Friedrich Engels: Προϊστορικές βαθμίδες πολιτισμού

Το κείμενο είναι το πρώτο κεφάλαιο απο το έργο του F.Engels «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους». Τους προλόγους μπορείτε να τους βρείτε εδώ.

 

 

Ι ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΕΣ ΒΑΘΜΙΔΕΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

 

 

 

Ο Μόργκαν είναι ο πρώτος που, με γνώση του έργου, προσπαθεί να βάλει μια ορισμένη τάξη στην προϊστορία της ανθρωπότητας. Η ταξινόμηση που κάνει θα ισχύει, βέβαια, όσο ένα σημαντικά ευρύτερο υλικό δεν θα μας αναγκάσει να κάνουμε αλλαγές.

Από τις τρεις κύριες εποχές: άγρια κατάσταση, βαρβαρότητα, πολιτισμός, τον απασχολούν φυσικά μονάχα οι δύο πρώτες και το πέρασμα στην τρίτη. Την καθεμιά από τις δυο, την υποδιαιρεί σε κατώτερη, μέση και ανώτερη βαθμίδα, ανάλογα με την πρόοδο της παραγωγής των μέσων συντήρησης. Γιατί, όπως λέει:

«Η επιδεξιότητα σ’ αυτή την παραγωγή είναι αποφασιστική για το βαθμό της ανθρώπινης υπεροχής και κυριαρχίας στη φύση. Από όλα τα όντα μονάχα ο άνθρωπος κατάφερε να φτάσει σε μια σχεδόν απόλυτη κυριαρχία πάνω στην παραγωγή των μέσων διατροφής. Όλες οι μεγάλες εποχές της ανθρώπινης προόδου συμπίπτουν περισσότερο ή λιγότερο άμεσα με εποχές όπου διευρύνονται οι πηγές συντήρησης.»

Η εξέλιξη της οικογένειας συμβαδίζει, δεν παρουσιάζει όμως τόσο χαρακτηριστικά σημάδια για το χωρισμό των περιόδων.

 

 

 

1.ΑΓΡΙΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

 

 

 

1) Κατώτερη βαθμίδα. Είναι η παιδική ηλικία του ανθρώπινου γένους. -Οι άνθρωποι έμεναν ακόμα στους αρχικούς τους τόπους διαμονής στα τροπικά ή υποτροπικά δάση.(1) Ζούσαν εν μέρει τουλάχιστον πάνω στα δέντρα. Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί ότι σώθηκαν από τα μεγάλα θηρία. Σαν τροφή τους χρησίμευαν φρούτα, καρύδια, ρίζες. Η διαμόρφωση έναρθρης γλώσσας είναι το κύριο αποτέλεσμα αυτής της εποχής.(2) Απ’ όλους τους λαούς, που έγιναν γνωστοί στην ιστορική περίοδο, κανένας πια δεν ανήκει σ’ αυτή την πρωτόγονη κατάσταση. Όσες χιλιετίες κι αν κράτησε, δεν μπορούμε ωστόσο να την αποδείξουμε με άμεσες μαρτυρίες. Μια και παραδεχτήκαμε, όμως, την καταγωγή του ανθρώπου από το ζωικό βασίλειο, πρέπει απαραίτητα να παραδεχτούμε αυτή τη μεταβατική περίοδο. (3)

2) Μεσαία βαθμίδα. Αρχίζει με τη χρησιμοποίηση των ψαριών (σ’ αυτά περιλαμβάνουμε και τα καβούρια, τα όστρακα και άλλα υδρόβια) για τροφή και με τη χρήση της φωτάς. Αυτά τα δύο συμβαδίζουν, επειδή τα ψάρια μόνο με τη φωτιά γίνονται ολότελα χρησιμοποιήσιμη τροφή.

Με τη νέα όμως αυτή τροφή οι άνθρωποι έγιναν ανεξάρτητοι από κλίμα και τόπο. Ακολουθώντας τα ποτάμια και τις ακτές μπορούσαν, ακόμα και στην άγρια κατάσταση, να απλωθούν στο μεγαλύτερο μέρος της γης. Τα χοντροφτιαγμένα, ακατέργαστα πέτρινα εργαλεία της πρώτης λίθινης εποχής, τα λεγόμενα παλαιολιθικά, που ανήκουν ολότελα ή στο μεγαλύτερό τους μέρος σε αυτή την περίοδο, με τη διάδοσή τους σ’ όλες τις ηπείρους αποδείχνουν αυτές τις περιηγήσεις. Οι νεoκατειλημμένες ζώνες, καθώς και το ένστικτο για έρευνα, που δρούσε αδιάκοπα, σε συνδυασμό με τη φωτιά που έμαθαν να ανάβουν με την τριβή, πρόσφεραν νέα μέσα δια-τροφής, όπως είναι οι αμυλώδεις ρίζες και οι βολβοί, ψημένα στη χόβολη ή σε λακκούβες (χωμάτινους φούρνους), όπως είναι τα θηράματα που με την εφεύρεση των πρώτων όπλων, ρόπαλο και ακόντιο, προστέθηκαν κι αυτά πού και πού στην τροφή. Λαοί αποκλειστικά κυνηγητικοί, όπως τους παρουσιάζουν στα βιβλία, δηλαδή λαοί που να ζουν μονάχα από το κυνήγι, δεν υπήρξαν ποτέ, για-τί το προϊόν του κυνηγιού είναι πολύ αβέβαιο. Σαν συνέπεια της αδιάκοπης α-βεβαιότητας των πηγών διατροφής φαίνεται πως σ’ αυτή τη βαθμίδα εμφανίστηκε η ανθρωποφαγία, που από εδώ και μπρος διαρκεί πολύ. Οι Αυστραλοί και πολλοί Πολυνήσιοι βρίσκονται και σήμερα ακόμα σ’ αυτή τη μέση βαθμίδα της άγριας κατάστασης.

3) Ανώτερη βαθμίδα. Αρχίζει με την εφεύρεση του τόξου και του βέλους που έκαναν τακτική τροφή τα θηράματα, και το κυνήγι κανονικό κλάδο εργασίας. Το τόξο, η χορδή και το βέλος αποτελούν κιόλας ένα πολύ σύνθετο εργαλείο, που η εφεύρεσή του προϋποθέτει μακρόχρονη, συσσωρευμένη πείρα και ακονισμένες πνευματικές δυνάμεις, δηλαδή ταυτόχρονα και τη γνώση πλήθους άλλων εφευρέσεων. Αν συγκρίνουμε τους λαούς που γνωρίζουν το τόξο και το βέλος, όχι όμως ακόμα και την αγγειοπλαστική (απ’ όπου ο Μόργκαν χρονολογεί το πέρασμα στη βαρβαρότητα), βρίσκουμε πραγματικά κιόλας μερικές αρχές της εγκατάστασης σε χωριά, μια κάποια κυριαρχία πάνω στην παραγωγή των μέσων συντήρησης, ξύλινα δοχεία και εργαλεία, υφαντουργία με τα δάχτυλα (χωρίς αργαλειό) με ίνες από φλούδες δέντρων, πλεγμένα καλάθια από φλούδες ή βούρλα, γυαλισμένα (νεολιθικά) πέτρινα εργαλεία. τις περισσότερες φορές η φωτιά και το πέτρινο τσεκούρι έδωσαν τη δυνατότητα να φτιαχτεί το μονόξυλο και σε ορισμένα μέρη δοκάρια και σανίδια για το χτίσιμο σπιτιών. Όλες αυτές τις προόδους τις βρίσκουμε, για παράδειγμα, στους Ινδιάνους της βορειοδυτικής Αμερικής, που γνωρίζουν το τόξο και το βέλος, όχι όμως και την αγγειοπλαστική. Για την άγρια κατάσταση το τόξο και το βέλος ήταν ό,τι είναι το σιδερένιο σπαθί για τη βαρβαρότητα και το πυροβόλο όπλο για τον πολιτισμό: το αποφασιστικό όπλο.

 

 

2.ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ

 

 

1) Κατώτερη βαθμίδα. Χρονολογείται από την εισαγωγή της αγγειοπλαστικής, που αποδειγμένα σε πολλές περιπτώσεις και πιθανόν παντού, γεννήθηκε από την επικάλυψη των πλεγμένων ή ξύλινων δοχείων με πηλό, για ν’ αντέχουν στη φωτιά. Γρήγορα όμως βρήκαν ότι ο φορμαρισμένος πηλός εξυπηρετούσε και χωρίς το εσωτερικό αγγείο.

Ως εδώ μπορούσαμε να θεωρούμε την πορεία της εξέλιξης εντελώς γενικά, σαν πορεία εξέλιξης που ισχύει για μια ορισμένη περίοδο για όλους τους λαούς, ανεξάρτητα από τον τόπο. Με την εμφάνιση, όμως, της βαρβαρότητας φτάσαμε σε μια βαθμίδα, όπου επιβάλλεται η διαφορετική φυσική διαμόρφωση των δυο μεγάλων ηπείρων της γης. Το χαρακτηριστικό σημείο της περιόδου της βαρβαρότητας είναι η εξημέρωση και η εκτροφή ζώων και η καλλιέργεια φυτών. Η ανατολική ήπειρος, ο λεγόμενος παλιός κόσμος, είχε σχεδόν όλα τα κατάλληλα για εξημέρωση ζώα και όλα τα καλλιεργήσιμα είδη σιτηρών, εκτός από ένα. Η δυτική ήπειρος, η Αμερική, από κατάλληλα για εξημέρω-ση θηλαστικά είχε μονάχα το λάμα, και αυτό πάλι μονάχα σ’ ένα τμήμα του Νότου, και από όλα τα καλλιεργήσιμα σιτηρά μονάχα ένα, αλλά το καλύτερο: το καλαμπόκι. Αυτοί οι διαφορετικοί φυσικοί όροι κάνουν από εδώ και μπρος να τραβάει ο πληθυσμός του κάθε ημισφαίριου το δικό του ιδιαίτερο δρόμο, και τα ορόσημα των διαφόρων βαθμίδων να είναι διαφορετικά στην κα-θεμιά από τις δυο περιπτώσεις.

2) Μεσαία βαθμίδα. Αρχίζει στην Ανατολή με το ημέρωμα των οικόσιτων ζώων, στη Δύση με την καλλιέργεια ποτιστικών φυτών διατροφής και με τη χρησιμοποίηση πλίνθων (τούβλων ξεραμένων στον ήλιο) και πέτρας για κτίρια.

Αρχίζουμε με τη Δύση, γιατί εδώ δεν ξεπεράστηκε πουθενά αυτή η βαθμίδα ως την κατάκτηση της Αμερικής από τους Ευρωπαίους.

Στους Ινδιάνους της κατώτερης βαθμίδας της βαρβαρότητας (σ’ αυτούς ανήκουν όλοι όσοι βρέθηκαν ανατολικά από το Μισισιπή) υπήρχε τον καιρό κιόλας που ανακαλύφθηκαν, κάποια κηπουρική με καλαμπόκι και ίσως με κολοκύθια, πεπόνια και άλλα κηπευτικά που αποτελούσαν ένα πολύ ουσιαστικό συστατικό της τροφής τους. Κατοικούσαν σε ξύλινα σπίτια, σε περιφραγμένα χωριά. Οι βορειοδυτικές φυλές, ιδίως εκείνες που κατοικούσαν στην περιοχή του ποταμού Κολούμπια, βρίσκονταν ακόμα στην ανώτερη βαθμίδα της αγριότητας και δεν γνώριζαν ούτε την αγγειοπλαστική, ούτε κανενός είδους καλλιέργεια φυτών.

Αντίθετα, οι Ινδιάνοι των λεγόμενων Πουέμπλος(4) στο Νέο Μεξικό, οι Μεξικανοί, οι Κεντροαμερικανοί και οι Περουβιανοί τον καιρό της κατάκτησης βρίσκονταν στη μέση βαθμίδα της βαρβαρότητας. Κατοικούσαν σε σπίτια από πλιθιά ή πέτρες που έμοιαζαν με φρούρια, καλλιεργούσαν το καλαμπόκι και άλλα φαγώσιμα φυτά, ανάλογα με την τοποθεσία και το κλίμα, σε τεχνητά αρδευόμενους κήπους που αποτελούσαν την κύρια πηγή τροφής, και είχαν μάλιστα εξημερώσει και μερικά ζώα -οι Μεξικανοί το διάνο και άλλα πουλιά, οι Περουβιανοί το λάμα. Γνώριζαν ακόμα και την επεξεργασία των μετάλλων, εκτός από το σίδερο, γι’ αυτό και τους ήταν ακόμα απαραίτητα τα πέτρινα όπλα και εργαλεία.

Η ισπανική κατάκτηση έκοψε τότε κάθε παραπέρα αυτόνομη εξέλιξη.

Στην Ανατολή, η μέση βαθμίδα της βαρβαρότητας άρχισε με το ημέρωμα ζώων που δίνουν γάλα και κρέας, ενώ φαίνεται πως ήταν άγνωστή η καλλιέργεια φυτών για ένα μεγάλο διάστημα αυτής της περιόδου. Το ημέρωμα και η εκτροφή ζώων και ο σχηματισμός μεγάλων κοπαδιών φαίνεται πως έγιναν η αιτία να ξεχωρίσουν οι Άριοι(5) και οι Σημίτες(6) από την υπόλοιπη μάζα των βαρβάρων. Τα ονόματα των ζώων είναι ακόμα κοινά στους ευρωπαίους και στους ασιάτες  Άριους, τα ονόματα όμως των καλλιεργημένων φυτών σχεδόν πάντα ήταν διαφορετικά.

Ο σχηματισμός κοπαδιών οδήγησε, όπου ήταν κατάλληλο το μέρος, στην ποιμενική ζωή. Στους Σημίτες, στις πεδιάδες και στα λιβάδια του Ευφράτη και του Τίγρη, στους Άριους στις πεδιάδες των Ινδιών, του Όξου και του Ιαξάρτη(7) του Ντον και του Δνείπερου. στις άκρες αυτών των βοσκότοπων θα πρέπει να πρωτόγινε το ημέρωμα των ζώων. Έτσι, στις κατοπινές γενιές φαίνεται ότι οι ποιμενικοί λαοί κατάγονται από περιοχές που όχι μόνο δεν μπορούσαν να είναι το λίκνο του ανθρώπινου γένους, αλλά αντίθετα που δεν ήταν σχεδόν καθόλου κατοικήσιμες για τους άγριους προγόνους τους και ακόμα και για τους ανθρώπους της κατώτερης βαθμίδας της βαρβαρότητας.

Απεναντίας, στους βαρβάρους της μέσης βαθμίδας που συνήθισαν πια στην ποιμενική ζωή, δεν θα μπορούσε ποτέ να τους περάσει από το μυαλό, να ξαναγυρίσουν θεληματικά από τις πεδιάδες και τα λιβάδια των ποταμών στα δάση όπου ζούσαν οι πρόγονοί τους. Μάλιστα κι όταν σπρώχτηκαν πιο βορινά και πιο δυτικά, ήταν αδύνατο στους Σημίτες και τους Άριους να τραβήξουν στις δυτικοασιατικές και τις ευρωπαϊκές δασώδεις περιοχές, προτού κατορθώσουν με την καλλιέργεια των σιτηρών να τρέφουν τα ζώα τους και προπάντων-να διαχειμάζουν σε τούτο το λιγότερο ευνοϊκό έδαφος. Είναι περισσότερο από πιθανό ότι εδώ η καλλιέργεια των σιτηρών ξεπήδησε πρώτα από την ανάγκη τροφής για τα ζώα και μόνο αργότερα έγιναν τα σιτηρά σπουδαία τροφή για τους ανθρώπους.

Η ανώτερη εξέλιξη των δυο αυτών φυλών, των Άριων και των Σημιτών, ίσως να οφείλεται στην άφθονη τροφή σε κρέας και γάλα και ιδιαίτερα στην ευνοϊκή επίδραση των τροφών αυτών στην ανάπτυξη των παιδιών. Πραγματικά, οι Ινδιάνοι πουέμπλος του Νέου Μεξικού, που περιορίζονταν σχεδόν αποκλειστικά στη χορτοφαγία, έχουν μικρότερο εγκέφαλο από τους Ινδιάνους της κατώτερης βαθμίδας της βαρβαρότητας που τρώνε περισσότερο κρέας και ψάρια. Οπωσδήποτε, στη βαθμίδα αυτή εξαφανίζεται σιγά-σιγά η ανθρωποφαγία και διατηρείται μόνο σαν θρησκευτική πράξη ή σαν μέσο μαγείας, πράγμα που εδώ είναι περίπου το ίδιο.

3) Ανώτερη βαθμίδα. Αρχίζει με το λιώσιμο του σιδηρομεταλλεύματος και περνάει στον πολιτισμό με την εφεύρεση της αλφαβητικής γραφής και τη χρησιμοποίησή της για φιλολογική δημιουργία. Η βαθμίδα αυτή που, όπως είπαμε, εξελίχθηκε ανεξάρτητα μονάχα στο ανατολικό ημισφαίριο, είναι πλουσιότερη σε προόδους της παραγωγής απ’ όλες μαζί τις προηγούμενες. Σ’ αυτήν ανήκουν οι Έλληνες της ηρωικής εποχής, οι ιταλικές φυλές λίγο πριν από την ίδρυση της Ρώμης, οι Γερμανοί του Τάκιτου, οι Νορμανδοί της εποχής των Βίκινγκς.

Πρώτα απ’ όλα συναντάμε εδώ το άροτρο με σιδερένιο υνί που το σέρνουν ζώα και που έκανε δυνατή την καλλιέργεια των χωραφιών σε μεγάλη κλίμακα, τη γεωργία, και επομένως μια ουσιαστικά απεριόριστη για τις τότε συνθήκες αύξηση των μέσων διατροφής. Που έκανε δυνατό επίσης το ξεχέρσωμα του δάσους και τη μετατροπή του σε χωράφια και λιβάδια -πράγμα πάλι που ήταν αδύνατο σε μεγάλη κλίμακα χωρίς το σιδερένιο τσεκούρι και τη σιδερένια τσάπα. Μαζί όμως μ’ αυτά ήρθε και η γρήγορη αύξηση του πληθυσμού, η εγκατάσταση πυκνού πληθυσμού σε μικρό χώρο. Και πριν από τη γεωργία θα έπρεπε να είχαν παρουσιαστεί πολύ εξαιρετικές συνθήκες, για να ενωθούν μισό εκατομμύριο άνθρωποι κάτω από μια κεντρική διοίκηση. Ίσως αυτό να μην είχε συμβεί ποτέ.

Την υψηλότερη άνθηση της ανώτερης βαθμίδας της βαρβαρότητας τη βλέπουμε στα ομηρικά έπη, ιδίως στην Ιλιάδα. Εξελιγμένα σιδερένια εργαλεία, το φυσερό, ο χειρόμυλος, ο κεραμικός τροχός (τόρνος του τσουκαλά), η παρασκευή λαδιού και κρασιού, μια εξελιγμένη επεξεργασία των μετάλλων που μετατρέπεται σε καλλιτεχνική χειροτεχνία, το αμάξι και το άρμα, η ναυπήγηση με δοκάρια και σανίδια, οι αρχές της αρχιτεκτονικής σαν τέχνης, περιτειχισμένες πόλεις με πύργους και επάλξεις, το ομηρικό έπος και ολόκληρη η μυθολογία -αυτή είναι η κύρια κληρονομιά που έφεραν μαζί τους οι Έλληνες από τη βαρβαρότητα στον πολιτισμό. Αν συγκρίνουμε μ’ αυτά την περιγραφή των αρχαίων Γερμανών, από τον Καίσαρα και ακόμη από τον Τάκιτο, που βρίσκονταν στις αρχές της ίδιας βαθμίδας του πολιτισμού, απ’ όπου οι Έλληνες την εποχή του Ομήρου ετοιμάζονταν να περάσουν σε μια ανώτερη, τότε βλέπουμε η πλούτο εξέλιξης της παραγωγής κλείνει μέσα της η ανώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας.

Η εικόνα της εξέλιξης της ανθρωπότητας από την άγρια κατάσταση και τη βαρβαρότητα ως τις αρχές του πολιτισμού, που τη σκιαγράφησα εδώ σύμφωνα με τον Μόργκαν, είναι κιόλας αρκετά πλούσια σε νέα και, πράγμα σπουδαιότερο, αδιαφιλονίκητα χαρακτηριστικά, αδιαφιλονίκητα γιατί είναι παρμένα άμεσα από την παραγωγή. Ωστόσο θα φανεί θαμπή και φτωχική, αν τη συγκρίνουμε με την εικόνα που θα ξετυλιχτεί στο τέλος της περιπλάνησής μας.

Μόνο τότε θα είναι δυνατό να φωτίσουμε ολόπλευρα το πέρασμα από τη βαρβαρότητα στον πολιτισμό και τη χτυπητή αντίθεση των δυο τους. Για την ώρα μπορούμε να γενικέψουμε ως εξής τη διαίρεση σε περιόδους που κάνει ο Μόργκαν: Άγρια κατάσταση -είναι η περίοδος όπου επικρατεί η ιδιοποίηση έτοιμων προϊόντων της φύσης, τα τεχνητά προϊόντα του ανθρώπου είναι κυρίως βοηθητικά εργαλεία γι’ αυτή την ιδιοποίηση. Βαρβαρότητα -είναι η περίοδος όπου οι άνθρωποι αποκτούν την κτηνοτροφία και τη γεωργία και μαθαίνουν μεθόδους για να παράγουν περισσότερα φυσικά προϊόντα με την ανθρώπινη δραστηριότητα. Πολιτισμός -είναι η περίοδος όπου οι άνθρωποι μαθαίνουν να επεξεργάζονται παραπέρα τα φυσικά προϊόντα, που μαθαίνουν την καθαυτό βιομηχανία και την τέχνη.

 

 

 

 

 

(1) Ο Ένγκελς, λόγω ανυπαρξίας στην εποχή του λεπτομερούς περιγραφής της εξέλιξης των Ανθρωπίδων και των Ανθρώπων από τις επιστήμες της Παλαιοανθρωπολογίας, της Ανθρωπολογίας και της Αρχαιολογίας, χρησιμοποιεί, ως ήταν τότε αναπόφευκτη γενική συνήθεια, τον γενικό όρο «άνθρωπος» για να ορίσει τόσο τους Ανθρωπίδες όσο και τους Ανθρώπους, δηλαδή τους βιολογικά ολοκληρωμένους Ανθρωπίδες ή αλλιώς τους προγόνους των Ανθρώπων. Σύμφωνα με αποφάνσεις της Παλαιοανθρωπολογίας μέχρι πριν 7 εκ. χρ. οι πρόγονοι των πρώτων Ανθρωπίδων, δηλαδή οι Ανώτεροι Ανθρωποειδείς πίθηκοι ζούσαν ακόμη πάνω στα δέντρα δασωδών περιοχών της Ανατολικής Αφρικής τα οποία βρίσκονταν σε διαδικασία αραίωσης και βαθμιαίας μετατροπής του δασώδους οικοσυστήματος σε σαβάνα. Από 7 εκ. χρ. και μετά οι Ανθρωπίδες άρχισαν βαθμιαία όλο και περισσότερο να περνούν το χρόνο τους πάνω στο έδαφος και όλο και λιγότερο πάνω στα δέντρα. 3-4 εκ. χρ. πριν οι Ανθρωπίδες, ως Αυστραλοπίθηκοι απέκτησαν πλήρη όρθια στάση και δίποδο βάδισμα, γεγονός που παραπέμπει σε συνεχή διαβίωση επί του εδάφους. (Σημ. Χ.Κ.)

(2) Η φάση δημιουργίας της γλώσσας άρχισε πολύ αργότερα και ολοκληρώθηκε με την διαμόρφωση μιας πλήρως λειτουργικής γλώσσας που μπορούσε να λειτουργήσει στο αφηρημένο επίπεδο πριν 100 χιλ. χρ. Η ολοκλήρωση της διαμόρφωσης πλήρους λειτουργικής γλώσσας αποτελεί και το ορόσημο ολοκλήρωσης της βιολογικής πτυχής της εξέλιξης των Ανθρωπίδων, οπόταν συνεχίζει μόνο η πολιτισμική πτυχή της εξέλιξης με φορείς τους Ανθρώπους. Σηματοδοτεί επίσης το πέρασμα από το επίπεδο οργάνωσης της Βιόσφαιρας στο επίπεδο οργάνωσης της Νοόσφαιρας. (Σημ. Χ.Κ.)

(3) Από τότε που γράφτηκε αυτό το βιβλίο οι επιστήμες που μελετούν την εξέλιξη έχουν κάνει τεράστια πρόοδο. Χιλιάδες επιστήμονες έχουν ασχοληθεί με έρευνες που απέδω-σαν τεκμήρια που οδηγούν στη διαμόρφωση μιας πλήρους σχεδόν εικόνας της εξέλιξης. (Σημ. Χ.Κ.)

(4) Χαρακτηρισμός μιας ομάδας ινδιάνικων φυλών που ζούσαν στο Νέο Μεξικό (στις σημερινές νοτιοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες και στο Βόρειο Μεξικό) και συνδέονταν μεταξύ τους με κοινή ιστορία και πολιτισμό. Ο όρος αυτός, που προέρχεται από την ισπανική λέξη pueblo (λαός, οικισμός, χωριό), τους δόθηκε από τους ισπανούς κατακτητές λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα αυτών των οικισμών, των σπιτιών που ήταν χτισμένα το ένα πάνω ή δίπλα στο άλλο, σαν κουτάκια, και αποτελούσαν ένα αξεδιάλυτο σύνολο. Σ’ αυτά ζούσαν μέχρι και χιλιάδες άνθρωποι όρος πουέμπλο χρησιμοποιήθηκε και για τα χωριά αυτών των φυλών (σημ. γερμ. σύντ.).

(5)  Βλέπε επίσης: Aryan race

(6) Βλέπε επίσης: Semitic people

(7) Όξος και Ιαξάρτης είναι τα αρχαία ονόματα των ποταμών της Κεντρικής Ασίας Αμού-Νταριά και Σιρ-Νταριά (σημ. ελλ. σύντ.).

 

 

F.Engels, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, σελ 18-25

 

 

http://www.scribd.com/fullscreen/39053415?access_key=key-1lg9s0ggfpuhtzs0wd35

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *