John Reed: Το γενικό φόντο της επανάστασης του Οκτώβρη

Το κείμενο είναι το πρώτο μέρος του έργου του Τ.Ρίντ «Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο».  Τους προλόγους μπορείτε να τους βρείτε εδώ

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Το γενικό φόντο

 

 

Στα τέλη του Σεπτέμβρη του 1917 με επισκέφθηκε στην Πετρούπολη ένας ξένος καθηγητής της κοινωνιολογίας, που βρισκόταν στη Ρωσία. Από κύκλους επιχειρηματιών και διανοουμένων άκουσε πως η επανάσταση τραβάει στο χαμό. Οκαθηγητής έγραφε γι’ αυτό το ζήτημα ένα άρθρο κι έφυγε για περιοδεία στη χώρα, επισκέφτηκε βιομηχανικές πόλεις και χωριά, όπου είδε μ’ έκπληξη ότι η επανάσταση ολοφάνερα ανέβαινε.

 Στις συζητήσεις που άκουγε τυχαία, οι εργάτες κι οι αγρότες μιλούσαν διαρκώς για ένα μόνο πράγμα: “η γη στους αγρότες, τα εργοστάσια στους εργάτες”. Αν ο καθηγητής πήγαινε στο μέτωπο, θ’ άκουγε όλο το στρατό να μιλάει για ειρήνη. Αν και δεν υπήρχε καμιά αιτία, ο καθηγητής βρέθηκε σε αμηχανία: και τα δύο φαινόμενα ήταν πέρα για πέρα σωστά. Οιεύπορες τάξεις γίνονταν όλο και πιο συντηρητικές κι οι μάζες όλο και πιο ριζοσπαστικές. Κατά την άποψη των κύκλων των επιχειρηματιών και της ρωσικής διανόησης, η επανάσταση πήγε αρκετά μακριά και παρατράβηξε. Ηταν καιρός πια να μπει τάξη.

 Αυτή η τάση επικρατούσε και στις κύριες ομάδες των “μετριοπαθών” – σοσιαλιστών, των μενσεβίκων -αμυνιτών1 (*) και των σοσιαλιστών – επαναστατών, που υποστήριζαν την προσωρινή κυβέρνηση του Κερένσκι. Στις 27 (14) του Οχτώβρη το επίσημο όργανο των “μετριοπαθών” – σοσιαλιστών (**) έγραφε:”... Η επανάσταση αποτελείται από δύο πράξεις: την καταστροφή του παλιού και τη δημιουργία καινούριου συστήματος ζωής. Η πρώτη πράξη τράβηξε πάρα πολύ. Τώρα είναι καιρός να καταπιαστούμε με τη δεύτερη και πρέπει να την περατώσουμε το συντομότερο, γιατί ένας μεγάλος επαναστάτης έλεγε: “Ας βιαστούμε, φίλοι μου, να τελειώσουμε την επανάσταση: όποιος τραβάει την επανάσταση αρκετά μακριά, δεν απολαμβάνει τους καρπούς της…“.Ωστόσο, οι μάζες των εργατών, των στρατιωτών και των αγροτών, πίστευαν αδίσταχτα πως η πρώτη πράξη ακόμα δεν τέλειωσε.

Στο μέτωπο οι στρατιωτικές επιτροπές συγκρούονταν συνεχώς με τους αξιωματικούς που δεν μπορούσαν να συνηθίσουν, με κανέναν τρόπο, να φέρονται προς τους στρατιώτες σαν σε ανθρώπινα όντα. Στα μετόπισθεν οι εκλεγμένες αγροτικές επιτροπές πιάνονταν επειδή επιχειρούσαν να πραγματοποιήσουν τις αποφάσεις της κυβέρνησης για τη γη. Στα εργοστάσια οι εργάτες 2(*) πάλευαν ενάντια στις απολύσεις και τα λοκάουτ. Κάτι περισσότερο. Στους  πολιτικούς πρόσφυγες, που επέστρεφαν, δεν επέτρεπαν να μπουν στη χώρα και τους θεωρούσαν σαν “ανεπιθύμητους” πολίτες. Υπήρχαν μάλιστα περιπτώσεις που έπιαναν και έκλειναν στη φυλακή ανθρώπους που ήρθαν από το εξωτερικό, για την επαναστατική τους δράση στα 1905.

Στις πολυάριθμες και πολύμορφες εκδηλώσεις δυσαρέσκειας του λαού οι “μετριοπαθείς” σοσιαλιστές έδιναν την ίδια απάντηση: “Περιμένετε τη Συντακτική Συνέλευση, που θα συνέλθει το Δεκέμβρη“. Οι μάζες όμως δεν ικανοποιούνταν μ’αυτό. Η Συντακτική Συνέλευση ήταν, φυσικά, καλό πράγμα. Υπήρχε όμως κάποιο άλλο συγκεκριμένο, στο όνομα του οποίου έγινε η ρούσικη επανάσταση, στο όνομα του οποίου κείτονταν σε κοινούς τάφους στο πεδίο του Αρεως οι μάρτυρες της επανάστασης και που έπρεπε να πραγματοποιηθεί οπωσδήποτε, ανεξάρτητα από το αν συνερχόταν ή όχι η Συντακτική Συνέλευση: ειρήνη, γη στους αγρότες, εργατικός έλεγχος στην παραγωγή.

Η Συντακτική Συνέλευση όλο αναβαλλόταν και ασφαλώς θα αναβαλλόταν πολλές φορές ακόμα, ώσπου να ησυχάσει ο λαός σε τέτοιο βαθμό, που να υπάρχει η δυνατότητα να μειώσει τις απαιτήσεις του. Οπως και να ‘ναι, η επανάσταση κρατούσε οχτώ μήνες τώρα και αποτελέσματα δε φαίνονταν…Στο διάστημα αυτό οι στρατιώτες άρχισαν να λύνουν μόνοι τους το ζήτημα της ειρήνης με τη λιποταξία, οι αγρότες έκαιγαν τις επαύλεις των κυρίων κι άρπαζαν τα μεγάλα τσιφλίκια, οι εργάτες απειθαρχούσαν και παρατούσαν τη δουλιά…Ηταν ολότελα φυσικό, οι επιχειρηματίες, οι τσιφλικάδες και αξιωματικοί να προσπαθούν, μ’ όλα τα μέσα, να ματαιώσουν κάθε δημοκρατική παραχώρηση στις μάζες.

Η πολιτική της προσωρινής κυβέρνησης ταλαντευόταν ανάμεσα στις μικρές μεταρρυθμίσεις και τα σκληρά κατασταλτικά μέτρα. Με διάταγμα του σοσιαλιστή υπουργού Εργασίας(***) προς τις εργατικές επιτροπές απαγορευόταν να γίνονται πια συγκεντρώσεις την ώρα της δουλιάς. Στο μέτωπο, οι “διαφωτιστές” των αντιπολιτευόμενων πολιτικών κομμάτων πιάνονταν, οι ριζοσπαστικές εφημερίδες κλείνονταν και ενάντια στους προπαγανδιστές της επανάστασης άρχισε να εφαρμόζεται η ποινή του θανάτου. Εγιναν απόπειρες ν’ αφοπλιστεί η Κόκκινη Φρουρά. Στις επαρχίες στάλθηκαν κοζάκοι για την επιβολή της τάξης. Τα μέτρα αυτά υποστηρίζονται από τους “μετριοπαθείς” σοσιαλιστές και τους καθοδηγητές – υπουργούς τους, που θεωρούσαν απαραίτητη τη συνεργασία με τις εύπορες τάξεις. Οι λαϊκές μάζες τους εγκατέλειπαν και περνούσαν με το μέρος των μπολσεβίκων, που πάλευαν σταθερά για ειρήνη, για διανομή της γης στους αγρότες, για εισαγωγή του εργατικού ελέγχου στην παραγωγή και για σχηματισμό εργατικής κυβέρνησης.

 Το Σεπτέμβρη του 1917 ξέσπασε κρίση. Ο Κερένσκι και οι “μετριοπαθείς” σοσιαλιστές, παρά και ενάντια στη θέληση της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού, σχημάτισαν κυβέρνηση συνασπισμού, στην οποία μπήκαν και εκπρόσωποι των εύπορων τάξεων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να χάσουν για πάντα την εμπιστοσύνη του λαού οι μενσεβίκοι και οι σοσιαλιστές – επαναστάτες.

Η στάση των λαϊκών μαζών προς τους “μετριοπαθείς” σοσιαλιστές φάνηκε ξεκάθαρα σε ένα άρθρο, που δημοσιεύτηκε στα μέσα του Οκτώβρη (τέλη του Σεπτέμβρη), στην εφημερίδα Εργατικός Δρόμος και που τιτλοφορούνταν: “Οι σοσιαλιστές υπουργοί” 3(*).”…Να ο κατάλογος των υπηρεσιών τους:

 Τσερετέλι, αφόπλισε τους εργάτες, μαζί με το στρατηγό Πολόβτσεφ, καθησύχασε τους εξεγερμένους στρατιώτες και ενέκρινε την επιβολή της ποινής του θανάτου στο μέτωπο.

Σκόμπελεφ, άρχισε με την υπόσχεση ότι θα έκοβε από τους καπιταλιστές τα 100% των κερδών και τέλειωσε… με την απόπειρα να διαλύσει τις εργοστασιακές επιτροπές των εργατών.

Αυξέντιεφ, έκλεισε στη φυλακή μερικές εκατοντάδες αγρότες, μέλη των αγροτικών επιτροπών, έκλεισε μερικές δεκάδες εργατικές και στρατιωτικές  εφημερίδες.

Τσερνόφ, υπέγραψε το τσαρικό μανιφέστο για τη διάλυση της φινλανδικής Βουλής.

Σάβινκοφ, συμμάχησε άμεσα με τον Κορνίλοφ και δεν παρέδωσε την Πετρούπολη σ’ αυτόν το “σωτήρα” της πατρίδας εξαιτίας περιστατικών που δεν εξαρτιόνταν από τον Σάβινκοφ.

Ζαρούντνι, μαζί με τον Αλεξίνσκι και τον Κερένσκι έκλεισε στη φυλακή χιλιάδες επαναστάτες εργάτες, ναύτες και στρατιώτες, βοήθησε στην κατασκευή της συκοφαντικής υπόθεσης ενάντια στους μπολσεβίκους, που στιγματίζει τη ρωσική Δικαιοσύνη με το ίδιο ακριβώς αίσχος, όπως και η υπόθεση Μπέιλις.

Νικίτιν, έπαιξε το ρόλο κοινού χωροφύλακα ενάντια στους σιδηροδρομικούς.

Κερένσκι. Γι’ αυτόν όμως, δε θα μιλήσουμε. Ο κατάλογος των υπηρεσιών του είναι αρκετά μακρύς…”.Το συνέδριο των αντιπροσώπων του στόλου της Βαλτικής στο Ελσίνκι πήρε απόφαση που άρχιζε έτσι:”… Να ζητηθεί από τις Πανρωσικές επιτροπές του Σοβιέτ των Εργατών, των Στρατιωτών και των Αγροτών Βουλευτών και από την Κεντρική Επιτροπή του στόλου η άμεση απομάκρυνση από τις γραμμές της προσωρινής κυβέρνησης τουσοσιαλιστή σε εισαγωγικά και χωρίς εισαγωγικά, πολιτικού τυχοδιώκτη Κερένσκι, σαν προσώπου, που με τους ξεδιάντροπους πολιτικούς εκβιασμούς του προς όφελος της αστικής τάξης, ατιμάζει και οδηγεί στην καταστροφή τη μεγάλη επανάσταση και μαζί μ’ αυτή όλο το επαναστατικό λαό…“.

Το άμεσο αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να μεγαλώσει η δημοφιλία των μπολσεβίκων…

Από το Μάρτη του 1917, από τότε που οι θορυβώδικοι χείμαρροι των εργατών και των στρατιωτών, πλημμυρίζοντας τα ανάκτορα της Ταυρίδας, υποχρέωσαν την ταλαντευόμενη Κρατική Δούμα να πάρει στα χέρια της την ανώτατη εξουσία στη Ρωσία, οι λαϊκές μάζες – οι εργάτες, οι στρατιώτες και οι αγρότες – καθόρισαν την κάθε στροφή στην πορεία της επανάστασης. Αυτές ανέτρεψαν την κυβέρνηση του Μιλιουκόφ. Τα δικά τους Σοβιέτ διακήρυξαν μπροστά σ’ όλο τον κόσμο τους ρωσικούς όρους ειρήνης: “όχι προσαρτήσεις, όχι επανορθώσεις, δικαίωμα αυτοδιάθεσης των λαών” και πάλι τον Ιούνη ακριβώς αυτές, οι ανοργάνωτες ακόμα μάζες του αυθόρμητα ξεσηκωμένου προλεταριάτου, έκαναν ξανά έφοδο στα ανάκτορα της Ταυρίδας, για να απαιτήσουν να περάσει στη Ρωσία η εξουσία στα Σοβιέτ.

Οι μπολσεβίκοι, που ήταν ακόμα τότε μια μικρή πολιτική ομάδα(1), μπήκαν επικεφαλής του κινήματος. Εξαιτίας της καταστροφικής αποτυχίας της εξέγερσης η κοινή γνώμη στράφηκε ενάντιά τους, και τα πλήθη που τους ακολουθούσαν, αφού έχασαν τους ηγέτες, τραβήχτηκαν πίσω, προς την κατεύθυνση του Βίμποργκ – Το Σεντ Αντουάν της Πετρούπολης(2).Τότε επακολούθησε ο άγριος διωγμός των μπολσεβίκων: εκατοντάδες απ’ αυτούς μαζί και ο Τρότσκι(3), η κυρία Κολοντάικι ο Κάμενεφ κλείστηκαν στη φυλακή. Ο Λένιν και ο Ζινόβιεφ(4)υποχρεώθηκαν να κρυφτούν για ν’ αποφύγουν τη σύλληψη.

Οι μπολσεβίκικες εφημερίδες καταδιώκονταν και κλείνονταν. Οι προβοκάτσιες κι οι αντιδραστικοί άρχισαν να ουρλιάζουν μανιασμένα ότι οι μπολσεβίκοι είναι πράκτορες των Γερμανών και σ’ όλον τον κόσμο βρέθηκαν άνθρωποι που πίστεψαν σ’ αυτό. Ωστόσο η προσωρινή κυβέρνηση βρέθηκε σε αδυναμία να επιβεβαιώσει αυτές τις κατηγορίες, τα ντοκουμέντα που δήθεν απέδειχναν την ύπαρξη γερμανικής συνωμοσίας, αποδείχτηκαν πλαστά(5)κι οι μπολσεβίκοι απολύονταν ο ένας μετά τον άλλο από τις φυλακές, χωρίς δίκη, με χρηματική εγγύηση ή χωρίς εγγύηση και τελικά παρέμειναν στη φυλακή συνολικά 6άνθρωποι.

Η αδυναμία κι η αναποφασιστικότητα της προσωρινής κυβέρνησης, που η σύνθεσή της άλλαζε αδιάκοπα, ήταν πέρα για πέρα ολοφάνερη. Οι μπολσεβίκοι έριξαν ξανά το τόσο αγαπητό στις μάζες σύνθημα: “Ολη η εξουσία στα Σοβιέτ!“Κι αυτό δεν το έκαναν καθόλου από στενό κομματικό συμφέρον, μια και την εποχή αυτή η πλειοψηφία στα Σοβιέτ βρισκόταν στα χέρια των “μετριοπαθών” σοσιαλιστών, που ήταν άσπονδοι εχθροί τους.

Ακόμα πιο αποτελεσματικό ήταν τούτο: οι μπολσεβίκοι πήραν τους απλούς, τους αδιαμόρφωτους ακόμα πόθους της μάζας των εργατών, των στρατιωτών και των αγροτών και μ’ αυτούς κατάστρωσαν το πρόγραμμα της άμεσης δράσης τους. Κι ενώ οι μενσεβίκοι – αμυνίτες κι οι σοσιαλιστές – επαναστάτες μπλέκονταν σε συμφωνίες με την αστική τάξη, οι μπολσεβίκοι καταχτούσαν γρήγορα τις μάζες. Τον Ιούλη τους έβριζαν και τους περιφρονούσαν. Το Σεπτέμβρη οι εργάτες της πρωτεύουσας, οι ναύτες του στόλου της Βαλτικής και σχεδόν όλοι οι στρατιώτες πέρασαν με το μέρος τους. Οι δημοτικές εκλογές του Σεπτέμβρη(6)στις μεγάλες πόλεις ήταν ενδεικτικές: οι μενσεβίκοι και οι σοσιαλεπαναστάτες συγκέντρωσαν μόνον το 18% των ψήφων έναντι του 70% που είχαν πάρει τον περασμένο Ιούλη.

Ένας  ξένος παρατηρητής θα μπορούσε να βρεθεί σε αμηχανία αυτό το διάστημα από το ανεξήγητο γι’ αυτόν γεγονός: η Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ, οι κεντρικές επιτροπές του στρατού και του στόλου, οι κεντρικές επιτροπές μερικών επαγγελματικών ενώσεων – ιδιαίτερα υπαλλήλων των ταχυδρομείων, των τηλεγραφείων και των σιδηροδρόμων -ήταν απόλυτα εχθρικές προς τους μπολσεβίκους. Οι κεντρικές αυτές επιτροπές είχαν εκλεγεί στα μέσα του καλοκαιριού ή και νωρίτερα, τότε που οι μενσεβίκοι και οι εσέροι είχαν πολυάριθμους οπαδούς. Τώρα όμως τρενάριζαν μ’ όλες τους τις δυνάμεις και ματαίωναν κάθε είδους εκλογές.

 Έτσι, σύμφωνα με το καταστατικό των Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών, το Πανρωσικό συνέδριο έπρεπε να γίνει το Σεπτέμβρη. Η ΚΕΕ όμως δεν ήθελε να το συγκαλέσει με τη δικαιολογία, ότι ως το άνοιγμα της Συντακτικής Συνέλευσης υπολείπονταν ακόμα δύο μήνες κι ότι στο διάστημα αυτό κατά τη γνώμη της, τα Σοβιέτ θα πρέπει να καταθέσουν τα πληρεξούσιά τους. Στο μεταξύ σ’ όλη τη χώρα οι μπολσεβίκοι καταχτούσαν με το μέρος τους το ένα ύστερα απ’ τ’ άλλο τα τοπικά Σοβιέτ, τα τμήματα των επαγγελματικών συνδικάτων και δυνάμωσαν την επιρροή τους στις γραμμές των στρατιωτών και των ναυτών.

Τα αγροτικά Σοβιέτ, βέβαια, εξακολουθούσαν ακόμη να ‘ναι συντηρητικά, μια και στο καθυστερημένο χωριό η πολιτική συνείδηση αναπτύσσεται αργά, και το κόμμα των σοσιαλιστών – επαναστατών διεξήγαγε προπαγάνδα στους αγρότες στη διάρκεια ολόκληρης γενιάς… Αλλά και στο αγροτικό περιβάλλον άρχισε να διαμορφώνεται επαναστατικός πυρήνας. Αυτό φάνηκε τον Οχτώβρη, όταν η αριστερή πτέρυγα των σοσιαλιστών – επαναστατών ξέκοψε και σχημάτισε μια καινούρια πολιτική ομάδα- το κόμμα των αριστερών εσέρων. Το ίδιο διάστημα άρχισαν να παρατηρούνται παντού σημάδια αναζωογόνησης των αντιδραστικών δυνάμεων.

Έτσι, λόγου χάρη, στο θέατρο της Αγίας Τριάδας, στην Πετρούπολη, ματαιώθηκε το ανέβασμα της κωμωδίας το Εγκλημα του τσάρου, από ομάδα μοναρχικών, που απειλούσαν ότι θα κακοποιήσουν τους ηθοποιούς για “εξύβριση του αυτοκράτορα“. Ορισμένες εφημερίδες άρχισαν να νοσταλγούν ένα “Ρώσο Ναπολέοντα“. Στις γραμμές της αστικής διανόησης είχε γίνε ισυνήθεια ν’ αποκαλούν το Σοβιέτ των εργατών βουλευτών “Σοβιέτ των σκύλων βουλευτών“.

Στις 15 του Οχτώβρη είχα μια συνομιλία με το μεγάλο Ρώσο καπιταλιστή Στεπάν  Γκεόργκεβιτς  Λιανόζοφ – το “Ρώσο Ροκφέλερ”, που ανήκε πολιτικά στο κόμμα των καντέ.”Η επανάσταση, μου είπε, είναι αρρώστια. Αργά ή γρήγορα οι ξένες δυνάμεις θα υποχρεωθούν να επέμβουν στις υποθέσεις μας, ακριβώς, όπως επεμβαίνουν οι γιατροί για να θεραπεύσουν το άρρωστο παιδί και να το βάλουν να σταθεί στα πόδια. Αυτό, βέβαια, θα ήταν λίγο – πολύ άτοπο, ωστόσο όλα τα έθνη πρέπει να καταλάβουν πόσο επικίνδυνος είναιγια τις χώρες τους ο μπολσεβικισμός και οι τέτοιες μολυσματικές ιδέες, όπως η “δικτατορία του προλεταριάτου” και η “παγκόσμια κοινωνική επανάσταση”… Μπορεί όμως και να μη χρειαστεί μια τέτοια επέμβαση. Οι μεταφορές παρέλυσαν, τα εργοστάσια κλείνουν κι οι Γερμανοί επιτίθενται. Ίσως, η πείνα και η ήττα ν’ αφυπνίσουν στο ρωσικό λαό τη σκέψη της λογικής...”.Ο κύριος Λιανόζοφ με βεβαίωσε αρκετά ζωηρά πως ό,τι κι αν συμβεί οι έμποροι κι οι βιομήχανοι δεν μπορούν ν’ ανεχθούν την ύπαρξη των εργοστασιακών επιτροπών ή να συμβιβαστούν με οποιαδήποτε συμμετοχή των εργατών στη διεύθυνσητης παραγωγής

Οσο για τους μπολσεβίκους, – πρόσθεσε – θα υποχρεωθούμε να χρησιμοποιήσουμε τη μια από τις δυο μεθόδους: Η η κυβέρνηση να εκκενώσει την Πετρούπολη, κηρύσσοντάς τη σε κατάσταση πολιορκίας, κι ο διοικητής των στρατευμάτων της περιοχής να λογαριαστεί μ’ αυτούς τους κυρίους χωρίς νομικά προσχήματα… Η να διαλύσουμε τη Συντακτική Συνέλευση με τη δύναμη των όπλων, σε περίπτωση που θα εκφράσει ουτοπιστικές τάσεις…“.

Έμπαινε ο χειμώνας, ο φοβερός ρούσικος χειμώνας. Στους εμποροβιομηχανικούς κύκλους άκουσα τούτες τις συζητήσεις: “Ο χειμώνας ήταν πάντοτε ο καλύτερος φίλος της Ρωσίας. Ίσως, τώρα να μας λυτρώσει από την επανάσταση“. Στο παγωμένο μέτωπο οι άτυχες στρατιές, που έχασαν κάθε ηθικό, πεινούσαν και πέθαιναν. Οι σιδηροδρομικές γραμμές νεκρώθηκαν, τα τρόφιμα όλο και λιγόστευαν, τα εργοστάσια έκλειναν. Οι εγκαταλειμμένες μάζες διαμαρτύρονταν πως η αστική τάξη παίζει με τη ζωή του λαού, προκαλεί την ήττα στο μέτωπο. Η Ρίγα παραδόθηκε αμέσως, μόλις ο στρατηγός Κορνίλοφ δήλωσε δημόσια: “Δε θα πρέπει άραγε να θυσιάσουμε τη Ρίγα για να νιώσει η χώρα το καθήκον της;“(6).

Οι Αμερικανοί δεν πίστευαν ότι η ταξική πάλη θα μπορούσε να φτάσει σε τέτοια οξύτητα. Συνάντησα στο Βόρειο Μέτωπο αξιωματικούς, που προτιμούσαν ανοιχτά τη στρατιωτική ήττα από τη συνεργασία με τις στρατιωτικές επιτροπές. Ο γραμματέας του τμήματος του κόμματος των καντέ στην Πετρούπολη μου έλεγε, πως το οικονομικό χάος είναι μέρος της εκστρατείας που γίνεται για να δυσφημιστεί η επανάσταση. Ενας συμμαχικός διπλωμάτης, που έδωσα το λόγο μου να μην αναφέρω τ’ όνομά του, το βεβαίωνε, βασιζόμενος σε δικές του πληροφορίες. Γνωρίζω μερικά ανθρακωρυχεία κοντά στο Χάρκοβο, που τα ‘καψαν ή τα πλημμύρισαν με νερά οι ιδιοκτήτες τους, εργοστάσια υφαντουργίας στη Μόσχα, όπου οι μηχανικοί παρατώντας τη δουλιά αχρήστευαν τις μηχανές, σιδηροδρομικούς που πιάστηκαν από τους εργάτες, τη στιγμή που αχρήστευαν τις ατμομηχανές.

Ενα μεγάλο μέρος των εύπορων τάξεων προτιμούσε τους Γερμανούς από την επανάσταση, ακόμα και από την προσωρινή κυβέρνηση, και μιλούσε γι’ αυτό χωρίς ντροπή. Στη ρωσική οικογένεια όπου έμενα, το μόνιμο σχεδόν θέμα των συζητήσεων στο τραπέζι ήταν ο μελλοντικός ερχομός των Γερμανών, που θα φέρουν τη “νομιμότητα και την τάξη…”.

Μιαφορά έτυχε να περάσω τη βραδιά μου στο σπίτι ενός Μοσχοβίτη έμπορα. Οταν πίναμε το τσάι ρωτήσαμε και τους έντεκα ανθρώπους που κάθονταν στο τραπέζι, ποιον προτιμούν: “Τον Γουλιέλμο ή τους μπολσεβίκους;“. Εκτός από έναν, οι άλλοι εκδηλώθηκαν υπέρ του Γουλιέλμου Κάιζερ. Οι κερδοσκόποι, επωφελούμενοι από το γενικό χάος, απόχτησαν κολοσσιαίες περιουσίες που τις ξόδευαν σε ανήκουστες σπατάλες ή για να εξαγοράσουν πρόσωπα με αξιώματα. Έκρυβαν τα τρόφιμα και τα καύσιμα ή τα φυγάδευαν μυστικά στη Σουηδία.

Στους τέσσερις  πρώτους μήνες της επανάστασης, λόγου χάρη, από τις αποθήκες της Πετρούπολης, σχεδόν στα φανερά, λεηλατούσαν τα αποθέματα των τροφίμων, έτσι που η ποσότητα των σιτηρών, ενώ επαρκούσε για δύο χρόνια, ελαττώθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην επαρκεί στην τροφοδοσία της πόλης ούτε για ένα μήνα… Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση του τελευταίου υπουργού του Επισιτισμού της προσωρινής κυβέρνησης, ο καφές αγοραζόταν στο Βλαδιβοστόκ  χοντρικά 2 ρούβλια το φούντι, κι ο καταναλωτής το πλήρωνε στην Πετρούπολη 13 ρούβλια.

Σ’ όλα τα μαγαζιά των μεγάλων πόλεων βρίσκονταν ολόκληροι τόνοι τροφίμων και ρουχισμού, αλλά μόνο οι πλούσιοι μπορούσαν να τ’ αγοράσουν. Σε μια επαρχιακή πόλη γνώριζα μια οικογένεια εμπόρου, που αποτελούνταν από κερδοσκόπους – λωποδύτες, όπως τους αποκαλούν οι Ρώσοι. Οι τρεις γιοι είχαν εξαγοράσει τη στρατιωτική τους θητεία. Ο ένας απ’ αυτούς κερδοσκοπούσε στα τρόφιμα. Ο άλλος πουλούσε κλεμμένο χρυσό από τα χρυσωρυχεία του Λένα σε μυστηριώδεις αγοραστές στη Φινλανδία. Ο τρίτος αγόρασε ένα μεγάλο μέρος μετοχών ενός εργοστασίου σοκολάτας και πουλούσε τη σοκολάτα στους τοπικούς συνεταιρισμούς, με τη συμφωνία να τον εφοδιάζουν απ’ όλα όσα του χρειάζονταν.

Ετσι, λοιπόν, ενώ οι μάζες του λαού έπαιρναν με το δελτίο ψωμιού ένα τέταρτο του φουντιού μαύρο ψωμί την ημέρα, αυτός είχε άφθονο άσπρο ψωμί, ζάχαρη, τσάι, μπομπόνια, μπισκότα και βούτυρο… και παρ’ όλα αυτά, όταν οι στρατιώτες στο μέτωπο δεν μπορούσαν πια να πολεμήσουν εξαιτίας του κρύου, της πείνας και της εξάντλησης, τα μέλη αυτής της οικογένειας ούρλιαζαν με αγανάχτηση: “Δειλοί! Μας κάνουν να ντρεπόμαστε που είμαστε Ρώσοι“!!! Οι μπολσεβίκοι, που τελικά ανακάλυψαν και επίταξαν τα μεγάλα αποθέματα τροφίμων που είχαν κρυμμένα, ήταν γι’ αυτούς “άσπλαχνοι ληστές“.

Κάτω απ’ όλη αυτή την εξωτερική σαπίλα κινούνταν πολύ μυστικά και δραστήρια οι σκοτεινές δυνάμεις του παλιού καθεστώτος, που δεν είχαν αντικατασταθεί ύστερα από την πτώση του Νικολάου του Β. Οι πράκτορες της περιβόητης ασφάλειας δούλευαν ακόμα για τον τσάρο ή και ενάντιά του, υπέρ ή και ενάντια στον Κερένσκι, με μια λέξη για καθέναν που πλήρωνε… Μέσα στο σκοτάδι δρούσαν κάθε είδους παράνομες οργανώσεις, όπως λ.χ. οι μαύρες εκατονταρχίες, παλεύοντας να αναστηλώσουν την αντίδραση με τη μια ή την άλλη μορφή.

Σ’ αυτή την ατμόσφαιρα του γενικού ξεπουλήματος και των τερατώδικων διαδόσεων, μέρα με την ημέρα ακουγόταν το αντιβούισμα μιας καθαρής νότας της χορωδίας των μπολσεβίκων, που όλο και δυνάμωνε: “Ολη η εξουσία στα Σοβιέτ! Οληη εξουσία στους πραγματικούς εκπροσώπους των εκατομμυρίων εργατών, στρατιωτών και αγροτών. Ψωμί, γη, τέλος στον παράλογο πόλεμο, τέλος στη μυστική διπλωματία, στην κερδοσκοπία, στην προδοσία… Η επανάσταση βρίσκεται σε κίνδυνο και μαζί της η κοινή υπόθεση των λαών όλου του κόσμου!”.

Η πάλη ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αστική τάξη, ανάμεσα στα Σοβιέτ και την κυβέρνηση, που άρχισε από τις πρώτες μέρες του Μάρτη, πλησίαζε στο αποκορύφωμά της. Η Ρωσία, πηδώντας με ένα άλμα από το μεσαίωνα στον 20όαιώνα, αποκάλυψε στον κατάπληκτο κόσμο δύο επαναστάσεις – την πολιτική και την κοινωνική – σε μια θανάσιμη πάλη.

 Τι καταπληκτική ζωντάνια έδειξε η ρωσική επανάσταση ύστερα από τόσους μήνες πείνας και απογοητεύσεων! Η αστική τάξη θα ‘πρεπε να γνωρίζει καλύτερα τη Ρωσία της. Τώρα μόνο μερικές μέρες χώριζαν τη Ρωσία από το αποκορύφωμα της επαναστατικής “αρρώστιας“…Αν ρίξουμε μια ματιά λίγο πιο πίσω, η προεπαναστατική Ρωσία φαίνεται σαν χώρα άλλου αιώνα απίστευτα συντηρητική. Τόσο γοργά άρχισε μετά την επανάσταση να συνηθίζει στον καινούριο, στον επιταχυνόμενο ρυθμό της ζωής.

Οι πολιτικές σχέσεις στη Ρωσία μετατοπίστηκαν ολοκληρωτικά και μονομιάς προς τα αριστερά σε τέτοιο βαθμό, που οι καντέ κηρύχτηκαν εκτός νόμου, σαν “εχθροί του λαού”, ο Κερένσκι έγινε αντεπαναστάτης, οι “μετριοπαθείς” αρχηγοί των σοσιαλιστικών Τσερετέλι, Νταν, Λίμπερ, Γκοτς, Αυξέντιεφ αποδείχτηκαν αρκετά αντιδραστικοί για τους οπαδούς τους και ακόμα άνθρωποι σαν τον Βίκτορ Τσερνόφ και τον Μαξίμ Γκόρκι, βρέθηκαν στη δεξιά πτέρυγα… Στα μέσα του Δεκέμβρη του 1917 μια ομάδα αρχηγών των εσέρων επισκέφτηκε κρυφά τον Αγγλο πρεσβευτή σερ Τζορτζ Μπιούκενεν και τον παρακάλεσε να μη μιλήσει σε κανέναν γι’ αυτή την επίσκεψη, επειδή οι ηγέτες αυτοί θεωρούνται “αρκετά δεξιοί“. “Και να σκεφτείς μόνο, είπε ο σερ Τζορτζ, ότι η κυβέρνησή μου ένα χρόνο πριν με συμβούλεψε να μη δεχτώ τον Μιλιουκόφ, γιατί είχε τη φήμη ενός επικίνδυνου αριστερού!..“.

Ο Σεπτέμβρης και ο Οχτώβρης είναι οι χειρότεροι μήνες για τη Ρωσία, ιδιαίτερα για την Πετρούπολη. Ολόκληρη τη μέρα, που όλο μικραίνει, πέφτει από το θαμπό και γκρίζο ουρανό αδιάκοπη διαπεραστική βροχή. Κάτω από τα πόδια είναι παντού πηχτή και γλιστερή λάσπη, που πασαλείβει τα βαριά παπούτσια και ακόμα πιο απαίσια από κάθε άλλο φαίνεται η ολοκληρωτική παράλυση της διοίκησης της πόλης.

Από το φινλανδικό Κόλπο φυσάει τσουχτερός, υγρός αέρας κι οι δρόμοι σκεπάζονται από υγρή ομίχλη. Τις νύχτες – λίγο από λόγους οικονομίας, λίγο από το φόβο από τα πηδαλοιοχούμενα αερόστατα – καίνε μόνον τα αραιά κι αδύνατα φανάρια στους δρόμους. Στα ιδιόκτητα διαμερίσματα τοηλεκτρικό φως δίνεται μόνο το βράδυ, από τις 6 ως τις 12, ενώ τα σπαρματσέτα κοστίζουν σαράντα σεντς(7)το κομμάτι και το πετρέλαιο είναι σχεδόν δυσεύρετο. Σκοτάδι από τις 3 το απόγευμα ως τις 10 η ώρα το πρωί.

Οι ληστές κι οι λωποδύτες γυρνούν κατά μπουλούκια. Στα σπίτια οι άντρες φυλάγουν με τη σειρά όλη τη νύχτα σκοπιά, με τα όπλα έτοιμα. Τέτοια κατάσταση επικρατούσε στην περίοδο της προσωρινής κυβέρνησης. Κάθε βδομάδα τα τρόφιμα όλο και λιγόστευαν. Η μερίδα του ψωμιού ελαττώθηκε από 1 1/2 σε 1 φούντι, ύστερα σε 3/4του φουντιού, σε μισό φούντι, σε 1/4 του φουντιού. Υστερα πέρασε ολόκληρη βδομάδα που δεν έγινε καθόλου διανομή ψωμιού. Η ζάχαρη είχε καθοριστεί σε 2 φούντια το μήνα. Μα έπρεπε να ψάξει κανείς να τα βρει και σπάνια μπορούσε να το καταφέρει. Μια πλάκα σοκολάτα ή ένα φούντι άνοστα γλυκά κόστιζαν από 7 ως 10 ρούβλια, δηλαδή περίπου ένα δολάριο.

Από τα μισά παιδιά της Πετρούπολης έλειπε το γάλα και σε πολλά ξενοδοχεία και σπίτια είχαν να δουν γάλα ολόκληρους μήνες. Αν και ήταν η εποχή των φρούτων, τα μήλα και τα αχλάδια πουλιούνταν στους δρόμους σχεδόν ένα ρούβλι το κομμάτι…Για γάλα, ψωμί, ζάχαρη και καπνό έπρεπε να σταθείς ώρες ολόκληρες στη σειρά, κάτω από τη διαπεραστική βροχή. Γυρνώντας στο σπίτι από μια συγκέντρωση, που κράτησε όλη τη νύχτα, είδα μπροστά στις πόρτες των μαγαζιών, πριν ακόμα ξημερώσει, να σχηματίζεται “ουρά”, κυρίως από γυναίκες και πολλές απ’ αυτές κρατούσαν στα χέρια μωρά…

Ο Καρλάιλ λέει στο έργο του “Η Γαλλική επανάσταση”, ότι οι Γάλλοι ξεχωρίζουν απ’ όλους τους άλλους λαούς του κόσμου για την ικανότητα να στέκονται στις “ουρές”. Η Ρωσία άρχισε ν’ αποχτάει αυτή την ικανότητα από την εποχή της βασιλείας του Νικολάου του “ευλογημένου”, δηλαδή ακόμα από το 1915. Από τότε οι “ουρές” παρουσιάζονταν από καιρό σε καιρό, ώσπου τελικά το καλοκαίρι του 1917 μπήκαν πια στην ημερήσια διάταξη.

Φανταστείτε αυτούς τους ανθρώπους, που ήταν άσχημα ντυμένοι, να κάθονται ολόκληρες μέρες μέσα στα τρομερά και διαπεραστικά αγριοβόρια των δρόμων της Πετρούπολης, στο φριχτό ρούσικο χειμώνα! Κρυφάκουγα τις συζητήσεις που γίνονταν στις ουρές του ψωμιού. Μέσα από την καταπληκτική αγαθότητα του ρωσικού πλήθους ξεχύνονταν πότε – πότε πικρές, χολιασμένες νότες δυσαρέσκειας…Εννοείται, ότι τα θέατρα ήταν κάθε μέρα ανοιχτά, ακόμη και τις Κυριακές.

Στο θέατρο “Μαρίινσκι” εμφανιζόταν καινούριο μπαλέτο με την Καρσάβινα. Κι όλη η μπαλετομανής Ρωσία πήγε να τη δει. Τραγουδούσε ο Σαλιάπιν. Στο θέατρο”Αλεξαντρίνσκι” ξανάρχισε, με σκηνοθεσία του Μέγιερχολντ, το δράμα του Αλέξη Τολστόι:”Ο θάνατος του Ιβάν του τρομερού”. Απ’ αυτή την παράσταση έμεινε στη μνήμη μου ο μαθητής του αυτοκρατορικού αυλικού σώματος, με την επίσημη στολή, που σ’ όλα τα διαλείμματα στεκόταν σε στάση προσοχής, με πρόσωπο προς το αδειανό αυτοκρατορικό θεωρείο, απ’ όπου είχαν αφαιρεθεί πια όλοι οι αετοί… Το θέατρο “Κυρτός καθρέφτης” ανέβασε με πολυτελή σκηνοθεσία του Σνίτσλερ το θέαμα: “Χορός”

.Το Ερμιτάζ κι όλες οι άλλες πινακοθήκες μεταφέρθηκαν στη Μόσχα, ωστόσο στην Πετρούπολη κάθε βδομάδα άνοιγαν καλλιτεχνικές εκθέσεις. Πλήθη γυναικών, από τους κύκλους της διανόησης, παρακολουθούσαν με φανατισμό τις διαλέξεις για την τέχνη, τη λογοτεχνία και τη φιλολογία. Για τους θεολόγους ήταν μια περίοδος εξαιρετικά ζωηρή. Ο στρατός της σωτηρίας, που για πρώτη φορά επικράτησε στη Ρωσία, γέμιζε όλους τους τοίχους με αγγελίες για τις ευαγγελικές συγκεντρώσεις, που προκαλούσαν έκπληξη και ταυτόχρονα διασκέδαζαν το ρούσικο ακροατήριο….

Οπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, η καθημερινή ζωή της πόλης με τις μικροασχολίες της τραβούσε το δρόμοτης, προσπαθώντας, όσο το δυνατό, να μη νιώθει την επανάσταση. Οι ποιητές έγραφαν στίχους, όχι βέβαια για τηνεπανάσταση. Οι ρεαλιστές ζωγράφοι έκαναν πίνακες με θέματα του παλιού ρωσικού τρόπου ζωής ή για ό,τι άλλο τουςήταν βολικό, όχι όμως και για την επανάσταση. Οι πλούσιοι επαρχιώτες έρχονταν στην Πετρούπολη για να μάθουνγαλλικά και μουσική. Στους διαδρόμους και τα σαλόνια των ξενοδοχείων πηγαινοέρχονταν νεαροί, κομψοί κι εύθυμοι αξιωματικοί, επιδείχνοντας τις βαθυκόκκινες κουκούλες με τα χρυσά κορδόνια και τις σκαλισμένες καυκασιανές σπάθες.

Τ’ απογεύματα οι κυρίες των μεσαίων υπαλληλικών κύκλων, επισκέπτονταν η μια την άλλη για να πιουν κανένα φλιτζάνι τσάι, κουβαλώντας μαζί τους μέσα στα μανσόν τη μικρή ασημένια ή χρυσή ζαχαριέρα, έργο λαϊκής τέχνης, και μισή φρατζόλα ψωμί, κι εκεί ονειροπολούσαν μεγαλόφωνα για το πόσο ωραία θα ήταν αν ξαναγύριζε ο τσάρος ή αν έρχονταν οι Γερμανοί ή αν συνέβαινε κάτι που θα μπορούσε να λύσει το βασανιστικό ζήτημα της υπηρέτριας… Ενα μεσημέρι η κόρη ενός φίλου μου γύρισε στο σπίτι έξω φρενών, επειδή η εισπραχτόρισσα στο τραμ την αποκάλεσε: “συντρόφισσα“!

Και γύρω απ’ αυτούς ήταν η απέραντη Ρωσία, που αγκομαχώντας από τους πόνους, γεννούσε τον καινούριο κόσμο. Η υπηρέτρια, που προηγούμενα της φέρνονταν σαν να ήταν ζώο και δεν την πλήρωναν σχεδόν τίποτα, απόχτησε το αίσθημα της ατομικής της αξιοπρέπειας. Ενα ζευγάρι παπούτσια κόστιζε πάνω από εκατό ρούβλια κι επειδή οι αποδοχές της δεν ξεπερνούσαν συνήθως τα τριάντα πέντε ρούβλια το μήνα, η υπηρέτρια αρνούνταν να στέκεται στις ουρές και να χαλάει τα παπούτσια της.

Αυτό όμως ήταν το λιγότερο. Στην καινούρια Ρωσία ο άνθρωπος – άντρας ή γυναίκα – απόχτησε δικαίωμα ψήφου, εκδόθηκαν εργατικές εφημερίδες που μιλούσαν για καινούρια και εκπληκτικά πράγματα, εμφανίστηκαν τα Σοβιέτ, εμφανίστηκαν τα επαγγελματικά συνδικάτα. Ακόμα κι οι αμαξάδες είχαν το επαγγελματικό τους συνδικάτο και τον αντιπρόσωπό τους στο Σοβιέτ της Πετρούπολης. Οι υπηρέτες και οι σερβιτόροι οργανώθηκαν και παραιτήθηκαν από τα φιλοδωρήματα. Στους τοίχους όλων των εστιατορίων κρέμονταν πινακίδες που έλεγαν: “Εδώ δεν παίρνουν φιλοδώρημα” ή: “Αν κάποιος είναι υποχρεωμένος να δουλέψει σαν σερβιτόρος για να βγάλει το ψωμί του αυτό δε σημαίνει καθόλου, πως μπορούμε να τον προσβάλουμε με ελεημοσύνες”.

Στο μέτωπο οι στρατιώτες πάλευαν ενάντια στους αξιωματικούς και μάθαιναν μέσα στις επιτροπές τους ν’ αυτοδιοικούνται. Στα εργοστάσια οι ρωσικές οργανώσεις – οι εργοστασιακές επιτροπές (8) – που δεν είχαν το ταίρι τους, αποχτούσαν πείρα, δύναμη και συναίσθηση της ιστορικής τους αποστολής στην πάλη ενάντια στην παλιά τάξη πραγμάτων. Ολη η Ρωσία έμαθε να διαβάζει και πραγματικά διάβαζε βιβλία για την πολιτική, την οικονομία, την ιστορία – διάβαζε γιατί οι άνθρωποι διψούσαν να μάθουν… Σε κάθε πόλη, στις περισσότερες πόλεις κοντά στο μέτωπο, κάθε πολιτικό κόμμα έβγαζε την εφημερίδα του, και κάποτε και κάμποσες εφημερίδες. Χιλιάδες οργανώσεις τύπωναν εκατοντάδες χιλιάδες πολιτικές μπροσούρες, πλημμυρίζοντας μ’ αυτές τα χαρακώματα και τα χωριά, τα εργοστάσια και τους δρόμους των πόλεων.

Η δίψα της μάθησης, που τόσο καιρό τη συγκρατούσαν, φούντωσε μαζί με την επανάσταση, με ασυγκράτητη δύναμη. Στους πρώτους έξι μήνες της επανάστασης, μόνο από το ινστιτούτο του Σμόλνι στέλνονταν καθημερινά προς όλα τα σημεία της χώρας με φορτηγά αυτοκίνητα και με αμαξοστοιχίες ολόκληροι τόνοι φιλολογικά έντυπα. Η Ρωσία ρουφούσε το έντυπο υλικό με τέτοια λαιμαργία, όπως η ξερή άμμος ρουφάει το νερό. Και δεν ήταν όλα αυτά παραμύθια ή πλαστογραφημένη ιστορία, νερωμένη θρησκεία, φτηνή και κακοτυπωμένη λογοτεχνία, αλλά κοινωνικές και οικονομικές θεωρίες, φιλοσοφία, τα έργα του Τολστόι, του Γκόγκολ και του Γκόρκι…

Επειτα ήταν οι λόγοι. Η Ρωσία πλημμύρισε από τέτοιους χειμάρρους ζωντανού λόγου, που σε σύγκριση μ’ αυτούς “ο κατακλυσμός του γαλλικού λόγου“, για τον οποίο γράφει ο Καρλάιλ, φαίνεται μικρό ρεματάκι. Διαλέξεις, συζητήσεις, ομιλίες στα θέατρα, στα τσίρκα, στα σχολειά, στις λέσχες, στις αίθουσες των Σοβιέτ, στα διαμερίσματα των επαγγελματικών συνδικάτων, στους στρατώνες… Συλλαλητήρια στα χαρακώματα, στο μέτωπο, στα χωριά, στα ξέφωτα των δασών, στις αυλές των εργοστασίων… Τι εκπληκτικό θέαμα παρουσίαζε το εργοστάσιο Πουτίλοφ, όταν από τα κτίριά του ξεχυνόταν ο πυκνός χείμαρρος των σαράντα χιλιάδων εργατών, που βγαίνανε ν’ ακούσουν τους σοσιαλιστές – δημοκράτες, τους εσέρους, τους αναρχικούς, όποιον και να ‘ναι, και για ό,τι να ‘ναι κι όσο κι αν μιλούσαν.

Ολόκληρους μήνες το κάθε σταυροδρόμι της Πετρούπολης και των άλλων ρωσικών πόλεων, ήταν συνεχώς δημόσιο βήμα. Αυθόρμητες συζητήσεις και συλλαλητήρια γίνονταν ακόμα και στις αμαξοστοιχίες, στα τραμ, παντού… Αλλά και τα πανρωσικά συνέδρια κι οι συνδιασκέψεις, στα οποία έπαιρναν μέρος άνθρωποι των δύο ηπείρων, τα συνέδρια των Σοβιέτ, των συνεταιρισμών, των Ζέμστβα, των εθνοτήτων, του κλήρου, των αγροτών, των πολιτικών κομμάτων, η δημοκρατική συνέλευση, η κρατική σύσκεψη της Μόσχας, το Σοβιέτ της Ρωσικής Δημοκρατίας, ακούγονταν διαρκώς λόγοι… Στην Πετρούπολη διεξάγονταν διαρκώς τρία ως τέσσερα συνέδρια ταυτόχρονα. Οι απόπειρες να περιοριστεί το χρονικό όριο ομιλίας ματαιώνονταν αποφασιστικά σε κάθε συλλαλητήριο κι ο καθένας είχε όλη τη δυνατότητα να εκφράσει τα αισθήματα και τις σκέψεις του, όποιες κι αν ήταν.

Πήγαμε στο μέτωπο στη 12η Στρατιά, που βρισκόταν κοντά στη Ρίγα, όπου οι ξυπόλυτοι και εξαντλημένοι άνθρωποι πέθαιναν στη λάσπη των χαρακωμάτων από την πείνα και τις αρρώστιες. Μόλις μας είδαν ήρθαν να μας συναντήσουν. Τα πρόσωπά τους ήταν αδύνατα… Μέσα από τις τρύπες της στολής τους, πρόβαλε μελανιασμένο το γυμνό σώμα. Κι όμως η πρώτη ερώτηση ήταν: “Μας φέρατε τίποτα να διαβάσουμε;“.

Τα εξωτερικά, τα φανερά γνωρίσματα της αλλαγής που έγινε ήταν πολλά, ωστόσο, αν και κυμάτιζε μια κόκκινη σημαιούλα στα χέρια του αγάλματος της Μεγάλης Αικατερίνης, που βρισκόταν απέναντι στο θέατρο Αλεξαντρίνσκι, αν και σ’ όλα τα δημόσια κτίρια κυμάτιζαν επίσης κόκκινες σημαίες, μερικές μάλιστα είχαν ξεθωριάσει κιόλας, αν και τα αυτοκρατορικά μονογράμματα κι οι αετοί πετάχτηκαν από παντού ή σκεπάστηκαν, αν και στη θέση των άγριων αστυνομικών φύλαγε τώρα τους δρόμους η καλοκάγαθη και άοπλη πολιτοφυλακή, ωστόσο διατηρούνταν ακόμα πολλά παράξενα υπολείμματα του παρελθόντος.

Ετσι λόγου χάρη, παράμεινε σε πλήρη ισχύ ο πίνακας διαβαθμίσεων του Μεγάλου Πέτρου, που τον είχε επιβάλει με το σιδερένιο χέρι του σ’ όλη τη Ρωσία.

Σχεδόν όλοι, αρχίζοντας από τους μαθητές, εξακολουθούσαν ακόμα να φορούν την καθιερωμένη από προηγούμενα ειδική στολή, με τους αυτοκρατορικούς αετούς στα κουμπιά και στην μπουτονιέρα. Στις 5 περίπου το βράδυ, οι δρόμοι γέμιζαν από ηλικιωμένους ανθρώπους με στολή και χαρτοφύλακες. Γυρνώντας στα σπίτια  τους, ύστερα από τη δουλιά τους στα τεράστια σαν στρατώνες υπουργεία και τ’ άλλα κυβερνητικά ιδρύματα, οι υπάλληλοι πιθανόν να σκέφτονταν πως ο γρήγορος θάνατος των προϊσταμένων τους θα τους φέρει πιο κοντά στον πολυπόθητο ανώτερο βαθμό της ιεραρχίας ή στη θέση του μυστικοσύμβουλου ή την πιθανότητα να μπουν σε τιμητική διαθεσιμότητα μ’ όλες τις αποδοχές, και ακόμα ίσως και με το παράσημο της Αγίας Αννας κρεμασμένο στο λαιμό…

Στο γερουσιαστή Σοκολόφ, συνέβηκε το εξής περίεργο περιστατικό, όταν μια φορά, στο αποκορύφωμα της επανάστασης, πήγε στη συνεδρίαση της Γερουσίας ντυμένος με πολιτικά: Δεν του επέτρεψαν να πάρει μέρος στη συνεδρίαση γιατί δε φορούσε τη στολή, την ειδική στολή του “υπηρέτη” του τσάρου!

Μέσα σ’ αυτό το φόντο του αναβρασμού και της αποσύνθεσης ολόκληρου έθνους, ξετυλίχτηκε το πανόραμα της εξέγερσης των λαϊκών μαζών της Ρωσίας…

 

 

Σημειώσεις

 

 

 

(*) Οι αριθμοί στο κείμενο του βιβλίου παραπέμπουν τον αναγνώστη στις προσθήκες του Τζον Ριντ. Για τις προσθήκες του κάθεκεφαλαίου του βιβλίου ο συγγραφέας έκανε ιδιαίτερη σειρά αρίθμησης. Σύντ

.(**) Ο Τζον Ριντ είχε υπόψη του την εφημερίδα “Ισβέστια” της ΚΕΕ που βρισκόταν στα χέρια των μενσεβίκων και εσέρων. Σύντ.

(***) Μια από τις “περιοριστικές” εγκύκλιες του Σκόμπελεφ στις 28 Αυγούστου 1917. Σύντ.

 

 

(1) Ο Τζον Ριντ χρησιμοποιεί εδώ τη λέξη “ομάδα”, θέλοντας να υπογραμμίσει, ότι αμέσως μετά την αστικοδημοκρατική επανάσταση, τοΜάρτη του 1917, το κόμμα των μπολσεβίκων, που μόλις βγήκε από την παρανομία, ήταν ακόμα συγκριτικά ολιγάριθμο. Σύντ.

 (2) Σεντ Αντουάν – ονομασία ενός προαστίου του Παρισιού, που ο εργαζόμενος πληθυσμός του διακρινόταν για το υψηλό μαχητικόπνεύμα στην εποχή των επαναστατικών εξεγέρσεων στη Γαλλία, στα τέλη του 18ου και το 19ο αιώνα. Ο Τζον Ριντ συγκρίνει μ’ αυτό τοπροάστιο, την εργατική συνοικία της Πετρούπολης, Βίμποργκ. Σύντ.

 (3) Τρότσκι Λ. Δ. (Μπρονστέιν). Από το 1903 ήταν μενσεβίκος, επικεφαλής της κατεύθυνσης του κέντρου (“τροτσκισμός”) στο ρωσικόσοσιαλδημοκρατικό κίνημα. Οντας καλυμμένος λικβινταριστής, οργάνωσε το 1912 το λικβινταριστικό “μπλοκ του Αυγούστου”, για να παλέψει ενάντια στους μπολσεβίκους. Στα χρόνια του ιμπεριαλιστικού πολέμου πήρε ουσιαστικά τη σοβινιστική θέση της “υπεράσπισης της πατρίδας”, προπαγανδίζοντας το σύνθημα: “ούτε νίκη, ούτε ήττα”. Πάλευε ενάντια στη λενινιστική θεωρία της νίκης του σοσιαλισμού σε μια χώρα.

Το καλοκαίρι του 1917 μπήκε στο κόμμα των μπολσεβίκων. Μη έχοντας κατ’ αρχήν αντίρρηση για την ένοπλη εξέγερση, πρότεινε να περιμένουν το συνέδριο των Σοβιέτ. Ο Λένιν τασσόταν αποφασιστικά ενάντια σ’ αυτή την ταχτική, που θακαταδίκαζε την εξέγερση σε ήττα. Στην περίοδο των διαπραγματεύσεων αντιτάχθηκε στο κλείσιμο της ειρήνης του Μπρεστ.  Αρχίζοντας από το 1920 έκανε σκληρή φραξιονιστική πάλη ενάντια στη λενινιστική γραμμή του κόμματος για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Το 1926 μπήκε επικεφαλής στο “αντιπολιτευτικό μπλοκ” (Ζινόβιεφ, Κάμενεφ, Τρότσκι), ενάντια στην καθοδήγηση του ΠΚΚ (μπ) καιτης Κομιντέρν. Το 1927 διαγράφτηκε από το κόμμα για αντικομματική και αντεπαναστατική δράση. Το 1929 απελάθηκε στο εξωτερικό,όπου συνέχιζε να παλεύει ενάντια στη Σοβιετική Ενωση και τα κομμουνιστικά κόμματα. Σύντ.

(4) Ζινόβιεφ Γ. Ε. (Ραντομίσλσκι): έκανε επανειλημμένες υποχωρήσεις από το μπολσεβικισμό και στο τέλος ξέκοψε από το μαρξισμό – λενινισμό. Στην περίοδο της αντίδρασης του Στολίπιν ενεργούσε σαν συμφιλιωτής απέναντι στους μενσεβίκους – λικβινταριστές καιοτζοβιστές. Τον Οχτώβρη του 1917 μαζί με τον Κάμενεφ έκανε προδοσία, γράφοντας ενάντια στην απόφαση της ΚΕ για την εξέγερση, στη μενσεβικική εφημερίδα Νέα Ζωή και αποκαλύπτοντας έτσι το σχέδιο της εξέγερσης στους εχθρούς. Ο Β. Ι. Λένιν σε γράμμα προς τα μέλη του κόμματος των μπολσεβίκων (“Απαντα”, 5η έκδοση, τόμ. 34, σελ. 419 – 420) στιγμάτισε αυτή την πράξη του Ζινόβιεφ και του Κάμενεφ σαν απεργοσπαστισμό και απαίτησε τη διαγραφή τους από το κόμμα. Μετά τη νίκη της Οχτωβριανής Επανάστασης ο Ζινόβιεφ υποστήριζε το σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού με εκπροσώπους των μενσεβίκων, των εσέρων και των “λαϊκών σοσιαλιστών”. Αρνούμενος τη δυνατότητα οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη χώρα, το 1915 μπήκε επικεφαλής της λεγόμενης “καινούριας αντιπολίτευσης”, συνασπίστηκε με τον Τρότσκι. Το 1927 διαγράφτηκε από το κόμμα για ασταμάτητη αντικομματική φραξιονιστική δράση. Αφού κατόρθωσε ν’ αποκατασταθεί στο κόμμα, συνέχισε την αντικομματική και αντισοβιετική δράση και διαγράφτηκε ξανά απότο κόμμα. Σύντ.

(5) Μέρος των περιβόητων “Ντοκουμέντων του Σίσον”. Τζ. Ριντ. Ο Σίσον ήταν αντιδραστικός Αμερικανός δημοσιογράφος, πουκυκλοφόρησε στις ΗΠΑ συλλογή πλαστών ντοκουμέντων, για να δυσφημήσει τους ηγέτες των μπολσεβίκων. Σύντ.(6) Τον Αύγουστο (με το παλιό ημερολόγιο). Στην Πετρούπολη οι εκλογές έγιναν στις 20 Αυγούστου. Σύντ.

(6) Κοίτα John Reed: From Korn; ilof to Brest Litonsk (Από τον Κορνίλοφ ως τον Μπρεστ Λιτόφσκ), Boni and Liberight, Ν.Υ. 1919. Τζον Ριντ.

(7) Το σεντς με την τοτινή τιμή ισοδυναμούσε με 2 – 5 καπίκια. Σύντ.

 (8) Η συνδιάσκεψη των εργοστασιακών επιτροπών της Πετρούπολης που έγινε από τις 30 του Μάη (12 του Ιούνη) – 3 (16) του Ιούνη στησυντριπτική της πλειοψηφία (τα τρία τέταρτα των αντιπροσώπων) πήγε με τους μπολσεβίκους. Σύντ.

 

 

 

http://revmarx.blogspot.gr/2011/12/blog-post_8609.html

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *