Friedrich Engels: Για την Ίστορία της Ένωσης των Κομμουνιστών

 

 

ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ*

 

 

ΚΟΜΕΠ, Τεύχος: 2010 Τεύχος 6

 

του Φρίντριχ Ενγκελς

 

 

 

Με την καταδίκη των κομμουνιστών της Κολωνίας το 1852 κλείνει η αυλαία της πρώτης περιόδου του ανεξάρτητου γερμανικού εργατικού κινήματος. Σήμερα ξεχάστηκε σχεδόν αυτή η περίοδος. Κι όμως βάσταξε απ’ το 1836 ίσαμε το 1852 και με τη διασπορά των γερμανών εργατών στο εξωτερικό, το κίνημα αυτό αναπτύχθηκε σχεδόν σ’ όλες τις πολιτισμένες χώρες. Και δεν είναι μόνο αυτό. Το σημερινό διεθνές εργατικό κίνημα είναι στην ουσία άμεση συνέχεια του τότε γερμανικού εργατικού κινήματος, που γενικά ήταν το πρώτο διεθνές εργατικό κίνημα και από το οποίο προήλθαν πολλοί από τους ανθρώπους που ανάλαβαν τον καθοδηγητικό ρόλο στη Διεθνή Ενωση των Εργατών. Και οι θεωρητικές αρχές του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου», που τις έγραψε στη σημαία της η Ενωση των Κομμουνιστών το 1847, αποτελούν σήμερα τον πιο γερό διεθνή δεσμό όλου του προλεταριακού κινήματος της Ευρώπης και της Αμερικής.

Ισαμε τώρα υπάρχει μια μόνο κύρια πηγή για μια συνεχτική ιστορία εκείνου του κινήματος. Είναι η λεγόμενη Μαύρη Βίβλος: «Οι συνωμοσίες των κομμουνιστών στον ΧΙΧ αιώνα», του Βέρμουτ και Στίμπερ, Βερολίνο, 2 μέρη, 1853 και 1854. Αυτό το κατασκεύασμα της ψευτιάς που το μαγείρεψαν δυο από τους πιο άθλιους αστυνομικούς αλήτες, και που είναι παραγιομισμένο με σκόπιμες πλαστογραφίες, χρησιμεύει ακόμα και σήμερα σαν πρώτη πηγή για όλες τις μη κομμουνιστικές εκδόσεις που αναφέρονται σε κείνη την εποχή.

Εκείνο που μπορώ να δόσω εδώ θα είναι μόνο μια σκιαγράφηση και αυτή μονάχα για ό,τι αφορά την ίδια την Ενωση και μονάχα για ό,τι είναι απολύτως αναγκαίο για να καταλάβουμε τις «αποκαλύψεις»1. Ας ελπίσουμε ότι θα μου δοθεί ακόμα η δυνατότητα να επεξεργαστώ κάποτε το πλούσιο υλικό που συγκεντρώσαμε ο Μαρξ κι εγώ, για την ιστορία της ένδοξης αυτής νεανικής εποχής του διεθνούς εργατικού κινήματος.

* * *

 Απ’ τη μυστική δημοκρατική Ενωση των «Προγραμμένων», που το 1834 την είχαν ιδρύσει στο Παρίσι γερμανοί φυγάδες, αποχωρίστηκαν το 1836 τα πιο ακραία στοιχεία που το μεγαλύτερό τους μέρος ήταν προλεταριακά, και σχημάτισαν τη νέα μυστική Ενωση των Δικαίων. Η αρχική Ενωση όπου έμειναν μονάχα τα νωθρά στοιχεία, σαν τον Γιάκομπους Βενεντέυ, αποκοιμήθηκε σε λίγο εντελώς. Και όταν το 1840 η αστυνομία ξετρύπωσε στη Γερμανία μερικά τμήματα, δεν επρόκειτο παρά μόνο για μια σκιά. Αντίθετα, η καινούργια Ενωση αναπτύχθηκε σχετικά γρήγορα.

Αρχικά ήταν μια γερμανική παραφυάδα του γαλλικού κομμουνισμού που συνδεόταν με τις αναμνήσεις του μπαμπουβισμού (Babouvisme)2 και που εκείνη την εποχή διαμορφωνόταν στο Παρίσι. Την κοινοχτημοσύνη των αγαθών την απαιτούσαν σαν αναγκαστική συνέπεια της «ισότητας». Οι σκοποί ήταν οι ίδιοι με τους σκοπούς των σύγχρονων τότε μυστικών εταιριών του Παρισιού: μισό σύλλογος προπαγάνδας, μισό συνωμοτική οργάνωση. Ωστόσο όμως το Παρίσι θεωρούνταν πάντα το κέντρο της επαναστατικής δράσης, αν και δεν αποκλειόταν καθόλου το ενδεχόμενο προετοιμασίας πραξικοπημάτων στη Γερμανία. Επειδή όμως το Παρίσι εξακολουθούσε να είναι το αποφασιστικό πεδίο μάχης, η Ενωση δεν ήταν τότε στην πραγματικότητα τίποτα παραπάνω από το γερμανικό παρακλάδι των γαλλικών μυστικών εταιριών, ιδιαίτερα της Société des saisons3 που καθοδηγούνταν από τον Μπλανκί και τον Μπαρμπές και με την οποία υπήρχε στενή σύνδεση. Οι γάλλοι έδοσαν το χτύπημα στις 12 του Μάη 1839, τα τμήματα της Ενωσης βάδιζαν μαζί τους και έτσι μπλέχτηκαν στην κοινή ήττα.

Απ’ τους γερμανούς πιάστηκαν συγκεκριμένα ο Καρλ Σάππερ και ο Χάινριχ Μπάουερ. Η κυβέρνηση του Λουδοβίκου Φιλίππου αρκέστηκε μόνο στην απέλασή τους, αφού τους κράτησε πολύ καιρό φυλακή. Πήγαν και οι δυο στο Λονδίνο. Ο Σάππερ, που καταγόταν από το Βάιλμπουργκ του Νασσάου, όταν ήταν φοιτητής της δασολογίας στο Γκίσσεν, πήρε μέρος το 1832 στη συνωμοσία που οργανώθηκε από τον Γκεόργκ Μπύχνερ και στις 3 του Απρίλη 1833 πήρε μέρος στην έφοδο ενάντια στην αστυνομία της Φρανκφούρτης, έφυγε στο εξωτερικό και το Φλεβάρη του 1834 πήρε μέρος στην εκστρατεία του Ματζίνι στη Σαβόια. Με ανάστημα ούνου, αποφασιστικός και ενεργητικός, πάντα έτοιμος να ριψοκινδυνεύσει τις ανέσεις της καθημερινής ζωής και αυτήν ακόμα τη ζωή του, ήταν υπόδειγμα επαγγελματία επαναστάτη και σαν τέτοιος έπαιξε ένα ρόλο στα 1830-1840. Οπως έδειξε η εξέλιξή του από «δημαγωγό»4 σε κομμουνιστή, παρ’ ότι ήταν αργός στη σκέψη, δεν του ήταν καθόλου απρόσιτη μια βαθιά κατανόηση των θεωρητικών προβλημάτων και όταν κατανοούσε κάτι το υποστήριζε τότε με μεγάλη επιμονή. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο ερχόταν κάποτε η επαναστατική του φλόγα σε σύγκρουση με τα λογικά του. Πάντα όμως έβλεπε ύστερα το λάθος του και το αναγνώριζε ανοιχτά. Ηταν ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος και θα μείνει αξέχαστο ό,τι έκανε για την ίδρυση του γερμανικού εργατικού κινήματος.

Ο Χάινριχ Μπάουερ, από τη Φραγκονία, ήταν τσαγκάρης. Ηταν ένας ζωηρός, έξυπνος, καλαμπουρτζής, μικρόσωμος άντρας. Στο μικρό του σώμα όμως κρυβόταν πολύ μυαλό και αποφασιστικότητα.

Οταν έφτασε στο Λονδίνο, όπου ο Σάππερ, που ήταν στοιχειοθέτης στο Παρίσι, προσπαθούσε να συντηρηθεί δίνοντας μαθήματα ξένων γλωσσών, ξανασύνδεσαν πάλι οι δυο τους τα κομμένα νήματα της Ενωσης και έκαναν τώρα το Λονδίνο κέντρο της Ενωσης. Σ’ αυτούς τους δυο προστέθηκε εδώ, αν όχι από νωρίτερα κιόλας στο Παρίσι, ο Γιόσεφ Μολ, ρολογάς από την Κολωνία. Ηταν ένας Ηρακλής με μέτριο ανάστημα -μαζί με το Σάππερ υπερασπίστηκε νικηφόρα, πολλές φορές ενάντια σε εκατοντάδες αντιπάλους, την πόρτα της αίθουσας της συγκέντρωσης- ήταν ένας άνθρωπος που σε ενεργητικότητα και αποφασιστικότητα ήταν τουλάχιστον ισάξιος με τους δυο συντρόφους του, διανοητικά όμως ξεπερνούσε και τους δυο. Και δεν ήταν μονάχα γεννημένος διπλωμάτης, όπως το έδειξαν οι επιτυχίες των πολλών ταξιδιών του με ειδική αποστολή, αλλά και τα θεωρητικά ζητήματά του ήταν πιο προσιτά. Γνώρισα και τους τρεις το 1843 στο Λονδίνο. Ηταν οι πρώτοι επαναστάτες προλετάριοι που είδα. Και όσο και αν απόκλιναν τότε οι απόψεις μας στις λεπτομέρειες – γιατί τότε αντιπαράθετα στο δικό τους στενοκέφαλο ισοπεδωτικό κομμουνισμό5 ακόμα μια γερή δόση από εξίσου στενοκέφαλη δική μου φιλοσοφική έπαρση – δε θα ξεχάσω όμως ποτέ την επιβλητική εντύπωση που έκαναν σε μένα αυτοί οι τρεις αληθινοί άντρες, σε μένα που τότε μόλις πάσχιζα να γίνω άντρας.

Στο Λονδίνο, και σε μικρότερο βαθμό στην Ελβετία, τους βοήθησε η ελευθερία της οργάνωσης και της συγκέντρωσης. Στις 7 του Φλεβάρη 1840 ιδρύθηκε κιόλας ο νόμιμος γερμανικός Μορφωτικός Σύλλογος που υπάρχει και σήμερα ακόμα. Αυτό ο Σύλλογος χρησίμευε στην Ενωση σαν κέντρο στρατολογίας νέων μελών και επειδή, όπως πάντα, οι κομμουνιστές ήταν τα πιο δραστήρια και τα πιο έξυπνα μέλη του Συλλόγου, βγαίνει μόνο του ότι η καθοδήγηση πέρασε ολότελα στα χέρια της Ενωσης. Η Ενωση είχε σε λίγο στο Λονδίνο πολλές κοινότητες, ή όπως τις έλεγαν τότε ακόμα «στοές». Αυτή την ολοφάνερη ταχτική ακολούθησαν στην Ελβετία και αλλού. Οπου μπορούσαν ίδρυαν εργατικούς συλλόγους, που τους χρησιμοποιούσαν κατά τον ίδιο τρόπο. Εκεί που το απαγόρευε αυτό η νομοθεσία, ίδρυαν σωματεία χορωδίας, γυμναστικής, κλπ. Η σύνδεση διατηρούνταν τις περισσότερες φορές από τα μέλη του συλλόγου που διαρκώς πηγαινοέρχονταν κι όπου ήταν ανάγκη ασκούσαν χρέη απεσταλμένου. Και στις δυο περιπτώσεις βοηθούσε την Ενωση πολύ η σοφία των κυβερνήσεων που, απελαύνοντας κάθε ανεπιθύμητο εργάτη – και οι εννιά στους δέκα απ’ αυτούς ήταν μέλη της Ενωσης – τον μετάτρεπε σε απεσταλμένο.

Η Ενωση που ξανασυστάθηκε διαδόθηκε σημαντικά. Ιδιαίτερα στην Ελβετία ο Βάιτλινγκ, ο Αουγκουστ Μπέκερ(ένα εξαιρετικά σημαντικό κεφάλι, που όμως χάθηκε, όπως και τόσοι πολλοί γερμανοί, εξαιτίας της εσωτερικής του αστάθειας) και άλλοι, έφτιαξαν μια γερή οργάνωση, που λίγο-πολύ ορκιζόταν στο κομμουνιστικό σύστημα του Βάιτλινγκ. Δεν είναι εδώ ο τόπος για να κάνουμε κριτική του κομμουνισμού του Βάιτλινγκ. Σχετικά όμως με τη σημασία του σαν πρώτη θεωρητική εκδήλωση του γερμανικού προλεταριάτου, προσυπογράφω και σήμερα ακόμα τα λόγια του Μαρξ στο παρισινό «Φόρβερτς» του 1844: «Πού θα μπορούσε να παρουσιάσει η (γερμανική) αστική τάξη – μαζί με τους φιλόσοφους και τους ανθρώπους της των γραμμάτων – ένα παρόμοιο έργο για την απελευθέρωση της αστικής τάξης – την πολιτική της απελευθέρωση – σαν τις “Εγγυήσεις της αρμονίας και ελευθερίας” του Βάιτλινγκ; Αν συγκρίνουμε την πεζή, μικρόψυχη μετριότητα της γερμανικής πολιτικής φιλολογίας μ’ αυτό το απαράμιλλο, λαμπρό ξεκίνημα των γερμανών εργατών, αν συγκρίνουμε αυτά τα γιγάντια παιδικά υποδήματα του προλεταριάτου με τα μικροσκοπικά λυωμένα παπούτσια της αστικής τάξης, τότε πρέπει να προφητεύσουμε στη σταχτοπούτα αθλητικό παράστημα για το μέλλον». Αυτό το αθλητικό παράστημα βρίσκεται σήμερα μπροστά μας, αν και δεν έχει καθόλου ακόμα ολοκληρώσει την ανάπτυξή του.

Υπήρχαν και στη Γερμανία πολλά τμήματα που από τη φύση τους ήταν εφήμερα. Ομως τα καινούργια που δημιουργούνταν άξιζαν περισσότερο από κείνα που διαλύονταν. Μόνον ύστερα από εφτά χρόνια, στα τέλη του 1846, ανακάλυψε η αστυνομία στο Βερολίνο (Μέντελ) και στο Μαγδεβούργο (Μπεκ) ένα ίχνος της Ενωσης, χωρίς όμως να μπορέσει να το παρακολουθήσει πιο πέρα.

Και ο Βάιτλινγκ επίσης, που το 1840 βρισκόταν ακόμα στο Παρίσι, συγκέντρωσε, πριν πάει στην Ελβετία, τα σκόρπια στοιχεία της Ενωσης.

Πυρήνας της Ενωσης ήταν οι ραφτάδες. Γερμανοί ραφτάδες υπήρχαν παντού, στην Ελβετία, στο Λονδίνο, στο Παρίσι. Στο τελευταίο τόσο επικρατούσε η γερμανική γλώσσα ανάμεσα στους ραφτάδες, που γνώρισα εκεί ένα νορβηγό, που είχε έρθει στη Γαλλία κατευθείαν με το καράβι από το Ντροντχάιμ, και που ύστερα από 18 μήνες, ενώ δεν ήξερε σχεδόν ούτε λέξη γαλλικά, είχε μάθει όμως θαυμάσια τα γερμανικά. Από τις παρισινές κοινότητες, υπήρχαν το 1847 δυο που αποτελούνταν αποκλειστικά από ραφτάδες και μια από επιπλοποιούς.

Από τότε που το κέντρο του βάρους μεταφέρθηκε απ’ το Παρίσι στο Λονδίνο, παρουσιάστηκε στο προσκήνιο ένα καινούργιο στοιχείο: η Ενωση από γερμανική έγινε σιγά-σιγά διεθνής. Στον Εργατικό Σύλλογο πήγαιναν εκτός από τους γερμανούς και τους ελβετούς και μέλη όλων εκείνων των εθνοτήτων, που χρησιμοποιούσαν σαν μέσο συνεννόησης με τους ξένους κυρίως τη γερμανική γλώσσα, δηλ. σκανδιναβοί, ολλανδοί, ούγγροι, τσέχοι, νοτιοσλάβοι, μα επίσης ρώσοι και αλσατοί. Το 1847 ένας από τους ταχτικούς θαμώνες ήταν και ένας άγγλος γρεναδιέρος της φρουράς με τη στολή του. Ο Σύλλογος ονομάστηκε σε λίγο Κομμουνιστικός Εργατικός Μορφωτικός Σύλλογος. Στα βιβλιάρια των μελών του ήταν τυπωμένη σε είκοσι τουλάχιστον γλώσσες, αν και όχι πάντα χωρίς γλωσσικά λάθη, η φράση: «Ολοι οι άνθρωποι είναι αδέρφια». Οπως ο νόμιμος Σύλλογος έτσι και η μυστική Ενωση πήρε γρήγορα ένα διεθνή μάλλον χαρακτήρα. Στην αρχή με μια περιορισμένη ακόμα έννοια: στην πράξη με τις διαφορετικές εθνικότητες των μελών του, θεωρητικά με την κατανόηση ότι κάθε επανάσταση για να νικήσει πρέπει να είναι ευρωπαϊκή. Πιο πέρα δεν πήγαιναν ακόμα. Τα θεμέλια όμως είχαν μπει.

Με τους γάλλους επαναστάτες κρατούσε η Ενωση στενή επαφή μέσω των συντρόφων του αγώνα της 12ης Μάη 1839 που είχαν καταφύγει στο Λονδίνο. Το ίδιο και με τους πολωνούς ριζοσπάστες. Οι επίσημοι πολωνοί φυγάδες, καθώς και ο Ματζίνι, ήταν βέβαια περισσότερο αντίπαλοι παρά σύμμαχοι. Οι άγγλοι χαρτιστές, εξαιτίας του ειδικού αγγλικού χαρακτήρα του κινήματός τους, αφέθηκαν στην μπάντα σαν μη επαναστάτες. Μόνο αργότερα και με τη μεσολάβησή μου συνδέθηκαν μαζί τους οι λονδρέζοι καθοδηγητές της Ενωσης.

Ομως και από άλλες απόψεις μαζί με την πορεία των γεγονότων άλλαξε ο χαρακτήρας της Ενωσης. Αν και εξακολουθούσαν πάντα – και τότε απόλυτα δικαιολογημένα – να βλέπουν το Παρίσι σαν τη μάνα της επανάστασης, όμως είχε σταματήσει η εξάρτηση από τους παρισινούς συνωμότες. Το ξάπλωμα της Ενωσης δυνάμωσε την αυτοπεποίθησή της. Ενιωθαν, ότι ρίζωναν όλο και περισσότερο μέσα στη γερμανική εργατική τάξη και ότι αυτοί οι γερμανοί εργάτες προορίζονταν ιστορικά να γίνουν οι σημαιοφόροι των εργατών της Βόρειας και Ανατολικής Ευρώπης. Είχαν στο πρόσωπο του Βάιτλινγκ ένα θεωρητικό του κομμουνισμού που μπορούσαν άφοβα να τον τοποθετήσουν δίπλα στους τότε γάλλους συναγωνιστές του. Τέλος είχαν διδαχτεί απ’ την πείρα της 12 του Μάη, ότι με τις απόπειρες πραξικοπημάτων δε μπορεί για την ώρα να γίνει τίποτα. Και αν ακόμα συνέχιζαν να εξηγούν κάθε συμβάν σαν μήνυμα της επερχόμενης θύελλας, αν διατηρούσαν στο σύνολό του το παλιό μισοσυνωμοτικό καταστατικό, αυτό οφειλόταν περισσότερο στο παλιό επαναστατικό πείσμα, που άρχιζε κιόλας να συγκρούεται με τη σωστότερη κατανόηση που επιβαλλόταν.

Αντίθετα, η κοινωνική διδασκαλία της Ενωσης, όσο ακαθόριστη και αν ήταν, είχε ένα πολύ μεγάλο λάθος, που οφειλόταν στις διεθνείς συνθήκες. Τα μέλη, όσοι ήταν εργάτες, ήταν σχεδόν αποκλειστικά βιοτέχνες. Τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος που τους εκμεταλλευόταν ήταν, ακόμα και στις μεγάλες πολιτείες, μονάχα ένας μικρός μάστορας. Η εκμετάλλευση της ίδιας της ραφτικής σε μεγάλη κλίμακα, αυτό που σήμερα το λέμε εργοστασιακή παραγωγή έτοιμων ρούχων, που έγινε με τη μετατροπή του βιοτεχνικού επαγγέλματος του ράφτη σε οικιακή βιομηχανία για λογαριασμό ενός μεγάλου κεφαλαιοκράτη, βρισκόταν τότε και σ’ αυτό ακόμα το Λονδίνο στη γέννησή της.

Απ’ τη μια μεριά ο εκμεταλλευτής αυτών των βιοτεχνών ήταν ένας μικρός μάστορας, απ’ την άλλη μεριά έλπιζαν όλοι τελικά να γίνουν κι αυτοί μικροί μάστορες. Και εκτός απ’ αυτό, ο τότε γερμανός βιοτέχνης έφερε μαζί του έναν ολόκληρο όγκο από κληρονομημένες συντεχνιακές αντιλήψεις. Είναι προς πολύ μεγάλη τιμή τους, ότι αυτοί, που δεν ήταν τότε ακόμα ολοκληρωμένοι προλετάριοι, αλλά μονάχα ένα εξάρτημα της μικροαστικής τάξης που βρισκόταν στο μεταβατικό στάδιό του προς το σύγχρονο προλεταριάτο, που δεν βρισκόταν ακόμα σε άμεση αντίθεση με την αστική τάξη, δηλ. με το μεγάλο κεφάλαιο – ότι αυτοί οι βιοτέχνες ήταν σε θέση να αντιληφθούν προκαταβολικά με το ένστικτό τους τη μελλοντική τους εξέλιξη και να συγκροτηθούν, αν και όχι εντελώς συνειδητά ακόμα, σε ένα προλεταριακό κόμμα. Ηταν επίσης αναπόφευκτο το γεγονός, ότι σκόνταφταν κάθε στιγμή πάνω στις παλιές προκαταλήψεις, που είχαν σαν βιοτέχνες, κάθε φορά που επρόκειτο να γίνει συγκεκριμένη κριτική της υπάρχουσας κοινωνίας, δηλ. κάθε φορά που επρόκειτο να αναλυθούν τα οικονομικά γεγονότα. Και δεν πιστεύω, ότι τότε σ’ όλη την Ενωση υπήρχε έστω και ένας άνθρωπος, που να είχε διαβάσει ποτέ ένα οικονομικό σύγγραμμα. Αλλά αυτό δεν ήταν μεγάλο κακό. Η «ισότητα», η «αδελφότητα», και η «δικαιοσύνη» βοηθούσαν προσωρινά να ξεπερνούν κάθε θεωρητική δυσκολία.

Στο μεταξύ διαμορφώθηκε δίπλα στον κομμουνισμό της Ενωσης και του Βάιτλινγκ ένας άλλος βασικά διαφορετικός κομμουνισμός. Οταν ήμουνα στο Μάντσεστερ σκόνταψα με τη μύτη μου, που λέει ο λόγος, πάνω στο ότι τα οικονομικά γεγονότα, που στην ως τώρα ιστοριογραφία δεν παίζουν κανένα ή παίζουν ένα πολύ περιφρονημένο ρόλο, αποτελούν, τουλάχιστο στη σύγχρονη εποχή, μιαν αποφασιστική ιστορική δύναμη, ότι αποτελούν τη βάση για τη δημιουργία των σημερινών ταξικών αντιθέσεων, ότι αυτές οι ταξικές αντιθέσεις στις χώρες όπου, χάρη στη μεγάλη βιομηχανία έχουν αναπτυχθεί πέρα για πέρα, επομένως ιδιαίτερα στην Αγγλία, αποτελούν, με τη σειρά τους τη βάση για το σχηματισμό των πολιτικών κομμάτων, τη βάση των πολιτικών αγώνων και κατά συνέπεια όλης της πολιτικής ιστορίας. Ο Μαρξ όχι μόνο είχε καταλήξει στην ίδια άποψη, αλλά την είχε κιόλας γενικεύσει στα «Γαλλογερμανικά Χρονικά» (1844)6, λέγοντας ότι δεν είναι το κράτος που καθορίζει και ρυθμίζει την κοινωνία των πολιτών, αλλά, αντίθετα, η κοινωνία των πολιτών καθορίζει και ρυθμίζει το κράτος. Οτι επομένως η πολιτική της και η ιστορία της, πρέπει να εξηγούνται από τις οικονομικές σχέσεις και την ανάπτυξή τους, και όχι αντίθετα. Οταν επισκέφτηκα τον Μαρξ το καλοκαίρι του 1844 στο Παρίσι, διαπιστώθηκε η απόλυτη συμφωνία μας σε όλους τους θεωρητικούς τομείς και από τότε χρονολογείται η κοινή μας εργασία. Οταν ξανασυναντηθήκαμε την άνοιξη του 1845 στις Βρυξέλλες, ο Μαρξ, ξεκινώντας απ’ τις παραπάνω βασικές θέσεις, είχε κιόλας αποτελειώσει στις κύριες γραμμές την ανάπτυξη της υλιστικής θεωρίας του για την ιστορία. Και καταπιαστήκαμε τότε με τη λεπτομερειακή επεξεργασία αυτών των καινούργιων απόψεων προς τις πιο διαφορετικές κατευθύνσεις.

Αυτή όμως η ανακάλυψη που ανάτρεψε την ιστορική επιστήμη, που όπως βλέπουμε είναι στην ουσία έργο του Μαρξ -και που μόνο μια πολύ μικρή συμμετοχή σ’ αυτή μπορώ να καταλογίσω στον εαυτό μου- είχε άμεση σημασία για το εργατικό κίνημα της εποχής εκείνης. Ο κομμουνισμός των γάλλων και των γερμανών, ο χαρτισμός των άγγλων φαίνονταν τώρα πια όχι σαν κάτι το τυχαίο, σαν κάτι που θα μπορούσε επίσης και να μην υπάρχει. Αυτά τα κινήματα παρουσιάστηκαν τώρα σαν ένα κίνημα της σύγχρονης καταπιεζόμενης τάξης του προλεταριάτου, σαν μια περισσότερο ή λιγότερο αναπτυγμένη μορφή του ιστορικά αναγκαίου αγώνα ενάντια στην κυρίαρχη τάξη, την αστική τάξη. Σαν μορφές του ταξικού αγώνα, που διάφεραν όμως από όλους τους προηγούμενους ταξικούς αγώνες κατά τούτο μονάχα: ότι η σημερινή καταπιεζόμενη τάξη, το προλεταριάτο, δε μπορεί να πραγματοποιήσει την απελευθέρωσή του, αν δεν απελευθερώσει ταυτόχρονα όλη την κοινωνία από τη διαίρεσή της σε τάξεις, επομένως και από τους ταξικούς αγώνες. Και κομμουνισμός δε σημαίνει στο εξής: να εκκολάπτουμε με τη φαντασία ένα όσο το δυνατό πιο τέλειο κοινωνικό ιδεώδες, αλλά: να κατανοήσουμε τη φύση, τις συνθήκες και τους γενικούς σκοπούς -που απορρέουν απ’ αυτές τις συνθήκες- της πάλης που διεξάγει το προλεταριάτο.

Δε σκοπεύαμε λοιπόν καθόλου να ψιθυρίσουμε αποκλειστικά στο αφτί του «επιστημονικού» κόσμου τα νέα επιστημονικά συμπεράσματα, εκθέτοντάς τα σε χοντρά βιβλία. Αντίθετα. Βρισκόμασταν κιόλας και οι δυο βαθιά μέσα στο πολιτικό κίνημα, είχαμε ορισμένους οπαδούς ανάμεσα στους διανοούμενους, ιδίως της δυτικής Γερμανίας, και σημαντική επαφή με το οργανωμένο προλεταριάτο. Είμασταν υποχρεωμένοι να θεμελιώσουμε επιστημονικά την άποψή μας. Αλλά ήταν εξίσου σπουδαίο για μας να κερδίσουμε με τις πεποιθήσεις μας το ευρωπαϊκό και πριν απ’ όλα το γερμανικό προλεταριάτο. Μόλις ξεκαθαρίσαμε τις απόψεις μας για μας τους ίδιους, προχωρήσαμε στη δουλειά. Ιδρύσαμε στις Βρυξέλλες ένα γερμανικό εργατικό σύλλογο και πήραμε στα χέρια μας τη «Γερμανική εφημερίδα των Βρυξελλών».

Ετσι κρατούσαμε στα χέρια μας ένα όργανο ίσαμε την επανάσταση του Φλεβάρη. Με το επαναστατικό τμήμα των άγγλων χαρτιστών σχετιζόμασταν μέσω του Τζώλιαν Χάρνεϋ, συντάχτη του κεντρικού οργάνου του κινήματος «The Northern Star», όπου ήμουνα συνεργάτης. Αποτελούσαμε επίσης ένα είδος καρτέλ με τους δημοκράτες των Βρυξελλών (ο Μαρξ ήταν αντιπρόεδρος της Δημοκρατικής Ενωσης7), και με τους γάλλους σοσιαλδημοκράτες της «Ρεφόρμ»8, στην οποία έδινα πληροφορίες για το γαλλικό και γερμανικό κίνημα. Με λίγα λόγια, οι συνδέσεις μας με τις ριζοσπαστικές και προλεταριακές οργανώσεις και δημοσιογραφικά όργανα ήταν όπως τις θέλαμε.

Με την Ενωση των Δικαίων οι σχέσεις μας ήταν τούτες: Γνωρίζαμε φυσικά ότι υπήρχε η Ενωση. Το 1843 μου πρότεινε ο Σάππερ να μπω στην Ενωση. Εγώ τότε φυσικά αρνήθηκα, όμως όχι μονάχα διατηρήσαμε διαρκή αλληλογραφία με τους λονδρέζους, αλλά και πιο στενές σχέσεις με τον δόκτορα Εβερμπεκ, που διευθύνει σήμερα τις παρισινές κοινότητες. Χωρίς να ενδιαφερόμαστε για τις εσωτερικές υποθέσεις της Ενωσης, μαθαίναμε ωστόσο κάθε σπουδαίο γεγονός.

Απ’ την άλλη μεριά, επιδρούσαμε προφορικά, με αλληλογραφία και με τον τύπο πάνω στις θεωρητικές απόψεις των σημαντικότερων μελών της Ενωσης. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούσαμε και διάφορες λιθογραφημένες εγκύκλιες, που σε ειδικές περιπτώσεις τις στέλναμε παντού σ’ όλον τον κόσμο στους φίλους και ανταποκριτές μας, κάθε φορά που επρόκειτο για εσωτερικές υποθέσεις του σχηματιζόμενου κομμουνιστικού κόμματος. Σ’ αυτές τις εγκύκλιες καταπιανόμασταν κάποτε και με την ίδια την Ενωση. Ετσι, λχ., ένας νερός βεστφαλός σπουδαστής, ο Χέρμαν Κρίγκε, που πήγε στην Αμερική, παρουσιάστηκε εκεί σαν απεσταλμένος της Ενωσης, συνεταιρίστηκε με τον παλαβό Χάρρο Χάρρινγκ για να προκαλέσει με τη βοήθεια της Ενωσης μιαν ανατροπή στη Νότια Αμερική και ίδρυσε μιαν εφημερίδα που στο όνομα της Ενωσης κήρυχνε έναν πληθωρικό αισθηματικό κομμουνισμό που βασιζόταν στην «αγάπη» και ξεχείλιζε από αγάπη. Επιτεθήκαμε αμέσως ενάντιά του με μια εγκύκλιο που δεν έμεινε χωρίς αποτέλεσμα. Ο Κρίγκε εξαφανίστηκε από τη σκηνή της Ενωσης.

Αργότερα ήρθε ο Βάιτλινγκ στις Βρυξέλλες. Αλλά δεν ήταν πια ο αφελής νεαρός κάλφας ράφτης που, ξαφνιασμένος για τις ικανότητές του, προσπαθεί να ξεκαθαρίσει στο μυαλό του ποια θα είναι άραγε η όψη μιας κομμουνιστικής κοινωνίας. Ηταν ο μεγάλος άνθρωπος που εξαιτίας της ανωτερότητάς του τον καταδίωκαν από φθόνο, που μυριζόταν παντού αντιπάλους, κρυφούς εχθρούς, παγίδες. Ηταν ο προφήτης που τον κυνηγούσαν από χώρα σε χώρα, ο άνθρωπος που είχε στην τσέπη του έτοιμη τη συνταγή για την πραγματοποίηση της βασιλείας των ουρανών στη γη, και που υποψιαζόταν τον καθένα ότι ήταν έτοιμος να του την κλέψει. Είχε κιόλας τσακωθεί με τους ανθρώπους της Ενωσης στο Λονδίνο, το ίδιο δε μπόρεσε να τα ταιριάξει με κανένα στις Βρυξέλλες, όπου ιδιαίτερα ο Μαρξ και η γυναίκα του τον μεταχειρίστηκαν με σχεδόν υπεράνθρωπη υπομονή. Ετσι, ύστερα από λίγο, πήγε στην Αμερική, για να δοκιμάσει εκεί την τύχη του σαν προφήτης.

Ολα αυτά τα περιστατικά συντέλεσαν στην αθόρυβη ανατροπή που έγινε στην Ενωση και ειδικά στους λονδρέζους καθοδηγητές. Καταλάβαιναν όλο και πιο καθαρά την ανεπάρκεια των κομμουνιστικών αντιλήψεων που επικρατούσαν ως τότε, τόσο του γαλλικού πρωτόγονου κομμουνισμού της ισότητας, όσο και του κομμουνισμού του Βάιτλινγκ. Η αναγωγή του κομμουνισμού από τον Βάιτλινγκ στον πρωταρχικό χριστιανισμό – όσο μεγαλοφυείς λεπτομέρειες και αν υπάρχουν στον «Ευαγγέλιό» του «των φτωχών αμαρτωλών» – είχε ως αποτέλεσμα στην Ελβετία να πέσει το κίνημα πρώτα στα χέρια των τρελών, σαν τον Αλμπρεχτ, και κατόπι σε καπηλευτές ψευτοπροφήτες σαν τον Κούλμαν. Ο «αληθινός σοσιαλισμός» που τον διάδιδαν μερικοί λογοτέχνες και που ήταν μετάφραση γαλλικών σοσιαλιστικών επινοήσεων σε παραφθαρμένα χεγκελιανά γερμανικά και συναισθηματικά ονειροπολήματα αγάπης (βλ. το κεφάλαιο για το γερμανικό ή «αληθινό» σοσιαλισμό στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο») – αυτός ο σοσιαλισμός, που τον έμπασαν στην Ενωση ο Κρίγκε και το διάβασμα των σχετικών συγγραμμάτων, έπρεπε να προκαλέσει κιόλας την αηδία στους παλιούς επαναστάτες της Ενωσης εξαιτίας της αδυναμίας του που σαλιάριζε.

Μπρος στο γεγονός ότι δε στηρίζονταν πουθενά οι ως τότε θεωρητικές αντιλήψεις και μπρος στις παρεκκλίσεις στην πράξη, που προέρχονταν από το γεγονός αυτό, έβλεπαν στο Λονδίνο όλο και πιο πολύ ότι είχαμε δίκιο ο Μαρξ κι εγώ με την καινούργια θεωρία μας. Η αντίληψη αυτή υποβοηθήθηκε αναμφισβήτητα από το γεγονός ότι ανάμεσα στους λονδρέζους καθοδηγητές βρίσκονταν τώρα δυο άνθρωποι που ξεπερνούσαν σημαντικά όσους αναφέραμε σε ικανότητα θεωρητικής κατανόησης: ο μινιατουρίστας ζωγράφος Καρλ Πφαίντερ, από τη Χάιλμπρον και ο ράφτης Γκεόργκ Εκάριους, από τη Θουριγγία9.

Κοντολογής, την άνοιξη του 1847 ήρθε στις Βρυξέλλες ο Μολ και παρουσιάστηκε στο Μαρξ και αμέσως κατόπιν στο Παρίσι σε μένα, για να μας καλέσει για μιαν ακόμα φορά στο όνομα των συντρόφων του να μπούμε στην Ενωση. Οπως έλεγαν, είχαν πειστεί γενικά τόσο για την ορθότητα των αντιλήψεών μας, όσο και για την ανάγκη να απαλλάξουν την Ενωση από τις παλιές συνωμοτικές παραδόσεις και μορφές. Αν θέλαμε να μπούμε στην Ενωση θα μας δινόταν η ευκαιρία σε ένα συνέδριο της Ενωσης να αναπτύξουμε τον κριτικό μας κομμουνισμό με ένα μανιφέστο που θα δημοσιευόταν κατόπιν σαν μανιφέστο της Ενωσης. Επίσης θα μπορούσαμε να συμβάλουμε για να αντικατασταθεί η απαρχαιωμένη οργάνωση της Ενωσης με μια καινούργια, συγχρονισμένη και προσαρμοσμένη στο σκοπό οργάνωση.

Δεν αμφιβάλλαμε καθόλου ότι έστω και μόνον για την προπαγάνδα χρειαζόταν μια οργάνωση μέσα στη γερμανική εργατική τάξη και ότι αυτή η οργάνωση, εφόσον δεν θα είχε απλώς τοπική σημασία έπρεπε να ήταν μυστική ακόμα και έξω από τη Γερμανία. Μα η Ενωση ήταν ακριβώς μια τέτοια οργάνωση. Ακόμα, όλα όσα επικρίναμε ως τότε στην Ενωση, τα απαρνούνταν τώρα οι εκπρόσωποί της σαν λαθεμένα, ενώ εμάς τους ίδιους μας καλούσαν να συνεργαστούμε στην αναδιοργάνωση της Ενωσης. Μπορούσαμε να πούμε όχι; Και βέβαια δε μπορούσαμε. Ετσι μπήκαμε στην Ενωση. Ο Μαρξ σχημάτισε στις Βρυξέλλες από τους πιο στενούς φίλους μας μια κοινότητα της Ενωσης, ενώ εγώ παρακολουθούσα τις τρεις παρισινές κοινότητες.

Το καλοκαίρι του 1847 έγινε το πρώτο Συνέδριο της Ενωσης στο Λονδίνο, όπως ο Β. Βολφ αντιπροσώπευε την κοινότητα των Βρυξελλών και εγώ τις παρισινές. Εδώ πριν απ’ όλα έγινε η αναδιοργάνωση της Ενωσης. Επίσης καταργήθηκαν τώρα όλα τα παλιά μυστικοπαθή ονόματα που παρέμεναν ακόμα από την εποχή του συνωμοτισμού. Η Ενωση οργανώθηκε σε κοινότητες, περιφέρειες, καθοδηγητικές περιφέρειες, κεντρικά όργανα και συνέδριο και ονομάστηκε στο εξής: «Ενωση των Κομμουνιστών». «Σκοπός της Ενωσης είναι το γκρέμισμα της αστικής τάξης, η κυριαρχία του προλεταριάτου, η κατάργηση της παλιάς αστικής κοινωνίας που βασίζεται στις ταξικές αντιθέσεις και η ίδρυση μιας καινούργιας κοινωνίας χωρίς τάξεις και χωρίς ατομική ιδιοχτησία» – αυτά λέει το πρώτο άρθρο.

Η ίδια η οργάνωση ήταν πέρα για πέρα δημοκρατική, με εκλεγμένες αρχές που μπορούσαν να καθαιρεθούν οποιαδήποτε στιγμή, και μόνον έτσι μπήκε φραγμός ενάντια σε όλες τις συνωμοτικές διαθέσεις που επεδίωκαν τη διχτατορία και η Ενωση έγινε -τουλάχιστον για ομαλές ειρηνικές περίοδες- μια καθαρά προπαγανδιστική εταιρία. Αυτό το καινούργιο καταστατικό -έτσι δημοκρατικά γίνονταν τώρα όλα- υποβλήθηκε στις κοινότητες για να το συζητήσουν. Και αφού συζητήθηκε εκεί, το συζήτησε άλλη μια φορά το δεύτερο Συνέδριο και ψηφίστηκε από αυτό οριστικά στις 8 του Δεκέμβρη 1847. Τυπώθηκε στους Βέρμουτ και Στήμπερ, 1ος τόμος, σελ. 239, παράρτημα Χ.

Το δεύτερο Συνέδριο έγινε τον ίδιο χρόνο στα τέλη Νοέμβρη – αρχές Δεκέμβρη. Σε αυτό παραβρέθηκε και ο Μαρξ που υποστήριξε σε διεξοδικές συζητήσεις – το Συνέδριο βάσταξε τουλάχιστον δέκα μέρες – την καινούργια θεωρία. Ολες οι αντιρήσεις και αμφιβολίες παραμερίστηκαν τελικά, οι καινούργιες αρχές έγιναν ομόφωνα δεχτές και ανάθεσαν στον Μαρξ και σε μένα να επεξεργαστούμε το Μανιφέστο. Αυτό έγινε αμέσως κατόπιν. Λίγες βδομάδες πριν από την επανάσταση του Φλεβάρη στάλθηκε στο Λονδίνο για εκτύπωση.

Από τότε το Μανιφέστο έκανε το γύρο του κόσμου, μεταφράστηκε σε όλες σχεδόν τις γλώσσες και σήμερα ακόμα χρησιμεύει στις πιο διαφορετικές χώρες σαν οδηγός του προλεταριακού κινήματος. Στη θέση του παλιού συνθήματος της Ενωσης: «Ολοι οι άνθρωποι είναι αδέρφια», μπήκε το καινούργιο μαχητικό προσκλητήριο: «Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθήτε», που διακήρυξε ανοιχτά το διεθνιστικό χαρακτήρα του αγώνα. Δεκαεφτά χρόνια αργότερα αυτό το μαχητικό σύνθημα αντηχούσε σε όλο τον κόσμο σαν προσκλητήριο μάχης της Διεθνούς Ενωσης των Εργατών και σήμερα το αγωνιστικό προλεταριάτο όλων των χωρών το έχει γραμμένο στη σημαία του.

Ξέσπασε η επανάσταση του Φλεβάρη. Το κεντρικό όργανο του Λονδίνου μεταβίβασε αμέσως τις δικαιοδοσίες του στην καθοδηγητική περιφέρεια των Βρυξελλών. Ομως η απόφαση αυτή έφτασε σε μια στιγμή που στις Βρυξέλλες επικρατούσε κιόλας πραγματική κατάσταση πολιορκίας και ειδικά οι γερμανοί δε μπορούσαν να κάνουν συγκέντρωση πουθενά. Ετοιμαζόμασταν ακριβώς τότε να πάμε όλοι στο Παρίσι και έτσι αποφάσισε το καινούργιο κεντρικό όργανο να διαλυθεί κι αυτό, να μεταβιβάσει όλες τις πληρεξουσιότητές του στον Μαρξ και να τον εξουσιοδοτήσουν να συγκροτήσει αμέσως στο Παρίσι ένα καινούργιο κεντρικό όργανο. Μόλις είχαν αποχωριστεί οι πέντε άνθρωποι που πήραν αυτή την απόφαση (3 του Μάρτη 1848), μπήκε η αστυνομία στην κατοικία του Μαρξ, τον συνέλαβε και την επόμενη μέρα τον υποχρέωσε να φύγει στη Γαλλία, ακριβώς εκεί δηλαδή που ήθελε να πάει.

Σε λίγο ξανασυναντηθήκαμε όλοι στο Παρίσι. Εκεί συντάχθηκε το παρακάτω ντοκουμέντο, που το υπόγραψαν τα μέλη του καινούργιου κεντρικού οργάνου, που κυκλοφόρησε σε όλη τη Γερμανία και από το οποίο και σήμερα πολλοί μπορούν να μάθουν ακόμα κάτι:

 ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

  1. Ολη η Γερμανία ανακηρύχνεται ενιαία, αδιαίρετη δημοκρατία.
  2. Οι αντιπρόσωποι του λαού θα είναι έμμισθοι για να μπορεί ο εργάτης να παρακάθεται στο κοινοβούλιο του γερμανικού λαού.
  3. Γενικός εξοπλισμός του λαού.
  4. Ολα τα ηγεμονικά και τα άλλα φεουδαρχικά αγροτικά χτήματα, όλα τα μεταλλεία, τα ορυχεία, κτλ., μεταβάλλονται σε κρατική ιδιοχτησία. Σ’ αυτά τα αγροχτήματα η γεωργία θα γίνεται σε μεγάλη κλίμακα και με τα πιο σύγχρονα βοηθητικά μέσα της επιστήμης, προς όφελος του συνόλου.
  5. Οι υποθήκες πάνω σε χτήματα χωρικών χαρακτηρίζονται όλες κρατική ιδιοχτησία. Οι τόκοι αυτών των υποθηκών θα πληρώνονται από τους χωρικούς στο κράτος.
  6. Στις περιοχές όπου είναι αναπτυγμένο το σύστημα της μίσθωσης της γης, η γαιοπρόσοδος ή το αντίτιμο της μίσθωσης θα πληρώνεται σαν φόρος στο κράτος.
  7. Ολα τα μεταφορικά μέσα: σιδηρόδρομοι, διώρυγες, ατμόπλοια, δρόμοι, ταχυδρομεία, κτλ., τα παίρνει στα χέρια του το κράτος. Μετατρέπονται σε κρατική ιδιοχτησία και μπαίνουν στη διάθεση των απόρων τάξεων.
  8. Περιορισμός του κληρονομικού δικαιώματος.
  9. Καθιέρωση μεγάλων προοδευτικών φόρων και κατάργηση των φόρων πάνω στην κατανάλωση.
  10. Ιδρυση εθνικών εργαστηρίων. Το κράτος εγγυάται σε όλους τους εργάτες τη συντήρησή τους και φροντίζει για τους ανίκανους για εργασία.
  11. Γενική δωρεάν λαϊκή εκπαίδευση.

Συμφέρον του γερμανικού προλεταριάτου, της τάξης των μικροαστών και μικροχωρικών είναι να εργαστούμε με όλη την ενεργητικότητα για να εφαρμοστούν τα παραπάνω μέτρα. Γιατί μονάχα με την πραγματοποίησή τους τα εκατομμύρια των εργαζομένων, που στη Γερμανία τους εκμεταλλεύονται ως τώρα μια χούφτα άνθρωποι και που θα προσπαθήσουν να τους κρατήσουν και στο μέλλον στην καταπίεση, θα μπορέσουν ν’ αποχτήσουν τα δικαιώματά τους και την εξουσία που τους ανήκει, ως δημιουργοί όλου του πλούτου.

Η Επιτροπή

Καρλ Μαρξ, Καρλ Σάππερ, Χ. Μπάουερ, Φ. Ενγκελς, Γ. Μολ, Β. Βολφ

  

Στο Παρίσι επικρατούσε τότε η μανία των επαναστατικών λεγεώνων. Ισπανοί, Ιταλοί, Βέλγοι, Ολλανδοί, Πολωνοί, Γερμανοί, σχημάτιζαν ομάδες για να λευτερώσουν τις πατρίδες τους. Αρχηγοί της γερμανικής λεγεώνας ήταν οι Χέρβεργκ, Μπόρνστετ και Μποερνστάιν. Επειδή αμέσως ύστερα από την επανάσταση όλοι οι ξένοι εργάτες δεν έμεναν μονάχα χωρίς δουλιά, μα και υποβάλλονταν σε περιορισμούς από τον πληθυσμό, ήταν μεγάλη η συρροή σ’ αυτές τις λεγεώνες. Η καινούργια κυβέρνηση βρήκε στις λεγεώνες αυτές ένα μέσο να απαλλαγεί από τους ξένους εργάτες και τους χορηγούσε l’ étape du soldat, δηλ. καταλύματα και ένα επίδομα από 50 λεφτά την ημέρα για την πορεία ίσαμε τα σύνορα. Εκεί, ο υπουργός των Εξωτερικών ο ρήτορας Λαμαρτίνος, που τα μάτια του έτρεχαν πάντα δάκρυα από τη συγκίνηση, έβρισκε στο μεταξύ την ευκαιρία να τους προδίνει στις κυβερνήσεις τους.

Αντιδράσαμε με τον πιο αποφασιστικό τρόπο ενάντια σ’ αυτό το «επαναστατικό παιχνίδι». Μια εισβολή στη Γερμανία που βρισκόταν τότε σε ζύμωση και που θα έμπαζε την επανάσταση αναγκαστικά απ’ έξω, θα ισοδυναμούσε με τρικλοποδιά στην επανάσταση μέσα στην ίδια τη Γερμανία, με το δυνάμωμα των κυβερνήσεων και με την παράδοση ανυπεράσπιστων των ίδιων των λεγεωνάριων -γι’ αυτό εγγυόταν ο Λαμαρτίνος- στα γερμανικά στρατεύματα. Και όταν αργότερα νίκησε η επανάσταση στη Βιέννη και στο Βερολίνο, η λεγεώνα δεν είχε πια κανένα νόημα. Είχαν όμως αρχίσει και έτσι συνεχιζόταν το παιχνίδι.

Ιδρύσαμε μια γερμανική Κομμουνιστική Λέσχη, όπου συνιστούσαμε στους εργάτες να μην πηγαίνουν στη λεγεώνα, αλλά αντίθετα, να γυρίσει ο καθένας χωριστά στην πατρίδα του και να δουλέψει εκεί για το κίνημα. Ο παλιός μας φίλος Φλοκόν, που ήταν μέλος της Προσωρινής κυβέρνησης, φρόντιζε να έχουν οι εργάτες που στέλναμε εμείς τις ίδιες ευκολίες στο ταξίδι, που είχαν και οι λεγεωνάριοι. Ετσι στείλαμε πίσω στη Γερμανία τριακόσιους με τετρακόσιους εργάτες και ανάμεσα σ’ αυτούς τη μεγάλη πλειοψηφία των μελών της Ενωσης.

Οπως ήταν εύκολο να προβλέψουμε, αποδείχτηκε ότι, μπρος στο κίνημα των λαϊκών μαζών που ξέσπασε τώρα, η Ενωση ήταν ένας πολύ αδύναμος μοχλός. Τα τρία τέταρτα των μελών της Ενωσης, που κατοικούσαν πριν στο εξωτερικό, επιστρέφοντας στην πατρίδα άλλαζαν τόπο διαμονής. Ετσι στο μεγαλύτερό τους μέρος διαλύονταν οι κοινότητες, και γι’ αυτό τα μέλη έχαναν κάθε επαφή με την Ενωση. Μερικοί από αυτούς, οι πιο φιλόδοξοι, ούτε καν προσπάθησαν ν’ αποκαταστήσουν αυτή την επαφή, αλλά άρχιζε ο καθένας στην περιοχή του και από ένα μικρό ξεχωριστό κίνημα για δικό του λογαριασμό. Τέλος, ήταν τόσο διαφορετικές οι συνθήκες σε κάθε κρατίδιο, σε κάθε επαρχία, σε κάθε πόλη, που η Ενωση δεν ήταν σε θέση να κάνει τίποτα άλλο από το να δίνει μονάχα ολότελα γενικές οδηγίες, που όμως μπορούσαν να δοθούν πολύ καλύτερα με τον τύπο. Με λίγα λόγια, από τη στιγμή που έλειψαν οι αιτίες που έκαναν αναγκαία τη μυστική Ενωση, έπαυσε και η μυστική Ενωση να έχει σαν τέτια κάποια σημασία. Αυτό όμως μπορούσε να ξαφνιάσει λιγότερο απ’ όλα εκείνους που μόλις είχαν αφαιρέσει από αυτή τη μυστική Ενωση και το τελευταίο ίχνος συνωμοτικού χαρακτήρα.

Οτι όμως η Ενωση ήταν ένα θαυμάσιο σχολειό επαναστατικής δράσης, αποδείχτηκε τώρα. Στο Ρήνο, όπου η «Νέα Εφημερίδα του Ρήνου» πρόσφερε ένα σταθερό κέντρο, στο Νασσάου, στο Ράϊνεσσεν, κτλ., βρίσκονταν παντού μέλη της Ενωσης επικεφαλής του ακραίου-δημοκρατικού κινήματος. Το ίδιο και στο Αμβούργο. Στη Νότια Γερμανία αποτελούσε εμπόδιο η επικράτηση της μικροαστικής δημοκρατίας. Στο Μπρεσλάου δρούσε με μεγάλη επιτυχία, ίσαμε το καλοκαίρι του 1848, ο Βίλχελμ Βολφ, που βγήκε στη Σιλεσία αναπληρωματικό μέλος του Κοινοβουλίου της Φρανκφούρτης.

Τέλος, στο Βερολίνο, ο στοιχειοθέτης Στέφαν Μπορν, πρώην ενεργό μέλος της Ενωσης στις Βρυξέλλες και στο Παρίσι, ίδρυσε την «Εργατική Συναδέλφωση» που διαδόθηκε αρκετά και διατηρήθηκε ως το 1850. Ο Μπορν ήταν ένας νεαρός με πολύ ταλέντο, που βιάστηκε ωστόσο κάπως πολύ να αναδειχτεί πολιτική προσωπικότητα και «συναδελφώθηκε» με κάθε καρυδιάς καρύδι μόνο και μόνο για να μαζέψει γύρω του κόσμο, και δεν ήταν καθόλου ο άνθρωπος που θα μπορούσε να φέρει την ενότητα μέσα στις συγκρουόμενες τάσεις και να φωτίσει το χάος. Γι’ αυτό, στις επίσημες ανακοινώσεις του Συλλόγου του, οι απόψεις μπερδεύονται σε ένα ανακάτεμα του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» μαζί με συντεχνιακές αναμνήσεις και συντεχνιακές επιθυμίες, με κομάτια από τις απόψεις του Λουί Μπλαν και του Προυντόν, με την υπεράσπιση των προστατευτικών δασμών, κτλ.

Κοντολογής, οι άνθρωποι αυτοί θέλανε να ευχαριστήσουν όλους (Allen alles sein). Οργανώνανε ειδικά απεργίες, συνδικαλιστικές ενώσεις, παραγωγικούς συνεταιρισμούς, και ξεχνούσαν ότι το ζήτημα ήταν πριν απ’ όλα να καταχτήσουν πρώτα με πολιτικές νίκες το πεδίο που πάνω σ’ αυτό μονάχα θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν μόνιμα τέτια πράγματα. Και ότι οι νίκες της αντίδρασης ανάγκασαν τους αρχηγούς της Συναδέλφωσης να νιώσουν την ανάγκη να συμμετάσχουν άμεσα στον επαναστατικό αγώνα, τότε φυσικά τους εγκατέλειψε η καθυστερημένη μάζα που είχαν συγκεντρώσει γύρω τους. Ο Μπορν πήρε μέρος στην εξέγερση της Δρέσδης το Μάη του 1849 και ξέφυγε χωρίς να πάθει τίποτα. Η Εργατική Συναδέλφωση όμως έμεινε έξω από το μεγάλο πολιτικό κίνημα του προλεταριάτου, σαν καθαρή ξεχωριστή Ενωση που υπήρχε κυρίως μόνο στο χαρτί και έπαιζε τόσο δευτερεύοντα ρόλο, που η αντίδραση μόλις το 1850 θεώρησε αναγκαίο να τη διαλύσει, ενώ τα παρακλάδια της τα διάλυσε μόνο ύστερα από πολλά χρόνια. Ο Μπορν, που πραγματικά ονομάζεται Μπούτερμιλχ – δεν κατόρθωσε να γίνει πολιτική προσωπικότητα. Εγινε ένας ασήμαντος ελβετός καθηγητής, που τώρα δε μεταφράζει τον Μαρξ στη συντεχνιακή διάλεχτο, μα τον καλοκάγαθο Ρενάν στη δική του γλυκανάλατη γερμανική γλώσσα.

Με τα γεγονότα της 13ης του Ιούνη 1849 στο Παρίσι, με την ήττα των γερμανικών εξεγέρσεων του Μάη και με την καταστολή της ουγγρικής επανάστασης από τους ρώσους, έκλεισε μια μεγάλη περίοδος της επανάστασης του 1848. Αλλά η νίκη της αντίδρασης για την ώρα δεν ήταν καθόλου οριστική. Επιβαλλόταν η αναδιοργάνωση των σκορπισμένων επαναστατικών δυνάμεων και μαζί μ’ αυτές και της Ενωσης. Οι περιστάσεις απαγόρευαν πάλι όπως πριν από το 1848 κάθε φανερή οργάνωση του προλεταριάτου. Επρεπε λοιπόν ξανά να οργανωθούμε μυστικά.

Το φθινόπωρο του 1849 συγκεντρώθηκαν πάλι στο Λονδίνο τα περισσότερα μέλη των προηγούμενων κεντρικών οργάνων και συνεδρίων. Ελειπαν μονάχα ο Σάππερ και ο Μολ. Ο Σάππερ ήταν φυλακή στο Βισμπάντεν και ήρθε μετά την αθώωσή του, την άνοιξη του 1850. Ο Μολ, ύστερα από μια σειρά πολύ επικίνδυνες κομματικές αποστολές και περιοδείες ζύμωσης -τον τελευταίο καιρό στην επαρχία του Ρήνου στρατολογούσε μέσα από τον ίδιο τον πρωσικό στρατό, πυροβολητές για το πυροβολικό του Παλατινάτου10- κατατάχτηκε στον εργατικό λόχο της Μπεζανσόν του Σώματος Βίλλιχ και σκοτώθηκε από μια σφαίρα στο κεφάλι στη μάχη του Μουργκ, μπροστά στη γέφυρα του Ρότενφελς.

Στη θέση του παρουσιάστηκε ο Βίλλιχ. Ο Βίλλιχ ήταν ένας από τους συναισθηματικούς κομμουνιστές, που από το 1845 παρουσιάζονταν τόσο συχνά στη Δυτική Γερμανία, βρισκόταν επομένως γι’ αυτό το λόγο σε ενστιχτώδικη, κρυφή αντίθεση με τη δική μας κριτική κατεύθυνση. Ηταν όμως και κάτι παραπάνω, ήταν τέλειος προφήτης. Είχε πεισθεί ότι ήταν προσωπικά προορισμένος να λευτερώσει το γερμανικό προλεταριάτο και σαν τέτιος πρόβαλε άμεσες αξιώσεις τόσο για πολιτική, όσο και για στρατιωτική διχτατορία. Ετσι δίπλα στον παλιό πρωτόγονο χριστιανικό κομμουνισμό που κήρυχνε ο Βάιτλινγκ προστέθηκε τώρα ένα είδος κομμουνιστικού ισλάμ. Ομως η προπαγάνδα αυτής της νέας θρησκείας έμενε προς το παρόν περιορισμένη στο στρατώνα των φυγάδων, όπου κυβερνούσε ο Βίλλιχ.

Αναδιοργανώθηκε λοιπόν η Ενωση, βγήκε η «Προσφώνηση» του Μάρτη του 1850, που δημοσιεύεται στο παράρτημα11 (ΙΧ, αρ. 1) και στάλθηκε ο Χάινριχ Μπάουερ σαν απεσταλμένος στη Γερμανία. Η έκκληση αυτή, που συντάχθηκε από τον Μαρξ και μένα, έχει και σήμερα ενδιαφέρον, γιατί και τώρα η μικροαστική δημοκρατία εξακολουθεί να είναι το κόμμα, που στην επόμενη ευρωπαϊκή αναταραχή, που πλησιάζει τώρα ξανά, (τα μεσοδιαστήματα στις ευρωπαϊκές επαναστάσεις 1815, 1830, 1848-1852,1870, διαρκούν στον αιώνα μας 15 ως 18 χρόνια), θα πάρει στη Γερμανία οπωσδήποτε πρώτα αυτή την εξουσία, σαν σωτήρας της κοινωνίας από τους κομμουνιστές εργάτες. Πολλά που ειπώθηκαν σ’ αυτή την έκκληση ταιριάζουν επομένως και σήμερα. Το ταξίδι με ειδική αποστολή του Χάινριχ Μπάουερ έληξε με πλήρη επιτυχία. Ο μικρός εύθυμος τσαγκάρης ήταν γεννημένος διπλωμάτης. Συμμάζεψε πάλι τα πρώην μέλη της Ενωσης, που εν μέρει είχαν αποτραβηχθεί στην ενεργό οργάνωση και εν μέρει δούλευαν για δικό τους λογαριασμό. Ιδιαίτερα φρόντισε να μαζέψει τους τωρινούς αρχηγούς της Εργατικής Συναδέλφωσης.

Η Ενωση άρχισε να παίζει καθοδηγητικό ρόλο στους εργατικούς, αγροτικούς και γυμναστικούς συλλόγους σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι έπαιζε πριν από το 1848. Ετσι που όταν έγινε η επόμενη τρίμηνη προσφώνηση στις κοινότητες, που δημοσιεύτηκε τον Ιούνη 1850, μπόρεσε να διαπιστωθεί ότι ο σπουδαστής Σουρτς, από τη Βιέννη, που περιόδευε στη Γερμανία για λογαριασμό της μικροαστικής δημοκρατίας (και που αργότερα έγινε αμερικάνος πρώην υπουργός) «βρήκε κιόλας όλα τα ικανά στελέχη στα χέρια της Ενωσης» (βλ. παράρτημα ΙΧ, αρ. 2). Η Ενωση ήταν αναμφισβήτητα η μόνη επαναστατική οργάνωση που είχε σημασία στη Γερμανία.

Σε τι όμως θα χρησίμευε αυτή η οργάνωση, αυτό εξαρτιόταν κυρίως από το αν θα πραγματοποιούνταν οι προσδοκίες για μια νέα άνοδο της επανάστασης. Και η άνοδος αυτή γινόταν κατά τη διάρκεια του 1850 όλο και πιο απίθανη και μάλιστα αδύνατη. Η βιομηχανική κρίση του 1847, που είχε προετοιμάσει την επανάσταση του 1848, είχε ξεπεραστεί. Αρχισε μια νέα πρωτόφαντη ως τότε περίοδος βιομηχανικής άνθισης. Για όποιον είχε μάτια και έβλεπε, έπρεπε νάταν ξεκάθαρο, ότι η επαναστατική θύελλα του 1848 βαθμιαία ξεθύμαινε.

«Με τη γενική αυτή άνθιση, μέσα στην οποία οι παραγωγικές δυνάμεις της αστικής κοινωνίας αναπτύσσονται τόσο πλουσιοπάροχα, όσο αυτό είναι γενικά δυνατό μέσα στις αστικές σχέσεις δε μπορεί να γίνει λόγος για πραγματική επανάσταση. Μια τέτια επανάσταση είναι δυνατή μόνο σε περίοδες, όπου οι δυο αυτοί παράγοντες, οι σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις και οι αστικές παραγωγικές μορφές έρχονται σε αντίφαση μεταξύ τους. Οι διάφοροι καυγάδες στους οποίους επιδίδονται τώρα οι αντιπρόσωποι των ξεχωριστών ομάδων του ηπειρωτικού κόμματος της τάξεως και που εκθέτουν η μια ομάδα την άλλη, όχι μονάχα δε δίνουν καθόλου αφορμή για νέες επαναστάσεις, μα, αντίθετα, μπορούν και γίνονται γιατί η βάση των κοινωνικών σχέσεων είναι προσωρινά τόσο ασφαλής και, κάτι που δεν ξέρει η αντίδραση, τόσο αστική. Πάνω σ’ αυτή τη βάση θα τσακιστούν τόσο σίγουρα όλες οι προσπάθειες της αντίδρασης να σταματήσει την αστική ανάπτυξη, όσο και όλη η ηθική αγανάχτηση και όλες οι ενθουσιώδικες διακηρύξεις των δημοκρατών». Αυτά γράψαμε ο Μαρξ και εγώ στην «Ανασκόπηση απ’ το Μάη έως τον Οχτώβρη 1850» στη «Νέα Εφημερίδα του Ρήνου, Πολιτικο-οικονομική Επιθεώρηση», V και VI τεύχος, Αμβούργο, 1850, σελ. 153.12

Αυτή όμως η ψύχραιμη αντίληψη της κατάστασης αποτελούσε αίρεση για πολλούς ανθρώπους, σε μια εποχή που ο Λεντρύ – Ρολλέν, ο Λουΐ Μπλαν, ο Ματζίνι, ο Κόσσουτ, και από τους μικρότερους γερμανούς φωστήρες ο Ρούγκε, ο Κίνκελ, ο Γκεγκ και οι όμοιοί τους, σχημάτιζαν στο Λονδίνο σωρηδόν προσωρινές μελλοντικές κυβερνήσεις, όχι μονάχα για τις δικές τους πατρίδες, αλλά και για όλη την Ευρώπη, και την εποχή που δεν έμενε πια τίποτε άλλο παρά να βρουν στην Αμερική τα αναγκαία χρήματα με τη μορφή επαναστατικού δανείου για να πραγματοποιήσουν την ευρωπαϊκή επανάσταση και φυσικά για να δημιουργήσουν στο άψε σβήσε μαζί και τις διάφορες δημοκρατίες. Ποιος μπορεί να παραξενεύεται λοιπόν για το γεγονός ότι εδώ έπεσε στην παγίδα ένας άνθρωπος σαν το Βίλλιχ, και ότι από παλιά επαναστατική ορμή δελεάστηκε και ο Σάππερ, ότι η πλειοψηφία των εργατών του Λονδίνου, που οι περισσότεροί τους ήταν πρόσφυγες, τους ακολούθησε στο στρατόπεδο των αστοδημοκρατών που κατασκεύαζαν επαναστάσεις;

Με λίγα λόγια, η επιφυλαχτικότητα που υποστηρίξαμε δεν συμφωνούσε με τις ιδέες αυτών των ανθρώπων. Επρεπε να προσχωρήσουμε στην κατασκευή επαναστάσεων. Επακολούθησε η διάσπαση. Τη συνέχεια μπορεί να τη διαβάσει κανένας στις «Αποκαλύψεις». Υστερα ακολούθησε η σύλληψη πρώτα του Νότγιουνγκ, ύστερα του Χάουπτ στο Αμβούργο που εξελίχθηκε σε προδότη γιατί πρόδοσε τα ονόματα κεντρικών οργάνων της Κολωνίας και που τον προετοίμαζαν μάλιστα για κύριο μάρτυρα στη δίκη. Ομως οι συγγενείς του για να αποφύγουν αυτή την ατίμωση τον ξαπέστειλαν στο Ρίο Ιανέριο, όπου εγκαταστάθηκε αργότερα σαν έμπορος, και όπου, σαν αναγνώριση των υπηρεσιών του, τον ονόμασαν πρώτα γενικό πρόξενο της Πρωσίας και κατόπιν της Γερμανίας. Τώρα είναι πάλι στην Ευρώπη13.

Για την καλύτερη κατανόηση των «Αποκαλύψεων» δίνω τον κατάτολο των κατηγορουμένων της Κολωνίας: 1) Π. Γκ. Ρέζερ, καπνεργάτης. 2) Χάινριχ Μπύργκερς, προοδευτικός βουλευτής του Λάντταγκ, που πέθανε αργότερα. 3) Πέτερ Νότγιουγκ, ράφτης, πέθανε πριν από λίγα χρόνια σαν φωτογράφος στο Μπρεσλάου. 4) Β. Γ. Ράιφ. 5) Δρ. Χέρμαν Μπέκερ, τώρα είναι δήμαρχος της Κολωνίας και μέλος της Ανω Βουλής. 6) Δρ. Ρόναλντ Ντάνιελς, γιατρός, πέθανε λίγα χρόνια μετά τη δίκη από φυματίωση, που την άρπαξε στη φυλακή. 7) Καρλ Οττο, χημικός. 8)Αβραάμ Γιάκομπυ, τώρα είναι γιατρός στη Νέα Υόρκη. 9) Δρ. Γ.Γ. Κλάιν, τώρα είναι γιατρός και δημοτικός σύμβουλος στην Κολωνία. 10) Φερδινάνδος Φράϊλιγκρατ, που ήταν από τότε στο Λονδίνο. 11) Γ.Λ. Ερχαρντ, παραγγελιοδόχος. 12) Φρίντριχ Λέσσνερ, ράφτης, τώρα βρίσκεται στο Λονδίνο. Απ’ αυτούς, ύστερα από δημόσια δίκη σε ορκωτό δικαστήριο, που βάσταξε από τις 4 του Οχτώβρη έως τις 12 του Νοέμβρη 1852, καταδικάστηκαν για απόπειρα έσχατης προδοσίας οι Ρέζερ, Μπύργκερς και Νότγιουνγκ σε έξι χρόνια, οι Ράϊφ, Οττο και Μπέκερ σε πέντε χρόνια, ο Λέσσνερ σε τρία χρόνια φυλακή, ενώ ο Ντάνιελς, ο Γιάκομπυ και ο Ερχαρντ αθωώθηκαν.

Με τη δίκη της Κολωνίας κλείνει αυτή η πρώτη περίοδος του γερμανικού κομμουνιστικού εργατικού κινήματος. Αμέσως μετά την καταδίκη διαλύσαμε την Ενωσή μας. Υστερα από λίγους μήνες απεβίωσε και η ιδιαίτερη Ενωση του Βίλλιχ και του Σάππερ.

* * *

 Μια γενεά μας χωρίζει τώρα από κείνη την εποχή. Τότε η Γερμανία ήταν χώρα της χειροτεχνίας και της οικιακής βιομηχανίας που στηριζόταν στη χειρωνακτική εργασία. Τώρα είναι μια μεγάλη βιομηχανική χώρα που βρίσκεται ακόμα σε διαρκή βιομηχανική επανάσταση. Τότε έπρεπε να ψάξουμε να βρούμε έναν-έναν τους εργάτες που κατανοούσανε τη θέση τους σαν εργάτες και την ιστορικο-οικονομική αντίθεσή τους με το κεφάλαιο, κι αυτό γιατί η αντίθεση δημιουργόταν τότε για πρώτη φορά. Σήμερα είναι υποχρεωμένοι να κρατούν ολόκληρο το γερμανικό προλεταριάτο με έκτακτους νόμους μόνο και μόνο για να επιβραδύνουν λιγάκι το προτσές της ανάπτυξής του προς την απόχτηση πλέριας συνείδησης της θέσης του σαν καταπιεζόμενης τάξης. Τότε ήταν υποχρεωμένοι να δουλεύουν παράνομα οι λίγοι άνθρωποι που είχαν φτάσει ως την κατανόηση του ιστορικού ρόλου του προλεταριάτου και να συγκεντρώνονται κρυφά κατά μικρές ομάδες από τρεις ως είκοσι άνθρωποι. Σήμερα το γερμανικό προλεταριάτο δεν έχει πια ανάγκη από επίσημη οργάνωση ούτε νόμιμη ούτε μυστική14. Η απλή αυτονόητη συνοχή ομοϊδεατών συντρόφων που ανήκουν στην ίδια τάξη είναι αρκετή για να συγκλονίσει ολόκληρο το γερμανικό ράιχ, χωρίς καταστατικό, χωρίς διοικήσεις, χωρίς αποφάσεις και άλλους χειροπιαστούς τύπους.

Ο Βίσμαρκ είναι διαιτητής στην Ευρώπη, έξω από τα γερμανικά σύνορα. Ομως μέσα στη χώρα μεγαλώνει, κάθε μέρα και πιο απειλητικό, το αθλητικό παράστημα του γερμανικού προλεταριάτου, που πρόβλεψε ο Μαρξ από το 1844, ο γίγας για τον οποίο είναι κιόλας πολύ στενάχωρο το οικοδόμημα του Ράϊχ που ήταν υπολογισμένο στα μέτρα του φιλισταίου. Μεγαλώνει η ρωμαλέα κορμοστασιά με τους φαρδείς ώμους και πλησιάζει η στιγμή, που μονάχα αν σηκωθεί από τη θέση του θα τινάξει στον αέρα όλο το οικοδόμημα του αυτοκρατορικού συντάγματος. Κι ακόμα περισσότερο.

Εχει τόσο δυναμώσει τώρα το διεθνές κίνημα του ευρωπαϊκού και αμερικάνικου προλεταριάτου, που όχι μονάχα η πρώτη στενή του μορφή – η μυστική Ενωση – μα και η δεύτερη άπειρα πιο πλατιά μορφή μετατράπηκε σε δεσμά γι’ αυτό, και που το απλό αίσθημα της αλληλεγγύης που στηρίζεται στην κατανόηση της ταυτότητας της ταξικής θέσης, φτάνει για να δημιουργήσει και να διατηρήσει ανάμεσα στους εργάτες όλων των χωρών και κάθε γλώσσας ένα και μόνο μεγάλο προλεταριακό κόμμα.

Η διδασκαλία που υποστήριξε η Ενωση από το 1847 ίσαμε το 1852 και που την υποδέχτηκαν τότε οι σοφοί φιλισταίοι σηκώνοντας τους ώμους σαν δημιουργήματα της φαντασίας ανισόρροπων εξτρεμιστών, σαν μυστική διδασκαλία μερικών σκόρπιων αιρετικών, αυτή η διδασκαλία έχει τώρα αναρίθμητους οπαδούς σ’ όλες τις πολιτισμένες χώρες του κόσμου, τόσο ανάμεσα στους κατάδικους των ορυχείων της Σιβηρίας, όσο και ανάμεσα στους χρυσωρύχους της Καλιφόρνιας. Και ο ιδρυτής αυτής της διδασκαλίας, ο άνθρωπος που πιο πολύ μισήθηκε και συκοφαντήθηκε στην εποχή του, ο Καρλ Μαρξ, όταν πέθανε, ήταν ο πολυζήτητος και πάντα πρόθυμος σύμβουλος του προλεταριάτου του Παλιού και του Νέου Κόσμου.

 

Λονδίνο, 8 του Οχτώβρη 1885.

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

 

 

* Γράφτηκε από το Φρίντριχ Ενγκελς σαν εισαγωγή της 3ης έκδοσης του έργου του Μαρξ «Αποκαλύψεις για τη δίκη των Κομμουνιστών στην Κολωνία», Χόττινγκεν – Ζυρίχη, 1885. Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1885 στο «Σοσιαλδημοκράτη». Δημοσιεύεται με βάση το κείμενο από την έκδοση Μαρξ – Ενγκελς: «Διαλεχτά Εργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τ. ΙΙ, σελ.390-413, με ορισμένη ορθογραφική και μεταφραστική επιμέλεια (σημ. ΚΟΜΕΠ). 

 

 

Αφιερώνεται στα 190 χρόνια από τη γέννηση του Φρ. Ενγκελς (28 Νοέμβρη 1820).

1.Αναφέρεται στο έργο του Μαρξ «Αποκαλύψεις για τη δίκη των κομμουνιστών στην Κολωνία» (σημ. σύντ.).

2.Babouvisme – διδασκαλία του γάλλου ουτοπικού κομμουνιστή Γράκχους Μπαμπέφ, στην εποχή της γαλλικής αστικής επανάστασης, στα τέλη του 18ου αιώνα (σημ. σύντ.).

3.Εταιρία των εποχών του έτους (σημ. σύντ.).

4.Ετσι ονόμαζαν οι αρχές στη Γερμανία τους εκπρόσωπους φιλελεύθερων-δημοκρατικών ιδεών στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Το 1819 συγκροτήθηκε μια ειδική επιτροπή για να εξετάσει τη «δράση των δημαγωγών» σε όλα τα γερμανικά κράτη (σημ. σύντ.).

5.Λέγοντας ισοπεδωτικό κομμουνισμό εννοώ, όπως είπαμε παραπάνω, μόνο τον κομμουνισμό που στηρίζεται αποκλειστικά, ή κυρίως στην απαίτηση της ισότητας (σημείωση του Ενγκελς).

6.«Deutsch-Französische Jahrbücher» («Γαλλογερμανικά χρονικά») – ριζοσπαστικό περιοδικό που το έβγαζαν το 1844 στο Παρίσι ο Μαρξ και ο αριστερός χεγκελιανός Α. Ρούγκε (σημ. σύντ.).

7.Δημοκρατική Ενωση – διεθνής ένωση που ιδρύθηκε το Σεπτέμβρη του 1847, στην οποία ανήκαν οι βέλγοι δημοκράτες και οι φυγάδες που ζούσαν στις Βρυξέλλες (σημ. σύντ.).

8.«La Reforme», («Μεταρύθμιση»), καθημερινή εφημερίδα που εκδιδόταν στο Παρίσι από το 1843 έως το Γενάρη του 1850 (σημ. σύντ.).

9.Ο Πφαίντερ πέθανε πριν από οχτώ περίπου χρόνια στο Λονδίνο. Ηταν άνθρωπος με πρωτότυπη λεπτή σκέψη, προικισμένος με οξύνοια, ειρωνία, διαλεχτική. Ο Εκάριους, όπως είναι γνωστό, ήταν αργότερα, χρόνια συνέχεια, Γενικός Γραμματέας της Διεθνούς Ενωσης των Εργατών, όπου στο Γενικό Συμβούλιό της ανάμεσα σε άλλους βρίσκονταν τα παρακάτω παλιά μέλη της Ενωσης: Εκάριους, Πφαίντερ, Λέσσνερ, Λόχνερ, Μαρξ και εγώ. Ο Εκάριους αφοσιώθηκε αργότερα αποκλειστικά στο αγγλικό συνδικαλιστικό κίνημα. (Σημείωση του Ενγκελς).

10.Αυτό το πυροβολικό πολέμησε στην εξέγερση της Βάδης και του Παλατινάτου ενάντια στα πρωσικά κυβερνητικά στρατεύματα από το Μάη έως τον Ιούνη του 1849 (σημ. σύντ.).

11/Βλ. Μαρξ – Ενγκελς: «Διαλεχτά Εργα», τ. Ι, σελ. 109-122 (σημ. σύντ.).

12. Βλ. Μαρξ – Ενγκελς: «Διαλεχτά Εργα», τ. Ι, σελ. 262-263 (σημ. σύντ.).

13.Ο Σάππερ πέθανε στα τέλη της δεκαετίας 1860-1870 στο Λονδίνο. Ο Βίλλιχ πήρε μέρος και διακρίθηκε στον εμφύλιο πόλεμο της Αμερικής. Στη μάχη του Μούρφρησμπορο (Τέννεση), όπου ήταν ταξίαρχος τραυματίστηκε στο θώρακα, έγινε όμως καλά και πέθανε περίπου πριν από δέκα χρόνια στην Αμερική. – Από τα άλλα πρόσωπα που ανέφερα παραπάνω θέλω να σημειώσω ακόμα ότι ο Χάινριχ Μπάουερ εξαφανίστηκε στην Αυστραλία. Ο Βάιτλινγκ και ο Εβερμπεκ πέθαναν στην Αμερική. (Σημείωση του Ενγκελς).

14.Με αυτά τα λόγια ειρωνεύεται ο Ενγκελς απλώς την πολιτική του Βίσμαρκ, που ήθελε να απαγορέψει το προλεταριακό κόμμα και να στραγγαλίσει το εργατικό κίνημα (σημ. σύντ.).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *