V.I Lenin: Η Συντακτική Συνέλευση και η Σοβιετική Δημοκρατία

Konstantin Yuon, the new planet (O νέος πλανήτης),1921


 

 

Η Συντακτική Συνέλευση και η Σοβιετική Δημοκρατία

 

 

Το ζήτημα της Συντακτικής Συνέλευσης και της διάλυσής της από τους μπολσεβίκους, νά το κλειδί ολόκληρης της μπροσούρας του Κάουτσκι. Ξαναγυρίζει διαρκώς σ’ αυτό. Ολόκληρο το έργο του ιδεολογικού αρχηγού της Δεύτερης Διεθνούς είναι γεμάτο από υπαινιγμούς για το πώς οι μπολσεβίκοι «εκμηδενίσανε τη δημοκρατία» (κοίτα το πιο πάνω απόσπασμα του Κάουτσκι). Το ζήτημα είναι πραγματικά ενδιαφέρον και σημαντικό, γιατί το πρόβλημα των σχέσεων ανάμεσα στην αστική και την προλεταριακή δημοκρατία μπαίνει εδώ πραχτικά μπροστά στην επανάσταση. Ας δούμε λοιπόν πώς καταπιάνεται μ’ αυτό το ζήτημα ο «θεωρητικός μας μαρξιστής»

 Παραθέτει τις «Θέσεις» μου «Για τη Συντακτική Συνέλευση», που δημοσιεύτηκαν στην «Πράβντα» της 26-12-1917. Θάταν αδύνατο να περιμένει κανένας μια καλύτερη απόδειξη της σοβαρότητας με την οποία πλησιάζει ο Κάουτσκι το θέμα του, με ντοκουμέντα στο χέρι. Ας δούμε όμως για λίγο πώς κάνει ο Κάουτσκι τις παραθέσεις του. Δε λέει πως οι θέσεις αυτές είτανε 19 τον αριθμό, δε λέει πως εξετάζονταν εκεί τόσο το ζήτημα των σχέσεων ανάμεσα στη συνηθισμένη αστική δημοκρατία, τη Συντακτική Συνέλευση και τη δημοκρατία των Σοβιέτ, όσο και το ιστορικό της διάστασης που εκδηλώθηκε στην επανάστασή μας ανάμεσα στη Συντακτική και τη δικτατορία του προλεταριάτου. Ο Κάουτσκι τ’ αφήνει όλα αυτά στη μπάντα και περιορίζεται να πει στον αναγνώστη πως ανάμεσα σ’ αυτές τις θέσεις «δυο έχουν ιδιαίτερη σημασία»: η μια πως οι Εσέροι διασπάστηκαν μετά τις εκλογές της Συντακτικής Συνέλευσης, αλλά πριν από τη σύγκλησή της (ο Κάουτσκι δε λέει ότι αυτή η θέση είναι η πέμπτη)· η άλλη πως η δημοκρατία των Σοβιέτ είναι γενικά ανώτερη μορφή δημοκρατίας από τη Συντακτική Συνέλευση (ο Κάουτσκι δε λέει ότι αυτή η θέση είναι η τρίτη).

Κι από την τρίτη αυτή θέση, ο Κάουτσκι παραθέτει ολόκληρο μονάχα ένα μέρος, δηλαδή πως:

«Η δημοκρατία των Σοβιέτ δεν είναι μόνο ένας ανώτερος τύπος δημοκρατικού θεσμού (σε σύγκριση με τη συνηθισμένη αστική δημοκρατία, που κορωνίδα της είναι η Συντακτική Συνέλευση), μα και η μόνη μορφή που μπορεί να εξασφαλίσει με τους λιγότερους τρανταγμούς[1] το πέρασμα στο σοσιαλισμό».

 (Ο Κάουτσκι παρέλειψε τη λέξη «συνηθισμένη» και τις προεισαγωγικές λέξεις της θέσης: «για το πέρασμα από το αστικό στο σοσιαλιστικό καθεστώς, για τη δικτατορία του προλεταριάτου»).

 Ύστερα απ’ αυτή την παράθεση φωνάζει ο Κάουτσκι με αλαζονική ειρωνεία:

 «Τί κρίμα να φτάσει κανείς σ’ αυτό το συμπέρασμα, αφού είτανε πρώτα μειοψηφία στη Συνταχτική. Κανείς πριν δε ζητούσε πιο επιτακτικά από το Λένιν Συντακτική Συνέλευση».

Να τί λέγεται κατά γράμμα στη σελίδα 31 του βιβλίου του Κάουτσκι. Είναι αληθινό μαργαριτάρι. Μόνο ένας συκοφάντης από το αστικό στρατόπεδο θα μπορούσε να παρουσιάσει τόσο ψεύτικα τα γεγονότα, για να δώσει στον αναγνώστη την εντύπωση, ότι οι λόγοι των μπολσεβίκων για τον τύπο του τελειότερου κράτους είναι μια ελεεινή πρόφαση, που καταφύγανε σ’ αυτή μόνο αφού είδαν ότι είτανε μειοψηφία μέσα στη Συντακτική Συνέλευση! Ένα τόσο πρόστυχο ψέμα μονάχα ένας χαμένος άνθρωπος θα μπορούσε να το πει, ένας πουλημένος στην αστική τάξη ή, που είναι ακριβώς το ίδιο, ένας που παίρνει τις πληροφορίες του από τον Π. Άξελροντ και που κρύβει τους πληροφορητές του.

 Όλος ο κόσμος ξέρει πραγματικά πως από την πρώτη μέρα της άφιξής μου στη Ρωσία, στις 4 Απρίλη 1917, διάβασα ανοιχτά θέσεις όπου διακήρυχνα την ανωτερότητα ενός κράτους του τύπου της Κομμούνας απέναντι στην αστικο-κοινοβουλευτική δημοκρατία. Επανέλαβα έπειτα γραφτά πολλές φορές το ίδιο πράμα λ.χ. σε μια μπροσούρα για τα πολιτικά κόμματα που μεταφράστηκε στα αγγλικά και που δημοσιεύτηκε στην Αμερική το Γενάρη του 1918 στο «Ίβνιν Ποστ» της Νέας Υόρκης. Επί πλέον, η συνδιάσκεψη του μπολσεβίκικου κόμματος στα τέλη του Απρίλη 1917 υιοθέτησε μιαν απόφαση, που μιλούσε για την ανωτερότητα της προλεταριακής και αγροτικής δημοκρατίας απέναντι στην αστικο-κοινοβουλευτική δημοκρατία, πως η τελευταία αυτή δε μπορούσε να ικανοποιήσει το κόμμα μας και πως το πρόγραμμα του κόμματος έπρεπε κατά συνέπεια να τροποποιηθεί.

Πώς να χαρακτηρίσουμε ύστερ’ απ’ όλα αυτά τη χειρονομία του Κάουτσκι, που τολμάει να βεβαιώσει τους γερμανούς αναγνώστες πως ζητούσα υποχρεωτικά τη σύγκληση της Συντακτικής και πως μονάχα αφού μείνανε οι μπολσεβίκοι μειοψηφία πρόσβαλα την τιμή και την αξιοπρέπεια της Συντακτικής; Πώς να συχωρέσουμε μια τέτοια απάτη;[2] Δεν είτανε ο Κάουτσκι ενήμερος των γεγονότων; Δεν έπρεπε τότε ν’ ανακατευτεί και να γράψει! Ή έπρεπε τουλάχιστο να ομολογήσει τίμια: «Έγραψα εγώ ο Κάουτσκι σύμφωνα με τις πληροφορίες των μενσεβίκων Στάϊν, Άξελροντ και Σία». Αλλά όχι. Θέλοντας να παραστήσει ο Κάουτσκι τον αντικειμενικό, δε ζητάει παρά να κρύψει το ρόλο τού υπηρέτη των ταπεινωμένων από την ήττα τους μενσεβίκων.

Αλλά αυτά είναι μόνο μπουμπούκια –τα άνθη έρχονται υστέρα.

Ας παραδεχτούμε πως δε θέλησε ή δε μπόρεσε (;;) ο Κάουτσκι να προμηθευτεί από τους πληροφορητές του τη μετάφραση των αποφάσεων των μπολσεβίκων και τις διακηρύξεις τους, που λένε πως δεν τους ικανοποιεί καθόλου η αστικο-κοινοβουλευτική δημοκρατία.

Ας παραδεχτούμε ακόμα και το πιο απίθανο. Αλλά οι θέσεις μου της 26 του Δεκέμβρη 1917 μνημονεύονται απ’ ευθείας απ’ τον Κάουτσκι στη σελίδα 30 του βιβλίου του. 

 Τις θέσεις αυτές τις ξέρει στο ακέραιο ο Κάουτσκι ή μήπως ξέρει μονάχα ό,τι του μεταφράσανε οι Στάϊν, Άξελροντ και Σία; Ο Κάουτσκι παραθέτει την τρίτη θέση για το βασικό ζήτημα, δηλαδή πως οι μπολσεβίκοι είχανε συνείδηση πριν από τις εκλογές του τί είναι Συντακτική και είπανε στο λαό πως η δημοκρατία των Σοβιέτ είτανε τελειότερη από την αστική δημοκρατία. Όμως για τη δεύτερη θέση ο Κάουτσκι δε βγάζει μιλιά.

 

Και η δεύτερη αυτή θέση αναφέρει: 

 

«Μ’ όλο που ζητούσε τη σύγκληση της Συντακτικής, η επαναστατική σοσιαλ-δημοκρατία από τις αρχές κιόλας της επανάστασης του 1917 τόνισε επανειλημμένα πως η δημοκρατία των Σοβιέτ είναι ανώτερη μορφή δημοκρατισμού από τη συνηθισμένη αστική δημοκρατία με Συντακτική Συνέλευση», (η υπογράμμιση είναι δική μου).

Για να παρουσιάσει καλύτερα τους μπολσεβίκους σαν ανθρώπους χωρίς αρχές, σαν «επαναστάτες οπορτουνιστές» (η έκφραση αυτή βρίσκεται κάπου, δεν ξέρω πού, στο βιβλίο του Κάουτσκι), ο κ. Κάουτσκι απέκρυψε από τους γερμανούς αναγνώστες ότι οι θέσεις μου αναφέρονται σε δηλώσεις που επαναλήφτηκαν «πολλές φορές».

Νά σε τί άθλιες και αξιοπεριφρόνητες υπεκφυγές κατέφυγε ο Κάουτσκι, για να ξεφύγει το θεωρητικό ζήτημα.

Είναι αλήθεια, ναι ή όχι, πως η αστικο-κοινοβουλευτική λαϊκή δημοκρατία είναι κατώτερη από μια δημοκρατία του τύπου της Κομμούνας ή των Σοβιέτ; Εδώ είναι ο κόμπος του ζητήματος, αλλά ο Κάουτσκι το άφησε κατά μέρος. Ό,τι έδοσε ο Μαρξ στην ανάλυση του για την Κομμούνα του Παρισιού, ο Κάουτσκι το «ξέχασε». «Ξέχασε» ακόμα και το γράμμα του Έγκελς στο Μπέμπελ της 28 του Μάρτη 1875, που εκφράζει με μοναδική καθαρότητα αυτή τη σκέψη του Μαρξ: «Η Κομμούνα έπαψε να είναι κράτος με την κύρια έννοια της λέξης».

Νά λοιπόν ο πιο μεγάλος θεωρητικός της 2ης Διεθνούς που σε μια μπροσούρα αφιερωμένη ειδικά στη δικτατορία του προλεταριάτου και όπου καταπιάνεται ο Κάουτσκι ειδικά με τη Ρωσία, όπου μπήκε επανειλημμένα και χωρίς περιστροφές το ζήτημα μιας ανώτερης μορφής κράτους από την αστικολαϊκή δημοκρατία, περνάει αυτό το ζήτημα στα μουγκά.

Αυτό δε σημαίνει καθόλου ότι περνάει στην πραγματικότητα με το μέρος της αστικής τάξης; Ας παρατηρήσουμε μέσα σε παρένθεση πως και εδώ ο Κάουτσκι ρυμουλκείται από τους Ρώσους μενσεβίκους. Ανάμεσα σ’ αυτούς δε λείπουν εκείνοι που ξέρουν «όλα τα κείμενα» του Μαρξ και του Έγκελς, όμως ούτ’ ένας μενσεβίκος από τον Απρίλη ως τον Οκτώβρη του 1917 κι από τον Οκτώβρη του 1917 ως τον Οκτώβρη του 1918, δεν προσπάθησε ούτε μια φορά να εξετάσει το ζήτημα ενός κράτους του τύπου της Κομμούνας.

 Ο Πλεχάνοφ όμοια απόφυγε αυτό το ζήτημα. Φυσικά είταν αναγκασμένοι να σωπάσουνε. Να συζητάς βέβαια για τη διάλυση της Συντακτικής με ανθρώπους που αυτοτιτλοφορούνται σοσιαλιστές και μαρξιστές, μα που στην πραγματικότητα, πάνω στο ουσιαστικό ζήτημα, το ζήτημα ενός κράτους του τύπου της Κομμούνας, περνάνε με το μέρος της αστικής τάξης, θάτανε σα νάριχνες μαργαριτάρια στα γουρούνια. Φτάνει να δώσω σε παράρτημα σ’ αυτή τη μπροσούρα τις θέσεις μου για τη Συντακτική Συνέλευση στο ακέραιο. Θα δει τότε ο αναγνώστης πως το ζήτημα ανακινήθηκε στις 26 του Δεκέμβρη 1917 από θεωρητική, ιστορική, πολιτική και πρακτική άποψη.

 Αν σα θεωρητικός ο Κάουτσκι απαρνήθηκε ολότελα το μαρξισμό, θα μπορούσε τουλάχιστο σαν ιστορικός να μελετήσει το ζήτημα της διαμάχης ανάμεσα στα Σοβιέτ και τη Συντακτική. Από πολλές του εργασίες ξέρουμε πως μπορούσε ο Κάουτσκι να είναι μαρξιστής ιστορικός και οι εργασίες αυτές θα παραμείνουνε η πολύτιμη κληρονομιά του προλεταριάτου, παρά την τελική αποστασία του συγγραφέα τους. Αλλά πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, ακόμα και σαν ιστορικός, ο Κάουτσκι διαστρέφει την αλήθεια, περιφρονεί πράγματα γνωστά απ’ όλο τον κόσμο και φέρνεται άτιμα. Θέλει να παρουσιάσει τους μπολσεβίκους σαν ανθρώπους χωρίς αρχές και διηγιέται το πώς προσπαθήσανε να απαλύνουν τη διαμάχη τους με τη Συντακτική, προτού τη διαλύσουν. Δεν υπάρχει εδώ τίποτα κακό, δεν έχουμε τίποτα ν’ αρνηθούμε. Δημοσιεύω τις θέσεις μου στο ακέραιο, όπου λέγεται πιο καθαρά κι από τη μέρα: Κύριοι διστακτικοί μικροαστοί, που έχετε ταμπουρωθεί πίσω από τη Συντακτική ή θα υποταχθείτε στη δικτατορία του προλεταριάτου ή θα θριαμβέψουμε πάνω σας «με επαναστατικά μέσα» (Θέσεις 18 και 19)! 

 Έτσι φέρθηκε το αληθινά επαναστατικό προλεταριάτο κ’ έτσι θα φέρνεται πάντα απέναντι στη διστακτική μικροαστική τάξη.

 Πάνω στο ζήτημα της Συντακτικής ο Κάουτσκι στέκεται σε μια τυπική άποψη. Είπα και ξανάπα πολύ καθαρά στις θέσεις μου, πως τα συμφέροντα της επανάστασης είναι πάνω από τα τυπικά δικαιώματα της Συντακτικής (κοίτα τις Θέσεις 16 και 17). Η καθαρά τυπική δημοκρατική άποψη, είναι η άποψη του αστού δημοκράτη, που δεν παραδέχεται πως τα συμφέροντα του προλεταριάτου και της προλεταριακής ταξικής πάλης είναι πάνω απ’ όλα. Σαν ιστορικός, ο Κάουτσκι δε θα μπορούσε να μην αναγνωρίσει πως τα αστικά κοινοβούλια είναι όργανα αυτής ή εκείνης της τάξης. Αλλά, μέσα στην επαίσχυντη απάρνηση της επανάστασης, ο Κάουτσκι είχε ανάγκη να ξεχάσει το μαρξισμό και γι’ αυτό δε θέτει το ζήτημα ποιάς τάξης όργανο είταν η Συντακτική στη Ρωσία. Δεν αναλύει τη συγκεκριμένη κατάσταση, δε θέλει να αντικρίσει τα γεγονότα, δε λέει ούτε μια λέξη που θα μπορούσε να δώσει στους γερμανούς αναγνώστες του να καταλάβουν ότι οι θέσεις μου περικλείνουν, όχι μόνο μια θεωρητική μελέτη για την ανεπάρκεια της αστικής δημοκρατίας (θέσεις 1-3), όχι μόνο την εξέταση των συγκεκριμένων όρων που έκαναν ώστε οι κατάλογοι των κομμάτων, που σχηματίστηκαν στα μέσα του Οκτώβρη 1917, να μην ανταποκρίνονται πια στην πραγματική κατάσταση του Δεκέμβρη 1917 (Θέσεις 4-5), αλλά ακόμα και την ιστορία της ταξικής πάλης και του εμφυλίου πολέμου του Οκτώβρη-Δεκέμβρη 1917 (Θέσεις 7-15). Από τη συγκεκριμένη αυτή ιστορία βγάλαμε το συμπέρασμα (θέση 14), πως το σύνθημα «Όλη η εξουσία στη Συντακτική!» είχε γίνει στην πραγματικότητα το έμβλημα των Καντέ, των καλεντινιστών και των συνενόχων τους.

 Ο ιστορικός Κάουτσκι δεν το βλέπει αυτό. Ο ιστορικός Κάουτσκι δεν άκουσε ποτέ να λένε πως η καθολική ψηφοφορία δίνει κοινοβούλια πότε – πότε αντιδραστικά και αντεπαναστατικά. Ο μαρξιστής ιστορικός Κάουτσκι δεν άκουσε ποτέ να λένε πως άλλο πράμα είναι η εκλογική, η δημοκρατική μορφή κι άλλο πράμα το ταξικό περιεχόμενο του θεσμού. Το ζήτημα αυτό του ταξικού περιεχόμενου της Συντακτικής τέθηκε καθαρά και λύθηκε στις θέσεις μου. Μπορεί η λύση μου να μην είναι σωστή. Τίποτα δε θάτανε για μας πιο επιθυμητό από μια μαρξιστική κριτική της ανάλυσης μας. Αντί να γράφει αληθινά ανόητες φράσεις (και υπάρχουν πολλές τέτοιες φράσεις στον Κάουτσκι), όπως όταν ισχυρίζεται πως δεν αντέχουν τάχα οι μπολσεβίκοι στην κριτική, θάκανε καλύτερα ο Κάουτσκι να επιχειρήσει αυτή την κριτική. Αλλά η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει τίποτα κριτικό σ’ αυτόν. Δε θέτει καν το ζήτημα της ανάλυσης των Σοβιέτ από το ένα μέρος και της Συντακτικής από το άλλο, από ταξική άποψη. Έτσι, δεν υπάρχει τρόπος να κάνουμε πολεμική, να συζητήσουμε με τον Κάουτσκι. Γι’ αυτό και δε μας μένει άλλο, παρά να δείξουμε στον αναγνώστη γιατί δε μπορούμε να μεταχειριστούμε αλλιώς τον Κάουτσκι παρά σαν αποστάτη.

 Η διάσταση ανάμεσα στα Σοβιέτ και τη Συντακτική έχει την ιστορία της, που δε θα μπορούσε ν’ αφήσει κατά μέρος ούτε ακόμα κ’ ένας ιστορικός που δεν αναγνωρίζει την πάλη των τάξεων. Αυτή την ιστορία ούτε να τη φυλλομετρήσει καν καταδέχτηκε ο Κάουτσκι. Έκρυψε από τους γερμανούς αναγνώστες το γνωστό σ’ όλους γεγονός, που μονάχα οι αρτηριοσκληρωμένοι μενσεβίκοι εξακολουθούν να κρύβουν σήμερα, πως, ακόμα και κάτω από τη μενσεβίκικη κυριαρχία, δηλαδή από το τέλος του Φλεβάρη ως τον Οκτώβρη 1917, τα Σοβιέτ βρισκόντανε σε σύγκρουση με τους θεσμούς του κράτους (δηλαδή της αστικής τάξης). Στο βάθος ο Κάουτσκι είναι υπέρ της συμφιλίωσης, της συνεννόησης και της συνεργασίας του προλεταριάτου με την αστική τάξη. Όσο κι αν το αρνιέται αυτό, είναι μια αντίληψη δική του που βγαίνει από ολόκληρη τη μπροσούρα του. Δεν έπρεπε να διαλύσουμε τη Συντακτική, πάει να πει: δεν έπρεπε να τραβήξουμε την πάλη ενάντια στην αστική τάξη ως το τέλος, δεν έπρεπε να την ανατρέψουμε, έπρεπε το προλεταριάτο να συνεννοηθεί με την αστική τάξη.

Γιατί λοιπόν απέκρυψε ο Κάουτσκι, ότι απ’ το Φλεβάρη ως τον Οκτώβρη 1917 οι μενσεβίκοι καταπιάστηκαν με την πολύ λίγο έντιμη αυτή εργασία και δεν καταλήξανε σε τίποτα; Αν υπήρχε δυνατότητα να συμφιλιωθεί η αστική τάξη με το προλεταριάτο, γιατί λοιπόν δεν πραγματοποιήθηκε η συμφιλίωση αυτή με τους μενσεβίκους, γιατί κρατήθηκε η αστική τάξη μακριά από τα Σοβιέτ, γιατί ονομάστηκαν τα Σοβιέτ (από τους μενσεβίκους) «επαναστατική δημοκρατία» και οι αστοί «φόρου υποτελείς»;

Ο Κάουτσκι απόφυγε να πει στους γερμανούς αναγνώστες πως ίσα – ίσα είταν οι μενσεβίκοι που κατά την «εποχή» της κυριαρχίας τους (Φλεβάρης-Οκτώβρης 1917) χαρακτήριζαν τα Σοβιέτ επαναστατική δημοκρατία, αναγνωρίζοντας μ’ αυτό την ανωτερότητά τους πάνω σ’ όλους τους άλλους θεσμούς. Χάρη στη θεληματική αυτή παράλειψη ο ιστορικός Κάουτσκι δίνει την εντύπωση πως η σύγκρουση των Σοβιέτ με την αστική τάξη δεν έχει ιστορία, ότι έγινε ξαφνικά, απρόοπτα, δίχως λόγο, και λόγω της κακής διαγωγής των μπολσεβίκων. Στην πραγματικότητα, μονάχα υστέρα από μισό τόσο χρόνο πείρα (σημαντική προθεσμία για μια επανάσταση) μενσεβίκικης συμφιλιωτικής δράσης, από μάταιες απόπειρες συμφιλίωσης του προλεταριάτου με την αστική τάξη, πείστηκε ο λαός πως είταν άχρηστες όλες αυτές οι απόπειρες και σιχάθηκε τους μενσεβίκους.

 Τα Σοβιέτ είναι η οργάνωση μάχης του προλεταριάτου, μεγαλειώδης οργάνωση, που έχει μπροστά της ένα μεγάλο μέλλον, αναγνωρίζει ο Κάουτσκι. Ύστερ’ απ’ αυτό ολόκληρη η θέση του καταρρέει σαν πύργος από τραπουλόχαρτα ή σαν το όνειρο του μικροαστού που θάθελε πάρα πολύ να τα κανονίσουν η αστική τάξη και το προλεταριάτο χωρίς νάρθουνε στα χέρια. Γιατί η επανάσταση απ’ την αρχή ως το τέλος είναι μια αδιάκοπη και μανιασμένη πάλη, όπου το προλεταριάτο είναι η πρωτοπορία ό λ ω ν των καταπιεζομένων, η εστία και το κέντρο όλων των πόθων των κάθε λογής καταπιεζομένων για την απολύτρωση τους.

 Τα Σοβιέτ –όργανα πάλης των καταπιεζομένων μαζών– καθρεφτίσανε και εκφράσανε την πνευματική κατάσταση και τις μεταβολές στη γνώμη των μαζών ασύγκριτα πιο γοργά, ολοκληρωμένα και πιο πιστά από οποιοδήποτε άλλο θεσμό. Αυτός άλλωστε είναι ένας από τους λόγους που η σοβιετική δημοκρατία είναι ανώτερος τύπος δημοκρατίας.

Από τις 28 του Φλεβάρη ως τις 25 του Οκτώβρη 1917, τα Σοβιέτ κατόρθωσαν να συγκαλέσουν δυο Πανρωσικά συνέδρια από την τεράστια πλειοψηφία του ρωσικού πληθυσμού, απ’ όλους τους εργάτες και στρατιώτες, από τα εφτά ή οχτώ δέκατα της αγροτικής τάξης, χωρίς να λογαριάσουμε το πλήθος τα τοπικά συνέδρια, επαρχιών, πόλεων, κυβερνείων και περιοχών. Την ίδια αυτή περίοδο η αστική τάξη δεν κατόρθωσε να συγκαλέσει ένα σώμα που ν’ αντιπροσωπεύει κάποια πλειοψηφία (έξω από την πλαστογραφημένη «δημοκρατική συνδιάσκεψη» που είταν πραγματική πρόκληση και έκανε να ξεχειλίσει η αγανάκτηση του προλεταριάτου). Η Συντακτική καθρέφτιζε την ίδια πνευματική κατάσταση των μαζών, τις ίδιες πολιτικές καταστάσεις, που καθρέφτιζε το πρώτο Πανρωσικό συνέδριο των Σοβιέτ τον Ιούνη. Με τη σύγκληση της Συντακτικής (Γενάρης 1918) συνήλθε το δεύτερο συνέδριο των Σοβιέτ (Οκτώβρης 1917) και το τρίτο (Γενάρης 1918), που και τα δυο τους δείξανε με τον πιο καθαρό τρόπο ότι οι μάζες είχαν εξελιχτεί προς τ’ αριστερά, είχαν επαναστατικοποιηθεί, αποτραβηχτεί από τους μενσεβίκους και τους Εσέρους για να περάσουνε με το μέρος των μπολσεβίκων, είχαν γυρίσει τις πλάτες στη μικροαστική διεύθυνση, είχαν εγκαταλείψει την αυταπάτη μιας συνεννόησης με την αστική τάξη και είχαν πάει με το μέρος της επαναστατικής πάλης του προλεταριάτου για την ανατροπή της αστικής τάξης.

 Και μόνο λοιπόν το απλό ιστορικό των Σοβιέτ, αποδείχνει πως η Συντακτική είταν αντιδραστική και γι’ αυτό είταν απαραίτητη η διάλυσή της. Κι όμως ο Κάουτσκι δεν παρατάει το «έμβλημα» του: ας χαθεί η επανάσταση, ας θριαμβέψει η αστική τάξη πάνω στο προλεταριάτο, φτάνει ν’ ανθίσει η «καθαρή δημοκρατία»! Fiat justicia, pereat mundus! (Ας γίνει δικαιοσύνη κι ας χαθεί ο κόσμος).

 

 Νά τώρα ένας σύντομος πίνακας των Πανρωσικών συνεδρίων στη διάρκεια της ρωσικής επανάστασης: 

 

 ΠανρωσικάΣυνέδρια /Σύνολο /Αριθμός /% /τωνΣοβιέτ /αντιπροσώπων /τωνμπολσεβίκων /μπολσεβίκων

 

 Πρώτο (3-6-1917 ) 790 103 13 %

Δεύτερο (25-10-1917) 675 343 51 %

Τρίτο (10-1-1918) 710 434 61 %

Τέταρτο (14-3-1918) 1232 795 64 %

Πέμπτο (4-7-1918) 1164 773 66 % 

 

 Φτάνει να ρίξουμε μια ματιά σ’ αυτούς εδώ τους αριθμούς, για να καταλάβουμε γιατί τα υπέρ της Συντακτικής επιχειρήματα ή οι λόγοι εκείνων που σαν τον Κάουτσκι ισχυρίζονται πως οι μπολσεβίκοι δεν αντιπροσωπεύουνε την πλειοψηφία του έθνους μονάχα γέλια μας φέρνουν.

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

[1] Ο Κάουτσκι παραθέτει κατ’ επανάληψη αυτή την έκφραση «με τους λιγότερους τρανταγμούς» με ειρωνική διάθεση. Αλλά, καθώς δεν τα καταφέρνει, κάνει μερικές σελίδες παρακάτω μια ταχυδακτυλουργία και παραποιεί την παράθεση: «χωρίς τρανταγμούς». Με τέτοια μέσα είναι εύκολο να βάλεις στο στόμα του αντιπάλου σου μια ανοησία. Αυτό σου επιτρέπει εξ άλλου ν’ αφήσεις κατά μέρος την ουσία του επιχειρήματος. Το πέρασμα στο σοσιαλισμό με τους λιγότερους τρανταγμούς δεν είναι δυνατό, παρά μόνο με τη γενική οργάνωση: των φτωχών (τα Σοβιέτ) και τη βοήθεια που θα δόσει σ’ αυτή την οργάνωση το κέντρο της κρατικής εξουσίας (το προλεταριάτο).

[2] Εξ άλλου η μπροσούρα του Κάουτσκι είναι γεμάτη από μενσεβίκικη απάτη αυτού του είδους. Είναι ο λίβελλος ενός χολιασμένου μενσεβίκου.

 

 

 

 

 

Γράφτηκε: τον Οχτώβρη του 1918 από τον Λένιν ενάντια στις ρεφορμιστικές συκοφαντίες του Καρλ Κάουτσκι κατά των Μπολσεβίκων

Πηγή: Εκδόσεις «Προμηθέας» 1966 – «Νέοι Στόχοι» 1973
Επιμέλεια – Σύνταξη: ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΘΩΜΑΔΑΚΗΣ
HTML Markup: Θ. Θωμαδάκης – Ι. Κουκλάκης για τα Μαρξιστικά Βιβλία στο INTERNET, 10 Γενάρη 2010

Μετάφραση: Λ. Μιχαήλ

 

Πηγή: Marxistsboks

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *