J.V Stalin: Το κόμμα και η εργατική τάξη στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ΚΟΜΕΠ: 2002, Τεύχος 4

 

ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΚΑΙ Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ

 

του Ι. Β. Στάλιν

 

 

Πιο πάνω μίλησα για τη δικτατορία του προλεταριάτου από την άποψη του ιστορικού της αναπόφευκτου, από τηνάποψη του ταξικού της περιεχομένου, από την άποψη της κρατικής της φύσης, και τέλος, από την άποψη των καθηκόντων της καταστροφής και δημιουργίας, που εκπληρώνονται στη διάρκεια μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου, που ονομάζεται μεταβατική περίοδος από τον κα­πιταλισμό στο σοσιαλισμό.

Τώρα χρειάζεται να μιλήσουμε για τη δικτατορία του προλεταριάτου από την άποψη της συγκρότησής της, από την άποψη του «μηχανισμού» της, από την άποψη του ρόλου και της σημασίας των «λουριών μεταβίβασης», των «μοχλών», και της «κατευθύνουσας δύναμης», που στο σύνολο τους αποτελούν «το σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου» (Λένιν) και που μ’ αυτά πραγματοποιείται η καθημερινή εργασία της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Ποια είναι αυτά τα «λουριά μεταβίβασης», ή «οι «μοχλοί» στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου; Ποια είναι αυτή «η κατευθύνουσα δύναμη»; Σε τι χρειά­ζονται;

Οι μοχλοί ή τα λουριά μεταβίβασης είναι οι ίδιες οι μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου, που χωρίς αυτές είναι αδύνατο να ασκηθεί η δικτατορία.

Η κατευθύνουσα δύναμη είναι το πρωτοπόρο τμήμα του προλεταριάτου, είναι η εμπροσθοφυλακή του, που απο­τελεί τη βασική καθοδηγητική δύναμη της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Τα λουριά αυτά μεταβίβασης, οι μοχλοί και η κα­τευθύνουσα δύναμη είναι απαραίτητα για το προλεταριάτο, γιατί χωρίς αυτά θα βρισκόταν στον αγώνα του για τη νίκη στη θέση ενός άοπλου στρατού αντιμέτωπου με το οργανωμένο και εξοπλισμένο κεφάλαιο. Οι οργανώσεις αυτές είναι απαραίτητες στο προλεταριάτο, γιατί χωρίς αυτές θα πάθαινε αναπόφευκτη ήττα στον αγώνα του για την ανατροπή της αστικές τάξης, στον αγώνα του για τη στερέωση της εξουσίας του, στον αγώνα του για την ανοι­κοδόμηση του σοσιαλισμού. Η συστηματική βοήθεια αυτών των οργανώσεων και η κατευθύνουσα δύναμη της πρωτο­πορίας είναι απαραίτητες, γιατί χωρίς αυτούς τους όρους είναι αδύνατη μια κάπως μακρόχρονη και στερεή δικτατορία του προλεταριάτου.

Ποιες είναι αυτές οι οργανώσεις;

Είναι, πρώτο, τα επαγγελματικά συνδικάτα των εργατών με τις διακλαδώσεις τους στο κέντρο και τοπικά με τη μορφή μιας ολόκληρης σειράς από πα­ραγωγικές, πολιτιστικές, διαπαιδαγωγητικές και άλλες οργανώσεις. Οι οργανώσεις αυτές συνενώνουν τους εργάτες όλων των επαγγελμάτων. Οι οργανώσεις αυτές δεν είναι κομματικές. Τα επαγγελματικά συνδικάτα μπορούν να ονομαστούν καθολική οργάνωση της εργατική τάξης που είναι η κυρίαρχη τάξη στη χώρα μας. Είναι το σχολειό του κομμουνισμού. Αναδείχνουν από τις γραμμές τους τους καλύτερους ανθρώπους για την καθοδηγητική δουλιά σ’ όλους τους τομείς της διακυβέρνησης της χώρας. Πραγ­ματοποιούν τη σύνδεση ανάμεσα στα πρωτοπόρα και στα καθυστερημένα στοιχεία της εργατικές τάξης. Συνενώνουν τις εργατικές μάζες με την πρωτοπορία της εργατικής τάξης.

Είναι, δεύτερο, τα Σοβιέτ με τις πολυάριθμες δια­κλαδώσεις τους στο κέντρο και τοπικά, με τη μορφή των διοικητικών, οικονομικών, στρατιωτικών, πολιτιστικών και άλλων κρατικών οργανώσεων, συν τις απειράριθμες αυτο­δημιούργητες μαζικές ενώσεις των εργαζομένων, που πε­ριβάλλουν αυτές τις οργανώσεις και τις συνδέουν με τον πληθυσμό. Τα Σοβιέτ είναι μαζική οργάνωση όλων των εργαζομένων της πόλης και του χωριού. Δεν είναι ορ­γάνωση κομματική. Τα Σοβιέτ είναι η άμεση έκφραση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Μέσω των Σοβιέτ εφαρμόζονται όλα τα μέτρα για το δυνάμωμα της δικτα­τορίας και την ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού. Μέσω των Σοβιέτ πραγματοποιείται η καθοδήγηση της αγροτιάς από το προλεταριάτο στον κρατικό τομέα. Τα Σοβιέτ συνενώ­νουν τα εκατομμύρια των εργαζομένων μαζών με την πρω­τοπορία του προλεταριάτου.

Είναι τρίτο, οι συνεταιρισμοί όλων των ειδών με όλες τις διακλαδώσεις τους. Ο συνεταιρισμός είναι μα­ζική οργάνωση των εργαζομένων, οργάνωση ακομματική, που τους συνενώνει πρώτα-πρώτα σαν καταναλωτές και με το πέρασμα του χρόνου και σαν παραγωγούς, (αγρο­τικοί παραγωγικοί συνεταιρισμοί). Ο συνεταιρισμός απο­χτά ιδιαίτερη σημασία ύστερα από τη στερέωση της δικτατορίας του προλεταριάτου, στην περίοδο της πλατιάς ανοικοδόμησης. Διευκολύνει τη σύνδεση της πρωτοπορίας του προλεταριάτου με τις μάζες της αγροτιάς και δη­μιουργεί τη δυνατότητα να τραβηχτούν οι μάζες αυτές στο δρόμο της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης.

Είναι τέταρτο, η Ομοσπονδία της νεολαίας. Η Ομοσπονδία της νεολαίας είναι μαζική οργάνωση της εργατικής και της αγροτικής νεολαίας, οργάνωση ακομματική, που πρόσκειται όμως στο κόμμα. Για καθήκον της έχει να βοηθά το κόμμα στο έργο της διαπαιδαγώγησης της νέας γενιάς με το πνεύμα του σοσιαλισμού. Εξασφα­λίζει εφεδρείες νέων για όλες τις υπόλοιπες μαζικές ορ­γανώσεις του προλεταριάτου σ’ όλους τους τομείς της δια­κυβέρνησης της χώρας. Η Ομοσπονδία της νεολαίας από­χτησε ιδιαίτερη σημασία ύστερα από τη στερέωση της δικτατορίας του προλεταριάτου, στην περίοδο της πλατιάς πολιτιστικής και διαπαιδαγωγητικής δουλιάς του προλε­ταριάτου.

Είναι τέλος, το κόμμα του προλεταριάτου, η πρω­τοπορία του. Η δύναμή του συνίσταται στο ότι απορροφάει στις γραμμές του όλους τους καλύτερους ανθρώπους του προλεταριάτου απ’ όλες τις μαζικές του οργανώσεις. Η αποστολή του είναι να συντονίζει τη δουλιά όλων χωρίς εξαίρεση των μαζικών οργανώσεων του προλεταριά­του και να κατευθύνει τη δράση τους προς ένα ενιαίο σκοπό, το σκοπό της απελευθέρωσης του προλεταριάτου. Και είναι απόλυτα αναγκαίο να τις συντονίζει και να τις κατευθύνει προς ένα ενιαίο σκοπό, γιατί χωρίς αυτό είναι αδύνατη η ενότητα πάλης του προλεταριάτου, γιατί χωρίς αυτό είναι αδύνατο να καθοδηγηθούν οι προλεταρια­κές μάζες στον αγώνα τους για την εξουσία, στον αγώ­να τους για την ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού. Μονάχα όμως η πρωτοπορία του προλεταριάτου, το κόμμα του, είναι ικανό να συντονίζει και να κατευθύνει τη δουλιά των μαζικών οργανώσεων του προλεταριάτου. Μονάχα το κόμμα του προλεταριάτου, μονάχα το κόμμα των κομμου­νιστών είναι ικανό να εκπληρώσει αυτό το ρόλο του βα­σικού καθοδηγητή μέσα στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου. Γιατί;

«Πρώτο, γιατί το κόμμα είναι το σημείο συγκέντρωσης των καλύτερων στοιχείων της εργατικής τάξης, που συνδέονται άμεσα με τις εξωκομματικές οργανώσεις του προλεταριάτου και πολύ συ­χνά τις καθοδηγούν. Δεύτερο, γιατί το κόμμα, σα σημείο συγκέν­τρωσης των καλύτερων ανθρώπων της εργατικής τάξης, είναι το καλύτερο σχολειό για τη διαμόρφωση ηγετών της εργατικής τά­ξης, ικανών να καθοδηγούν κάθε μορφή οργάνωσης της τάξης τους. Τρίτο, γιατί το κόμμα, σαν το καλύτερο σχολειό ηγετών της εργατικής τάξης, είναι χάρη στην πείρα και το κύρος του η μο­ναδική οργάνωση, η ικανή να συγκεντρώνει τη διεύθυνση της πά­λης του προλεταριάτου και να μετατρέψει με τον τρόπο αυτό όλες τις εξωκομματικές οργανώσεις της εργατικής τάξης σε εξυπηρετικά όργανα και λουριά μεταβίβασης που συνδέουν το κόμμα με την τάξη»[1].

Το κόμμα είναι η βασική καθοδηγητική δύναμη στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου.

«Το κόμμα είναι η ανώτατη μορφή ταξικής ένω­σης του προλεταριάτου» (Λένιν).

Ετσι λοιπόν: τα επαγγελματικά συνδικάτα, σα μαζική οργάνωση του προλεταριάτου, που συνδέει το κόμμα με την τάξη, προπαντός στον παραγωγικό τομέα τα Σοβιέτ, σα μαζική οργάνωση των εργαζομένων, που συνδέει το κόμμα μαζί τους, προπαντός στον κρατικό το­μέα. Οι συνεταιρισμοί, σα μαζική οργάνωση κυρίως της αγροτιάς, που συνδέει το κόμμα με τις αγροτικές μάζες, προπαντός στον οικονομικό τομέα, στον τομέα του τραβήγματος της αγροτιάς στη σοσιαλιστική ανοικοδόμη­ση. Η Ομοσπονδία της νεολαίας, σαν μαζική οργάνωση της εργατικής και της αγροτικής νεολαίας, προο­ρισμένη να διευκολύνει την πρωτοπορία του προλεταριά­του στη σοσιαλιστική διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς και στην προετοιμασία εφεδρειών νέων. Και τέλος, το κόμ­μα, σα βασική κατευθυντική δύναμη στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου, προορισμένη να καθοδηγεί όλες αυτές τις μαζικές οργανώσεις – αυτή είναι σε γενι­κές γραμμές η εικόνα του «μηχανισμού» της δικτατορίας, η εικόνα του «συστήματος της δικτατορίας του προλετα­ριάτου».

Χωρίς το κόμμα, σα βασική καθοδηγητική δύναμη, είναι αδύνατη μια κάπως μακρόχρονη και στέρεη δικτατορία του προλεταριάτου.

Ετσι για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Λένιν, «κι’ έτσι έχουμε σε γενικές γραμμές έναν προλεταριακό μηχανισμό που τυπικά δεν είναι κομμουνιστικός, έναν προλεταριακό μηχανισμό ευλύγιστο και σχετικά πλατύ και πολύ ισχυρό, που μέσω αυτού το Κόμμα συνδέεται στενά με την τάξη και με τη μάζα και μέσω αυτού, με την καθοδήγηση του Κόμματος, πραγματοποιείται η δικτατορία της τάξης»[2].

Μ’ αυτό, βέβαια, δεν πρέπει να εννοούμε ότι το κόμ­μα μπορεί ή πρέπει να υποκαταστήσει τα επαγγελματικά συνδικάτα, τα Σοβιέτ και τις άλλες μαζικές οργανώσεις. Το κόμμα ασκεί τη δικτατορία του προλεταριάτου. Δεν την ασκεί όμως άμεσα, αλλά με τη βοήθεια των επαγγελματικών συνδικάτων, μέσω των Σοβιέτ και των διακλα­δώσεων τους. Χωρίς αυτά τα «λουριά μεταβίβασης», θα ‘ταν αδύνατη μια κάπως στερεή δικτατορία.

«Δεν μπορείς -λέει ο Λένιν- να πραγματοποιείς τη δικτατορία χωρίς μερικά «λουριά μεταβίβασης» από την πρωτοπορία προς τη μάζα της πρωτοπόρας τάξης και από την τάξη αυτήν στη μάζα των εργαζομέ­νων»[3].

«Το Κόμμα αφομοιώνει, μπορούμε να πούμε, την πρωτοπορία του προλεταριάτου και η πρωτοπορία αυτή πραγματοποιεί τη δικτατορία του προλεταριάτου. Και όταν δεν έχεις ένα τέτιο θεμέλιο σαν τα συνδικάτα, δεν μπορείς να πραγματοποιείς τη δικτατορία, δεν μπορείς να εκπληρώνεις τις κρα­τικές λειτουργίες. Κι’ αυτές πάλι είσαι υποχρεωμένος να τις πραγματοποιείς μέσω* μιας σειράς ιδιαίτερων οργάνων, που και αυτά πάλι είναι κάποιου νέου τύπου, συγκεκριμένα: μέσω* του κρατικού μηχανισμού»[4].

Σαν ανώτατη έκφραση του καθοδηγητικού ρόλου του κόμματος π.χ. στη χώρα μας, στη Σοβιετική Ενωση, στη χώρα της δικτατορίας του προλεταριάτου, πρέπει να ανα­γνωριστεί το γεγονός ότι ούτε ένα σοβαρό πολιτικό η οργανωτικό ζήτημα δε λύνεται από τις σοβιετικές και τις άλ­λες μαζικές οργανώσεις μας, χωρίς τις καθοδηγητικές υπο­δείξεις του κόμματος. Μ’ αυτή την έννοια θα μπορούσε να πει κανείς ότι η δικτατορία του προλεταριάτου είναι στην ουσία«δικτατορία» της πρωτοπορίας του, «δικτατορία» του κόμματός του, σαν βασικής καθοδηγητι­κής δύναμης του προλεταριάτου. Να τι είπε ο Λένιν για το ζήτημα αυτό στο 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικές Διε­θνούς[5].

«0 Τάνερ λέει πως είναι υπέρ της δικτατορίας του προλε­ταριάτου, τη δικτατορία όμως του προλεταριάτου δεν τη βλέπει με το τρόπο που τη βλέπουμε εμείς. Λέει πως με την έννοια δικτατορία του προλεταριάτου εμείς εννοούμε στην ουσία* τη δικτατορία της οργανωμένης και συνειδητής μειοψηφίας του.

Και πραγματικά, στην εποχή του καπιταλισμού, όταν οι εργατικές μάζες υποβάλλονται σε συνεχή εκμετάλλευση και δεν μπορούν να αναπτύξουν τις ανθρώπινες ικανότητές τους, το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα για τα εργατικά πολιτικά κόμματα είναι ακριβώς το γεγονός ότι δεν μπορούν να αγκαλιάσουν παρά τη μειο­ψηφία της τάξης τους. Το πολιτικό κόμμα μπορεί να ενώσει μόνο τη μειοψηφία της τάξης, όπως ακριβώς όπως και οι πραγματικά συ­νειδητοί εργάτες σε κάθε καπιταλιστική κοινωνία αποτελούν μόνο τη μειοψηφία όλων των εργατών. Γι’ αυτό είμαστε υποχρεω­μένοι να παραδεχθούμε πως μόνο η συνειδητή αυτή μειοψηφία μπορεί να καθοδηγήσει τις πλατιές εργατικές μάζες και να τις τρα­βήξει πίσω της. Και αν ο σ. Τάνερ λέει πως είναι εχθρός του κόμ­ματος και ταυτόχρονα υποστηρίζει πως η μειοψηφία των καλύτερα οργανωμένων και των πιο επαναστατών εργατών πρέπει να υποδείχνει το δρόμο σε όλο το προλεταριάτο, εγώ λέω πως στην πραγματικότητα δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ μας».

Αυτό δε σημαίνει, ωστόσο, ότι ανάμεσα στη δικτατορία του προλεταριάτου και τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος («δικτατορία» του κόμματος) μπορούμε να βά­λουμε το σημείο ισότητας, ότι μπορούμε να ταυτίσουμε τους δυο αυτούς όρους, ότι μπορούμε να υποκαταστήσουμε τον πρώτο με το δεύτερο. Να λ.χ. ο Σόριν λέει: «η δικτατορία του προλετα­ριάτου είναι η δικτατορία του κόμματός μας». Αυτή η θέση, όπως βλέπετε, ταυτίζει τη «δικτα­τορία του κόμματος» με τη δικτατορία του προλεταριά­του. Μπορούμε να παραδεχτούμε σαν σωστή αυτή την ταύ­τιση, παραμένοντας στο έδαφος του λενινισμού; Οχι, δεν μπορούμε. Και να γιατί.

Πρώτο. Στην περικοπή από το λόγο του Λένιν στο 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, που αναφέραμε πιο πάνω, ο Λένιν δεν ταυτίζει καθόλου τον καθοδηγητι­κό ρόλο του κόμματος με τη δικτατορία του προλεταριά­του. Λέει απλώς ότι «μόνο η συνειδητή μειοψηφία (δηλα­δή το κόμμα Ι. Στ.) μπορεί να καθοδηγήσει τις πλατιές εργατικές μάζες και να τις τραβήξει μαζί της», ότι ακρι­βώς μ’ αυτή την έννοια, «με τη δικτατορία του προ­λεταριάτου εννοούμε, στην ουσία*, τη δικτατορία της οργανωμένης και συνειδητής μειοψηφίας του».

Οταν λέμε «στην ουσία» δε σημαίνει ακόμα ότι λέ­με «ολοκληρωτικά». Συχνά λέμε ότι το εθνικό ζήτημα είναι, στην ουσία, ζήτημα της αγροτιάς. Κι αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Αυτό όμως δε σημαίνει ακόμα ότι το εθνικό ζήτημα καλύπτεται από το ζήτημα της αγροτιάς, ότι το ζήτημα της αγροτιάς όσον αφορά το πλάτος του είναι ίσο με το εθνικό, άτι το ζήτημα της αγροτιάς είναι ταυτόσημο με το εθνικό. Δεν είναι ανάγκη να απο­δείξουμε ότι το εθνικό ζήτημα όσον αφορά το πλάτος του είναι πιο ευρύ και πιο πλούσιο από το ζήτημα της αγρο­τιάς. Το ίδιο, σε αναλογία, πρέπει να πούμε και για τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος και τη δικτατορία του προλεταριάτου. Αν το κόμμα ασκεί τη δικτατορία του προλεταριάτου, και μ’ αυτή την έννοια η δικτατορία του προλεταριάτου είναι στην ουσία «δικτατορία» του κόμ­ματός του, αυτό δε σημαίνει ακόμα ότι η «δικτατορία του κόμματος» (καθοδηγητικός ρόλος) είναι ταυτόσημη με τη δικτατορία του προλεταριάτου, ότι όσον αφορά το πλά­τος της η πρώτη εξισώνεται με τη δεύτερη. Δεν εί­ναι ανάγκη να αποδείξουμε ότι η δικτατορία του προλεταριάτου όσον αφορά το πλάτος της είναι πιο ευρεία και πιο πλούσια από τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος. Το κόμμα ασκεί τη δικτατορία του προλεταριάτου, μα ασκεί τη δικτατορία του προλεταριάτου και όχι κα­μιά άλλη. Οποιος ταυτίζει τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος με τη δικτατορία του προλεταριάτου, υποκαθι­στά τη δικτατορία του προλεταριάτου με τη «δικτατορία» του κόμματος.

Δεύτερο. Καμιά σοβαρή απόφαση των μαζικών ορ­γανώσεων του προλεταριάτου δεν παίρνεται χωρίς τις κα­θοδηγητικές υποδείξεις του κόμματος. Αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Μα μήπως αυτό σημαίνει ότι η δικτατορία του προλεταριάτου εξαντλείται με τις καθοδηγητικές υποδείξεις του κόμματος; Μήπως σημαίνει ότι οι καθοδη­γητικές υποδείξεις του κόμματος μπορούν, γι’ αυτό το λό­γο, να ταυτιστούν με τη δικτατορία του προλεταριάτου; Φυσικά δε σημαίνει. Η δικτατορία του προλεταριάτου αποτελείται από τις καθοδηγητικές υποδείξεις του κόμμα­τος συν την πραγματοποίηση αυτών των υποδείξεων από τις μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου, συν τη με­τατροπή τους σε πράξη από τον πληθυσμό. Εδώ, όπως βλέπετε, έχουμε να κάνουμε με μία ολόκληρη σειρά περάσματα και ενδιάμεσες βαθμίδες που δεν αποτελούν κα­θόλου μικρής σημασίας στοιχείο της δικτατορίας του προ­λεταριάτου.

Συνεπώς, ανάμεσα στις καθοδηγητικές υπο­δείξεις του κόμματος και τη μετατροπή τους σε πράξη βρίσκεται η θέληση και η δράση των καθοδηγούμενων, η θέληση και η δράση της τάξης, η απόφασή της (ή η έλ­λειψη θέλησης από μέρους της) να υποστηρίξει αυτές τις υποδείξεις, η ικανότητα (ή η ανικανότητα) της να εφαρμόσει αυτές τις αποδείξεις, η ικανότητα (ή η ανικα­νότητα) της να τις εφαρμόσει όπως ακριβώς το απαιτεί η κατάσταση. Δε χρειάζεται καν να αποδείξουμε ότι το κόμ­μα που έχει αναλάβει την καθοδήγηση δεν μπορεί να μην παίρνει υπόψη του τη θέληση, την κατάσταση, το επίπε­δο συνείδησης των καθοδηγούμενων, δεν μπορεί να μη λο­γαριάζει τη θέληση, την κατάσταση και το επίπεδο συ­νείδησης της τάξης του. Γι’ αυτό οποίος ταυτίζει τον κα­θοδηγητικό ρόλο του κόμματος με τη δικτατορία του προ­λεταριάτου υποκαθιστά τη θέληση και τη δράση της τά­ξης με τις οδηγίες του κόμματος.

Τρίτο. «Η δικτατορία του προλεταριάτου -λέει ο Λένιν- είναι η ταξική πάλη του προλεταριάτου που νίκη­σε και πήρε την πολιτική εξουσία στα χέρια του»[6]. Σε τι μπορεί να εκφραστεί αυτή η τα­ξική πάλη; Μπορεί να εκφραστεί σε μια σειρά από ένο­πλες ενέργειες του προλεταριάτου ενάντια στις πραξικο­πηματικές ενέργειες της γκρεμισμένης αστικής τάξης ή ενάντια στην επέμβαση της ξένης αστικής τάξης. Μπορεί να εκφραστεί στον εμφύλιο πόλεμο, αν η εξουσία του προ­λεταριάτου δεν έχει ακόμα στερεωθεί. Μπορεί να εκφρα­στεί σε μια πλατιά οργανωτική και ανοικοδομητική εργα­σία του προλεταριάτου, με το τράβηγμα των πλατιών μα­ζών σ’ αυτή την εργασία, ύστερα από τη στερέωση της εξουσίας.

Σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις δρων πρόσωπο εί­ναι το προλεταριάτο σαν τάξη. Δεν υπήρξε περίπτωση που το κόμμα, μονάχο του το κόμμα, να έχει οργανώσει όλες αυτές τις ενέργειες αποκλειστικά με τις δικές του τις δυνάμεις, χωρίς την υποστήριξη της τάξης. Συνήθως το κόμμα καθοδηγεί απλώς αυτές τις ενέργειες και τις καθοδηγεί στο βαθμό που έχει την υποστήριξη της τάξης. Γιατί το κόμμα δεν μπορεί να καλύψει την τάξη, δε μπο­ρεί να την υποκαταστήσει. Γιατί το κόμμα, παρ’ όλο το σοβαρό, καθοδηγητικό του ρόλο, παραμένει ωστόσο ένα κομμάτι της τάξης. Γι’ αυτό όποιος ταυτίζει τον καθο­δηγητικό ρόλο του κόμματος με τη δικτατορία του προ­λεταριάτου υποκαθιστά την τάξη με το κόμμα.

Τέταρτο. Το κόμμα ασκεί τη δικτατορία του προ­λεταριάτου. «Το Κόμμα είναι η πρωτοπορία του προλετα­ριάτου που κυβερνά άμεσα, είναι ο καθοδηγητής» (Λέ­νιν)[7]. Μ’ αυτή την έννοια το κόμμα παίρνει την εξου­σία, το κόμμα κυβερνά τη χώρα. Αυτό όμως δε ση­μαίνει ότι το κόμμα ασκεί τη δικτατορία του προλετα­ριάτου έξω από την κρατική εξουσία, χωρίς την κρατική εξουσία, ότι το κόμμα κυβερνά τη χώρα έξω από τα Σοβιέτ, όχι μέσω των Σοβιέτ. Αυτό δε σημαίνει ακόμα ότι το κόμμα μπορεί να ταυτιστεί με τα Σοβιέτ, με την κρα­τική εξουσία. Το κόμμα είναι ο πυρήνας της εξουσίας. Ομως δεν ταυτίζεται και δεν μπορεί να ταυτιστεί με την κρατική εξουσία.

«Σαν ιθύνον κόμμα -λέει ο Λένιν- δεν μπορούσαμε να μη συγχωνεύσουμε τις «κορυφές» των Σοβιέτ με τις «κορυφές» του κόμματος. Στη χώρα μας οι κορυφές αυτές είναι και θα παραμείνουν συγχωνευμένες»[8]. Αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Ομως ο Λέ­νιν δε θέλει καθόλου να πει μ’ αυτό ότι οι σοβιετικές μας υπηρεσίες και τα ιδρύματά μας στο σύνολό τους, λ.χ. ο στρατός μας, οι μεταφορές μας, τα οικονομικά ιδρύματά μας κλπ., είναι ιδρύματα του κόμματός μας, ότι το κόμ­μα μας μπορεί να αντικαταστήσει τα Σοβιέτ και τις διακλαδώσεις τους, ότι το κόμμα μπορεί να ταυτιστεί με την κρατική εξουσία.

Ο Λένιν έλεγε επανειλημμένα ότι «το σύστημα των Σοβιέτ είναι η δικτατορία του προλετα­ριάτου», ότι «η σοβιετική εξουσία είναι η δικτατορία του προλεταριάτου»[9], μα δεν είπε ποτέ ότι το κόμμα είναι η κρατική εξουσία, ότι τα Σοβιέτ και το κόμμα είναι ένα και το ίδιο πράγμα. Το κόμμα, έχοντας εκατοντάδες χιλιάδες μέλη, καθοδηγεί τα Σοβιέτ και τις διακλαδώσεις τους στο κέντρο και τοπικά, που αγκαλιάζουν δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους, κομ­ματικούς και εσωκομματικούς, μα δεν μπορεί και δεν πρέ­πει να τα αντικαθιστά. Να γιατί ο Λένιν λέει ότι «τη δικτατορία την πραγματοποιεί το οργανωμένο στα Σοβιέτ προλετα­ριάτο, που καθοδηγείται το Κομμουνιστικό Κόμμα των Μπολσεβίκων», ότι: «όλη η δουλιά του Κόμματος γίνεται μέσω* των Σοβιέτ, που συνενώνουν τις εργαζόμενες μά­ζες χωρίς διάκριση επαγγέλματος»[10], ότι η δικτατορία «είσαι υποχρεωμένος να τις πραγματοποιείς… μέσω* του κρατικού μηχανισμού»[11]. Γι’ αυτό οποίος ταυτίζει τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος με τη δικτατορία του προλεταριάτου, υποκαθι­στά τα Σοβιέτ, δηλαδή την κρατική εξουσία, με το κόμμα.

Πέμπτο. Η έννοια της δικτατορίας του προλετα­ριάτου είναι έννοια κρατική. Η δικτατορία του προλετα­ριάτου περιέχει κατ’ ανάγκη την έννοια της βίας. Χωρίς βία δεν υπάρχει δικτατορία, αν τη δικτατορία την εννοού­με με την ακριβή σημασία αυτής της λέξης. Ο Λένιν κα­θορίζει τη δικτατορία του προλεταριάτου «εξουσία που στηρίζεται άμεσα στη βία»[12]. Το να μιλάμε συνεπώς για δικτατορία του κόμματος απέ­ναντι στην τάξη των προλεταρίων και να την ταυτίζουμε με τη δικτατορία του προλεταριάτου, είναι το ίδιο σα να λέμε ότι το κόμμα πρέπει να ’ναι απέναντι στην τάξη του όχι μόνο καθοδηγητής, όχι μόνο αρχηγός και δάσκαλος, μα και ένα είδος δικτάτορας που χρησιμοποιεί απέναντί της βία, πράγμα, φυσικά, ριζικά εσφαλμένο.

Γι’ αυτό όποιος ταυτίζει τη «δικτατορία του κόμματος» με τη δικτατορία του προλεταριάτου ξεκινά σιωπηρά από την άποψη ότι το κύρος του κόμματος μπορεί να στηριχθεί στη βία απέναντι στην εργατική τάξη, πράγμα παράλογο και ολότελα ασυμβίβαστο με το λενινισμό. Το κύρος του κόμματος έχει για έρεισμά του την εμπιστοσύνη της ερ­γατικής τάξης. Η εμπιστοσύνη όμως της εργατικής τά­ξης δεν καταχτιέται με τη βία -με τη βία μονάχα θανα­τώνεται- αλλά με τη σωστή θεωρία του κόμματος, με τη σωστή πολιτική του κόμματος, με την αφοσίωση του κόμ­ματος στην εργατική τάξη, με τη σύνδεσή του με τις μά­ζες της εργατικής τάξης, με την απόφαση και την ικανότητά του να πείθει τις μάζες για την ορθότητα των συνθημάτων του.

Τι βγαίνει λοιπόν απ’ όλα αυτά;

Απ’ αυτά βγαίνει ότι:

1) Ο Λένιν χρησιμοποιεί τη λέξη δικτατορία του κόμματος όχι με την κυριολεκτική σημασία της λέξης («εξουσία, που στηρίζεται στη βία»), μα με τη μεταφορι­κή έννοια, με την έννοια της αδιαίρετης καθοδήγησης.

2) Οποιος ταυτίζει την καθοδήγηση του κόμματος με τη δικτατορία του προλεταριάτου, διαστρεβλώνει το Λένιν, γιατί αποδίδει λαθεμένα στο κόμμα λειτουργίες άσκησης βίας απέναντι στην εργατική τάξη στο σύνολό της.

3) Οποιος αποδίδει στο κόμμα λειτουργίες άσκησης βίας απέναντι στην εργατική τάξη στο σύνολο της, λει­τουργίες που δεν του είναι ίδιες, παραβιάζει τις στοιχειώ­δεις απαιτήσεις που διέπουν τις σωστές αμοιβαίες σχέσεις ανάμεσα στην πρωτοπορία και την τάξη, ανάμεσα στο κόμμα και το προλεταριάτο.

Ετσι φτάσαμε άμεσα στο ζήτημα των αμοιβαίων σχέσεων κόμματος και τάξης, κομματικών και εξωκομματικών μέσα στην εργατική τάξη.

Ο Λένιν καθορίζει τις αμοιβαίες αυτές σχέσεις σαν «απόλυτη εμπιστοσύνη* ανάμεσα στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης και την εργατική μάζα»[13].

Τι σημαίνει αυτό;

Αυτό σημαίνει, πρώτο, ότι το κόμμα οφείλει να αφου­γκράζεται με μεγάλη προσοχή τη φωνή των μαζών, ότι οφείλει να παρακολουθεί προσεχτικά το επαναστατικό έν­στικτο των μαζών, ότι οφείλει να μελετά την πραχτική πείρα της πάλης των μαζών, ελέγχοντας μ’ αυτήν την ορ­θότητα της πολιτικής του, ότι οφείλει συνεπώς, όχι μο­νάχα να διδάσκει, μα και να διδάσκεται απ’ τις μάζες.

Αυτό σημαίνει, δεύτερο, ότι το κόμμα οφείλει μέρα με την ημέρα να κατακτά την εμπιστοσύνη των προλετα­ριακών μαζών, ότι οφείλει με την πολιτική και τη δουλιά του να εξασφαλίζει την υποστήριξη των μαζών, ότι οφεί­λει όχι να διατάζει, μα πρώτα απ’ όλα να πείθει βοη­θώντας τις μάζες να διαγνώσουν με την ίδια τους την πείρα την ορθότητα της πολιτικής του κόμματος, ότι οφεί­λει συνεπώς να ’ναι ο καθοδηγητής, ο ηγέτης, ο δάσκαλος της τάξης του.

Η παράβαση αυτών των όρων σημαίνει παραβίαση των σωστών αμοιβαίων σχέσεων πρωτοπορίας και τάξης, υπόσκαψη της «απόλυτης εμπιστοσύνης», ξεχαρβάλωμα και της ταξικής και της κομματικής πειθαρχίας.

«Ασφαλώς -λέει ο Λένιν- τώρα πια το βλέπουν σχεδόν όλοι ότι οι μπολσεβίκοι δε θα μπορούσαν να κρατηθούν στην εξουσία, όχι 2½, χρόνια, μα ούτε 2 ½ μήνες, χωρίς την πιο αυστηρότατη, πραγματικά σιδερένια πειθαρχία μέσα στο Κόμμα μας, χωρίς την πιο πλήρη και απεριόριστη υποστήριξή τους απ’ όλη τη μάζα της εργατικής τάξης*, δηλ. απ’ ό,τι υπάρχει μέσα σ’ αυτή σκεπτόμενο, τίμιο, αφοσιωμένο, με κύρος, ικανό να οδηγεί μαζί του ή να προσελκύει τα καθυστερημένα στρώματα»[14].

«Η δικτατορία του προλεταριάτου -λέει παρακάτω ο Λένιν- είναι ένας επίμονος αγώνας, αιματηρός και αναίμακτος, βίαιος και ειρηνικός, πολεμικός και οικονομικός, διαπαιδαγωγικός και διοι­κητικός, ενάντια στις δυνάμεις και τις παραδόσεις της παλιάς κοι­νωνίας. Η δύναμη της συνήθειας εκατομμυρίων και δεκάδων εκα­τομμυρίων ανθρώπων είναι η πιο φοβερή δύναμη. Χωρίς Κόμμα σιδερένιο και ατσαλωμένο στην πάλη, χωρίς Κόμμα που να απολαβαίνει την εμπιστοσύνη κάθε τίμιου στοιχείου της τάξης* του, χωρίς Κόμμα που να ξέρει να παρακολουθεί τις διαθέσεις των μαζών και να τις επηρεάζει είναι αδύνατο να διεξαχθεί μια τέτια πάλη με επιτυχία»[15].

Πώς όμως αποχτά το κόμμα αυτή την εμπιστοσύ­νη και την υποστήριξη της τάξης; Πώς διαμορφώνεται η απαραίτητη για τη δικτατορία του προλεταριάτου σιδερέ­νια πειθαρχία στην εργατική τάξη, πάνω σε ποιο έδαφος αναπτύσσεται;

Να τι λέει σχετικά ο Λένιν :

«Πώς κρατιέται η πειθαρχία του επαναστατικού κόμματος του προλεταριάτου; Πως ελέγχεται; Πως δυναμώνει; Πρώτο, με τη συνειδητότητα της προλεταριακής πρωτοπορίας και με την αφοσίωσή της στην επανάσταση, την αντοχή της, την αυτο­θυσία της, τον ηρωισμό της. Δεύτερο, με την ικανότητά της να συνδέεται, να πλησιάζει, και ως ένα βαθμό, αν θέλετε, να συγχωνεύεται με την πιο πλατιά μάζα των εργα­ζομένων,* πρώτα-πρώτα με την προλεταριακή, μα ακόμη και με τη μη προλεταριακή εργαζόμενη μάζα. Τρίτο, με την ορθότητα της πολιτικής καθοδήγησης που την πραγματοποιεί αυτή η πρωτοπορία, με την ορθότητα της πολιτικής στρατηγικής και τακτικής της, με τον όρο ότι οι πιο πλατιές μάζες θα πείθονται από την ίδια τους την πείρα για αυτήν την ορθότητα.

Χω­ρίς αυτούς τους όρους είναι απραγματοποίητη η πειθαρχία μέσα σ’ ένα επαναστατικό κόμμα, πραγματικά ικανό να είναι το κόμμα της πρωτοπόρας τάξης, που έχει για καθήκον ν’ ανατρέψει την κεφαλαιοκρατία και να μετασχηματίσει όλη την κοινωνία. Χω­ρίς αυτούς τους όρους κάθε απόπειρα να δημιουργηθεί πει­θαρχία μετατρέπεται αναπόφευκτα σε σαπουνόφουσκα, σε λογοκοπία, σε πιθηκισμούς. Από το άλλο μέρος, οι όροι αυτοί δεν μπορούν να παρουσιαστούν αμέσως. Τους διαμορφώνει μόνο μια μακρόχρονη δουλιά, με δύσκολη πείρα: η επεξεργασία τους διευκολύνεται με τη σωστή επαναστατική θεωρία, που με τη σειρά της δεν είναι δόγμα, αλλά διαμορφώνεται τελικά μόνο σε στενή σύνδεση με την πρακτική δράση ενός πραγματικά μαζι­κού και πραγματικά επαναστατικού κινήματος»[16].

Και παρακάτω :

«Για την επιτυχία της νίκης ενάντια στον καπιταλισμό χρειάζεται να υπάρχουν σωστές σχέσεις ανάμεσα στο καθοδηγητικό Κομμουνιστικό κόμμα, στην επαναστατική τάξη, στο προλεταριάτο – και στη μάζα, δηλαδή το σύνολο των εργαζομένων και εκμεταλλευο­μένων. Μόνο το Κομμουνιστικό κόμμα, αν αποτελεί πραγματικά την πρω­τοπορία της επαναστατικής τάξης, αν κλείνει στους κόλπους του όλους τους καλύτερους εκπροσώπους της, αν αποτελείται από απόλυτα συνειδητούς και αφοσιωμένους κομμουνιστές, που τους μόρφωσε και τους ατσάλωσε η πείρα της πεισματώδους επαναστατικής πάλης, αν το Κόμμα αυτό έχει καταφέρει να συνδεθεί αδιάρρηκτα με όλη τη ζωή της τάξης του και μέσω αυτής με όλη τη μά­ζα των εκμεταλλευομένων και έχει καταφέρει να εμπνεύσει σ’ αυτή την τάξη και σ’ αυτή τη μάζα απόλυτη εμπιστοσύνη* – μόνο ένα τέτοιο Κόμμα είναι σε θέση να καθοδηγήσει το προλεταριάτο στην πιο αμείλικτη, στην πιο αποφασιστική, στην τελευταία πάλη ενάντια σε όλες τις δυνάμεις του καπιταλισμού. Από το άλλο μέρος, το προλεταριάτο μόνο κάτω από την καθοδήγηση ενός τέτιου Κόμματος, είναι σε θέση να αναπτύξει όλη τη δύναμη της επαναστατικής του επίθεσης, να εκμηδενίσει την αναπόφευκτη απάθεια και εν μέρει την αντίσταση μιας μικρής μειοψηφίας, διεφθαρμένης από τον καπιταλισμό μειοψηφίας, της εργατικής αριστοκρατίας, των παλιών τρεϊντ-γιουνιστών και συνεταιριστών αρχηγών κτλ. – είναι σε θέση να αναπτύξει όλη του τη δύναμη, που, χάρη στην ίδια την οικονομική συγκρότησης της καπιταλιστικής κοινωνίας, είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη από την αριθμητική του αναλογία μέσα στον πληθυσμό»[17].

Απ’ αυτές τις περικοπές βγαίνει το συμπέρασμα ότι:

  1. Το κύρος του κόμματος και η σιδερένια πειθαρχία μέσα στην εργατική τάξη, που είναι απαραίτητα για τη δικτατορία του προλεταριάτου, δε στηρίζονται στο φόβο ή στα «απεριόριστα» δικαιώματα του κόμματος, αλλά στην εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης απέναντι στο κόμμα, στην υποστήριξη του κόμματος από μέρους της εργατικής τάξης.
  2. Η εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης απέναντι στο κόμμα δεν αποχτιέται με μιας, ούτε με τη χρησιμοποίηση βίας απέναντι στην εργατική τάξη, αλλά με μακρόχρονη δουλιά του κόμματος μέσα στις μάζες, με τη σωστή πο­λιτική του κόμματος, με την ικανότητα του κόμματος να πείθει τις μάζες με την ίδια τους την πείρα για την ορθότητα της πολιτικής του, με την ικανότητα του κόμμα­τος να εξασφαλίσει την υποστήριξη της εργατικής τάξης, να οδηγεί τις μάζες της εργατικής τάξης.
  3. Χωρίς τη σωστή πολιτική του κόμματος, που να στηρίζεται στην πείρα της πάλης των μαζών και χωρίς την εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρχει πραγματική καθοδήγηση του κόμματος.
  4. Το κόμμα και η καθοδήγησή του, αν χαίρουν την εμπιστοσύνη της τάξης, και αν αυτή η καθοδήγηση είναι πραγματική καθοδήγηση, δεν μπορούν να αντιπαρατεθούν στη δικτατορία του προλεταριάτου, γιατί χωρίς την καθοδήγηση του κόμματος («δικτατορία» του κόμματος), που χαίρει την εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης, είναι αδύνατη μια κάπως στερεή δικτατορία του προλεταριάτου.

Χωρίς αυτούς τους όρους, το κύρος του κόμματος και η σιδερένια πειθαρχία μέσα στην εργατική τάξη είναι ή κούφια φράση ή αλαζονεία και τυχοδιωκτισμός.

Δεν μπορούμε να αντιπαραθέτουμε τη δικτατορία του προλεταριάτου στην καθοδήγηση («δικτατορία») του κόμματος. Δεν μπορούμε, γιατί η καθοδήγηση του κόμματος είναι το κύριο στη δικτατορία του προλεταριάτου, αν εν­νοούμε μια κάπως στερεή και πλήρη δικτατορία, και όχι μια τέτια όπως ήταν λόγου χάρη η Κομμούνα του Παρι­σιού, που δεν αποτελούσε ούτε πλήρη, ούτε στερεή δικτατορία. Δεν μπορούμε, γιατί η δικτατορία του προλεταριά­του και η καθοδήγηση του κόμματος στέκονται, για να εκφραστούμε έτσι, στη δουλιά τους πάνω στην ίδια γραμ­μή, δρουν προς την ίδια κατεύθυνση.

«Και μόνο ο τρόπος τοποθέτησης του ζητήματος -λέει ο Λένιν- «δικτατορία του κόμματος η δικτατορία της τάξης; δικτατορία (κόμ­μα) των ηγετών ή δικτατορία (κόμμα) των μαζών;» – δείχνει την πιο απίστευτη και αθεράπευτη σύγχυση της σκέψης… Ολοι ξέρουν ότι οι μάζες χωρίζονται σε τάξεις … ότι τις τάξεις τις καθοδηγούν συνήθως και στις περισσότερες περιπτώσεις, τουλά­χιστο στις σύγχρονες πολιτισμένες χώρες, πολιτικά κόμματα, ότι τα πολιτικά κόμματα, κατά γενικό κανόνα, τα διευθύνουν λίγο-πολύ σταθερές ομάδες προσώπων, που έχουν το μεγαλύτερο κύρος, τη μεγαλύτερη επιρροή και πείρα, εκλέγονται στις πιο υπεύθυνες θέσεις και ονομάζονται αρχηγοί… Να φτάνουν … να αντιπαραθέτουν γενικά τη δικτατορία των μαζών στη δικτατορία των αρχηγών είναι ανοησία και βλακεία που προκαλεί τα γέλια»[18].

Αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Αυτή όμως η σω­στή θέση ξεκινάει απ’ την προϋπόθεση, ότι υπάρχουν σω­στές αμοιβαίες σχέσεις ανάμεσα στην πρωτοπορία και τις εργατικές μάζες, ανάμεσα στο κόμμα και την τάξη. Ξε­κινάει απ’ την προϋπόθεση ότι οι αμοιβαίες σχέσεις ανά­μεσα στην πρωτοπορία και την τάξη παραμένουν, να πού­με, κανονικές, παραμένουν μέσα στα πλαίσια της «αλληλοεμπιστοσύνης».

Τι θα γίνει όμως αν παραβιαστούν οι αμοιβαίες σχέ­σεις ανάμεσα στην πρωτοπορία και την τάξη, οι σχέσεις «αλληλοεμπιστοσύνης» ανάμεσα στο κόμμα και την τάξη;

Τι θα γίνει αν το κόμμα το ίδιο αρχίσει έτσι είτε αλλιώς ν’ αντιπαραθέτει τον εαυτό του στην τάξη, πα­ραβιάζοντας τις αρχές των αμοιβαίων σχέσεων με την τάξη, παραβιάζοντας τις αρχές της «αλληλοεμπιστοσύνης» ;

Είναι δυνατές γενικά τέτιες περιπτώσεις;

Ναι, είναι δυνατές.

Είναι δυνατές:

1) Οταν το κόμμα αρχίζει να στηρίζει το κύρος του μέσα στις μάζες όχι στη δουλιά του και στην εμπι­στοσύνη των μαζών, αλλά στα «απεριόριστα» δικαιώμα­τα του·

2) όταν η πολιτική του κόμματος είναι ολοφάνερα λαθεμένη και το κόμμα δε θέλει να αναθεωρήσει και να διορθώσει το λάθος του·

3) όταν η πολιτική του κόμματος είναι γενικά σω­στή, μα οι μάζες δεν είναι ακόμα έτοιμες να την αφο­μοιώσουν και το κόμμα δε θέλει ή δεν ξέρει να περιμένει ώστε να δώσει στις μάζες τη δυνατότητα να πεισθούν με τη δική τους πείρα για την ορθότητα της πολιτικής του κόμματος και προσπαθεί να την επιβάλει στις μάζες.

Η ιστορία του κόμματός μας μας προσφέρει ολόκληρη σειρά τέτιες περιπτώσεις. Οι διάφορες ομάδες και φρά­ξιες μέσα στο κόμμα μας κατάρρευσαν και διαλύθηκαν, γιατί παραβίαζαν έναν απ’ τους τρεις αυτούς όρους και κάποτε και τους τρεις μαζί.

Απ’ αυτό όμως βγαίνει ότι η αντιπαράθεση της δικτατορίας του προλεταριάτου στη «δικτατορία» (καθοδή­γηση) του κόμματος τότε μόνο δεν μπορεί να θεωρείται σωστή:

1) όταν με την έννοια δικτατορία του κόμματος απέναντι στην εργατική τάξη εννοούμε όχι τη δικτατορία με την κυριολεκτική σημασία αυτής της λέξης («εξουσία, που στηρίζεται στη βία»), αλλά την καθοδήγηση του κόμ­ματος, που αποκλείει τη βία ενάντια στην εργατική τά­ξη σαν σύνολο, ενάντια στην πλειοψηφία της, όπως ακρι­βώς το εννοεί ο Λένιν·

2) όταν το κόμμα έχει τα δεδομένα για να ’ναι ο πραγματικός καθοδηγητής της τάξης, δηλαδή όταν η πο­λιτική του κόμματος είναι σωστή, όταν αυτή η πολιτική ανταποκρίνεται στα συμφέροντα της τάξης·

3) όταν η τάξη, όταν η πλειοψηφία της τάξης αποδέχεται αυτή την πολιτική, την αφομοιώνει, πείθεται, χά­ρη στη δουλιά του κόμματος, για την ορθότητα αυτής της πολιτικής, έχει εμπιστοσύνη στο κόμμα και το υποστηρίζει.

Η παράβαση αυτών των όρων προκαλεί αναπόφευκτα σύγκρουση ανάμεσα στο κόμμα και την τάξη, διάσπα­ση ανάμεσα τους, αντιπαράθεση τους.

Μπορούμε να επιβάλουμε στην τάξη την καθοδήγηση του κόμματος με τη βία; Οχι, δεν μπορούμε. Εν πάση περιπτώσει μια τέτια καθοδήγηση δεν μπορεί να ’ναι κά­πως μακρόχρονη. Το κόμμα, αν θέλει να παραμείνει κόμ­μα του προλεταριάτου, πρέπει να ξέρει, ότι είναι πρώτα απ’ όλα και κυρίως ο καθοδηγητής, ο ηγέτης ο δάσκαλος της εργατικής τάξης. Δεν μπορούμε να ξε­χάσουμε τα λόγια του Λένιν σχετικά μ’ αυτό το ζήτημα όπως διατυπώθηκαν στη μπροσούρα του «Κράτος και επα­νάσταση»:

«Ο μαρξισμός, διαπαιδαγωγώντας το εργατικό κόμμα, δια­παιδαγωγεί την πρωτοπορία του προλεταριάτου, ικανή να πάρει την εξουσία και να οδηγήσει όλο το λαό στο σο­σιαλισμό, να κατευθύνει και να οργανώσει το νέο καθεστώς, να είναι ο δάσκαλος, ο καθοδηγητής* και ο αρχηγός όλων των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων στην οργά­νωση της κοινωνικής τους ζωής, χωρίς την αστική τάξη και ενάν­τια στην αστική τάξη»[19].

Μπορούμε άραγε να θεωρούμε το κόμμα πραγματικό καθοδηγητή της τάξης, όταν η πολιτική του δεν είναι σωστή, όταν η πολιτική του έρχεται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα της τάξης; Δεν μπορούμε, βέβαια. Σ’ αυτή την περίπτωση, αν το κόμμα θέλει να παραμείνει καθοδηγη­τής, πρέπει να αναθεωρήσει την πολιτική του, πρέπει να διορθώσει την πολιτική του, πρέπει να αναγνωρίσει το λάθος του και να το διορθώσει. Για την επιβεβαίωση αυτής της θέσης θα μπορούσαμε ν’ αναφερθούμε και σ’ ένα τέτιο γεγονός από την ιστορία του κόμματός μας, όπως η περίοδος της κατάργησης της υποχρεωτικής παράδοσης των πλεονασμάτων, όταν οι εργατικές και οι αγροτικές μάζες είχαν έκδηλα δυσαρεστηθεί από την πολιτική μας και όταν το κόμμα μας αναθεώρησε τίμια και ανοιχτά αυτή την πολιτική. Να τι είπε τότε, στο 10ο Συνέδριο, ο Λένιν, για την κατάργηση της υποχρεωτικής παράδοσης των πλεονασμάτων και για την εφαρμογή της νέας οικο­νομικής πολιτικής:

«Πάντως δεν πρέπει να προσπαθούμε να κρύβουμε κάτι, αλλά πρέπει να λέμε καθαρά ότι η αγροτιά δεν είναι ευχαριστημένη από τη μορφή των σχέσεων που επικράτησε ανάμεσά μας, ότι δεν θέλει τη μορφή αυτή σχέσεων και ότι στο μέλλον έτσι δεν θα συνεχιστεί. Αυτό είναι αναμφισβήτητο. Αυτή η θέλησή της εκφράστηκε συγκεκριμένα. Είναι η θέληση τεράστιων μαζών του εργαζόμενου πληθυσμού. Εμείς πρέπει να το έχουμε αυτό υπόψη μας και είμαστε αρκετά νηφάλιοι πολιτικοί για να πούμε ανοικτά: ελάτε να αναθεωρήσουμε την πολιτική μας απέναντι στην αγροτιά»*[20].

Μπορούμε να υποστηρίζουμε, ότι το κόμμα πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία και την καθοδήγηση της οργάνωσης αποφασιστικών ενεργειών των μαζών μόνο για το λόγο ότι η πολιτική του είναι γενικά σωστή, αν η πολιτική αυτή δεν έχει ακόμα την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη της τάξης, εξαιτίας λ.χ. της πολιτικής καθυ­στέρησής της, αν το κόμμα δεν έχει κατορθώσει ακόμα να πείσει την τάξη για την ορθότητα της πολιτικές του, γιατί δεν έχουν ωριμάσει λ.χ. ακόμα τα γεγονότα; Οχι, δεν μπορούμε. Σε μια τέτια περίπτωση, αν το κόμμα θέ­λει να ’ναι ο πραγματικός καθοδηγητής, πρέπει να ξέρει να περιμένει, πρέπει να πείθει τις μάζες για την ορθότητα της πολιτικής του, πρέπει να βοηθάει τις μάζες να πειστούν με την ίδια τους την πείρα για την ορθότητα· αυτής της πολιτικής.

«Αν το επαναστατικό κόμμα -λέει ο Λένιν- δεν έχει την πλειοψηφία μέσα στα πρωτοπόρα τμήματα των επαναστατικών τά­ξεων και στη χώρα, δεν μπορεί να γίνει λόγος για εξέγερση»[21].

«Χωρίς μια αλλαγή στις αντιλήψεις της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης η επανάσταση είναι ανέφικτη και η αλλαγή αυτή δημιουργείται από την πολιτική πείρα την μαζών»[22].

«Η προλεταριακή πρωτοπορία έχει κατακτηθεί ιδεολογικά. Αυτό είναι το κυριότερο. Χωρίς αυτό δεν μπορούμε να κάνουμε ούτε το πρώτο βήμα προς τη νίκη. Απ’ αυτό όμως ως τη νίκη υπάρχει ακόμη αρκετή απόσταση. Με μόνη την πρωτοπορία δεν μπορούμε να νικήσουμε. Θα ήταν όχι απλώς ανοησία, αλλά και έγκλημα να ρίξουμε μόνη την πρω­τοπορία στην αποφασιστική μάχη, προτού όλη η τάξη, προτού οι πλατιές μάζες να έχουν πά­ρει θέση ή ανοικτής υποστήριξης της πρωτοπορίας, ή τουλά­χιστον ευμενούς ουδετερότητας απέναντί της και να έχουν δείξει ότι είναι εν­τελώς ανίκανες να υποστηρίξουν τον αντίπαλο της. Και για να φτάσει πραγμα­τικά όλη η τάξη, για να φτάσουν πραγματικά οι πλατιές μάζες των εργαζομένων και καταπιεζομένων από το κεφάλαιο στο σημείο να πάρουν μια τέτια θέση, δεν αρκεί μόνο η προπαγάνδα, μόνο η ζύμωση. Γι’ αυτό χρειάζεται η πολιτική πείρα των ίδιων των μαζών»[23].

Είναι γνωστό ότι το κόμμα μας ενήργησε ακριβώς μ’ αυτό τον τρόπο στην περίοδο που μεσολάβησε από τις θέσεις του Απρίλη του Λένιν ως την εξέγερση του Οκτώβρη του 1917. Και επειδή ακριβώς έδρασε σύμφωνα μ’ αυ­τές τις υποδείξεις του Λένιν, κέρδισε την εξέγερση.

Αυτοί είναι βασικά οι όροι των σωστών αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στην πρωτοπορία και την τάξη.

Τι σημαίνει να καθοδηγείς, όταν η πολιτική του κόμματος είναι σωστή και δεν παραβιάζονται οι σωστές σχέσεις ανάμεσα στην πρωτοπορία και την τάξη;

Να καθοδηγείς κάτω από τέτιους όρους σημαίνει ότι ξέρεις να πείθεις τις μάζες για την ορθότητα της πολι­τικής του κόμματος, σημαίνει ότι διατυπώνεις και εφαρ­μόζεις τέτια συνθήματα, που φέρνουν τις μάζες κοντά στις θέσεις του κόμματος και τις διευκολύνουν να διαγνώ­σουν με τη δική τους πείρα την ορθότητα της πολιτικές του κόμματος, σημαίνει ότι ανεβάζεις τις μάζες ως το επί­πεδο συνείδησης του κόμματος και εξασφαλίζεις έτσι την υποστήριξη των μαζών, την απόφασή τους για αποφασι­στικό αγώνα.

Γι’ αυτό η μέθοδος της πειθούς είναι η βασική μέ­θοδος καθοδήγησης της εργατικής τάξης από το κόμμα.

«Ακόμη και τώρα στη Ρωσία -λέει ο Λένιν- αν ύστερα από 2½ χρόνια πρωτοφανέρωτες νίκες ενάντια στην αστική τάξη της Ρωσίας και της Αντάντ, βάζαμε σαν όρο εγγραφής στα συν­δικάτα την «αναγνώριση της δικτατορίας», θα κάναμε ανοησία, θα καταστρέφαμε την επιρροή μας στις μάζες, θα βοηθούσαμε τους μενσεβίκους. Γιατί όλο το καθήκον των κομμουνιστών είναι ακριβώς να ξέρουν να πείθουν τους καθυστερημένους, να ξέρουν να δου­λεύουν ανάμεσά τους, και όχι να απομονώνονται απ’ αυτούς με επινοημένα, παιδιακίστικα – «αριστερά» συνθήματα»[24].

Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι το κόμμα πρέπει να πείσει όλους τους εργάτες ως τον τελευταίο, και ότι μό­νο ύστερα απ’ αυτό μπορεί να αρχίσει τη δράση, ότι μονάχα ύστερα απ’ αυτό μπορεί να περάσει στη δράση. Κα­θόλου! Αυτό σημαίνει μονάχα ότι πριν αναλάβει μια απο­φασιστική πολιτική δράση, πρέπει να εξασφαλίσει, με μια μακρόχρονη επαναστατική δουλιά, την υποστήριξη της πλειοψηφίας των εργατικών μαζών, ή τουλάχιστον την ευ­μενή ουδετερότητα της πλειοψηφίας της τάξης. Σ’ αντίθε­τη περίπτωση η λενινιστική θέση, ότι η κατάχτηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης με το μέρος του κόμ­ματος αποτελεί απαραίτητο όρο για τη νικηφόρα επανά­σταση, θα είχε χάσει κάθε νόημα.

Τι θα γίνει όμως με τη μειοψηφία αν δε θέλει, αν δεν είναι σύμφωνη να υποταχθεί εθελοντικά στη θέληση της πλειοψηφίας; Το κόμμα, έχοντας με το μέρος του την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας, μπορεί άραγε, πρέπει άρα­γε να αναγκάσει τη μειοψηφία να υποταχθεί στη θέληση της πλειοψηφίας; Ναι, μπορεί και πρέπει. Η καθοδήγη­ση εξασφαλίζεται με τη μέθοδο της πειθούς των μαζών, σαν βασική μέθοδο επίδρασης του κόμματος πάνω στις μά­ζες. Αυτό όμως δεν αποκλείει, μα προϋποθέτει τον εξα­ναγκασμό, αν αυτός ο εξαναγκασμός στηρίζεται στην εμπιστοσύνη και την υποστήριξη του κόμματος από την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, αν εφαρμόζεται στη μειο­ψηφία, αφού πρώτα κατορθωθεί να πεισθεί η πλειοψηφία.

Θα ήταν καλά να θυμηθούμε τις διαφωνίες που υπήρ­χαν στο κόμμα μας πάνω στο ζήτημα αυτό στην περίοδο της συζήτησης για τα συνδικάτα. Ποιο ήταν τότε το λάθος της αντιπολίτευσης, το λάθος της Τσεκτράν[25]; Μή­πως το ότι η αντιπολίτευση θεωρούσε τότε δυνατό τον εξαναγκασμό; Οχι, δεν ήταν αυτό. Το λάθος της αντιπολίτευσης ήταν τότε ότι, ενώ δεν μπορούσε να πείσει την πλειοψηφία για την ορθότητα των θέσεων της, μια που είχε χάσει την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας, άρχισε ωστό­σο να εφαρμόζει τον εξαναγκασμό, άρχισε να επιμένει στο «ξετίναγμα» των ανθρώπων που είχαν περιβληθεί με την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας.

Να τι έλεγε τότε ο Λένιν στο 10ο Συνέδριο του κόμ­ματος, στο λόγο του για τα επαγγελματικά συνδικάτα:

«Για να αποκατασταθούν η αλληλοκατανόηση, η αμοιβαία εμπιστοσύνη ανάμεσα στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης και στην εργα­τική μάζα, θα έπρεπε, αν η Τσεκτράν έκανε λάθος, … θα έπρεπε να το διορθώσουν. Οταν όμως αρχίζουν να υπερασπίζουν το λάθος, τότε αυτό γίνεται πηγή πολιτικού κινδύνου. Αν από τις διαθέσεις που εκφράζει εδώ ο Κουτούζοφ, δεν κάνουμε το περισσότερο που μπορούμε να κάνουμε από την άποψη της δημοκρατίας θα καταλήξουμε στην πολιτική χρεοκοπία. Πριν απόλα πρέπει να πείσουμε, κι’ έπειτα να εξαναγκάσουμε. Πρέπει με κάθε θυσία πρώτα να πείσουμε, κι’ έπειτα να εξαναγκάσουμε*. Εμείς δεν μπορέσαμε να πείσουμε τις πλατιές μάζες και παρα­βιάσαμε τις σωστές αμοιβαίες σχέσεις της πρωτοπορίας με τις μάζες»[26].

Το ίδιο λέει ο Λένιν στη μπροσούρα του «Για τα συνδικάτα»[27]:

«Εφαρμόζαμε σωστά και μ’ επιτυχία τον καταναγκασμό, όταν πρώτα τον τοποθετούσαμε στη βάση της πειθούς».

Και αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Γιατί χωρίς αυτούς τους όρους δεν είναι δυνατή καμιά καθοδήγηση. Γιατί μονάχα έτσι μπορεί να εξασφαλιστεί η ενότητα δρά­σης στο κόμμα αν πρόκειται για το κόμμα, και η ενότητα δράσης της τάξης, αν πρόκειται για την τάξη στο σύ­νολό της. Χωρίς αυτούς τους όρους προκαλείται διάσπαση, διάλυση, αποσύνθεση στις γραμμές της εργατικής τάξης.

Αυτές είναι σε γενικές γραμμές οι βάσεις της σω­στής καθοδήγησης της εργατικής τάξης από το κόμμα.

Κάθε άλλη αντίληψη καθοδήγησης είναι συνδικαλι­σμός, αναρχισμός, γραφειοκρατία, ό,τι θέλετε, εκτός από μπολσεβικισμός, λενινισμός.

Δεν επιτρέπεται να αντιπαραθέτουμε τη δικτατορία του προλεταριάτου στην καθοδήγηση («δικτατορία») του κόμ­ματος, αν υπάρχουν σωστές αμοιβαίες σχέσεις ανάμεσα στο κόμμα και την εργατική τάξη, ανάμεσα στην πρωτοπο­ρία και τις εργατικές μάζες. Απ’ αυτό όμως βγαίνει ότι πολύ περισσότερο δεν επιτρέπεται να ταυτίζουμε το κόμμα με την εργατική τάξη, την καθοδήγηση («δικτατορία») του κόμματος με τη δικτατορία της εργατικής τάξης. Ο Σόριν στηριζόμενος στο γεγονός ότι δεν μπορούμε να αντιπαραθέτουμε τη «δικτατορία» του κόμματος στη δικτατορία του προλεταριάτου, έφτασε στο λαθεμένο συμ­πέρασμα ότι η «δικτατορία του προλεταριάτου είναι η δικτατορία του κόμματός μας».

Ο Λένιν όμως δε μιλάει μονάχα για το απαράδεχτο μιας τέτιας αντιπαράθεσης. Μιλάει ταυτόχρονα και για το απαράδεχτο της αντιπαράθεσης «της δικτατορίας των μα­ζών, στη δικτατορία των ηγετών». Μα πρέπει άραγε πά­νω σ’ αυτή τη βάση να ταυτίσουμε τη δικτατορία των ηγετών με τη δικτατορία του προλεταριάτου; Ακολου­θώντας αυτό το δρόμο θα ’πρεπε να πούμε ότι «η δικτα­τορία του προλεταριάτου είναι η δικτατορία των ηγετών μας». Σ’ αυτήν ακριβώς την ανοησία μας οδηγεί ουσιαστικά η πολιτική της ταύτισης της «δικτατορίας» του κόμματος με τη δικτατορία του προλετα­ριάτου…

Ποια είναι η άποψη του Ζηνόβιεφ πάνω σ’ αυτό το ζήτημα;

Ο Ζηνόβιεφ υποστηρίζει ουσιαστικά την ίδια άποψη της ταύτισης της «δικτατορίας» του κόμματος με τη δικτατορία του προλεταριάτου που υποστηρίζει και ο Σόριν, με τη διαφορά όμως ότι ο Σόριν εκφράζεται πιο ανοιχτά και καθαρά, ενώ ο Ζηνόβιεφ τα «κλωθογυρίζει». Για να πειστούμε αρκεί να πάρουμε το παρακάτω σημείο από το βιβλίο του Ζηνόβιεφ «Λενινισμός»:

«Τι καθεστώς υπάρχει στην Ενωση των ΣΣΔ -λέει ο Ζηνόβιεφ- απ’ την άποψη του ταξικού του περιεχομένου: Δικτατορία του προλεταριάτου. Ποιο είναι το άμεσο ελατήριο της εξουσίας στην ΕΣΣΔ; Ποιος ασκεί την εξουσία της εργατικής τάξης; Το Κομμουνιστικό Κόμμα! Μ’ αυτή την έννοια στη χώρα μας* έχουμε δικτατορία του κόμματος. Ποια είναι, η νομική μορφή της εξουσίας στην ΕΣΣΔ; Ποιος είναι ο καινούργιος τύπος κρατικού καθεστώτος, που δημιούργησε η Οχτωβριανή Επανά­σταση; Το σοβιετικό σύστημα. Το ένα δεν αντιφάσκει καθόλου στο άλλο».

Το ότι το ένα δεν αντιφάσκει ατό άλλο είναι βέβαια σωστό αν, με την έννοια δικτατορία του κόμματος απέ­ναντι στην εργατική τάξη στο σύνολό της, εννοούμε την καθοδήγηση από μέρους του κόμματος. Πώς μπορούμε όμως στηριγμένοι σ’ αυτό το γεγονός να βάλου­με το σημείο ισότητας ανάμεσα στη δικτατορία του προ­λεταριάτου και τη «δικτατορία» του κόμματος, ανάμεσα στο σοβιετικό σύστημα και τη «δικτατορία» του κόμματος; Ο Λένιν ταύτιζε το σύστημα των Σοβιέτ με τη δικτατορία του προλεταριάτου, και είχε δίκιο, γιατί τα Σο­βιέτ, τα δικά μας Σοβιέτ, είναι οργανώσεις που συσπειρώνουν τις εργαζόμενες μάζες γύρω από το προλεταριάτο και κάτω απ’ την καθοδήγηση του κόμματος.

Πότε όμως, πού και σε ποιο έργο του έβαλε ο Λένιν το σημείο ισότητας ανάμεσα στη «δικτατορία» του κόμματος και τη δικτατορία του προλεταριάτου, ανάμεσα στη «δικτατορία» του κόμματος και το σύστημα των Σοβιέτ, όπως κάνει σήμερα ο Ζηνόβιεφ; Οχι μονάχα η καθοδήγηση («δικτατορία») του κόμματος, μα ούτε και η καθοδήγηση («δικτατορία») των αρχηγών δεν έρχεται σε αντίφαση με τη δικτατορία του προλεταριάτου. Θα πρέπει άραγε πάνω σ’ αυτή τη βάση να διακηρύξουμε ότι η χώρα μας είναι χώρα της δικτατορίας του προλεταριάτου, δηλαδή χώρα της δικτατορίας του κόμματος, δηλαδή χώρα της δικτατορίας των αρχηγών; Και όμως σ’ αυτήν ακριβώς την ανοησία μας οδηγεί η «αρχή» της ταύτισης της «δι­κτατορίας» του κόμματος με τη δικτατορία του προλεταριάτου, που λαθραία και δειλά μας αναπτύσσει ο Ζηνόβιεφ.

Στα πολυάριθμα έργα του Λένιν κατόρθωσα να ση­μειώσω μονάχα πέντε περιπτώσεις, όπου ο Λένιν θίγει στα πεταχτά το ζήτημα της δικτατορίας του κόμματος.

Η πρώτη περίπτωση είναι στην πολεμική του ενάν­τια στους σοσιαλεπαναστάτες και τους μενσεβίκους, όπου λέει:

«Οταν μας κατηγορούν για δικτατορία ενός κόμμα­τος και μας προτείνουν, όπως ακούσαμε, ενιαίο σοσιαλιστικό μέτωπο, εμείς λέμε: «Μάλιστα δικτατορία ενός κόμματος! Στεκόμαστε σ’ αυτή και δεν μπορούμε να φύγουμε από τη βάση αυτή, γιατί αυτό είναι το Κόμμα που κατέκτησε στη διάρκεια δεκαετιών τη θέση της πρωτοπορίας όλου του εργοστασιακού και βιομηχανικού προλεταριάτου»»[28].

Η δεύτερη περίπτωση είναι το «Γράμμα προς τους εργάτες και τους αγρότες, με την ευκαιρία της νίκης ενάν­τια στον Κολτσάκ», όπου λέει:

«Τους αγρότες τους φοβίζουν (ιδιαίτερα οι μενσεβίκοι και οι εσέροι, όλοι, ακόμη και οι «αριστεροί» τους) με τον μπαμπούλα «της δικτατορίας ενός κόμματος», του Κόμματος των μπολσεβίκων-κομμουνιστών.

Το παράδειγμα του Κολτσάκ δίδαξε τους αγρότες να μη φο­βούνται τον μπαμπούλα.

Είτε δικτατορία (δηλ. σιδερένια εξουσία) των τσιφλικάδων και των καπιταλιστών, είτε δικτατορία της εργατικής τάξης»[29].

Η τρίτη περίπτωση είναι ο λόγος του Λένιν στο 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς στην πολεμική του ενάντια στον Τάνερ. Το λόγο αυτόν τον ανάφερα πιο πάνω*.

Η τέταρτη περίπτωση είναι μερικές γραμμές στη μπροσούρα «Ο «αριστερισμός» παιδική αρρώστια του κομμουνισμού». Τις σχετικές περικοπές τις παράθεσα πιο πάνω*.

Και η πέμπτη περίπτωση είναι το πρόχειρο σχέδιο για τη δικτατορία του προλεταριάτου, που δημοσιεύτηκε στον 3ο τόμο της συλλογής Λένιν, όπου υπάρχει ο υπό­τιτλος «Η δικτατορία ενός μονάχα κόμματος»[30].

Πρέπει να σημειώσουμε ότι στις δυο περιπτώσεις από τις πέντε, στην τελευταία και στη δεύτερη περίπτωση, τις λέξεις «δικτατορία ενός μονάχα κόμματος» ο Λένιν τις βάζει σε εισαγωγικά, υπογραμμίζοντας ξεκάθαρα τη μη κυριολεκτική, τη μεταφορική έννοια αυτής της διατύπωσης.

Πρέπει επίσης να σημειώσουμε πως σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις ο Λένιν με την έννοια «δικτατορία του κόμ­ματος» εννοούσε τη δικτατορία («σιδερένια εξουσία») ενάν­τια στους «τσιφλικάδες και τους κεφαλαιοκράτες», και όχι ενάντια στην εργατική τάξη, παρ’ όλες τις συκοφαν­τικές επινοήσεις του Κάουτσκι και συντροφίας.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σε κανένα απ’ τα βασικά και τα δευτερεύοντα έργα του, όπου ο Λένιν πραγματεύεται ή απλώς αναφέρει τη δικτατορία του προλεταριάτου και το ρόλο του κόμματος στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου, δεν υπάρχει ούτε υπαινιγμός ότι «η δικτατορία του προλεταριάτου είναι η δικτατορία του κόμματός μας». Αντίθετα, κάθε σελίδα, κάθε γραμμή αυτών των έργων βροντοφωνάζει ενάντια σ’ αυτή τη διατύπωση. (Βλ. «Κράτος και Επανάσταση», «Η προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης Κάουτσκι», «Ο «αριστερισμός» παιδική αρρώστια του κομμου­νισμού» κλπ.).

Ακόμα πιο χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στις θέσεις του 2ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς[31] για το ρόλο του πολιτικού κόμματος, που η επεξεργασία τους είχε γίνει με την άμεση καθοδήγηση του Λένιν και στις οποίες ο Λένιν επανειλημμένα αναφέρθηκε στους λό­γους του, σαν υπόδειγμα σωστής διατύπωσης του ρόλου και των καθηκόντων του κόμματος, δε βρίσκουμε ούτε μια, κυριολεκτικά ούτε μια λέξη για δικτατορία του κόμματος.

Τι δείχνουν όλα αυτά;

Δείχνουν ότι:

α) Ο Λένιν δε θεωρούσε τη διατύπωση «δικτατορία του κόμματος» άμεμπτη, ακριβή, και γι’ αυτό στα Εργα του χρησιμοποιείται πάρα πολύ σπάνια και κάποτε μπαίνει σε εισαγωγικά·

β) στις λίγες περιπτώσεις που αναγκάστηκε ο Λένιν, στην πολεμική του ενάντια στους αντίπαλους, να μιλήσει για δικτατορία του κόμματος, μιλούσε συνήθως για τη «δικτα­τορία ενός κόμματος», δηλαδή για το γεγονός ότι το κόμμα μας βρίσκεται στην εξουσία μόνο του, ότι δε μοιράζεται την εξουσία με άλλα κόμματα, εξηγών­τας πάντα πως με την έννοια δικτατορία του κόμματος απέναντι στην εργατική τάξη πρέπει να εννο­ούμε την καθοδήγηση του κόμματος, τον καθοδηγητικό του ρόλο·

γ) σ’ όλες τις περιπτώσεις (και οι περιπτώσεις αυτές ήταν χιλιάδες), που ο Λένιν θεωρούσε αναγκαίο να καθο­ρίσει επιστημονικά το ρόλο του κόμματος στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου, μιλούσε αποκλειστικά για τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος απέναντι στην εργατική τάξη·

δ) γι’ αυτό ακριβώς του Λένιν δεν «του πέρασε απ’ το μυαλό» να συμπεριλάβει στη βασική απόφαση για το ρόλο του κόμματος -εννοώ την απόφαση του 2ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς- τη διατύπωση «δικτατορία του κόμματος»·

ε) δεν έχουν δίκιο από την άποψη του λενινισμού, και είναι πολιτικά μύωπες οι σύντροφοι εκείνοι που ταυ­τίζουν ή προσπαθούν να ταυτίσουν τη «δικτατορία» του κόμματος και συνεπώς και τη «δικτατορία των αρχηγών» με τη δικτατορία του προλεταριάτου, γιατί παραβαίνουν έτσι τους όρους για τις σωστές αμοιβαίες σχέσεις ανάμε­σα στην πρωτοπορία και την τάξη.

Και δε μιλώ εδώ για το γεγονός ότι η διατύπωση «δικτατορία του κόμματος», όταν την πάρουμε χωρίς τις παραπάνω επιφυλάξεις, μπορεί να δημιουργήσει ολόκληρη σειρά κινδύνους και πολιτικά μειονεκτήματα στην πρακτική μας δουλιά. Η διατύπωση αυτή, αν την πάρουμε χωρίς επιφυλάξεις, φαίνεται σαν να υποβάλλει την ιδέα:

α) στις εξωκομματικές μάζες: μην τολμάτε να φέρετε αντιρρήσεις, μην τολμάτε να συζητάτε, γιατί το κόμμα μπορεί όλα να τα κάνει, γιατί έχουμε δικτατορία του κόμματος·

β) στα κομματικά στελέχη: ενεργείτε πιο τολ­μηρά, πιέζετε πιο γερά, μπορείτε και να μη δίνετε προ­σοχή στη φωνή των εξωκομματικών μαζών – έχουμε δικτα­τορία του κόμματος·

γ) στις ηγετικές κορυφές του κόμματος: μπορείτε να επιτρέψετε στον εαυτό σας την πολυτέλεια κάποιας αυτοϊκανοποίησης, μπορείτε ίσως και να κομπάζετε ακόμα, γιατί έχουμε δικτατορία του κόμματος, και «συνεπώς» και δικτατορία των αρχηγών.

Καλό είναι: να υπενθυμίζουμε αυτούς τους κινδύνους ακριβώς τώρα στην περίοδο της ανόδου της πολιτικής δραστηριότητας των μαζών, τώρα που έχει ιδιαίτερη αξία για μας η απόφαση του κόμματος να αφουγκράζεται προ­σεχτικά τη φωνή των μαζών, τώρα που η προσεχτική μέ­ριμνα για τις ανάγκες των μαζών αποτελεί τη βασική επι­ταγή του κόμματος μας, τώρα που απαιτείται απ’ το κόμ­μα ξεχωριστή περίσκεψη και ξεχωριστή ευλυγισία στην πολιτική, τώρα που ο κίνδυνος του κομπασμού είναι από τους πιο σοβαρούς κινδύνους που ορθώνονται μπροστά στο κόμμα στο έργο της σωστές καθοδήγησης των μαζών.

Δεν μπορεί να μη θυμηθεί κανείς τα χρυσά λόγια που είπε ο Λένιν στο 11ο Συνέδριο του κόμματός μας:

«Μέσα στη λαϊκή μάζα είμαστε (οι κομμουνιστές. Ι. Στ.) ακόμη σταγόνα στον ωκεανό και μπορούμε να κυβερ­νάμε μόνο όταν εκφράζουμε σωστά αυτό που έχει κάνει συνείδησή του ο λαός. Αλλιώς το Κομμουνιστικό Κόμμα δε θα οδηγεί το προλεταριά­το, και το προλεταριάτο δε θα τραβάει μαζί του τις μάζες, και όλη η μηχανή θα ξεχαρβαλωθεί»[32].

«Να εκφράζουμε σωστά αυτό που έχει κάνει συνείδησή του ο λαός», αυτός ακριβώς είναι ο απαραίτητος όρος, που εξασφαλίζει στο κόμμα τον τιμητικό ρόλο της κύριας καθοδηγητικής δύναμης στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου.

 

 

Απόσπασμα από το έργο «Πάνω στα ζητήματα Λενινισμού», που γράφτηκε το 1926, Απαντα Ι. Β. Στάλιν, τ. 8ος, σελ. 37-70, εκδ. της ΚΕ του ΚΚΕ, 1953.

 

 

 

[1] Βλ. Ι. Β. Στάλιν, Απαντα, τ. 6ος, σελ. 178-179 (ελλ. έκδ. τ. 6ος, σελ. 202).

[2] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 31.

[3] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 42ος, σελ. 205.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[4] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 42ος, σελ. 203-204.

[5] Το 2o Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς συνήλθε στις 19 Ιούλη και κράτησε ως τις 7 Αυγούστου 1920. Ο Ι. Β. Στάλιν παραθέτει περικοπή από το λόγο του Β. Ι. Λένιν «Ο ρόλος του κομμουνιστικού κόμματος». Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 236.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[6] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 38ος, σελ. 377.

[7] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 42ος, σελ. 294.

[8] (Βλ. τόμ. 26ος, σελ. 208).

[9] (βλ. τόμ. 24ος, σελ. 15 και 14)

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[10] Β.Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 30 και 32.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[11] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 42ος, σελ. 204.

[12] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 383.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[13] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 187.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[14] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 5.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[15] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 27.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[16] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 6-7.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[17] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 186-187.

[18] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 24 και 24.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[19] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 33ος, σελ. 26.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[20] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 43ος, σελ. 59.

[21] (Βλ. τόμ. 21ος, σελ. 282).

[22] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 69.

[23] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 77-78.

[24] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41ος, σελ. 37-38.

[25] Κεντρική Επιτροπή του ενιαίου συνδικάτου των εργατών των σιδηροδρομικών και υδάτινων μεταφορών. Σχηματίστηκε το 1920 και στις αρχές του 1921 η καθοδήγηση της Τσεκτράν βρίσκονταν στα χέρια των τροτσκιστών, που εφάρμοζαν στη συνδικαλιστική δουλιά μέθοδες απροκάλυπτου εξαναγκασμού και καθοδήγησης με διαταγές. Το πρώτο Πανρωσικό ενωτικό συνέδριο των εργατών και υπαλλήλων των σιδηροδρομικών και υδάτινων μεταφορών, που έγινε το Μάρτη 1921, έδιωξε τους τροτσκιστές από την καθοδήγηση της Τσεκτράν, εξέλεξε νέα Κεντρική Επιτροπή του συνδικάτου και χάραξε καινούργιες μέθοδες συνδικαλιστικής δουλιάς.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[26] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 43ος, σελ. 54.

[27] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 42ος, σελ. 216-217.

* Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Β. Στ.

[28] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 39ος, σελ. 134.

[29] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 43ος, σελ. 157-158.

* Βλ. σ’ αυτό τον τόμο, σελ. 43-44. Σύντ.

* Βλ. σ’ αυτό τον τόμο, σελ. 51, 52, 53, 55, 59, 61. Σύντ

[30] (Βλ. Συλ­λογή Λένιν, 3ος τόμ., σελ. 497).

[31] Οι θέσεις του 2ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς: «Ο ρόλος του κομμουνιστικού κόμματος στην προλεταριακή επανάσταση» ψηφίστηκαν σαν απόφαση του Συνεδρίου. (Βλ. την απόφαση Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 25ος, σελ. 236-249).

[32] Β. Ι. Λένιν, Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 45ος, σελ. 112.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *