Rosa Luxemburg: Γιατί έχασε η απεργία τη μαχητική της ικανότητα

 

 

Γιατί έχασε η απεργία τη μαχητική της ικανότητα

 

 

Ρόζα Λούξεμπουργκ

 

 

 

Η βασική σκέψη των Βέλγων συντρόφων στην προετοιμασία της απεργίας του Απρίλη ήταν να της αφαιρέσουν κάθε βίαιο χαρακτήρα, να τη διαχωρίσουν εντελώς από την επαναστατική κατάσταση, να της δώσουν μεθοδικά, αυστηρά περιορισμένο χαρακτήρα μιας συνηθισμένης συνδικαλιστικής απεργίας. Δεν είναι το ότι δεν διέπραξε «παρανομίες» που δίνει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα σε αυτό το κίνημα την τελευταία δεκαετία του προηγούμενου αιώνα, οι απεργοί εργάτες, όπως είπαμε, είχαν διαπράξει εξίσου λίγες «παρανομίες» με αυτή τη φορά στο Βέλγιο, όπως παντού ήταν πάντα οι «υπερασπιστές της τάξης» που διέπραξαν και προκάλεσαν ακρότητες. Η διαφορά ότι οι μαζικές απεργίες γύρω στο 1890 ήταν αυθόρμητα κινήματα που προήλθαν από μια επαναστατική κατάσταση, από την ένταση του αγώνα και από τη μεγαλύτερη δυνατή δράση των εργατικών μαζών. Αυθόρμητες όχι με την έννοια ότι ήταν χαώδεις, απρογραμμάτιστες, χωρίς φρένα και χωρίς αρχηγούς.

Σε εκείνες τις δυο απεργίες αντίθετα η ηγεσία του κόμματος δεν ήταν παρά ένα με τις μάζες· βάδιζε μπροστά, διεύθυνε και κυριαρχούσε απόλυτα στο κίνημα ακριβώς επειδή ήταν σε άμεση επαφή με τις μάζες των οποίων αισθανόταν τις διαθέσεις, επειδή είχε προσκολληθεί στην απεργία και δεν ήταν παρά η συνειδητή έκφραση των αισθημάτων και των προσπαθειών των μαζών. Εκείνες οι απεργίες ήταν αυθόρμητες με την έννοια ότι αντιδρούσαν άμεσα σε μια πολιτική κατάσταση, ανταπέδιδαν κάθε χτύπημα στη μάχη, ήταν έτοιμες για όλες τις συνέπειες και όλα τα ενδεχόμενα της πάλης και έριχναν όλο το βάρος στη δράση των μαζών

Είναι αναμφίβολο ότι σε τέτοιες μαζικές απεργίες ξεπετάγεται ένας ισχυρός επαναστατικός σπινθήρας, ότι, σε μια βαριά ατμόσφαιρα,σε μια κατάσταση όπου η έκταση των ανταγωνισμών έχει φτάσει σε ορισμένη οξύτητα, μπορούν να προκαλέσουν πραγματικές συγκρούσεις με τις δημόσιες αρχές. Αλλά είναι εξίσου βέβαιο, ότι ακριβώς η πίεση τέτοιων απεργιών είναι που φέρνει τα γρηγορότερα αποτελέσματα και που αναγκάζει γενικά τις κυρίαρχες τάξεις να υποχωρήσουν πριν να φτάσουν σε ακρότητες, πριν να προκαλέσει η κατάσταση μια γενική σύγκρουση με την εξουσία. Οι βελγικές απεργίες του 1891 και του 1893 το επιβεβαιώνουν πλήρως!

Έτσι το αυστριακό προλεταριάτο, το 1905, ήταν αρκετό το να ακολουθήσει το μεταδοτικό παράδειγμα των επαναστατών αγωνιστών και να αρχίσει το αυθόρμητο κίνημά του, για να αναγκαστούν οι κάτοχοι της εξουσίας να υποχωρήσουν πριν γίνει αναπόφευκτο ένα δίκαιο ξεκαθάρισμα των λογαριασμών. Το ίδιο αποδείχνουν και πολυάριθμα άλλα παραδείγματα από την πρακτική του διεθνούς προλεταριάτου τα 50 τελευταία χρόνια: δεν είναι η χρησιμοποίηση της φυσικής δύναμης, αλλά η επαναστατική αποφασιστικότητα των μαζών να μην τρομάξουν σε κάθε περίπτωση, στην απεργιακή τους δράση, από τις πιο ακραίες συνέπειες της μάχης και να κάνουν όλες τις απαραίτητες θυσίες, που δίνουν σε αυτή τη δράση μια τόσο ακαταμάχητη δύναμη που μπορεί να φέρει συχνά αξιόλογες νίκες σε μικρό χρονικό διάστημα.

Στην απεργία του Απρίλη στο Βέλγιο, αντίθετα, κυριάρχησε η ιδέα να αποφύγουν κάθε επαναστατική κατάσταση, κάθε διάψευση των υπολογισμών, κάθε απρόβλεπτη εξέλιξη της μάχης και με μια λέξη να αποκλείσουν προηγουμένως κάθε κίνδυνο να προδιαγράψουν από ένα χρόνο πριν ολόκληρη την εκστρατεία.

Έτσι όμως, οι Βέλγοι σύντροφοι στέρησαν τη γενική τους απεργία από όλη της τη μαχητική της ικανότητα. Η επαναστατική ενεργητικότητα των μαζών δεν δέχεται να μπει στο μπουκάλι και ένας μεγάλος λαϊκός αγώνας δεν δέχεται να κατευθυνθεί σαν στρατιωτική παρέλαση. Το ένα από τα δύο: ή προκαλεί κανείς μια πολιτική επίθεση των μαζών, ή μάλλον, καθώς μια τέτοια επίθεση δεν προκαλείται τεχνητά, αφήνει τις ερεθισμένες μάζες να επιτεθούν, και κάνει μάλιστα ό,τι μπορεί για να κάνει αυτή την επίθεση πιο ορμητική, πιο συγκεντρωμένη, οπότε όμως δεν έχει κανείς το δικαίωμα ακριβώς τη στιγμή που ξεσπάει η επίθεση να την καθυστερήσει. Ή δεν επιθυμεί κανείς γενική επίθεση, οπότε όμως μια γενική απεργία είναι ένα παιχνίδι χαμένο εκ των προτέρων. Αν τον Απρίλη, όπως διαβεβαίωσαν οι ηγέτες στο συνέδριο, αρκούσε να γίνει μια επίδειξη της πειθαρχίας και της ενότητας της εργατικής τάξης, δεν χρειάζονταν δέκα μέρες απεργίας για αυτό και στοίχισε πολύ η προετοιμασία 9 μηνών. Οι Βέλγοι εργάτες ήταν ήδη από πολύν καιρό έτοιμοι για μια τέτοια εκδήλωση και είχαν προετοιμαστεί πολλές φορές για αυτή. Αν όμως έπρεπε να γίνει μια μαχητική απεργία, με τον τρόπο που την εκτέλεσαν ήταν πολύ λίγο κατάλληλος για να καταλήξει σε νικηφόρα.

Είναι ξεκάθαρα, εν πάσει περιπτώσει – και το βεβαιώνει και η ιστορία των μαζικών απεργιών στις διάφορες χώρες – ότι όσο πιο γρήγορα και ξαφνικά μια πολιτική απεργία προσβάλλει τις άρχουσες τάξεις τόσο μεγαλύτερα αποτελέσματα φέρνει και τόσο περισσότερες ελπίδες νίκης έχει. Όταν το εργατικό κόμμα αναγγέλλει τρία τρίμηνα πριν την πρόθεσή του να εξαπολύσει πολιτική απεργία, δεν είναι μόνο αυτό αλλά και η αστική τάξη και το κράτος που κερδίζουν όλο τον απαραίτητο χρόνο για να προετοιμαστούν υλικά και ψυχολογικά για το γεγονός.

Εξάλλου οι μακρόχρονες και επίπονες προσπάθειες οικονομίας των Βέλγων προλετάριων, τόσο αξιοθαύμαστες στον ιδεαλισμό τους, είχαν το κακό ότι προσέβαλαν έντονα, σε ολόκληρη τη διάρκειά τους, τα οικονομικά συμφέροντα της μικροαστικής τάξης, τους μαγαζάτορες και τους εμπόρους, αυτού του στρώματος που οι συμπάθειές του είναι οι πρώτες που πρέπει να στραφούν προς την εργατική τάξη. Χάρη στη μεγάλη προετοιμασία της απεργίας, η μεγαλοαστική τάξη κατάφερε να αποφύγει, κατά μεγάλο μέρος, το χτύπημα που σε αυτή πρώτη καταφέρνει κάθε αυθόρμητη μαζική απεργία.

Η αποτελεσματικότητα κάθε μαχητικής πολιτικής απεργίας εξαρτάται επίσης από τη συνεργασία του προσωπικού που απασχολείται στις δημόσιες υπηρεσίες. Όταν οι Βέλγοι σύντροφοι – όπως προκύπτει από την πρόθεσή τους να κάνουν μια μακρόχρονη και ειρηνική απεργία – αρνήθηκαν να σταματήσουν τις δημόσιες υπηρεσίες, αφαίρεσαν φυσικά από την απεργία τους κάθε «παράνομο χαρακτήρα», αλλά ταυτόχρονα της στέρησαν την αποτελεσματικότητά της ως μέσο γρήγορου εξαναγκασμού και εκφοβισμού της κοινής γνώμης και του κράτους.

Με μια λέξη όλες οι ιδιότητες της απεργίας του Απρίλη που, σύμφωνα με τις προθέσεις του βελγικού κόμματος, της προσέδωσαν τον μεθοδικό χαρακτήρα μιας συνδικαλιστικής ενέργειας, της στέρησαν ταυτόχρονα, κατά μεγάλο μέρος, την αποτελεσματικότητά της ως πολιτικής απεργίας.

Άλλωστε, είδαμε στην ιστορία της πάλης για το εκλογικό δικαίωμα στο Βέλγιο ότι οι ηγέτες του κόμματος στην πραγματικότητα εδώ και 15 περίπου χρόνια απαγορεύουν τη μαζική απεργία και προσπαθούν συνεχώς να την απωθήσουν και να την εμποδίσουν. Τελικά, η τακτική αυτή είχε μολαταύτα το αντίθετο αποτέλεσμα από εκείνο που επιδίωκε. Η απεργία που όλο αναβαλλόταν όταν έφτανε να πρέπει να ξεσπάσει βίαια, έγινε πλέον, όχι μόνο για την αντίδραση αλλά και για το κόμμα, μια πραγματικά δαμόκλειος σπάθη. Εδώ και 9 ήδη μήνες, το βελγικό κόμμα ήταν στο στάδιο των προετοιμασιών της μαζικής απεργίας. Μόλις ξέσπασε η απεργία του Απρίλη, με την πρώτη υποψία υποχώρησης, το κόμμα στη σύνοδο στις 24 Απρίλη, την έκανε να στραφεί προς τα νέα του σχέδια. Η ίδια τακτική που απαγόρευε κάθε βίαιη αναμέτρηση της μάζας με την αντίδραση, μετάτρεψε την απειλή της γενικής απεργίας σε ιστορία.

Φαίνεται αναπόφευκτο ότι υπερβολικές ψευδαισθήσεις σχετικά με την αποτελεσματικότητα της μαζικής πολιτικής απεργίας καλλιεργήθηκαν θεληματικά στις μάζες. Όμως στις σημερινές συνθήκες, αυτές τις ψευδαισθήσεις μπορούν να διαδεχθούν ευκολότατα διαψεύσεις. Η μαζική πολιτική απεργία δεν είναι από μόνη της ένα θαυματουργό μέσο. Δεν είναι αποτελεσματική παρά μόνο κάτω από επαναστατικές συνθήκες, ως έκφραση μιας έντονα συγκεκριμένης επαναστατικής δραστηριότητας και μιας μεγάλης έντασης των ανταγωνισμών. Χωρισμένη από αυτή τη δραστηριότητα και αυτές τις συνθήκες, και έχοντας μετατραπεί σε στρατηγική μανούβρα πολύ καιρό πριν κανονισμένη που εκτελείται με σχολαστική ακρίβεια, η μαζική απεργία δεν μπορεί παρά να αποτύχει εννιά φορές στις δέκα.

Κανένας δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να προβλέψει με βεβαιότητα ποια θα είναι η μελλοντική μοίρα της εκλογικής μεταρρύθμισης στο Βέλγιο. Ίσως οι Βέλγοι κληρικόφρονες, όπως οι τόρυς στην Αγγλία, θα είναι αρκετά συνετοί ώστε να πάρουν ένα μάθημα από τον αναβρασμό των μαζών και να μπουν στον πλατύ δρόμο του συμβιβασμού. Φυσικά, η στάση τους μέχρι σήμερα κάθε άλλο παρά δείχνει ότι είναι ικανοί να καταλάβουν μια τέτοια έξυπνη πολιτική. Αν επέμεναν όμως στην αντιδραστική τους σκληρότητα, όπως οι αγροτικοί της Ανατολικής Πρωσίας, μόνο μια έφοδος του προλεταριάτου θα μπορούσε να σπάσει αυτή την επιμονή, όπως έκανε ήδη το 1891 και 1893.

Άρα, κατά τη γνώμη μας, το αδελφό βελγικό κόμμα θα μπορούσε να βγάλει από αυτή την πρόσφατη εμπειρία το δίδαγμα: μόνο η επιστροφή στην τακτική του βίαιου μαζικού κινήματος ελεύθερου από κάθε συμμαχία με τους φιλελεύθερους, και η αποδέσμευση ολόκληρης της επαναστατικής ενεργητικότητας του προλεταριάτου, να καταστρέψουν αυτό το φεουδαλικό οχυρό. Εν πάσει περιπτώσει, η εμπειρία του Απρίλη δεν θα έπρεπε να συσταθεί στο βελγικό κόμμα και στη Διεθνή σαν αξιέπαινος νεωτερισμός στο χειρισμό της μαζικής πολιτικής απεργίας.

Όμως, όπως και αν κρίνει και κριτικάρει κανείς τη δράση των Βέλγων συντρόφων, αυτή η δράση παραμένει για μας, στη Γερμανία, ένα μάθημα και ένα παράδειγμα που μας κάνει να κοκκινίζουμε από ντροπή. Το βελγικό κόμμα δοκιμάζει τη μαζική απεργία, αλλά δοκιμάζει επίσης, συγκεντρώνοντας όλες του τις μεθόδους μαζικής δράσης. Στην Πρωσία αντίθετα, τα παραινετικά λόγια του πρωσικού συνεδρίου των Χριστουγέννων του 1909, τα φλογερά και αξιόλογα λόγια του ‘Σίνγκερ, δεν ακολουθήθηκαν παρά από μια μικρή εκστρατεία εκδηλώσεων την άνοιξη του 1910 που, αφού ξεκίνησε γεμάτη ορμή, διακόπηκε απλούστατα από το κόμμα.

Από τότε, είμαστε ευχαριστημένοι να βαδίζουμε από εκλογές σε εκλογές τόσο για το Ραϊχστάγκ όσο και για το Λάνταγκ. Όμως, το βελγικό παράδειγμα έπρεπε να γίνει για το κόμμα μας λιγότερο ευκαιρία θαυμασμού που καταλήγει σε κριτικό πνεύμα και περισσότερο αφορμή για να κάνουμε την αντίδραση της Ανατολικής Πρωσίας να αισθανθεί για μια φορά την αξία της φράσης: αρκετά μπουσουλήσαμε τώρα πρέπει να βαδίσουμε.

 

 

 

 

Leipziger Volkszeitung 19 Μαΐου 1913

 

 

 

 

https://krisikaikritiki.wordpress.com/2015/11/12/γιατί-έχασε-η-απεργία-τη-μαχητική-της-ι/

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *