηθούμε πώς συγκροτήθηκε καί πώς αναπτύχθηκε ή Εργατική Αντιπολίτευση.

Το 9ο συνέδριο έγινε την άνοιξη. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ή Αντιπολίτευση δεν εκδηλώθηκε. Ούτε καί στις οξύτατες συζητήσεις τού δεύτερου συνέδριου τής Διεθνούς πάνω στο θέμα των συνδικάτων. ’Αλλά βαθιά μέσα στις μάζες συνεχιζόταν μια δουλειά συσσώρευσης εμπειριών καί κριτικής. Ή δουλειά αυτή μπόρεσε νά εκφραστεί μ’ έναν ελλιπή τρόπο, κατά τή διάρκεια τής κομμουνιστικής συνδιάσκεψης τού Σεπτέμβρη 1920. Ή σκέψη μας χανόταν Ακόμα μέσα στην άρνηση καί την κριτική. Δεν είχαμε θετικές προτάσεις, δικές μας διατυπώσεις. Αλλά αυτό πού ήδη φαινόταν, ήταν ότι το κομμουνιστικό Κόμμα έμπαινε σέ μιά νέα φάση, ότι  δημιουργόταν μία ζύμωση, ότι τα «κατώτερα στρώματα» ζητούσαν την «ελευθερία κριτικής» καί δήλωναν μεγαλόφωνα ότι ή γραφειοκρατία τα έπνιγε, εμποδίζοντας κάθε ζωντανή δράση, κάθε εκδήλωση πρωτοβουλίας.

Τα ηγετικά κέντρα τού Κόμματος μπόρεσαν νά εκτιμήσουν σωστά αυτή την απαρχή ζύμωσης, καί μέσω τού Ζινόβιεφ, πολλαπλασίαζαν τις προφορικές υποσχέσεις: ελευθερία κριτικής, επέκταση τής πρωτοβουλίας των μαζών, αναγκαιότητα καταπολέμησης των γραφειοκρατικών παραμορφώσεων, δίωξη όλων των ηγετών πού παραβαίνουν τις δημοκρατικές αρχές… Πολλά λόγια ειπώθηκαν καί σωστά. ’Αλλά ανάμεσα στά λόγια καί στη  πράξη, ή απόσταση είναι τεράστια. Ή Συνδιάσκεψη τού Σεπτέμβρη, παρ’ όλες τις υποσχέσεις του Ζινόβιεφ, δέν άλλαξε σέ τίποτα, ούτε το Κόμμα, ούτε τή ζωή των εργατικών μαζών. Ή πηγή πού τροφοδοτούσε την Αντιπολίτευση δέν στέρεψε. Μέσα στις μάζες, προόδευαν καί μεγάλωναν υπόγεια ή δυσαρέσκεια, ή κριτική, ή δουλειά τής σκέψης…

Αυτή ή υπόγεια ζύμωση έφτασε μέχρι τούς ηγέτες. Γεννούσε μεταξύ τους διαφορές, πού πήρανε απροσδόκητη οξύτητα. Καί πρέπει νά σημειωθεί ότι το θέμα πάνω στο όποιο οι διαφορές εμφανίστηκαν με όλη τους την οξύτητα ήταν Ακριβώς το θέμα των συνδικάτων. Ήταν φυσικό.

Σήμερα, στη συζήτηση ανάμεσα στην Αντιπολίτευση καί την κορυφή τού Κόμματος, χωρίς νά είναι το μόνο, το θέμα αυτό αποτελεί στη δοσμένη κατάσταση, το κεντρικό σημείο όλης τής εσωτερικής μας πολιτικής.

Πριν ή Εργατική Αντιπολίτευση συγκεντρώσει τις θέσεις της καί διατυπώσει τις αρχές πάνω στις οποίες πρέπει κατά τη γνώμη της να στηρίζεται ή δικτατορία τού προλεταριάτου στον τομέα τής οικονομικής οργάνωσης, οι ηγετικοί κύκλοι είχαν ήδη χωριστεί σαφώς σχετικά με την εκτίμηση τού ρόλου των οργανώσεων τής εργατικής τάξης στην επανόρθωση τής παραγωγής πάνω σέ νέες κομμουνιστικές βάσεις. Ή Κεντρική επιτροπή τού Κόμματός μας είχε διαιρεθεί: ό Λένιν εναντίον τού Τρότσκι, με τον Μπουχάριν στη μέση!

Στο 8ο συνέδριο των σοβιέτ καί αμέσως μετά, έγινε πια φανερό ότι υπήρχε μέσα στο Κόμμα μιά συμπαγής αντιπολίτευση, συσπειρωμένη κατά κύριο λόγο γύρω από θέσεις πού αφορούσαν  το ρόλο των συνδικάτων, καί ότι αυτή ή αντιπολίτευση, χωρίς νά ’χει ούτε ένα μεγάλο ηγέτη ούτε ένα μεγάλο θεωρητικό, παρ’ όλο πού καταπολεμήθηκε βιαιότατα από τούς πιο δημοφιλείς ηγέτες τού Κόμματος, μεγάλωνε καί δυνάμωνε, καί κυρίως απλωνόταν όλο καί περισσότερο μέσα’ στη Ρωσία των εργαζομένων… Καλά θα ’ταν αν είχε κλειστεί στη Μόσχα καί στο Πέτρογκραντ! ’Αλλά όχι. Οι αναφορές στην Κεντρική ’Επιτροπή από τον Δόν, τα Ουράλια, τή Σιβηρία καί μιά σειρά βιομηχανικά κέντρα, έλεγαν ότι και εκεί  ακόμα «σχηματίζεται καί αρχίζει νά δρά μιά εργατική αντιπολίτευση». Στην πραγματικότητα, ή αντιπολίτευση αυτή, δέν εμφανιζόταν  παντού με αφορμή τα θέματα πάνω στά οποία είχαν συμφωνήσει οι δύο εργατικές πρωτεύουσες τής Δημοκρατίας των σοβιέτ. Στις εκδηλώσεις, διεκδικήσεις καί στην αιτιολογία τής Αντιπολίτευσης, υπήρχε συχνά αρκετή σύγχυση, βλακείες, μικρότητες, ενώ παραμερίζονταν τα βασικά σημεία. Αυτό όμως πού παρέμενε σταθερό ήταν το παρακάτω ερώτημα:

Ποιος πρέπει να πραγματοποιήσει τή δημιουργικότητα τής δικτατορίας τού προλεταριάτου στον τομέα των οικονομικών δομών;

Τα όργανα πού είναι ουσιαστικά προλεταριακά, πού συνδέονται άμεσα καί με ζωντανούς δεσμούς με την παραγωγή, δηλ. τα συνδικάτα; Ή, αντίθετα, οι κρατικές υπηρεσίες, πού δέν έχουν άμεσες καί ζωντανές σχέσεις με την παραγωγική δραστηριότητα καί πού είναι εξάλλου κοινωνικά ανομοιόμορφες; Αυτό είναι το επίκεντρο τής συζήτησης. Ή Εργατική ’Αντιπολίτευση υποστηρίζει την πρώτη άποψη.

Οι κορυφές τού Κόμματός μας, όποιες καί νά ’ναι οι διαφορές τους στο ένα ή στο άλλο δευτερεύον σημείο, υποστηρίζουν με μιά συγκινητική ταυτότητα απόψεων, τή δεύτερη.

Καί τι μάς δείχνει αυτό;

Μάς δείχνει ότι το Κόμμα μας περνάει από την πρώτη σοβαρή κρίση του μετά την αρχή τής ’Επανάστασης, καί ότι δέν έχει το δικαίωμα νά ξεφορτώνεται την ’Αντιπολίτευση με το νά την αποκαλεί «συνδικαλιστική τάση» ή με οποιαδήποτε άλλη φτηνή ονομασία, αλλά οτι όλοι οι σύντροφοι πρέπει νά σκεφτούν μόνοι τους καί ν’ αναρωτηθούν: από πού προέρχεται αυτή ή κρίση; Πού βρίσκεται ή ταξική αλήθεια; Με το μέρος τής ηγεσίας ή με το μέρος των εργατών, των προλεταριακών μαζών, καί τού σίγουρου ενστικτού τους;

 

 

 

 

* Ή συζήτηση για την «προσωπική ή συλλογική διοίκηση» των έργοστασίων, έπιχειρήσεων κ.τ.λ., άφορά πιο συγκεκριμένα τή χρησιμοποίηση των ειδικών» (προσωπική) καί τή δημιουργία έργατικών έπιτροπών (συλλογική) πού αναλαμβάνουν αυτές τή διοίκηση. Σ.Μ.

 

 

 

Α.Κολλοντάι «Η Εργατική Αντιπολίτευση», μτφ. Πέτρος Λινάρδος, εκδόσεις Βέργος, 1975, σελ. 21-26.

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *