Sergio Bologna: 8 Θέσεις Για Την Στρατευμένη Ιστοριογραφία

 

8 Θέσεις Για Την Στρατευμένη Ιστοριογραφία

 

1.Η κατάσταση του στρατευμένου ιστορικού

 

 

 

Μέχρι τώρα συντηρούσαμε πως η υποκειμενικότητα του στρατευμένου ιστορικού, το γεγονός της συγκατάταξής του μέσα στο επαναστατικό ταξικό κίνημα, ως κομιστής ειδικών τεχνικών, ήταν επαρκής προϋπόθεση για την δημιουργία στρατευμένης ιστοριογραφίας. Είχαμε συνεπώς διατηρήσει πως η οργάνωση της έρευνας επίσης, και η πολιτιστική παραγωγή, θα έπρεπε να λάβουν χώρα μέσα σε αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, μέσα σε αυτή την ξεχωριστή κοινωνία η οποία ειναι το επαναστατικό ταξικό κίνημα.

Αλλα η υποκειμενικότητα του στρατευμένου ιστορικού προσδιορίζεται και από τους υλικούς του όρους, από το γεγονός πως είναι αποκλεισμένος -αν όχι νομικά, τότε σίγουρα πρακτικά- από διαθέσιμες πηγές, από έρευνα και από δημόσια χρηματοδότηση. Η χρήση εναλλακτικών πηγών, η υιοθεσία εναλλακτικών μεθοδολογιών είναι συχνά μια επιλογή που επιβλήθηκε από την περιθωριοποίηση. Από αυτό προκύπτει πως ο στρατευμένος ιστορικός σήμερα πρέπει να οργανωθεί ώστε να επιτύχει ισότιμη μεταχείριση όσον αφορά την πρόσβαση σε πηγές, σε πανεπιστημιακή έρευνα, και σε δημόσια χρηματοδότηση. Αν υπάρχει άδηλος Berufsverbot*, τότε θα πρέπει να τον προσδοκούμε, και να τον καταρρίψουμε!

*ΣτΜ: Berufsverbot αποτελεί “επαγγελματικό ασυμβίβαστο” στην γερμανική νομοθεσία. Πρόκειται περί επαγγελματικού αποκλεισμού σε διάφορες θέσεις και επαγγέλματα, ατόμων που έχουν εγκληματικό παρελθόν, αποκλίνουσα πολιτικά φρονήματα ή συμμετέχουν σε συγκεκριμένες ομάδες.

 

 

2.Οι αρχικές ελλείψεις της στρατευμένης ιστοριογραφίας

 

 

 

Στην Ιταλία ήταν στα τέλη της δεκαετίας του 1950, στην δημόσια συζήτηση η οποία έφερε το “Movimento Operaio” (“Εργατικό Κίνημα”) σε ένα τέλος, στα πρώιμα γραπτά του Montaldi, που η σύγχρονη στρατευμένη ιστοριογραφία γεννήθηκε -με άλλα λόγια μια ιστοριογραφία στενά συνδεδεμένη στα πρακτικά και θεωρητικά προβλήματα τα οποία η νέα ταξική σύνθεση έθετε για τις παραδοσιακές δομές του Κόμματος και του Συνδικάτου. Το μεγαλύτερο αρχικό ελλάτωμα συνίστατο στην τάση επαναξιολόγισης “μειοψηφικών” εμπειριών -ως ένα μέσο πίεσης του ρυθμού της πολεμικής με τον Σταλινισμό- σε τέτοιο βαθμό που κατέληξε να είναι μια αριστερή εκδοχή της “αιρετικής ιστορίας” του είδους που δημιούργησε ο Cantimori. Αυτό ήταν ένα δευτερεύον αποτέλεσμα, αλλά αποδείχθηκε μακροχρόνιο, καθώς μπορεί να ειδωθεί σε κάποια από την ιστοριογραφία των αναρχικών, συμβουλιακών και Μπορντιγκιστικών κινημάτων.

 

 

3.Η εργατική έρευνα

 

 

Η συγκεκριμένη μορφή ενάντια της οποίας η στρατευμένη ιστοριογραφία είχε να αναμετρηθεί στις αρχές της δεκαετίας του 1960, με τα Quaderni Rossi (Κόκκινα Τετράδια) ήταν η εργατική έρευνα. Εδώ η στρατευμένη ιστοριογραφία είχε να αντιμετωπίσει την καθυστέρησή της σε σχέση με άλλους κλάδους, όπως την βιομηχανική κοινωνιολογία, η οποία ήταν πολύ ταχύτερη στο να νομιμοποιηθεί από την νέα ταξική σύνθεση. Σε αυτή την περίοδο η κοινωνιολογία απολαμβάνει μια αδιαφιλονίκητη ηγεμονία, ενώ η στρατευμένη ιστοριογραφία παραμένει ως οπισθοφυλακή, συμπληρωματική λειτουργία.

Στην εργατική έρευνα, η στρατευμένη ιστοριογραφία αναμετριέται με το πρόβλημα των προφορικών πηγών, και με την σχέση ανάμεσα στην υποκειμενικότητα και την ιστορία γενικά. Όλη αυτή η προβληματική συντίθεται στην σχέση ανάμεσα του αυθορμητισμού και της οργάνωσης, η οποία σχέση είναι η πρώτη κύρια ερμηνευτική ιστοριογραφική κατηγορία την οποία η στρατευμένη ιστοριογραφία των αρχών τις δεκαετίας του 1960 επέτυχε να καθιερώσει. Η περιέργεια προς τις εμπειρίες των εργατικών συμβουλίων, τόσο των αρχών της δεκαετίας του 1920 όσο και των δεκαετιών 1930 και 1940 στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, απορρέει από την πεποίθηση πως είναι δυνατό να εφαρμοστεί η σχέση αυθορμητισμού-οργάνωσης ως μια γενική κατηγορία της ιστορίας του κινήματος της ιστορικής τάξης.

Η άλλη κύρια κατηγορία η οποία, σε αυτή την φάση, μόλις που ειδώθηκε, αλλά δεν αναπτύχθηκε, εξ αιτίας της περιορισμένης εξοικείωσης των Ιταλών ιστορικών με τα προβλήματα της τεχνολογίας, δεδομένης της γενικής ανθρωπιστικής συγκρότησης, είναι αυτή της σχέσης ανάμεσα στην άρνηση της εργασίας και της τεχνολογικής καινοτομίας. Η βιομηχανική κοινωνιολογία, ακόμα και στις υπεραριστερές εκδοχές της, είναι ανίκανη να προσφέρει ένα θεωρητικό πλαίσιο μέσα στο οποίο να τοποθετηθεί η σχέση ανάμεσα στο ταξικό κίνημα και την καινοτομία σε μηχανικούς εξοπλισμούς. Βλέπει μόνο την ανεξαρτησία των ατομικών συμπεριφορών, και τον κατακερματισμό της τάξης, και όχι την ανασύνθεσή της.

 

 

4.Πολιτική ταξική σύνθεση

 

 

Είναι μόνο όταν η κατηγορία της ταξικής σύνθεσης ορίζεται, ή, μάλλον, εφαρμόζεται, που η στρατευμένη ιστοριογραφία αναδύεται από τις βρεφικές της διαταραχές, και επιτυγχάνει να ανακτήσει το έδαφος της “κοινωνικής ιστορίας” απ’την μια μεριά, και από την άλλη το έδαφος της πολιτικοθεσμικής ιστορίας. Η έννοια της ταξικής σύνθεσης, ενώ είναι λειτουργική, είναι την ίδια στιγμή καθολική και γι’αυτό διφορούμενη. Είναι ένα πασπαρτού που ανοίγει όλες τις πόρτες. Αντικατέστησε μέσα στην στρατευμένη ιστοριογραφία αυτό που, στην γκραμσιανή αντίληψη, αλλά κυρίως στην γκραμσιανή “σχολή” ιστορίας, ήταν η έννοια της “ηγεμονίας”.

Αυτό σημαίνει πως εξακολουθεί να είναι μια “μετα-γκραμσιανή” έννοια, και αν η στρατευμένη ιστοριογραφία εύχεται να αναδυθεί από το μακρύ καθαρτήριο του μετα-γκραμσιανισμού, αν θέλει εμποδίσει την έννοια της πολιτικής ταξικής σύνθεσης να απορροφηθεί από την αμφιταλάντευση των ορφανών του Togliatti, τότε πρέπει να καταγγείλει τις ασάφειες και τα όριά της, και πρέπει να αυτοπροσδιοριστεί καλύτερα. Όταν κάποιος ρίξει μια πιο προσεκτικη ματιά, μέσα στην κατηγορία της ταξικής σύνθεσης προσπάθησαν να μεταφραστούν σε νεόυς όρους -ταιριαστούς σε μια κοινωνία που δεν ήταν πλέον ούτε αγροτική ούτε φεουδαρχική- κάποια από τα περιεχόμενα της κατηγορίας της “κοινωνίας των πολιτών”.

Όταν είπαμε “πολιτική ταξική σύνθεση”, εννοούμε, ή εννοούσαμε, όχι μόνο την τεχνική σύνθεση, την δομή της εργατικής δύναμης, αλλά και το άθροισμα και τις δικτυώσεις των μορφών κουλτούρας και συμπεριφορών τόσο του εργατή μάζα όσο και όλων των στρωμάτων που υπάγονται στο κεφάλαιο. Ο εργάτης, το αγροτικό του παρελθόν, ο δεσμός του (ή το σπάσιμο του δεσμού) με την οικογένεια, το παρελθόν του ως μετανάστης εργάτης, σε σχέση με πιο ανεπτυγμένες τεχνολογίες και με κοινωνίες με πιο ανεπτυγμένη διοίκηση πάνω στην εργατική δύναμη, το παρελθόν του ως πολιτικός και συνδικαλιστικός μιλιταντιστής, ή το παρελθόν του ως μέλος μιας καθολικής, πατριαρχικής οικογένειας -όλα μεταφρασμένα σε εξαγορές του αγώνα, σε πολιτική σοφία, σε ένα άθροισμα από υποκουλτούρες που καταλύουν η μία την άλλη, σε επαφή με την μαζικοποίηση της εργασίας ή με την αντίστροφη διαδικασία, τον κατεκερματισμό και την διασπορά της ανά την επικράτεια. Μηχανικός εξοπλισμός, η οργάνωση της εργασίας, μετατρέπουν και φέρνουν στην επιφάνεια αυτά τα πολιτιστικά παρελθόντα, η μαζική υποκειμενικότητα τα παίρνει στα χέρια της και τα μεταφράζει σε πάλη, στην άρνηση της εργασίας, και σε οργάνωση.

Η πολιτική ταξική σύνθεση είναι πρώτα και πρωτίστως ένα αποτέλεσμα, ένα τελικό σημείο μιας ιστορικής διαδικασίας. Αλλά διαλεκτικά και την ίδια στιγμή είναι η αφετηρία μιας ιστορικής κίνησης μέσα στην οποία, η εργασία υπάγεται στο κεφάλαιο ερμηνεύοντας την παραγωγική, κοινωνική και πολιτική οργάνωση της εκμετάλλευσης, και την μετατρέπει σε οργάνωση της δικής της αυτονομίας. Είναι από την αφετηρία της ταξικής σύνθεσης που είναι δυνατό να αναγνωριστεί μέσα στις εσωτερικές λειτουργίες του προλεταριάτου το πρόγραμμα δράσης του.

Η κριτική στον λενινισμό ως η αυτονομία της πολιτικής ξεκινάει από εδώ, αλλά εδώ δυστυχώς παραμένει στάσιμη και δεν έχει κάνει βήμα μπροστά. Η ρήξη με αυτόν πρέπει να είναι πρακτική και πολιτική. Ασφαλώς, ο στρατευμένος ιστορικός, προκειμένου να βγει απο την μετα-γκραμσιανή φάση, μπορεί να κρατήσει μια σταθερή ματιά στις ανταγωνιστικές συμπεριφορές, στις πραγματικές ρωγμές της σχέσης ανάμεσα στην δημοκρατία και στην ανάπτυξη, στις πρωτοβουλίες της εξουσίας τις οποίες η τάξη θέτει σε κίνηση ώστε να πετύχει την αυτονομία της και πέρα από την διαπραγμάτευση της τιμής της εργατικής της δύναμης, στον κοινωνικό ανταγωνισμό προς το θεσμικό σύστημα της δημοκρατικής διαπραγμάτευσης, προς τα πρότυπα τα οποία πειθαρχούν τις συγκρουσιακές συμπεριφορές μέσα στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές κοινωνίες, της κρίσης, κλπ…

Αλλά για όλα αυτά που μπορεί να ξεκαθαρίσει και να προσδιορίσει καλύτερα την κατηγορία της ταξικής σύνθεσης σε επαφή με αυτές τις πραγματικότητες, ο στρατευμένος ιστορικός ποτέ δεν θα μπορεί να προβλεψει σε επιστημονικό επίπεδο αυτά που σε επίπεδο πολιτικης πρακτικής δεν έχουν ακόμα συμβεί. Με άλλα λόγια, για την στρατευμένη ιστοριογραφία, η ανάδυση από την μετα-γκραμσιανή φάση θα γίνει μόνο όταν το επαναστατικό ταξικό κίνημα στην Ιταλία θα αναδυθεί από την μετα-Τολιάτι, μειοψηφική και γκρουπούσκουλη φάση, όταν το πρόβλημα της σχέσης μεταξύ του προγράμματος θα έχει ουσιαστικά τεθεί σε κίνηση προς την σωστή κατεύθυνση, και όταν η κριτική στον λενινισμό θα δώσει την θέση της σε μια εναλλακτική στον λενινισμό.

 

 

5.Επιστημή και μηχανές

 

 

Αν υιοθετήσουμε την σχέση ανάμεσα στον εργάτη και την μηχανή ως μια από τις θεμελιώδεις σχέσεις απ’τις οποίες ο στρατευμένος ιστορικός πρέπει να μελετήσει, πρέπει να έχουμε σαφώς κατά νου το γεγονός πως με αυτόν τον τρόπο αναλαμβάνουμε μια συγκεκριμένη θέση για την επιστήμη. Αν θεωρήσουμε όλη την επιστημονική γνώση ως ήδη ενσωματωμένη στις μηχανές, αν θεωρήσουμε την επιστήμη και την τεχνολογια ως ένα και το αυτό, τότε αρχίζουμε να βλέπουμε ως δευτερεύον το πρόβλημα της επιστήμης ως διαχωρισμένο θεσμό, σχετικά αυτόνομο από την τεχνολογία, η οποία ήταν η προϋπόθεση στην οποία η παραδοσιακή ιστοριογραφία, συμπεριλαμβάνοντας και την κομμουνιστική ιστοριογραφία, βάσισε την ρητορία της όσον αφορά τους διανοούμενους.

Η αντίληψη του διανοούμενου ως ειδική κοινωνική κατηγορία έχει την αφετηρία της, στην παράδοση του εργατικού κινήματος, στην διάκριση ανάμεσα σε επιστήμη και τεχνολογία, της έρευνας και της εφαρμογής του ίδιου, της έρευνας και της μηχανής. Είναι αυτή η διάκριση η οποία βρίσκεται στην προέλευση του ορισμό του γνωστικού εργάτη ως “σχετικά αντιπαραγωγικού”, κοινωνικά ουδέτερου και πιθανού “συμμάχου” της εργατικής τάξης.

Αντιθέτως, ας προσπαθήσουμε να πάρουμε την σκοπιά της εργατικής τάξης για την επιστήμη. Επιστήμη ως μηχανή, οπότε επιστήμη ως “δύναμη που είναι εχθρική” στην τάξη, στην έυστοχη έκφραση του Μαρξ στα Grundrisse*, ο γνωστικός εργάτης ως παραγωγικός εργάτης εισέρχεται στον κύκλο της κοινωνικοποίησης του κεφαλαίου ή στον μηχανισμό νομιμοποίησης της διοίκησης. Ένας εργάτης που πρέπει “να ελευθερώσει τον εαυτό του από τον εαυτό του” πριν παει να αναζητήσει συμμαχίες με το προλεταριάτο. Ένας εργάτης χωρίς συμμάχους, ικανός να ασκήσει με αυτονομία μια άρνηση των επιβαλλόμενων ρόλων, κι οπότε ικανός να αναπτύξει -ήδη με την μορφή της αφηρημένης διανοητικής εργασίας- μια αυτόνομη δύναμη πρωτοβουλίας, συγκεκριμένων μορφών οργάνωσης, άρνησης, μαζικής οργάνωσης.

Εν κατακλείδι: επιστήμη και τεχνολογία ως ένα και το αυτό, υλοποιημένα σε μηχανές, οι οποίες είναι “εχθρική δύναμη” στην τάξη, και τα δύο από τα οποία είναι αντικείμενο μιας παράλληλης διαδικασίας απελευθέρωσης, εκ μέρους της τάξης και της διανοητικής εργασίας, είτε συμπαγής είτε δυνητικά. Όχι νωρίτερα απ’όταν η τάξη κι η διανοητική εργασία κινηθούν σε έναν ανταγωνιστικό τρόπο απ’ότι τεράστιες και πανίσχυρες γνωστικές διαδικασίες ενεργοποιούνται μέσα στην σύγκρουση, ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης. Μια άδηλη εφευρετική δύναμη απελευθερώνεται και μεταφράζεται σε συγκεκριμένες γνώσεις, νέες τεχνολογίες και νέες επιστήμες. Είναι μέσα σε αυτό το συγκεκριμένο πολύ πλούσιο πεδίο γνώσης που ο στρατευμένος ιστορικός πρέπει να μάθει να αναζητά τα μεθοδολογικά του εργαλεία.

 

 

*Grundrisse der Kritik der Politischen Ökonomie (Περιγράμματα της Κριτικής στην Πολιτική Οικονομία)

 

 

 

6.Η ιστορία των πολιτικών θεσμών και κοινωνική ιστορία

 

 

Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1960, και, για κάποιους συντρόφους, ακόμα κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1970, η σχέση ανάμεσα στην πολιτικοθεσμική ιστοριογραφία και την κοινωνική ιστορία ήταν, κάποιος θα μπορούσε να πει, έξοχα επιλυμένη στο πλαίσιο του προσδιορισμού του εργοστασίου και της κοινωνίας. Δεν υπάρχει λόγος, εδώ, να επαναλάβουμε ότι είπαμε σχετικά με αυτό στο Primo Maggio 2 (Πρωτομαγιά τεύχος 2, Χειμώνας 1973-1974, σελίδες 1-8). Οι βεβαιότητες της δεκαετίες του 1960 έχουν μετατραπεί στις αμφιβολίες της δεκαετίας του 1970 και για την κρίση και την ανανέωση του μαρξισμού. Η στρατευμένη ιστοριογραφία, και συγκεκριμένα η ιστοριογραφία η οποία ακόμα βασίζεται σε μια μαρξιστική δομή κατηγοριών, βρίσκει τον εαυτό της βίαια παραγκωνισμένη σε μια πλευρά, αφήνοντας το πεδίο ανοιχτό σε παραδοσιακά ιστοριογραφικά ρεύματα τα οποία, ατάραχα και μουμιοποιημένα στα ακαδημαϊκά τους φρούρια, τολμούν να κυμαίνονται ευρεία πάνω απο έδαφος το οποίο κάποτε, τουλάχιστον στην Ιταλία, ήταν το αποκλειστικό κυνηγετικό έδαφος της στρατευμένης ιστοριογραφίας -σε τομείς όπως η προφορική ιστορία.

Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που είδαμε να συμβαίνει, με τα σύνορα να ανοίγουν στην Αγγλοσαξονική προφορική ιστορία -ακριβώς αυτή η ιστοριογραφία η οποία κυνηγά γύρω στις εργατικές περιφέρειες της δύσης με την ίδια αίσθηση ξένου σώματος και περιέργειας με την οποία περιπλανιέται κάποιος μέσα από τα δάση του Αμαζονίου, και είναι στην θέση να πείσει ως καινοτόμο ρεύμα. Η κρίση του Μαρξισμού είναι αντιληπτή όχι μόνο στο επίπεδο της ανάλυσης των τάξεων, όπου, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, το πρόβλημα της “κοινωνίας των πολιτών” σε σχέση με τον δεδομένο τρόπο παραγωγής ακόμα βρίσκει ευρεία εδάφη αποδοχής και ανοιχτούς ορίζοντες έρευνας, παράλληλους με αυτή η οποία είναι κοινώς γνωστή ως “κοινωνική ιστορία”, η οποία, μέσα στην επίσημη παράταξη, αντιπροσωπεύει το σημείο της μικρότερης τριβής με την στρατευμένη ιστοριογραφία.

Η κρίση του μαρξισμού, και ως εκ τούτου η κρίση της στρατευμένης ιστοριογραφίας, είναι αξιοπρόσεχτη πιο συγκεκριμένα στην ανάλυση του κράτους και στην ανάλυση της σχέση μεταξύ του κράτους και της διαδικασίας αξιοποίησης. Είναι μια κατοπτρική αντανάκλαση της κρίσης του λενινισμού, με άλλα λόγια η άλυτη σχέση μεταξύ ταξικής σύνθεσης και προγράμματος, το άλυτο πρόγραμμα της επαναστατικής οργάνωσης σήμερα. Μέχρι αυτή η κρίση να επιλυθεί, η στρατευμένη ιστοριογραφία σχετικά με το κράτος και τα πολιτικοθεσμικούς του μηχανισμούς, παραμένει η εκδοχή, εν τούτις η πιο διεισδυτική, αυτή της οικονομικής ιστορίας του σύγχρονου κόσμου, η ιστορία της επιχειρηματικής και οικονομικής μπουρζουαζίας, η ιστορία των δημόσιων συστημάτων τα οποία στοχεύουν στην εδραίωση και διατήρηση της διαδικασίας της καπιταλιστικής αξιοποίησης.

Οπότε, η στρατευμένη ιστοριογραφία, σε αυτή την δύσκολη προσωρινή φάση, μπορεί να εγκαθιδρύσει δεδομένες συμμαχίες με την ιστορία της οικονομικής σκέψης και των οικονομικών με την αυστηρή έννοια του όρου. Αλλά δεν πρέπει να ξεχάσει πως αν οι συμμαχίες και οι συγκλίσεις είναι δυνατό και μπορούν να επιταχύνουν την κρίση, με την θετική έννοια, της οικονομικής ιστοριογραφίας, και να την οδηγήσουν να ελευθερωθεί από τα ερμηνευτικά σχήματα του νεοκλασσικισμού και κεϋνσιανισμού, την ίδια ώρα, αυτή, δηλαδή, η στρατευμένη ιστοριογραφία, έχει ακόμα να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα του πως να αναδυθεί από την παρούσα κρίση του μαρξιστικού συστήματος των κατηγοριών και την κρίση της κριτικής της πολιτικής οικονομίας. Θεωρητική δουλειά σε αυτό είναι και δυνατό και υψηλά απαραίτητο. Είναι μια ερώτηση ζωής και θανάτου για την στρατευμένη ιστοριογραφία.

 

7.Προλεταριακός διεθνισμός

 

 

Ως εδώ αυτό έχει αναλυθεί στο επίπεδο σχέσεων συνεργασίας και αλληλεγγύης μεταξύ οργανώσεων που είναι ιδεολογικά κοντά η μία στην άλλη, σύμφωνα με ένα ερμηνευτικό σχήμα το οποίο είναι απολύτως θεσμικό. Αλλά πρέπει να σχετίζεται στο πρόβλημα της διεθνής διασποράς της ιταλικής εργατικής δύναμης. Μέχρι να υπάρξει ιστορία των μεταναστών εργατών, από τις ΗΠΑ έως τον Καναδά και την Νότια Αμερική, από την Γερμανία στο Βέλγιο και την κεντρική και δυτική Ευρώπη, στην Αυστραλία, στην Αφρική… Μέχρι να υπάρξει ιστορία των πολιτισμικών και πολιτικών αλλαγών, των εσωτερικών μετασχηματισμών, τις διαδοχικές διαστρωματώσεις των διάφορων ιταλικών μεταναστευτικών κοινοτήτων, και ανάμεσα σε όλα αυτά και το τοπικό προλεταριάτο, οι τρόποι παραγωγής και οι τοπικοί κρατικοί μηχανισμοί, η ιστορία του ιταλικού προλεταριάτου παραμένει μια ανάπηρη ιστορία.

Αυτή η έλλειψη περίθαλψης της ιταλικής ιστοριογραφίας είναι μια αντανάκλαση μιας πολιτικής και οργανωτικής έλλειψης περίθαλψης. Ας θέσουμε σε σχέση την γεωγραφία της διεθνής διασποράς της ιταλικής εργατικής δύναμης με την γεωγραφία της αντιφασιστικής πολιτικής μετανάστευσης, για παράδειγμα. Υπό ορισμένες συνθήκες είναι αποκλίνουσες: το προλεταριάτο προς την δύση, και οι αντιφασίστες πολιτικοί μετανάστες στην Σοβιετική Ένωση. Υπό άλλες συνθήκες είναι παράλληλα αλλά δεν συναντώνται: υπάρχουν περισσότερες επαφές μεταξύ των Ιταλών μεταναστών αντιφασιστών και των αστικών αντιφασιστικών στρωμάτων στο εξωτερικό απ’ότι μεταξύ των προηγούμενων και τις ιταλικές προλεταριακές κοινότητες στο εξωτερικό.

Στις ΗΠΑ συγκεκριμένα, πρέπει να αναλύσουμε, πέρα από την ηρωική περίοδο του IWW* και το πρώτο μεταναστευτικό κύμα, τα κινήματα και τους εσωτερικούς μετασχηματισμούς της ιταλικής κοινότητας, και γιατί έγινε ένα στοιχείο ελέγχου και συνδικαλιστικού εκβιασμού σε σημαντικά τμήματα της εργατικής δύναμης στις ΗΠΑ, και πως όλο αυτό γεννήθηκε μέσα στην κοινωνία των πολιτών και από εξαγώμενες υποκουλτούρες. Όλα αυτά έχουν να κάνουν με το πρόβλημα της βίας στις συγκρούσεις μεταξύ ταξικών συμφερόντων στις ΗΠΑ, αλλά έχει ακόμα να κάνει με το πρόβλημα της βίας γενικά. Πιο συγκεκριμένα θα πρέπει να ακολουθήσουμε τις μεταναστευτικές ροές οργανωμένων ομάδων, συλλογικοτήτων, οικογενειών ή συγχωριανών, σε σύγκριση με την μετανάστευση μεμονομένων ατόμων. Πρέπει να προσδιορίσουμε πότε η μετανάστευση οργανωμένων οικογενειών προτιμήθηκε από την μετανάστευση μόνο ενήλικων αντρών, και πόση επίδραση αυτό είχε στην ιστορία της ιταλικής οικογένειας ως ενός θεσμού ελέγχου και σχέσης παραγωγής, αλλά επίσης και το πόσο αυτό έχει συμβάλει στον εφοδιασμό διάφορων καπιταλισμών (κυρίως ευρωπαϊκών) με υπάκουα και ευέλικτη εργατική δύναμη.

 

*ΣτΜ: Industrial Workers of the World (Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου), διεθνές αντικαπιταλιστκό και ενάντια στην μισθωτή εργασία συνδικάτο βιομηχανικών εργατών με μεγάλη μαχητική κινηματική ιστορία

 

 

8.Η ταχεία απαξίωση της στρατευμένης ιστοριογραφίας

 

 

Απ’την στιγμή που η στρατευμένη ιστοριογραφία αντλεί την δύναμή της από γνωστικές αξίες και προτάσεις που αναδύονται από κινήματα της επαναστατικής τάξης, και απο την στιγμή, κατά τα τελευταία έτη, που αυτό το κίνημα έχει δείξει σημάδια εξαιρετικά γρήγορης διαδικασίας απαξίωσης, απ’την στιγμή που η στρατευμένη ιστοριογραφία είναι πάντα πίσω από τους καιρούς, και το έργο του ιστορικού κινείται με αργά βήματα, κάποιος πρέπει να προτείνει το πρόβλημα της απαξίωσης της παρέμβασης του ιστορικού, ιδιαίτερα όταν η παρέμβαση είναι στρατευμένη. Αυτό είναι επίσης ένα πρόβλημα μορφών έκφρασης. Το δοκίμιο, το κριτικό άρθρο, το βιβλίο, βρίσκουν μια όλο και πιο μακρινή ηχώ στης κοινωνία. Θα άξιζε να αναρωτηθούμε γιατί δεν θα έπρεπε ίσως να αλλάξουμε ριζικά τα μέσα έκφρασης μας, και γιατί ίσως δεν θα είχε περισσότερο νόημα να εργαστούμε συλλογικά σε μια ταινία, ή ένα τραγούδι, αντί σ’ένα δοκίμιο ή σ’ένα βιβλίο. Αυτό που διακυβεύεται είναι να δώσουμε στους εαυτούς μας εργαλεία τα οποία θα μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε, ώστε να είμαστε σε θέση να συνεργαστούμε σε αυτά. Δεν μπορεί να υπάρξει στρατευμένη ιστοριογραφία χωρίς μια “πολιτική του πολιτισμού”.

 

 

Τέλος.

 

 

 

Sergio Bologna (1977) “Otto tesi per la storia militante” (8 θέσεις για την στρατευμένη ιστοριογραφία), Primo Maggio 11 (Πρωτομαγιά τεύχος 11)

Μετάφραση από τα ιταλικά στα αγγλικά, Ed Emery

Για την μετάφραση κι αναπαραγωγή, Χαχ, Ιούλης 2013

 

 

 

 

http://www.rebelnet.gr/articles/view/Eight-theses-on-militant-historiography

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *