Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος: Μανιφέστο σκοταδισμού και αντικομμουνισμού

 

Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος: Μανιφέστο σκοταδισμού και αντικομμουνισμού

 

 

Αποσπάσματα απο την πρόσφατη εισήγηση του Αρχιεπισκόπου στην Ιερά Σύνοδο:

 

 

Γιά τό κεφάλαιο αὐτό θά δανεισθῶ τίς σκέψεις τοῦ ἀγαπητοῦ ἀδελφοῦ, τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ…….Τό πρόταγμα τοῦ λεγομένου χωρισμοῦ ἐπαναλαμβάνεται ἀπό προφανῶς ἀμοίρους Νομικῆς παιδείας, οἱ ὁποῖοι μέ ἐφαλτήριο τό λεγόμενο “θράσος ἀγνοίας τους” θέτουν πρός κατεδάφιση ὅ,τι συνιστᾶ τό κράτος δικαίου πού ἐπί διακόσια χρόνια σχεδόν πύργωσε ὁ λαός μας μέ αἷμα καί ἱδρώτα. […]

Τά κόμματα τῆς ἀριστερᾶς μέ τή γνωστή φιλοσοφικοκοινωνική βιοκοσμοθεωρία τοῦ κομμουνιστικοῦ κοσμοειδώλου, ὅπως γνώρισε τόν χωρισμό αὐτό ὁ καταρρεύσας ὑπαρκτός σοσιαλισμός στό ἀνατολικό μπλόκ πού στήν οὐσία ἦταν διωγμός τῆς θρησκευτικῆς πίστεως, ἐλαύνονται ἀπό ἀποτυχημένα ἀθεϊστικά ἰδεολογήματα καί συναντῶται μέ τά ὑπόλοιπα κόμματα τοῦ νεοφιλελεύθερου χώρου κάτω ἀπό τίς ντιρεκτίβες τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τῆς Νέας Τάξεως…

Τά κόμματα τῆς ἀριστερᾶς μέ τή γνωστή φιλοσοφικοκοινωνική βιοκοσμοθεωρία τοῦ κομμουνιστικοῦ κοσμοειδώλου, ὅπως γνώρισε τόν χωρισμό αὐτό ὁ καταρρεύσας ὑπαρκτός σοσιαλισμός στό ἀνατολικό μπλόκ πού στήν οὐσία ἦταν διωγμός τῆς θρησκευτικῆς πίστεως….Μιλούν για χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους, διάβαζε Έθνους επικαλούμενοι δήθεν προοδευτικά συνθήματα. Οι αντιλήψεις όμως περί χωρισμού είναι του περασμένου αιώνα που γεννήθηκαν κάτω από μισαλλόδοξο αντιθρησκευτικό και αντικληρικαλιστικό λαϊκιστικό πνεύμα, που δεν συμβιβάζεται με τις σημερινές κοινωνικές, πολιτειακές και θρησκευτικές αντιλήψεις».

 ……..Ὁ χωρισμός χωρίς νά ληφθοῦν ὑπ’ ὄψιν ἡ συλλειτουργία τῶν κοινωνικῶν θεσμῶν, ἡ ἰδιομορφία τοῦ πολιτιστικοῦ καί Ἐθνικοῦ παρελθόντος, οἱ ἀντιλήψεις καί ἡ ἰδιοσυγκρασία τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ εἶναι μία ἀφελής συνθηματολογία πού περιέχει μόνο ἄγνοια καί προκατάληψη…….ἡ Πολιτεία οὔτε θέλει, ἀλλ’ οὔτε μπορεῖ πράγματι νά χωρισθῆ ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ ὅρους κοινωνίας, ὅπως δέν μπορεῖ νά χωρισθῆ ἀπό ὁποιαδήποτε «γνωστή θρησκεία»…….η Ἐκκλησία ὑπῆρξε, εἶναι καί θα ὑπάρχει μάνα αὐτοῦ τοῦ λαοῦ μέ ὅ,τι αὐτό σημαίνει”.

 “………… Ἡ Πολιτεία γεννιέται ἀπό τούς πολίτες της, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία γεννάει τά μέλη της….Συνεπῶς, ἐνῶ ἡ σχέση τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας μέ τούς πολίτες εἶναι συμβατική, ἀντιθέτως ἡ σχέση τῆς Ἐκκλησίας μέ τά μέλη της εἶναι μητρική, γι’ αὐτό οἱ ρόλοι τους εἶναι ὄχι μόνο διακριτοί, ἀλλά καί διαφορετικοί, ἀφοῦ ἡ ὁποιαδήποτε σύγχυση ρόλων ἀπειλεῖ τήν ταυτότητα καί τῶν δύο θεσμικῶν ἐκφράσεων μιᾶς συντεταγμένης πολιτείας”.

 

 

Από τι πέθανε ο Θεός;

 

 

Του Ντανιέλ Μπενσαΐντ*

 

 

Τα δύο άρθρα που δημοσίευσε ο Μαρξ στο Παρίσι το 1844 –«Εισαγωγή στη φιλοσοφία του δικαίου του Χέγκελ» και «Σχετικά με το εβραϊκό ζήτημα»- δεν αρκούνται στο να αναγγέλλουν το θάνατο του Θεού των θρησκειών. Αρχίζουν τη μάχη εναντίον των φετίχ και των ειδώλων που τον υποκαθιστούν: το Χρήμα και το Κράτος.

Στην εργασία του ο Φόιερμπαχ είχε καταδείξει όχι μόνο ότι ο άνθρωπος δεν είναι δημιούργημα του Θεού, αλλά ότι είναι ο δημιουργός του. Δεν είχε υποστηρίξει απλώς ότι «ο άνθρωπος κάνει τη θρησκεία, δεν κάνει η θρησκεία τον άνθρωπο». Στηριγμένος στην εργασία του Φόιερμπαχ «Η ουσία του χριστιανισμού», ο Μαρξ τονίζει ότι «η φιλοσοφία δεν είναι άλλο πράγμα από τη θρησκεία που μετατίθεται και αναπτύσσεται στην ιδέα». Ο άνθρωπος δεν είναι ένας άνθρωπος αφηρημένος «κουρνιασμένος εκτός του κόσμου», είναι ο «κόσμος του ανθρώπου», ο κοινωνικός άνθρωπος που παράγει, ανταλλάσσει, αγωνίζεται, αγαπάει. Είναι το Κράτος, είναι η κοινωνία.

 

 

Το όπιο του λαού

 

 

«Η θρησκευτική αθλιότητα είναι ταυτόχρονα η έκφραση της υπαρκτής αθλιότητας και η διαμαρτυρία εναντίον της τελευταίας. Η θρησκεία είναι ο αναστεναγμός του καταπιεσμένου πλάσματος, η ψυχή ενός άκαρδου κόσμου, όπως είναι και το πνεύμα μιας κατάστασης πραγμάτων που στερείται πνεύματος. Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Όπως το όπιο, αποχαυνώνει και ταυτόχρονα ανακουφίζει.

« Η κατάργηση της θρησκείας ως απατηλής ευτυχίας του λαού είναι η απαίτηση της πραγματικής του ευτυχίας. Το ότι απαιτούμε να παραιτηθεί από τις αυταπάτες σχετικά με την κατάστασή του σημαίνει ότι απαιτούμε να παραιτηθεί από μια κατάσταση που έχει ανάγκη από αυταπάτες. Η κριτική της θρησκείας είναι λοιπόν, εν σπέρματι, η κριτική της κοιλάδας των κλαυθμών της οποίας η θρησκεία είναι ο φωτοστέφανος».

Σε ένα άρθρο του 1842 σχετικά με «την ικανότητα των σημερινών Εβραίων και χριστιανών να καταστούν ελεύθεροι», ο Μπούνο Μπάουερ, παλιός φίλος του Μαρξ στο Βερολίνο, είχε υποστηρίξει ότι οι Εβραίοι, για να αποκτήσουν την ιδιότητα του πολίτη σε ένα συνταγματικό κράτος, όφειλαν προηγουμένως να πάψουν να συνιστούν ένα λαό «αιωνίως ξεχωριστό από τους άλλους».

Ο Μαρξ έχει στο στόχαστρο, αντιπαρατιθέμενος στον Μπάουερ, τις ψευδαισθήσεις ενός αθεϊσμού που παραμένει ακόμα μια αφηρημένη κριτική της θρησκείας. Ο αθεϊσμός είναι, κατά τον Μαρξ, «ο τελευταίος βαθμός του θεϊσμού» και ένα είδος «αρνητικής αναγνώρισης της ύπαρξης του Θεού». Το1844, ο Μαρξ γράφει στα Χειρόγραφά του: «Η φιλανθρωπία του αθεϊσμού δεν είναι λοιπόν παρά μια αφηρημένη φιλοσοφική φιλανθρωπία, ενώ εκείνη του κομμουνισμού είναι πραγματική και τείνει άμεσα προς τη δράση». Ο φιλοσοφικός αθεϊσμός είναι λοιπόν η ιδεολογία της πεφωτισμένης αστικής τάξης που νιώθει την ανάγκη να απαλλάξει την οικονομία από την τροχοπέδη της θρησκείας αφήνοντας άθικτη την κοινωνική τάξη πραγμάτων. Βρίσκει την πιο καθαρή έκφρασή του στο θετικισμό και στη λατρεία της προόδου.

Σε ένα γράμμα του στον Ρούγκε, το Μάρτιο του 1843, γράφει «Πρέπει να ανοίξουμε όσο δυνατόν περισσότερα ρήγματα στο χριστιανικό κράτος και να εισάγουμε λάθρα σε αυτό τον ορθό λόγο, στο βαθμό που εξαρτάται από εμάς». Το ζήτημα είναι να «χειραφετηθεί το κράτος από τον ιουδαϊσμό, το χριστιανισμό, τη θρησκεία γενικώς», με άλλα λόγια να διαχωρίσουμε το κοσμικό κράτος από την εκκλησία με το να χειραφετηθούμε από την κρατική θρησκεία, να ενεργήσουμε ώστε το κράτος να μην πρεσβεύει καμιά θρησκεία αλλά να παρουσιάζεται απλώς ως αυτό που είναι.

 

 

 

(* Ο Ντανιέλ Μπενσαΐντ (1946 – 2010) ήταν καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Paris VIII και υπήρξε μέλος του γαλλικού Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος. Συνέγραψε πολλά δοκίμια, μεταξύ των οποίων Marx l’intempestif (1995 –éditions Fayard) και Passion Karl Marx. Les hieroglyphs de la Modernité (2001 – éditions Textuel). Το κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο Marx, mode d’emploi (2009 – éditions La  Découverte), που κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 2010 με τον τίτλο «Μαρξ, τρόπος χρήσης», σε μετάφραση Γιάννη Καυκιά από τις εκδόσεις ΚΨΜ.) 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *