Anton Pannekoek: Η ισχύς των τάξεων

Η ισχύς των τάξεων

 

 

(1936)

[Πηγή: International Council Correspondence, Vol. II (1935-1936), No 6 (May 1936), p. 1-7, με ψευδώνυμο John Harper. Πηγή: Association Anton Pannekoek Archives]

Μετάφραση από τα αγγλικά: Γ. Παπαπαναγιώτου

 

 

Η ισχύς της αστικής τάξης είναι τεράστια. Ποτέ στην ιστορία δεν υπήρξε άρχουσα τάξη με τόση ισχύ.

Πρώτα απ’ όλα, η ισχύς τους είναι η δύναμη του χρήματος. Όλα τα πλούτη του κόσμου είναι δικά τους, και το σύγχρονο κεφάλαιο, που έχει παραχθεί από τον ακατάπαυστο μόχθο εκατομμυρίων εργαζομένων, ξεπερνάει όλα τα πλούτη του παλιού κόσμου. Η υπεραξία συσσωρεύεται κατά ένα μέρος σε ακόμη μεγαλύτερο και σε νέο κεφάλαιο· κατά ένα άλλο μέρος δαπανάται από τους καπιταλιστές. Πληρώνουν υπηρέτες ως υπηρετικό προσωπικό τους· πληρώνουν, όμως, και ανθρώπους για να προστατεύουν την εξουσία τους και την κυριαρχική τους θέση στην κοινωνία. Όλα μπορούν να αγοραστούν με το χρήμα στον καπιταλισμό· οι μυώνες και τα μυαλά, όπως και η αγάπη και η τιμή, όλα έχουν γίνει εμπορεύσιμα αγαθά. Ο Τζον Ντ. Ροκφέλλερ ο πατέρας έλεγε: «Δεν υπάρχει κανείς που να μην μπορεί να αγοραστεί, αρκεί να ξέρεις ποια είναι η τιμή του». Αυτή η δήλωση μπορεί να μην είναι απόλυτα σωστή, δείχνει, όμως, τον τρόπο με τον οποίο οι καπιταλιστές βλέπουν τον κόσμο.

Οι καπιταλιστές μισθώνουν νεαρούς προλετάριους ως προσωπικό ασφαλείας. Με τον ίδιο τρόπου που πληρώνουν ιδιωτικούς αστυνομικούς ενάντια σε απεργούς, σε καιρούς μεγαλύτερου κινδύνου οργανώνουν ολόκληρους στρατούς από εθελοντές, εξοπλισμένους με τα καλύτερα σύγχρονα όπλα, καλοταϊσμένους και καλοπληρωμένους, για να υπερασπιστούν το ιερό και απαραβίαστο καπιταλιστικό τους καθεστώς.

Για την υπεράσπισή του, όμως, ο καπιταλισμός δεν μπορεί να βασίζεται μόνον στην ωμή βία. Καθώς και αυτός ο ίδιος είναι προϊόν μιας υψηλής ανάπτυξης διανοητικών δυνάμεων, πρέπει συνεπώς να βασίζεται για την προάσπισή του και στις ίδιες αυτές διανοητικές δυνάμεις. Στον ταξικό πόλεμο, πίσω από τον σώμα με σώμα αγώνα βρίσκεται ο άυλος πόλεμος μεταξύ ιδεών.

Αυτό το ξέρουν καλά οι καπιταλιστές, συχνά μάλιστα πολύ καλύτερα από ό,τι οι εργαζόμενοι. Οπότε εξαγοράζουν όσο μπορούν όλα τα καλά μυαλά. Συχνά αυτό το κάνουν με έναν χυδαία ανοιχτό τρόπο· συνηθέστερα, όμως, το κάνουν με κάποιο έμμεσο τρόπο. Για παράδειγμα, αυτό γίνεται με χορηγίες που έχουν πολιτιστικούς σκοπούς. Ένας μεγάλος αριθμός σπουδαστών θετικών επιστημών έχουν ωφεληθεί στις έρευνές τους από το «Ίδρυμα Ροκφέλλερ». Έτσι, το όνομα «Ροκφέλλερ» αποκτά καλή φήμη στον τομέα των φυσικών επιστημών, ενώ, εντελώς παραδόξως, το όνομα «Λάντλοου»(1) δεν ακούγεται πουθενά. Φιλανθρωπίες τέτοιου είδους εξυπηρετούν πολύ καλά τον καπιταλισμό.

Επιπλέον, οι κεφαλαιοκράτες έχουν ιδρύσει πανεπιστήμια σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου, μεταξύ των άλλων επιστημών, διδάσκεται και η κοινωνιολογία, με σκοπό να καταδειχτεί το ανέφικτο και η αχρειότητα του κομμουνισμού. Όταν τελειώσουν τις σπουδές τους, οι νέοι φεύγουν από τα πανεπιστήμια εμποτισμένοι με αυτές τις ιδέες, και ξέροντας ότι τους περιμένουν παχυλοί μισθοί και δημόσια αξιώματα, με την προϋπόθεση ότι δεν θα λοξοδρομήσουν από την ευθεία οδό του καπιταλισμού.

Οι καπιταλιστές εξαγοράζουν τις εφημερίδες· εξαγοράζουν τους συντάκτες· εξαγοράζουν όλα τα μέσα δημοσιότητας, και με αυτόν τον τρόπο διαπλάθουν την κοινή γνώμη. Πρόκειται για μια αόρατη πνευματική δικτατορία μέσω της οποίας ένα ολόκληρο έθνος οδηγείται να σκέφτεται με τον τρόπο που θα το επιθυμούσε η αστική τάξη.

Αφού το χρήμα βασιλεύει στον κόσμο, άρα μπορεί να αγοράζει και τo διαθέσιμο πνευματικό δυναμικό.

Κατά δεύτερον, η ισχύς των καπιταλιστών είναι πολιτικής φύσης. Το κράτος είναι ο οργανισμός της αστικής τάξης. Αποστολή του είναι να καθιστά δυνατή την εύρυθμη λειτουργία της ιδιωτικής παραγωγής, και να διευκολύνει τους κατ’ ιδίαν καπιταλιστές να μπορούν να συνεχίζουν ανεμπόδιστα την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, προστατεύοντας και ρυθμίζοντας τις δοσοληψίες τους.

Η κυβέρνηση ψηφίζει νόμους για να προστατεύει τους «τίμιους» επιχειρηματίες από τους «κλέφτες» και τους «φονιάδες». Εναντίον των απεργών και των επαναστατών, που είναι πολύ περισσότερο επικίνδυνοι για το υπάρχον κοινωνικό καθεστώς, ψηφίζονται πολύ δραστικότεροι νόμοι. Για την εφαρμογή αυτών των νόμων, χρησιμοποιούνται η αστυνομία και οι φυλακές. Σε κάθε απεργία, σε κάθε πολιτική διαδήλωση, οι εργαζόμενοι βρίσκουν παραταγμένη απέναντί τους την αστυνομία, που τους κτυπά και τους ρίχνει στη φυλακή για το καλό της αστικής τάξης και για να προστατέψουν τα καπιταλιστικά κέρδη. Συμμορίες μισθωμένων τραμπούκων αναλαμβάνουν χρέη βοηθών της αστυνομίας και τους παρέχονται αστυνομικές δικαιοδοσίες· και όταν ούτε έτσι καταφέρνουν να υποτάξουν τους εργαζόμενους, τότε κινητοποιούνται εναντίον τους εθνοφρουρές και πολιτοφυλακές.

Σε κάθε καπιταλιστική χώρα, ο στρατός είναι η ισχυρότερη δύναμη στην υπηρεσία της αστικής τάξης, επειδή για τους πολέμους της με άλλες χώρες χρειάζεται τις ένοπλες δυνάμεις όλης της χώρας, συμπεριλαμβανομένων όλων των τάξεων. Ο στρατός είναι ένα οργανωμένο σώμα που το συνενώνει η αυστηρότατη στρατιωτική πειθαρχία, που είναι εξοπλισμένο με τα πιο απάνθρωπα, τελειοποιημένα και αποτελεσματικά όπλα θανάτωσης και καταστροφής. Από τη στιγμή που ο στρατός χρησιμοποιείται στους πολέμους, όπου στη χειρότερη περίπτωση η αστική τάξη κινδυνεύει να υποστεί μόνον κάποιες μεγάλες απώλειες, για ποιον λόγο δεν θα τον χρησιμοποιούσε στην περίπτωση μιας επανάστασης, που τότε θα απειλούνταν με ολοκληρωτική απώλεια όλων όσα κατέχει;

Επομένως, το κράτος είναι το προπύργιο του καπιταλισμού. Προστατεύει την αστική τάξη ως μια ισχυρά οργανωμένη εξουσία σε όλη την επικράτεια, που διευθύνεται από την ενιαία βούληση της κεντρικής κυβέρνησης, που είναι εξοπλισμένο με έναν πανίσχυρο στρατό.

Μολαταύτα, η φυσική βία δεν επαρκεί για να κρατάς υποταγμένο έναν λαό ή μια κοινωνική τάξη. Έχουν υπάρξει στην ιστορία πολλές ισχυρές κυβερνήσεις που ανατράπηκαν από εξεγέρσεις, παρόλο που ήταν καλά οργανωμένες και τέλεια εξοπλισμένες. Οι πνευματικές δυνάμεις, πέρα από την απλή φυσική ισχύ, είναι αποφασιστικής σημασίας. Στην περίπτωση του καπιταλισμού, ισχύει ο κανόνας ότι μακροπρόθεσμα είναι πιο αποτελεσματικό να παραπλανάς τους ανθρώπους από το να τους δέρνεις.

Έτσι, το τρίτο στοιχείο της ισχύος της αστικής τάξης είναι η πνευματική της ηγεμονία: οι ιδέες μιας άρχουσας τάξης κυριαρχούν στην πλειονότητα των μελών της κοινωνίας. Είναι σίγουρο ότι η αστική τάξη δεν θα μπορούσε να εξαγοράζει φρουρούς και διανοούμενους, αν αυτά τα άτομα δεν συμμερίζονταν την ιδεολογία και τις ευαισθησίες της. Μια αστική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να κυβερνήσει, ακόμη και χρησιμοποιώντας τις πανίσχυρες υλικές και φυσικές της δυνάμεις, αν η μάζα του λαού δεν ήταν εμποτισμένη με το ίδιο πνεύμα με αυτό της κυβέρνησης.

Πώς άραγε είναι δυνατόν να υπερισχύει αυτό το καπιταλιστικό πνεύμα στη μάζα του λαού, ακόμη και στην ίδια την εργατική τάξη;

Η κύρια δύναμη εν προκειμένω είναι η παράδοση και η κληρονομιά ιδεών του παρελθόντος. Η ιδεολογία της αστικής τάξης δεν είναι τίποτε άλλο από την ιδεολογία των προηγούμενων μεσαίων τάξεων του παρελθόντος, των μικρών ανεξάρτητων παραγωγών.  Η ιδέα ότι η ατομική ιδιοκτησία είναι ένα φυσικό δικαίωμα, η πίστη ότι ο καθένας πρέπει να φροντίζει να φτιάξει τη δική του περιουσία και ότι ο ελεύθερος ανταγωνισμός αποτελεί εγγύηση για τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, το ρητό ότι ο καθένας οφείλει να φροντίζει για τον εαυτό του και ο θεός θα φροντίσει για τα υπόλοιπα, η πεποίθηση ότι η εργατικότητα και η αποταμίευση είναι τα προτερήματα που αρκούν για την εξασφάλιση της ευημερίας, όλες αυτές οι πεποιθήσεις είναι κληρονομημένες από την τάξη και την εποχή των μικρών ανεξάρτητων παραγωγών, την εποχή που είχαν αρχίσει να αναπτύσσονται. Το μεγάλο κεφάλαιο θέλει να πιστεύουν οι μάζες σε αυτό ακριβώς το δόγμα πίστης, σαν αιώνιες αλήθειες που ισχύουν ακόμη και σήμερα.

Οι γονείς και οι παππούδες των σημερινών προλετάριων ήταν και αυτοί τέτοιου είδους μικροεπιχειρηματίες: μικροκτηματίες αγρότες, άποικοι, τεχνίτες, ακόμη και μικροί καπιταλιστές, που οδηγήθηκαν στην χρεωκοπία εξαιτίας του ανταγωνισμού. Είχαν κληρονομήσει και αυτοί τις ίδιες ιδέες, που μπορεί να επαληθεύονταν κατά ένα μέρος την εποχή που ήταν ακόμη νέοι. Έπειτα, η κοινωνία άλλαζε ταχύτατα, η μεγάλη βιομηχανία αναπτυσσόταν γοργά και αυτοί μετατρέπονταν για πάντα σε προλετάριους. Καθώς, όμως, οι ιδέες τους δεν ήταν δυνατόν να αλλάζουν με τον ίδιο ταχύ ρυθμό, ο νους τους παραμένει προσκολλημένος στην παλιά ιδεολογία.

Και πάλι, θα μπορούσε να πει κανείς, το σχολείο της ζωής είναι πανίσχυρο και αναπόφευκτα χαράζει στο νου τις νέες ιδέες που είναι συμβατές με το μεταβαλλόμενο νέο κοινωνικό περιβάλλον. Πλην όμως, ακριβώς για αυτόν το λόγο, ενεργοποιείται η καπιταλιστική διδασκαλία. Με όλα τα διαθέσιμα μέσα, οι αστικές ιδέες διαδίδονται και επιβάλλονται επιτήδεια στο νου των ανθρώπων. Πρώτα πρώτα, στα σχολεία, τότε που τα μυαλά των παιδιών είναι εύπλαστα και εύπιστα· έπειτα, από τους κληρικούς στις εκκλησίες, από τις εφημερίδες, από το ραδιόφωνο, τον κινηματογράφο, κλπ. Η αποστολή τους δεν είναι απλώς να κρατούν ζωντανό τον αστικό τρόπο σκέψης στο νου των εργαζομένων, αλλά, ακόμη περισσότερο και από αυτό, να τους αποτρέπουν εντελώς από το να σκέφτονται. Γεμίζοντας το χρόνο και το νου τους με δελεαστικές ματαιότητες, σκοτώνουν κάθε επιθυμία για σοβαρή μελέτη και σκέψη.

Είναι άραγε σωστό να το αποκαλούμε αυτό παραπλάνηση των εργαζομένων;

Η αστική τάξη είναι ειλικρινής με τον εαυτό της όσον αφορά αυτήν την προπαγάνδα· πιστεύει στ’ αλήθεια στις διδασκαλίες που προσπαθεί να επιβάλλει στους εργαζόμενους. Για τους εργαζόμενους, όμως, η καπιταλιστική ιδεολογία αυτή καθαυτή είναι αφροσύνη και απερισκεψία. Οι εργαζόμενοι πρέπει να καλλιεργούν τις νέες ιδέες που εκπηγάζουν συνεχώς από τον μεταβαλλόμενο κόσμο στον οποίο ζουν· πρέπει να αποκτήσουν τις γνώσεις σχετικά με την εξέλιξη της εργασίας και της ταξικής πάλης που οδηγούν στον κομμουνισμό.

Επομένως, η ισχύς της αστικής τάξης δεν είναι μόνον το χρήμα και η πολιτική και στρατιωτική τους ισχύς. Οι μικροεπιχειρηματίες και οι μικροκαλλιεργητές αγρότες που πιστεύουν  ότι μπορούν να επιτύχουν στη ζωή τους χάρη στις ατομικές τους προσπάθειες – όπως συμβαίνει καμιά φορά -, συμμετέχουν στη διατήρηση της καπιταλιστικής ισχύος. Κάθε εργαζόμενος που νοιάζεται μόνον για τον εαυτό του και όχι για το μέλλον της τάξης του, κάθε εργαζόμενος που διαβάζει μόνον τις αστικές φυλλάδες και έχει ως κεντρικό ενδιαφέρον του τους ποδοσφαιρικούς αγώνες, συμβάλλει με αυτή τη στάση του στην κοινωνική ισχύ της αστικής τάξης.

Σε σχέση με την γοργή ανάπτυξη των τεχνικών και οικονομικών μορφών της παραγωγής, ο ανθρώπινος νους έχει μείνει πίσω. Αυτή η νοητική υστέρηση των εργαζομένων μαζών αποτελεί την κυριότερη ισχύ της αστικής τάξης.

Ποια ισχύ θα μπορούσε άραγε να αντιτάξει η εργατική τάξη ενάντια σε όλα αυτά;

Πρώτα πρώτα, η εργατική τάξη είναι η πολυπληθέστερη κοινωνική τάξη. Αυξάνεται συνεχώς, εξαιτίας της ανάπτυξης της βιομηχανίας, ενώ ο αριθμός των ανεξάρτητων επιχειρηματιών και επαγγελματιών μειώνεται συνεχώς. Τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι η εργατική τάξη είναι η πολυπληθέστερη κοινωνική τάξη στις ΗΠΑ. Μόνον οι αγρότες και οι μισθωτοί υπάλληλοι ακολουθούν με κάποια απόσταση. Η καθαυτό αστική τάξη είναι αριθμητικά ασήμαντη· και οι μικρομεσαίοι ελεύθεροι επαγγελματίες και μικροέμποροι είναι πολύ λιγότεροι από τους μισθωτούς εργαζόμενους. Εντούτοις, δεν είναι ο αριθμός το μόνο που μετράει. Ένας αριθμός πολλών εκατομμυρίων, διασκορπισμένων σε πολλά μικρά χωριά, απομακρυσμένα το ένα από το άλλο σε όλη την επικράτεια, δεν είναι εις θέσιν να παρεμβαίνει το ίδιο δυναμικά με έναν ίδιο αριθμό εκατομμυρίων που συνυπάρχουν στρυμωγμένοι στις πόλεις. Οι μεγάλες πόλεις είναι τα κέντρα της οικονομικής, πολιτιστικής και πολιτικής ζωής. Τα εκατομμύρια των εργαζομένων, που αποτελούν την πλειονότητα του πληθυσμού σε αυτά τα αστικά κέντρα, όπου στοιβάζονται σε μεγάλες ταξικά χαρακτηρισμένες γειτονιές, υπό αυτές τις συνθήκες συνιστούν εκ των πραγμάτων μια πολύ ισχυρή κοινωνική δύναμη.

Στην αρχαία Ρώμη, οι προλετάριοι ήταν επίσης πολυάριθμοι και με μεγάλο βαθμό συγκέντρωσης κατά τόπους. Η κοινωνική τους ισχύς, όμως, ήταν μηδαμινή επειδή δεν δούλευαν. Ήταν παράσιτα που ζούσαν από το δημόσιο ταμείο. Με τους σύγχρονους προλετάριους, η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική.

Το δεύτερο στοιχείο ισχύος για την εργατική τάξη είναι, λοιπόν, η σπουδαιότητά της στην ανθρώπινη κοινωνία. Η κοινωνία στηρίζεται στην εργασία των εργαζομένων. Οι καπιταλιστές θα μπορούσαν να απολυθούν, οι μικροπαραγωγοί και οι μικροέμποροι θα μπορούσαν να λείψουν, χωρίς να παραβλαφτεί η παραγωγή των αναγκαίων αγαθών η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της πραγματοποιείται στα εργοστάσια μεγάλων επιχειρήσεων. Χωρίς την εργατική τάξη, όμως, είναι αδύνατον να υπάρξει παραγωγή. Μόνον με την εργασία των αγροτών μπορεί να συγκριθεί ο ουσιαστικός και θεμελιώδης ρόλος των εργαζομένων.

Οι εργαζόμενοι έχουν στα χέρια τους τον παραγωγικό μηχανισμό. Αυτοί τον χειρίζονται· αυτοί τον θέτουν σε λειτουργία· αυτοί τον ρυθμίζουν· αυτοί έχουν την άμεση αρμοδιότητα σε αυτόν. Και βέβαια, όχι σύμφωνα με το νόμο, διότι σύμφωνα με το νόμο οφείλουν να υπακούν στους καπιταλιστές, και, για την επιβολή αυτού του νόμιμου δικαιώματος, μπορεί να επέμβουν η αστυνομία και ο στρατός. Στην πράξη, όμως, είναι δικός τους, διότι χωρίς αυτούς ο ζωντανός παραγωγικός μηχανισμός είναι ένα ψόφιο κουφάρι. Αν αρνηθούν να εργαστούν, η κοινωνία δεν μπορεί να επιζήσει. Έχει ήδη συμβεί μια γενική απεργία να παραλύει όλην την οικονομική και κοινωνική ζωή, και έτσι να αποσπούν οι εργαζόμενοι σημαντικές παραχωρήσεις από μια απρόθυμη άρχουσα τάξη. Για μια στιγμή τότε, σαν την έκλαμψη μιας αστραπής, ερχόταν στο φως αυτή η πανίσχυρη δύναμη της εργατικής τάξης, το αναπόσπαστο δέσιμό της με τον παραγωγικό μηχανισμό.

Ένα είναι το σίγουρο: για να γίνει αυτή η δυνητική ισχύς μια ζωντανή, πραγματική ισχύς, θα πρέπει να εκπληρώνεται μια ιδιαίτερης βαρύτητας προϋπόθεση. Μια τέτοια συλλογική δράση όλης της εργατικής τάξης δεν μπορεί να γίνει πραγματικότητα, αν δεν υποστηρίζεται από μια ισχυρή ηθική δύναμη. Έτσι, ως τρίτο στοιχείο της προλεταριακής ισχύος βρίσκουμε την αλληλεγγύη, το πνεύμα ενότητας, την οργάνωση. Η αλληλεγγύη είναι ο δεσμός που ενώνει τη βούληση όλων των ξεχωριστών ατόμων σε μια ενιαία βούληση, κάνοντας έτσι εφικτή μια ενωτική οργανωμένη δράση που είναι πανίσχυρη.

Είναι άραγε σωστό να θεωρούμε την αλληλεγγύη ως ένα ειδικά προλεταριακό προτέρημα; Στην καθημερινή του πρακτική, ο ίδιος ο καπιταλισμός δεν εφαρμόζει και αυτός την οργάνωση και την ενιαία δράση στα εργοστάσιά του, στις συμπράξεις του, στους στρατούς του;

Τις εφαρμόζει, αλλά, στην περίπτωση του καπιταλισμού, αυτό επιτυγχάνεται με εντολές, με πρόστιμα και με ποινές. Σίγουρα, για την υπεράσπιση κοινών συμφερόντων, η συντονισμένη δράση λαμβάνει χώρα σε κάθε κοινωνική τάξη, πλην όμως, και εδώ πάλι, εκδηλώνεται η αληθινή οικονομική και κοινωνική κατάσταση, το γεγονός δηλαδή ότι οι καπιταλιστές είναι ανταγωνιστές μεταξύ τους, ενώ οι εργαζόμενοι είναι σύντροφοι.

Ο καπιταλισμός βασίζεται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, σε ιδιωτικά συμφέροντα. Όσο περισσότερο ζήλο και ενθουσιασμό έχει ο καπιταλιστής στην επιδίωξη των προσωπικών του συμφερόντων, τόσο το καλύτερο για την επιχειρηματική του δραστηριότητα, τόσο το καλύτερο για τα συμφέροντά του. Ως εκ τούτου, αυτόματα αναπτύσσεται ένας σκληρός εγωκεντρισμός, που καταπνίγει τη φυσική ανθρώπινη ευσπλαχνία. Οι εργαζόμενοι, από την άλλη πλευρά, δεν μπορούν να κερδίσουν τίποτε με τον εγωκεντρισμό. Για όσον καιρό βρίσκονται απέναντι στο κεφάλαιο ως άτομα, θα είναι ανίσχυροι και θα εξαθλιώνονται· μόνον με συλλογικές δράσεις μπορούν να επιτύχουν καλύτερες εργασιακές και βιοτικές συνθήκες. Όσο περισσότερο επιδιώκουν προσωπικά συμφέροντα, τόσο περισσότερο θα παραμένουν γονατισμένοι και ηττημένοι· όσο περισσότερο αναπτύσσουν ένα συναίσθημα συντροφικότητας, αλληλοβοήθειας, αυτοθυσίας για την τάξη τους, τόσο το καλύτερο για τα συμφέροντά τους.

Στην αυγή του πολιτισμού, όταν δημιουργήθηκε η ατομική ιδιοκτησία, οι άνθρωποι χωρίστηκαν μεταξύ τους, ο καθένας καλλιεργώντας το δικό του χωράφι, αναπτύσσοντας με τον μεταξύ τους ανταγωνισμό την παραγωγικότητα της εργασίας. Σε αυτήν τη μακραίωνη εξέλιξη, ο άνθρωπος υποχρεώθηκε να αναπτύξει ένα ισχυρό συναίσθημα αυτοδιάθεσης, έναν ισχυρό ατομικισμό, υποχρεώθηκε να κινείται ανεξάρτητος, εμπιστευόμενος μόνον τις δικές του δυνάμεις. Όλη του η ενέργεια και όλες του οι ικανότητες ήταν σε εγρήγορση στην υπηρεσία του σθένους του να αγωνίζεται εναντίον των άλλων. Αυτό, όμως, γινόταν με κόστος κάποιες απώλειες ηθικής φύσης· στο ανθρώπινο είδος αναπτύχθηκαν ο εγωκεντρισμός και η σκληρότητα, ενώ ξεφύτρωσαν ανάμεσα στους συνανθρώπους η καχυποψία και η εχθρότητα.

Τώρα έρχεται στο προσκήνιο η σύγχρονη εργατική τάξη, μια τάξη που, για πρώτη φορά στην ιστορία, δεν έχει ιδιοκτησία, και, συνακόλουθα, δεν υπάρχουν πραγματικά ατομικά συμφέροντα που να αντιπαραθέτουν τον έναν εναντίον του άλλου. Ενώ εξακολουθούν να είναι προικισμένοι με την προσωπική ενεργητικότητα και τις ικανότητες που κληρονόμησαν από τους προγόνους τους, εκπαιδεύονται από τις μηχανές σε μια πειθαρχία, όπου οφείλουν να δρουν με ακρίβεια από κοινού με τους άλλους. Παρόλο που οι απόπειρές τους για τη διεκδίκηση καλύτερων βιοτικών συνθηκών είναι ανίσχυρες να κατανικήσουν την απελπιστικά σαρωτική ισχύ του καπιταλισμού, διαπιστώνουμε ότι προκύπτει ένα μεγάλο όφελος από αυτές τις απόπειρες: τα κοινά τους συμφέροντα εναντίον της αστικής τάξης ξυπνούν μέσα τους τα συναισθήματα αδελφοσύνης.

Καθώς η εργατική τάξη ανακαλύπτει τη δύναμη που της δίνει η ηθική της ανωτερότητα σε σχέση με την αστική τάξη, ανακαλύπτει και τη δύναμή της όσον αφορά τη διανοητική της ανωτερότητα. Πρώτα έρχεται η πράξη, η δράση της αλληλεγγύης, που ξεπηδά αυθόρμητα από τα βάθη της συγκίνησης και του πάθους της συγκεκριμένης στιγμής. Μετά, έρχεται η γνώση ότι υπάρχει μια αναπόφευκτη σύγκρουση μεταξύ αντίθετων συμφερόντων. Αυτή είναι η πρώτη μορφή ταξικής συνειδητοποίησης. Με την εμβάθυνση της γνώσης, διαφαίνονται καθαρότερα οι τρόποι δράσης και οι αγωνιστικές συνθήκες· και, όπως γίνεται στην περίπτωση κάθε επιστήμης, αυτή η γνώση θα καθοδηγεί τις μελλοντικές δράσεις προς τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους για την επίτευξη αποτελεσμάτων.

Μετά από την αριθμητική τους υπεροχή, την κοινωνική τους σπουδαιότητα, την ηθική δύναμη της αλληλεγγύης, αυτή η γνώση είναι το τέταρτο στοιχείο της ισχύος της εργατικής τάξης. Είναι η επιστήμη που αναπτύχθηκε από τον Μαρξ και τον Ένγκελς, η οποία εξηγεί κατά πρώτον την πορεία της ιστορίας μέσα από την εξέλιξη της κοινωνίας, από τις πρωτόγονες απαρχές της, μετά στη φεουδαρχία και τον καπιταλισμό, και κατόπιν στον κομμουνισμό, στηρίζοντας αυτήν την ανάλυση στην εξέλιξη της εργασίας και της παραγωγικότητάς της. Κατά δεύτερον, εξηγεί τη δομή της καπιταλιστικής παραγωγής, και δείχνει με ποιόν τρόπο θα καταρρεύσει ο καπιταλισμός εξαιτίας των ίδιων των δυνάμεών του, από την ανάπτυξη και την εκμετάλλευση της προλεταριακής τάξης, επειδή την οδηγεί στην εξέγερση εξαιτίας των δικών του αλλεπάλληλων κρίσεων, και επειδή με αυτήν την πρακτική του αυξάνει τις αγωνιστικές δυνάμεις των εργαζομένων.

Αυτή η επιστήμη, ο μαρξισμός, είναι μια προλεταριακή επιστήμη. Η αστική τάξη την απορρίπτει· οι επιστήμονές της αμφισβητούν την αλήθεια της. Και πράγματι, δεν θα ήταν δυνατόν για την αστική τάξη να αποδεχτεί αυτήν τη θεωρία. Καμιά τάξη δεν μπορεί να αποδεχτεί μια θεωρία που διακηρύσσει την κατάρρευση και το θάνατό της· διότι, αν την αποδεχόταν, δεν θα μπορούσε να αγωνιστεί με πλήρη πεποίθηση και με όλες τις δυνάμεις της. Το να αγωνίζεσαι ενάντια στην εκμηδένιση, είναι ένα στοιχειώδες ένστικτο, για οποιοδήποτε οργανισμό όπως και για οποιαδήποτε τάξη.

Η αστική τάξη δεν μπορεί να δει πέρα από τον ορίζοντα του καπιταλισμού. Έτσι, την συνεχώς αυξανόμενη συγκέντρωση του κεφαλαίου, την συνεχώς αυξανόμενη ισχύ του μεγάλου χρηματιστικού κεφαλαίου, τις αλλεπάλληλες σοβαρές κρίσεις και τους συνεχώς επικείμενους παγκόσμιους πολέμους, την πλημμυρίδα του προλεταριακού αγώνα και την απειλή της επανάστασης, όλα αυτά τα φαινόμενα τα βλέπει χωρίς να συνάγει κάποιο ορθολογικό συμπέρασμα. Δεν βλέπει να υπάρχει κάποιο νόημα στην ιστορία, παρόλο που οι ικανότατοι επιστήμονές της ερευνούν σε βάθος κάθε ιστορική λεπτομέρεια· δεν βλέπει φως στο μέλλον, στο νου της κυριαρχούν η αβεβαιότητα και ο μυστικισμός. Διαθέτει, όμως, μια αποφασιστικότητα: να αγωνίζεται για τη διατήρηση της υπεροχής της.

Για τους εργαζόμενους, αυτή η επιστήμη διαφωτίζει την κοπιαστική τους πορεία προς το μέλλον. Ξεκαθαρίζει τις σκέψεις τους για τη ζωή τους, τη δουλειά τους, τη φτώχεια τους, τη σχέση με τους εργοδότες τους και με τις άλλες τάξεις. Τους εξηγεί την πραγματικότητα του κόσμου όπως την βιώνουν, η οποία είναι όντως πολύ διαφορετική από την πραγματικότητα όπως την παρουσιάζουν οι αστικές διδαχές. Δεδομένου ότι ήδη το σχολείο της ζωής καταγράφει αναπόδραστα στο νου τους τις νέες ιδέες που συνάδουν με το νέο κόσμο στον οποίο ζουν, αυτή η επιστήμη της κοινωνίας αναπλάθει αυτές τις ιδέες δίνοντάς τους τη μορφή μιας στέρεα συγκροτημένης γνώσης. Έτσι οι εργαζόμενοι θα αποκτήσουν τελικά τη σοφία, τη γνώση και την πείρα που χρειάζονται στον αγώνα για την απελευθέρωσή τους.

1.(Στμ.) Αναφέρεται στη σφαγή των απεργών ανθρακωρύχων του Λάντλοου (Ludlow), στο Κολοράντο των ΗΠΑ, στις 20 Απριλίου 1914, από την εθνοφρουρά και τους μπράβους απεργοσπάστες της εταιρίας του Ροκφέλλερ Colorado Fuel and Iron Company. Η απεργία, με κύρια αιτήματα το οχτάωρο (δούλευαν 14 και 16 ώρες) και το δικαίωμα του συνδικαλίζεσθαι,  είχε διαρκέσει δεκατέσσερεις μήνες. Εθνοφρουροί και μπράβοι επιτέθηκαν, πυροβολώντας με τουφέκια και οπλοπολυβόλα, στο χώρο όπου κατασκήνωναν χίλιοι διακόσιοι απεργοί με τις οικογένειές τους έξω από το ορυχείο.

Σκοτώθηκαν 32 άτομα, άνδρες και γυναικόπαιδα. Συνολικά, μετά και από τις ένοπλες ταραχές που ακολούθησαν σε όλο το νότιο Κολοράντο, σκοτώθηκαν περισσότεροι από 70 ανθρακωρύχοι. Ο μεγαλύτερος μέτοχος του ορυχείου, η εταιρεία του Τζον Ροκφέλλερ, κατηγορήθηκε ως ενορχηστρωτής της σφαγής. Μεταξύ των απεργών ανθρακωρύχων υπήρχαν και αρκετοί Έλληνες μετανάστες. Ανάμεσα σε αυτούς, ο Λούης Τίκας (Ηλίας Αναστασίου Σπαντιδάκης, από το Ρέθυμνο), μια από τις ηγετικές μορφές αυτού του αγώνα,  εκτελέστηκε την ημέρα της σφαγής από τους μπράβους της Colorado Fuel and Iron Company. Για περισσότερα, βλ. Χάουαρντ Ζιν «Ιστορία του αμερικάνικου λαού» και το ντοκιμαντέρ του Νίκου Βεντούρα και της Λαμπρινής Χ. Θωμά, «Παλληκάρι, ο Λούις Τίκας και η σφαγή του Λάντλοου».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *