Friedrich Engels: Το Ελληνικό Γένος

Το κείμενο είναι το τέταρτο μέρος  απο το έργο του F.Engels «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους». Τους προλόγους μπορείτε να τους βρείτε εδώο πρώτο μέρος εδώ ,το δεύτερο εδώ και το τρίτο εδώ.

 

 

 

ΙV ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΓΕΝΟΣ

 

 

 

Οι Έλληνες, όπως και οι Πελασγοί και άλλοι φυλετικά συγγενικοί τους λαοί, από τους προϊστορικούς κιόλας χρόνους ήταν οργανωμένοι με την ίδια οργανική σειρά όπως και οι Αμερικανοί: γένος, φρατρία, φυλή, ομοσπονδία φυλών. Η φρατρία μπορούσε και να λείπει, όπως στους Δωριείς, η ομοσπονδία των φυλών μπορούσε να μην έχει ακόμα διαμορφωθεί παντού, πάντως σε όλες τις περιπτώσεις το γένος ήταν η μονάδα. Τον καιρό που οι Έλληνες μπαίνουν στην ιστορία, βρίσκοται στο κατώφλι του πολιτισμού. Ανάμεσα σ’ αυτούς και τις αμερικανικές φυλές, που αναφέραμε πιο πάνω, βρίσκονται σχεδόν δυο ολόκληρες μεγάλες περίοδοι εξέλιξης, κατά τις οποίες οι Έλληνες της ηρωικής εποχής προηγούνταν από τους Ιροκέζους.

Γι’ αυτό, το γένος των Ελλήνων δεν είναι καθόλου πια το αρχαϊκό γένος των Ιροκέζων, η σφραγίδα του ομαδικού γάμου αρχίζει αισθητά να σβήνει. Το μητρικό δίκαιο έκανε τόπο στο πατρικό δίκαιο. Έτσι ο ατομικός πλούτος, που γεννιόταν, άνοιγε το πρώτο ρήγμα στο καθεστώς των γενών. Ένα δεύτερο ρήγμα ήταν η φυσική συνέπεια του πρώτου: Επειδή ύστερα από την εισαγωγή του πατρικού δικαίου η περιουσία μιας πλούσιας κληρονόμου θα περνούσε με το γάμο στον άντρα της, δηλαδή σε άλλο γένος, έσπασαν το θεμέλιο κάθε δικαίου των γενών, κι όχι μονάχα επέτρεψαν, αλλά επέβαλαν στην περίπτωση αυτή να παντρεύεται το κορίτσι μέσα στο γένος, για να μείνει η περιουσία σ’ αυτό.

Κατά την ελληνική ιστορία του Γκροτ (1) το αθηναϊκό γένος συγκρατιόταν:

1) Με τις κοινές θρησκευτικές τελετές και με το αποκλειστικό δικαίωμα των ιερέ-ων να εκτελούν τις τελετές της λατρείας προς τιμήν ενός ορισμένου θεού, του υποτιθέμενου ιδρυτή του γένους. Για την ιδιότητά του αυτή έδιναν στο θεό ένα ειδικό όνομα. 2) Με τον κοινό τόπο ταφής (σύγκρινε Ευβουλίδη του Δημοσθένη).

3) Με το αμοιβαίο δικαίωμα κληρονομιάς.

4) Με την αμοιβαία υποχρέωση βοήθειας, προστασίας και υποστήριξης σε περίπτωση βίας.

5) Σε ορισμένες περιπτώσεις, με το αμοιβαίο δικαίωμα και την αμοιβαία υποχρέωση γάμου μέσα στα πλαίσια του γένους, ιδίως όταν πρόκειται για ορφανές κόρες ή για κόρες κληρονόμους. 

6) Με την κατοχή, τουλάχιστον σε ορισμένες περιπτώσεις, κοινής ιδιοκτησίας με ιδιαίτερο άρχοντα (προεστό) και θησαυροφύλακα.

Ύστερα, κάμποσα γένη ενώθηκαν στη φρατρία, όμως με λιγότερο στενούς δεσμούς. Ωστόσο κι εδώ βρίσκουμε, όπως στο γένος, αμοιβαία δικαιώματα και καθήκοντα, ιδίως την κοινή εκτέλεση ορισμένων θρησκευτικών τελετών και το δικαίωμα της καταδίωξης, όταν σκότωναν κανένα μέλος της  φρατρίας (φράτορα). Το σύνολο των φρατριών μιας φυλής είχε πάλι κοινές ιεροτελεστίες που επαναλαμβάνονταν κανονικά κι όπου το προβάδισμα το είχε ένας φυλοβασιλεύς (προϊστάμενος της φυλής) που εκλεγόταν από τους ευγενείς (ευπατρίδες).

Αυτά λέει ο Γκροτ. Κι ο Μαρξ προσθέτει: «Όμως, και μέσα από το ελληνικό γένος προβάλλει ξεκάθαρα ο άγριος (για παράδειγμα ο Ιροκέζος).» Και μπορούμε να τον δούμε καθαρότερα, μόλις ερευνήσουμε λίγο πιο πέρα.

Στο ελληνικό γένος έχουμε δηλαδή ακόμα:

7) Την καταγωγή σύμφωνα με το πατρικό δίκαιο.

8) Την απαγόρευση του γάμου μέσα στο γένος, εκτός από τις περιπτώσεις γάμου με γυναίκες που έχουν κληρονομιά.

Αυτή η εξαίρεση και το γεγονός ότι τη διατυπώνουν σαν νόμο, αποδείχνει την ισχύ του παλιού κανόνα. Αυτό βγαίνει επίσης και από το γενικό κανόνα ότι με το γάμο η γυναίκα απαρνιόταν τις θρησκευτικές τελετές του γένους της και περνούσε στις θρησκευτικές τελετές του άντρα της, αφού καταγραφόταν στη φρατρία του. Σύμφωνα με αυτά και με ένα περίφημο χωρίο του Δικαίαρχου, ο γάμος έξω από το γένος ήταν κανόνας, και ο Μπέκερ στο Χαρικλή παραδέχεται απερίφραστα ότι δεν επιτρεπόταν σε κανένα να παντρευτεί μέσα στο δικό του γένος.(2)

9) Το δικαίωμα της υιοθεσίας μέσα στο γένος. Γινόταν με υιοθεσία από μια οικο-γένεια, αλλά με την εκπλήρωση δημόσιων διατυπώσεων και μονάχα σ’ εξαιρετικές περιπτώσεις.

10) Το δικαίωμα να εκλέγονται και να καθαιρούνται οι αρχηγοί. Ότι κάθε γένος είχε τον άρχοντά του, αυτό το ξέρουμε. Ότι όμως το αξίωμα ήταν κληρονομικό σε ορισμένες οικογένειες, αυτό δεν αναφέρεται πουθενά. Υποθέτουμε πάντα ότι ως το τέλος της βαρβαρότητας δεν υπήρχε αυστηρή κληρονομικότητα, που εί-ναι ολότελα ασυμβίβαστη με τις συνθήκες που επικρατούσαν, όπου πλούσιοι και φτωχοί είχαν μέσα στο γένος απολύτως ίσα δικαιώματα.

Όχι μονάχα ο Γκροτ, αλλά και ο Νίμπουρ, ο Μόμσεν και όλοι οι άλλοι ιστοριογράφοι της κλασικής αρχαιότητας σκόνταψαν στο γένος. Όσο σωστά κι αν σημείωναν πολλά από τα χαρακτηριστικά του, έβλεπαν πάντα σ’ αυτό μια ομάδα απ6 οικογένειες, και δεν μπόρεσαν έτσι να καταλάβουν τη φύση και την καταγωγή του γένους. Στο καθεστώς του γένους, η οικογένεια δεν ήταν ποτέ και δεν μπορούσε να είναι οργανωτική μονάδα, γιατί ο άντρας και η γυναίκα αναγκαστικά ανήκαν σε δυο διαφορετικά γένη. Το γένος έμπαινε ολόκληρο στη φρατρία και η φρατρία στη φυλή.

Η οικογένεια ανήκε η μισή στο γένος του άντρα και η μισή στο γένος της γυναίκας. Και το κράτος επίσης δεν αναγνωρίζει στο δημόσιο δίκαιο την οικογένεια. Η οικογένεια υπάρχει μέχρι σήμερα μονάχα για το ιδιωτικό δίκαιο. Κι όμως, όλη η ως τώρα ιστοριογραφία μας ξεκινάει από την παράλογη προϋπόθεση που έγινε απαραβίαστη ιδιαίτερα το 180 αιώνα, ότι η μονογαμική ατομική οικογένεια, που είναι αμφίβολο αν είναι αρχαιότερη από τον πολιτισμό, ήταν ο κρυσταλλικός πυρήνας που γύρω του δημιουργήθηκαν σιγά-σιγά η κοινωνία και το κράτος. «Έχουμε να παρατηρήσουμε ακόμα στον κύριο Γκροτ», προσθέτει ο Μαρξ, «ότι παρ’ ότι οι Έλληνες ανάγουν τα γένη τους στη μυθολογία, ωστόσο τα γένη αυτά είναι αρχαιότερα από τη μυθολογία με τους θεούς και τους ημίθεούς της, που τη δημιούργησαν οι ίδιοι.»

Ο Μόργκαν αναφέρει κατά προτίμηση τον Γκροτ, γιατί είναι ένας επιφανής κι όμως πάνω από κάθε υποψία μάρτυρας. Αφηγείται ακόμα ότι κάθε αθηναϊκό γένος είχε ένα όνομα που είχε τη ρίζα του στον υποτιθέμενο ιδρυτή του, ότι γενικά πριν από τον Σόλωνα, κι ακόμα κι ύστερα από τον Σόλωνα, όταν δεν υπήρχε διαθήκη, την περιουσία του πεθαμένου την κληρονομούσαν τα μέλη του γένους (γεννήτες), και ότι σε περίπτωση φόνου πρώτα οι συγγενείς, ύστερα τα μέλη του γένους και τέλος τα μέλη της φρατρίας του σκοτωμένου είχαν το δικαίωμα και το καθήκον να διώκουν δικαστικά τον εγκληματία: «Όλα όσα ακούμε για τους αρχαιότατους αθηναϊκούς νόμους στηρίζονται στο χωρισμό σε γένη και φρατρίες.» (3)

Η καταγωγή των γενών από κοινούς προγόνους προκάλεσε μεγάλη σπαζοκεφαλιά στους «σοφούς φιλισταίους» (Μαρξ). Φυσικά, αφού την παρουσιάζουν για καθαρά μυθική, δεν μπορούν καθόλου να εξηγήσουν την ανάπτυξη του γένους από μια σειρά οικογένειες που αρχικά δεν ήταν διόλου συγγενικές μεταξύ τους. Και όμως πρέπει να το καταφέρουν, έστω και μόνο για να εξηγήσουν την ύπαρξη των γενών. Έτσι λοιπόν καταφεύγουν σε μια λογοδιάρροια που στριφογυρίζει μέσα σε φαύλο κύκλο και που δεν ξεπερνάει τη θέση: Το γενεαλογικό δέντρο είναι βέβαια μύθος, αλλά το γένος είναι πραγματικότητα, και τέλος ο Γκροτ -οι παρεμβολές είναι του Μαρξ-λέει τα παρακάτω:

«Σπάνια μονάχα ακούμε να γίνεται λόγος γι’ αυτό το γενεαλογικό δέντρο, γιατί μονάχα σε ορισμένες πολύ πανηγυρικές περιπτώσεις το βγάζουν στη δημοσιότητα.

Μα και τα πιο ασήμαντα γένη είχαν τις κοινές τους θρησκευτικές τελετές (περίεργο πράγμα, μίστερ Γκροτ!) και κοινό υπεράνθρωπο ιδρυτή και γενεαλογικό δέντρο ακριβώς όπως και τα πιο φημισμένα (πόσο περίεργο είναι κι αυτό, κύριε Γκροτ, για τα πιο ασήμαντα γένη!). Το βασικό σχέδιο και η ιδεατή βάση (αξιότιμε κύριε, όχι ιδεατή μα σαρκική, στα απλά γερμανικά fleischlich!) ήταν ίδια σε όλα.»(4)

Την απάντηση του Μόργκαν στο ζήτημα αυτό ο Μαρξ τη συνοψίζει με τα παρακάτω λόγια: «Το σύστημα της συγγένειας εξ αίματος που αντιστοιχούσε στην πρωτόγονη μορφή του γένους -και οι Έλληνες κάποτε είχαν αυτή τη μορφή, όπως και οι άλλοι θνητοί-εξασφάλιζε τη γνώση των συγγενειών όλων των μελών του γένους μεταξύ τους. Ό,τι είχε γι’ αυτούς αποφασιστική σημασία το μάθαιναν στην πράξη από νήπια. Με τη μονογαμική οικογένεια ξεχάστηκε αυτό. Το όνομα του γένους δημιούργησε ένα γενεαλογικό δέντρο, δίπλα στο οποίο το γενεαλογικό δέντρο της ατομικής οικογένειας έμοιαζε ασήμαντο.

Τώρα λοιπόν αυτό το όνομα του γένους όφειλε ν’ αποδείχνει το γεγονός της κοινής καταγωγής των φορέων του. Όμως, το γενεαλογικό δέντρο του γένους τραβούσε τόσο μακριά πίσω, που τα μέλη δεν μπορούσαν πια να αποδείξουν την αμοιβαία πραγματική τους συγγένεια, εκτός από ένα περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων και όταν υπάρχουν νεότεροι κοινοί πρόγονοι. Το ίδιο το όνομα ήταν απόδειξη κοινής καταγωγής, και μάλιστα τελεσίδικη απόδειξη, εκτός από τις περιπτώσεις των υιοθεσιών. Απεναντίας, η ουσιαστική άρνηση κάθε συγγένειας ανάμεσα στα μέλη του γένους σε στιλ Γκροτ και Νίμπουρ, που μετέτρεψαν το γένος σε καθαρή επινόηση και δημιούργημα της φαντασίας, είναι αντάξια “ιδανικών” σοφών, δηλαδή σοφών που ζουν κλεισμένοι στους τέσσερις τοίχους. Επειδή η σύνδεση ανά-μεσα στις γενεές, ιδίως με την εμφάνιση της μονογαμίας, χάθηκε στα βάθη του πα-ρελθόντος κι η περασμένη πια πραγματικότητα αντικαθρεφτίζεται στη μυθολογική εικόνα της φαντασίας, συμπέραναν και συμπεραίνουν οι φιλισταίοι, τα ανθρωπάκια, ότι το γενεαλογικό δέντρο της φαντασίας δημιούργησε πραγματικά γένη!»

Η φρατρία, όπως και στους Αμερικανούς, ήταν ένα αρχικό γένος-μητέρα χωρι-σμένο σε πολλά γένη-κόρες που τα συνένωνε και συχνά τα ανήγαγε όλα σ’ έναν κοινό γενάρχη. Έτσι, κατά τον Γκροτ, «όλα τα συνομήλικα μέλη της φρατρίας του Εκαταίου είχαν για πρόγονο δέκατου έκτου βαθμού τον ίδιο θεό)).(5) Όλα τα γένη αυτής της φρατρίας ήταν λοιπόν κυριολεκτικά αδελφά γένη. Ακόμα και στον Όμηρο η φρατρία εμφανίζεται σαν στρατιωτική μονάδα στο περίφημο σημείο όπου ο Νέστορας συμβουλεύει τον Αγαμέμνονα: «Κατάταξε τους άντρες κατά φυλές και φρατρίες, έτσι που η φρατρία να παραστέκει τη φρατρία και η φυλή τη φυλή.»)(6)

Η φρατρία έχει ακόμα το δικαίωμα και την υποχρέωση σε περίπτωση φόνου ενός μέλους της φρατρίας να καταδιώκει το φονιά, δηλαδή παλιότερα είχε και την υποχρέωση της αιματηρής εκδίκησης. Έχει επίσης κοινά ιερά και κοινές γιορτές, και γενικά η διαμόρφωση όλης της ελληνικής μυθολογίας από την κληρονομημένη λατρεία της φύσης των Αρίων, καθοριζόταν κυρίως από τα γένη και τις φρατρίες όπου και την ασκούσαν. Η φρατρία είχε ακόμα έναν αρχηγό (φρατρίαρχο) και κατά τον ντε Κουλάνζ, έκανε συνελεύσεις, έπαιρνε δεσμευτικές αποφάσεις και είχε δικαστική και διοικητική εξουσία. Ακόμα και το κατοπινό κράτος, που αγνοούσε τα γένη, άφησε στη φρατρία ορισμένα δημόσια λειτουργήματα.

Η φυλή αποτελείται από κάμποσες συγγενικές φρατρίες. Στην Αττική υπήρχαν τέσσερις φυλές, με τρεις φρατρίες η καθεμιά, κι η κάθε φρατρία είχε τριάντα γένη. Αυτός ο ακριβολογημένος καθορισμός των ομάδων προϋποθέτει συνειδητή, σχεδιασμένη επέμβαση στην αυθόρμητα δημιουργημένη συγκρότηση. Για το πώς, πότε και γιατί έγινε αυτή η επέμβαση, σωπαίνει η ελληνική ιστορία, γι’ αυτό το πράγμα οι ίδιοι οι Έλληνες διατήρησαν αναμνήσεις μονάχα μέχρι την ηρωική εποχή.

Στους Έλληνες, που ήταν στριμωγμένοι σε σχετικά μικρή περιοχή, οι παραλλαγές στις διαλέκτους ήταν λιγότερο αναπτυγμένες απ’ ό,τι στα μεγάλα αμερικανικά δάση. Όμως κι εδώ βρίσκουμε ενωμένες σε μεγαλύτερα σύνολα μόνο τις φυλές που έχουν το ίδιο κύριο ιδίωμα, κι ακόμα στη μικρή Αττική βρίσκουμε μια ξεχωριστή διάλεκτο, που αργότερα κυριάρχησε σαν γενική γλώσσα του πεζού λόγου.

Στα ομηρικά έπη βρίσκουμε τις ελληνικές φυλές να είναι τις περισσότερες  φορές ενωμένες σε μικρούς λαούς που μέσα τους όμως τα γένη, οι φρατρίες και οι φυλές διατηρούν ακόμα πλήρως την αυτοτέλειά τους. Κατοικούσαν ήδη σε πόλεις οχυρωμένες με τείχη. Με την επέκταση των κοπαδιών, της γεωργίας και με την αρχή της χειροτεχνίας αυξήθηκε ο πληθυσμός. Έτσι μεγάλωναν οι διαφορές στα πλούτη και μαζί τους το αριστοκρατικό στοιχείο μέσα στην παλιά, πρωτόγονη δημοκρατία. Κάθε ξεχωριστός μικρός λαός έκανε διαρκώς πολέμους για ν’ αποκτήσει τα καλύτερα κομμάτια γης και βέβαια και για τα λάφυρα. Η μετατροπή των αιχμαλώτων πολέμου σε δούλους ήταν κιόλας αναγνωρισμένος θεσμός.

Η συγκρότηση αυτών των φυλών και των μικρών λαών ήταν η παρακάτω:

1.Μόνιμο όργανο ήταν το συμβούλιο, η βουλή, που αρχικά βέβαια το συγκροτούσαν οι αρχηγοί των γενών, αργότερα, όταν ο αριθμός μεγάλωσε, η εκπροσώπηση γινόταν με επιλογή, πράγμα που έδινε την ευκαιρία για τη διαμόρφωση και το δυνάμωμα του αριστοκρατικού στοιχείου. Έτσι κι ο Διονύσιος λέει ακριβώς ότι το συμβούλιο της ηρωικής εποχής αποτελείται από τους πρόκριτους (κρατίστους) (7) Το συμβούλιο αποφάσιζε οριστικά για τις σπουδαίες υποθέσεις. Έτσι, το συμβούλιο των Θηβών στον Αισχύλο παίρνει την κρίσιμη για τη δοσμένη κατάσταση απόφαση να θάψει με τιμές τον Ετεοκλή, το πτώμα όμως του Πολυνείκη να το πετάξει βορά στα σκυλιά. Με τη δημιουργία του κράτους το συμβούλιο αυτό διαμορφώθηκε στην κατοπινή γερουσία.

2.Η λαϊκή συνέλευση (αγορά). Στους Ιροκέζους είδαμε ότι ο λαός, άντρες και γυναίκες, περιστοιχίζουν τη συνεδρίαση του συμβουλίου, επεμβαίνουν στη συζήτηση με ορισμένη τάξη και επηρεάζουν έτσι τις αποφάσεις του. Στους ομηρικούς Έλληνες αυτό το «περιτριγύρισμα» («Umstand»), για να μεταχειριστούμε μια αρχαία γερμανική νομική έκφραση, έχει κιόλας εξελιχθεί σε πλήρη λαϊκή συνέλευση, όπως γινόταν επίσης στους Γερμανούς της πρωτόγονης εποχής. Τη συνέλευση καλούσε το συμβούλιο, για να αποφασίσει για σπουδαίες υποθέσεις. Ο κάθε άντρας μπορούσε να παίρνει το λόγο. Την απόφαση έπαιρναν σηκώνοντας το χέρι (Αισχύλος στις Ικέτιδες) ή δια βοής. Η συνέλευση ήταν κυρίαρχη και η απόφασή της τελεσίδικη γιατί, όπως λέει ο Σέμαν (Ελληνικές αρχαιότητες), «όταν πρόκειται για μια υπόθεση που για την εκτέλεσή της απαιτείται η συνεργασία του λαού, ο Όμηρος δεν μας αποκαλύπτει κανένα μέσο για το πώς μπορούσε να εξαναγκαστεί ο λαός παρά τη θέλησή του να την εκτελέσει».(8)

Την εποχή εκείνη, όπου κάθε ενήλικο αρσενικό μέλος της φυλής ήταν πολεμιστής, δεν υπήρχε ακριβώς ακόμα καμιά χωρισμένη από το λαό δημόσια εξουσία, που θα μπορούσε να του αντιταχθεί. Η πρωτόγονη δημοκρατία βρισκόταν ακόμα σε πλήρη άνθηση και αυτό πρέπει να το έχουμε σαν αφετηρία όταν κρίνουμε την εξουσία και τη θέση τόσο του συμβουλίου, όσο και του βασιλέα.

3.Ο αρχηγός του στρατού (βασιλιάς). Εδώ παρατηρεί ο Μαρξ: «Οι ευρωπαίοι σοφοί, που συνήθως είναι γεννημένοι πριγκιπόδουλοι, μετατρέπουν το βασιλέα σε μονάρχη με τη σύγχρονη έννοια. Ο γιάνκης-ρεπουμπλικάνος Μόργκαν διαμαρτύρεται όμως γι’ αυτό. Λέει πολύ ειρωνικά, μα αληθινά, για το γλοιώδη Γκλάντστον και για το «Juventus Mundi» (9) του: ο κύριος Γκλάντστον μας παρουσιάζει τους έλληνες αρχηγούς της ηρωικής εποχής σαν βασιλιάδες και ηγεμόνες και προσθέτει ότι ήταν και τζέντλεμεν . Αναγκάζεται όμως να παραδεχτεί: «Γενικά φαίνεται ότι βρίσκουμε αρκετά, μα όχι και πάρα πολύ καθαρά καθορισμένο το έθιμο ή το νόμο της διαδοχής του πρωτότοκου».(10) Είμαστε βέβαιοι ότι ένα με τόσες επιφυλάξεις δικαίωμα διαδοχής του πρωτότοκου θα φανεί και στον ίδιο τον κύριο Γκλάντστον αρκετά, αν όχι πολύ καθαρά, ότι δεν έχει καμιά αξία.

Είδαμε πώς είχαν τα πράγματα με την κληρονομικότητα του αξιώματος του αρχηγού στους Ιροκέζους και στους άλλους Ινδιάνους. Όλα τα αξιώματα ήταν αιρετά αξιώματα, τις  περισσότερες φορές μέσα στο γένος, και επομένως κληρονομικά μέσα σ’ αυτό. Όταν έμενε κενή μια θέση, άρχιζαν σιγά, σιγά να προτιμούν τον πλησιέστερο συγγενή μέσα στο γένος -αδερφό ή γιο της αδερφής-αν δεν υπήρχαν λόγοι που επέβαλλαν να τον αποφύγουν. Αν λοιπόν στους Έλληνες, τον καιρό που επικρατεί το πατρικό δίκαιο, το αξίωμα του βασιλιά περνούσε κατά κανόνα στο γιο ή σ’ έναν από τους γιους, αυτό αναδείχνει μονάχα ότι οι γιοι εδώ είχαν την πιθανότητα της διαδοχής με λαϊκή εκλογή, δεν αποδείχνει όμως καθόλου ότι υπήρχε νόμιμη διαδοχή χωρίς λαϊκή εκλογή.

Αυτό που έχουμε εδώ, στους Ιροκέζους και στους Έλληνες, είναι η πρώτη αρχή για ξεχωριστές οικογένειες ευγενών μέσα στα γένη, και επιπλέον στους Έλληνες η πρώτη αρχή μιας μελλοντικής κληρονομικής ηγεμονίας ή μοναρχίας. Πρέπει λοιπόν να υποθέσουμε ότι στους Έλληνες ο βασιλιάς ή έπρεπε να εκλέγεται από το λαό ή τουλάχιστον να επικυρώνεται οπό τα αναγνωρισμένα του όργανα -συμβούλιο ή αγορά-όπως γινόταν με το ρωμαίο «βασιλιά» (rex).

Στην Ιλιάδα ο άναξ ανδρών Αγαμέμνων δεν εμφανίζεται σαν ανώτατος βασιλιάς των Ελλήνων, αλλά σαν ανώτατος διοικητής ενός ομοσπονδιακού στρατού μπροστά σε μια πολιορκημένη πόλη. Και όταν ξέσπασε η διχόνοια ανάμεσα στους Έλληνες, αυτή του την ιδιότητα τονίζει ο Οδυσσέας στο περίφημο χωρίο: δεν είναι καλό πράγμα η πολυαρχία. Ένας πρέπει να είναι διοικητής,(11) κ.λπ. (όπου προστέθηκε αργότερα και ο δημοφιλής στίχος για το σκήπτρο).

 «Ο Οδυσσέας δεν κάνει εδώ μάθημα για μια μορφή διακυβέρνησης, αλλά απαιτεί υπακοή στον ανώτατο στρατάρχη στον πόλεμο. Στους Έλληνες που μπροστά στην Τροία εμφανίζονται μονάχα σαν στρατός, τα πράγματα εξελίσσονται αρκετά δημοκρατικά στην αγορά. Όταν ο Αχιλλέας μιλάει για τα δώρα, δηλαδή για το μοίρασμα των λαφύρων, αναθέτει πάντα τη μοιρασιά όχι στον Αγαμέμνονα, ούτε και σε κανέναν άλλο βασιλιά, αλλά “στους γιους των Αχαιών”, δηλαδή στο λαό. Οι προσαγορεύσεις: διογενής και διοτραφής δεν αποδείχνουν τίποτα, γιατί κάθε γένος κατάγεται από κάποιο θεό, και το γένος του αρχηγού της φυλής κατάγεται από έναν πιο “επιφανή” θεό -εδώ από τον Δία. Ακόμα και αυτοί που προσωπικά δεν είναι ελεύθεροι, όπως ο χοιροβοσκός Εύμαιος και άλλοι, έχουν “θεϊκή” καταγωγή (δίοι και θείοι), και μάλιστα στην Οδύσσεια, δηλαδή σε πολύ μεταγενέστερη εποχή από την Ιλιάδα. Στην Οδύσσεια πάλι ονομάζεται ήρωας ακόμα και ο κήρυκας Μούλιος, καθώς και ο τυφλός αοιδός Δημόδοκος. Κοντολογίς, η λέξη “βασιλεία” (“basileia”), που οι έλληνες συγγραφείς μεταχειρίζονται για να χαρακτηρίσουν τη λεγόμενη ομηρική βασιλεία (Königtum) (γιατί η στρατιωτική ηγεσία είναι το κύριό της γνώρισμα), μαζί με το συμβούλιο και τη λαϊκή συνέλευση σημαίνει μονάχα στρατιωτική δημοκρατία.» (Μαρξ).

Ο βασιλιάς εκτός από τη στρατιωτική είχε και ιερατική και δικαστική δικαιοδοσία, την τελευταία όχι καθορισμένη με ακρίβεια, την πρώτη με την ιδιότητά του σαν ανώτατος εκπρόσωπος της φυλής ή της ομοσπονδίας των φυλών. Για αστική, διοικητική δικαιοδοσία δεν γίνεται ποτέ λόγος. Φαίνεται όμως ότι χάρη στο αξίωμά του ήταν μέλος του συμβουλίου. Το ν’ αποδίδουμε τη λέξη βασιλεύς (BasiIeus) με τη λέξη βασιλιάς (König) είναι λοιπόν ετυμολογικά πολύ σωστό, αφού οι λέξεις König, kuning, δηλαδή βασιλιάς, παράγονται από το kuni, kűnne και σημαίνει αρχηγό ενός γένους. Όμως με τη σημερινή της σημασία, η λέξη König (βασιλιάς) δεν αντιστοιχεί με κανέναν τρόπο στον αρχαίο έλληνα βασιλέα (Basileus). Ο Θουκυδίδης ονομάζει ρητά την παλιά βασιλεία (Basileia) πατρική (Ρatrikê), δηλαδή ότι κατάγεται από τα γένη, και λέει ότι είχε αυστηρά καθορισμένη, δηλαδή περιορισμένη εξουσία.(12) Κι ο Αριστοτέλης λέει ότι η βασιλεία της ηρωικής εποχής ήταν ηγεσία σε ελεύθερους και ο βασιλιάς ήταν στρατηγός, δικαστής και αρχιερέας.(13) Δεν είχε λοιπόν κυβερνητική εξουσία με την κατοπινή έννοια.(14)

Βλέπουμε λοιπόν ότι στο ελληνικό καθεστώς της ηρωικής εποχής είναι ακόμα ζωντανή η παλιά οργάνωση των γενών, αλλά βλέπουμε και την αρχή της υπόσκαψής της: Πατρικό δίκαιο με κληροδότηση της περιουσίας στα παιδιά, πράγμα που ευνοούσε τη συσσώρευση πλούτου στην οικογένεια, και τη δυνάμωσε σε σύγκριση με το γένος.

Η διαφορά στον πλούτο επηρέαζε με τη σειρά της το κοινωνικό καθεστώς με τη διαμόρφωση των πρώτων εμβρύων μιας κληρονομικής αριστοκρατίας και βασιλείας. Δουλεία, στην αρχή μονάχα των αιχμαλώτων πολέμου, αλλά που ανοίγει κιόλας την προοπτική για την υποδούλωση των μελών της ίδιας της φυλής κι ακόμα και του γένους. Βλέπουμε ο παλιός πόλεμος ανάμεσα στις φυλές να εκφυλίζεται κιόλας σε συστηματική ληστεία, στη στεριά και στη θάλασσα, για την απόκτηση ζώων, δούλων, θησαυρών, να εκφυλίζεται σε κανονικό βιοποριστικό επάγγελμα. Κοντολογίς, ο πλούτος εξυμνείται και εκτιμάται σαν ανώτατο αγαθό και γίνεται κατάχρηση των παλιών θεσμών του γένους, για να δικαιολογείται η βίαιη ληστεία αγαθών.

Ένα μονάχα έλειπε ακόμα: Ένας θεσμός που δεν θα εξασφάλιζε μονάχα τα νεοαποκτημένα πλούτη των ατόμων ενάντια στις κομμουνιστι-κές παραδόσεις του καθεστώτος των γενών, που δεν θα καθαγίαζε μονάχα την ατομική ιδιοκτησία, που τόσο λίγο εκτιμούσαν προηγούμενα και θα ανακήρυχνε αυτό τον καθαγιασμό σε ανώτατο σκοπό κάθε ανθρώπινης κοινότητας, αλλά που επίσης θα έβαζε τη σφραγίδα της γενικής κοινωνικής αναγνώρισης στις νέες μορφές απόκτησης ιδιοκτησίας που αναπτύσσονται η μια ύστερα από την άλλη, δηλα-δή την αδιάκοπα επιταχυνόμενη αύξηση του πλούτου. Ένας θεσμός που όχι μόνο θα διαιώνιζε τη διάσπαση της κοινωνίας σε τάξεις που μόλις άρχιζε, αλλά που θα διαιώνιζε και το δικαίωμα της ιδιοκτήτριας τάξης να εκμεταλλεύεται την ακτήμονα τάξη και την κυριαρχία της πρώτης πάνω στη δεύτερη.

Κι αυτός ο θεσμός ήρθε. Εφευρέθηκε το κράτος.

 

Σημειώσεις:

 

 

(1) G. Grote, Α history of Greece, τόμο 3, Λονδίνο 1869, σελ. 54-55. Η πρώτ~ έκδοση του έργου (τόμοι 1-12) κυκλοφόρησε από το 1846 ως το 1856 στο Λονδίνο (σημ. γερμ. σύντ.).

(2) W. Α. Becker. Charίkles, Bilder altgriechischer Sitte. Zur genaueren Kenntniss des grie-chischen Privatlebens, μέρος δεύτερο, Λειψία 1840, σελ. 447 (σημ. γερμ. σύντ.).

(3) Grote, Α history of Greece. τόμο 3, σελ. 66 (σημ. γερμ. σύντ.).

(4) Στο ίδιο, σελ. 60 (σημ. γερμ. σύντ.).

(5) Στο ίδιο, τόμο 2, σελ. 58-59 (σημ. γερμ. σύντ.).

(6) «Κρῖν ἄνδρας κατά φύλα, κατά φρήτρας, Ἀγάμεμνον, ώς φρήτρη φρήτρησιν ἀρήγη, φύλα δέ φύλοις.» Ομήρου, Ιλιάδα, Β’ ,στίχοι 362, 363 (σημ. τ. μετ.).

(7) Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, Ρωμαϊκή αρχαιολογία, βιβλίο δεύτερο, κεφ. 12 (σημ. γερμ. σύντ.)

(8) G. F. Schoemann, Griechische Αlterthϋmer, τόμ. 1, Βερολίνο 1855, σελ. 27 (σημ. γερμ. σύντ.).

(9) W. Ε. Gladstone, Juventus Mundί. The Gods and Men of the Heroic Age (Τα νιάτα του κόσμου. Θεοί και άνθρωποι της ηρωικής εποχής), Λονδίνο 1869 (σημ. γερμ. σύντ.).

(10) L. Η. Morgan, Ancient society, σελ. 248 (σημ. γερμ. σύντ.).

(11) «Οὺκ ἀγαθόν πολυκοιρανίη. εἷς κοίρανος ἒστω.» Ομήρου, Ιλιάδα, Β’ ,στίχος 204 (σημ. τ. μετ.).

(12) Θουκυδίδη. Ιστορία του πελοποννησιακού πολέμου, βιβλίο 1, κεφ. 13 (σημ. γερμ. σύντ.).

(13) Αριστοτέλη, Πολιτικά, βιβλίο 3, κεφ. 10 (σημ. γερμ. σύντ.).

(14) Όπως τον έλληνα βασιλέα, έτσι και τον Αζτέκο πολέμαρχο τον παράστησαν σαν σύγ-χρονο ηγεμόνα. Ο Μόργκαν για πρώτη φορά υποβάλλει σε ιστορική κριτική τις αρχικά παρεξηγημένες και υπερβολικές, αργότερα καθαρά ψευδείς εκθέσεις των Ισπανών και αποδείχνει ότι οι Μεξικανοί στη μέση βαθμίδα της βαρβαρότητας βρίσκονταν ωστόσο ψηλότερα από τους νεομεξικανούς Ινδιάνους-Πουέμπλος, και ότι το καθεστώς τους, απ’ ό,τι μας επιτρέπουν να συμπεράνουμε οι παραμορφωμένες πληροφορίες, αντιστοιχούσε σε τούτο: μια ομοσπονδία τριών φυλών, που είχαν κάνει φόρου υποτελείς μια σειρά άλ-λες φυλές, και που την κυβερνούν ένα ομοσπονδιακό συμβούλιο κι ένας ομοσπονδια-κός στρατάρχης που οι Ισπανοί τον παράστησαν για «αυτοκράτορα» («Kaiser») (σημ. του Ένγκελς).

 

 

F.Engels, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, σελ 91-99

 

 

http://www.scribd.com/fullscreen/39053415?access_key=key-1lg9s0ggfpuhtzs0wd35

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *