ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Οι λίγες παρατηρήσεις που ακολουθούν δεν είχαν ποτέ την απαίτηση να πραγματευτούν διεξοδικά τη θεωρία και την πράξη του Λένιν. Επιχειρούν απλά να δείξουν σε αδρές γραμμές την αλληλουχία ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη του, ξεκινώντας από την αίσθηση ότι αυτή ακριβώς η αλληλουχία δεν υπάρχει σε όλη της τη σαφήνεια ακόμη και στη συνείδηση πολλών κομμουνιστών. Μια πραγματική εξέταση όλων αυτών των προβλημάτων δεν θα απαιτούσε μόνο μια εντελώς διαφορετική έκταση απ’ αυτές τις λίγες σελίδες, αλλά επιπλέον δεν υπάρχουν διαθέσιμα επαρκή και πλήρη υλικά για μια τέτοια παρουσίαση ολόκληρου του έργου του Λένιν, ιδιαίτερα για όσους δεν έχουν πρόσβαση στη ρώσικη βιβλιογραφία παρά μόνο από μεταφράσεις.
Η ιστορία του Λένιν πρέπει να τοποθετηθεί μέσα στο ιστορικό πλαίσιο των περασμένων 30 ή 40 τουλάχιστον ετών. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα καθυστερήσει για πολύ ακόμη μια επάξια παρουσίαση αυτής της ιστορίας. Ο συγγραφέας αυτών των υπαινικτικών παρατηρήσεων αισθάνεται ο ίδιος τη μεγάλη πίεση της δυσκολίας που υπάρχει ως προς την εξέταση επιμέρους προβλημάτων, προτού να έχει αποσαφηνιστεί το σύνολο του οποίου αποτελούν μέρος˙ τη δυσκολία που υπάρχει να εκλαϊκευτεί κάτι, προτού αυτό που πρέπει να εκλαϊκευτεί να έχει ήδη καταγραφεί με επιστημονική πληρότητα. Γι’ αυτόν το λόγο δεν επιχειρήθηκε εδώ η πλήρης παρουσίαση των προβλημάτων που γέμισαν τη ζωή του Λένιν, μια με ιστορική ακρίβεια διαδοχή της εμφάνισής τους. Η επιλογή των προβλημάτων αυτών, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο αλληλοδιαδέχονται και απορρέουν τα μεν από τα δε, καθορίστηκαν απλά από την άποψη να αναδειχθούν στην αλληλουχία τους όσο το δυνατό πιο καθαρά. Είναι αυτονόητο ότι η επιλογή των αποσπασμάτων υπαγορεύεται επίσης απ’ αυτή την άποψη και όχι από εκείνη της χρονολογικής ακρίβειας.
Βιέννη, Φλεβάρης 1924
1.Η επικαιρότητα της επανάστασης
Ο ιστορικός υλισμός είναι η θεωρία της προλεταριακής επανάστασης. Κι αυτό γιατί η ουσία του είναι η εννοιολογική περίληψη εκείνου του κοινωνικού Είναι που δημιουργεί το προλεταριάτο, που καθορίζει ολόκληρο το Είναι του προλεταριάτου. Γιατί το προλεταριάτο που αγωνίζεται για την απελευθέρωσή του βρίσκει σ’ αυτόν την καθαρή συνείδηση του εαυτού του. Το μέγεθος ενός προλεταριακού διανοητή, ενός εκπροσώπου του ιστορικού υλισμού, μετριέται επομένως από το βάθος και το εύρος της θεώρησης από μέρους του αυτών των προβλημάτων. Μετριέται επίσης: από την ένταση με την οποία είναι σε θέση να αντιληφθεί ορθά, πίσω από τα φαινόμενα της αστικής κοινωνίας, εκείνες τις τάσεις της προλεταριακής επανάστασης που ενυπάρχουν στα φαινόμενα αυτά και διαμέσου αυτών μετασκευάζονται σε αποτελεσματικό Είναι και σε διαυγή συνείδηση.
Σύμφωνα μ’ αυτό το μέτρο, ο Λένιν είναι ο μεγαλύτερος διανοητής που ανέδειξε το εργατικό επαναστατικό κίνημα μετά τον Μαρξ. Φυσικά, οι οπορτουνιστές, που δεν μπορούν πλέον να εξαφανίσουν με τη φλυαρία ή να αποκρύψουν το γεγονός της σημασίας του, λένε ότι ο Λένιν υπήρξε ένας μεγάλος ρώσος πολιτικός, αλλά ότι του έλειπε, για να είναι ο ηγέτης του παγκόσμιου προλεταριάτου, η κατανόηση της διαφοράς ανάμεσα στη Ρωσία και τις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού και ότι γενίκευσε -και αυτό αποτελεί το όριό του σε ιστορική κλίμακα- άκριτα τα προβλήματα και τις λύσεις της ρώσικης πραγματικότητας για να τα εφαρμόσει σε ολόκληρο τον κόσμο.
Λησμονούν -αυτό που δικαιολογημένα λησμονιέται σήμερα- ότι, στην εποχή του, ο Καρλ Μαρξ είχε δεχτεί την ίδια επίκριση. Έλεγαν ότι ο Μαρξ είχε διατυπώσει άκριτα σαν γενικούς νόμους για την εξέλιξη της κοινωνίας τις παρατηρήσεις του πάνω στην οικονομική ζωή της Αγγλίας και των αγγλικών εργοστασίων. Όσο κι αν οι παρατηρήσεις αυτές καθαυτές ήταν απόλυτα ορθές, γίνονταν εσφαλμένες επειδή ακριβώς διαστρεβλώνονταν σε γενικούς νόμους. Είναι άσκοπο σήμερα να αποκρουστεί αυτή η πλάνη και να εξηγηθεί το γεγονός ότι ο Μαρξ σε καμιά περίπτωση δεν «γενίκευσε» μεμονωμένες και περιορισμένες στο χώρο και το χρόνο εμπειρίες. Αντίθετα -σύμφωνα με τον τρόπο εργασίας των αυθεντικών ιστορικών και πολιτικών διανοιών- διέκρινε τόσο από θεωρητική όσο και από ιστορική άποψη το μακρόκοσμο του καπιταλισμού γενικά, μέσα από το μικρόκοσμο του αγγλικού εργοστασίου, από τις προϋποθέσεις του, από τις κοινωνικές συνθήκες και συνέπειές του, καθώς και μέσα από τις ιστορικές τάσεις που οδηγούν στη γέννησή του κι εκείνες που καθιστούν την ύπαρξή του προβληματική.
Γιατί αυτό είναι που ξεχωρίζει τη μεγαλοφυΐα από τον επιστήμονα ή τον πολιτικό της ρουτίνας. Αυτοί μπορούν να καταλάβουν και να διακρίνουν μόνο τα άμεσα δεδομένα και μεταξύ τους διαχωρισμένα συνθετικά στοιχεία του κοινωνικού γίγνεσθαι. Και όταν θέλουν να φτάσουν σε γενικά συμπεράσματα, δεν κάνουν στην πραγματικότητα τίποτα άλλο από το να αντιλαμβάνονται, με τρόπο πραγματικά αφηρημένο, ορισμένες πλευρές ενός περιορισμένου στο χώρο και το χρόνο φαινομένου σαν «γενικούς νόμους» και να τους εφαρμόζουν σαν τέτοιους. Αντίθετα, η μεγαλοφυΐα που έχει κατανοήσει την αληθινή ουσία, την πραγματική, τη ζωτική κύρια τάση μιας εποχής, τη βλέπει ακριβώς να δρα πίσω από το σύνολο των γεγονότων του καιρού της. Πραγματεύεται τα αποφασιστικής σημασίας θεμελιώδη προβλήματα ολόκληρης της εποχής, έστω κι αν ο ίδιος θεωρεί ότι αναφέρεται μόνο σε ζητήματα επικαιρότητας.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι σ’ αυτό έγκειται το μεγαλείο του Μαρξ. Με βάση τη δομή του αγγλικού εργοστασίου συνέλαβε όλες τις καθοριστικές τάσεις του σύγχρονου καπιταλισμού και τις ερμήνευσε. Είχε πάντοτε κατά νου το σύνολο της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αυτός είναι ο λόγος που μπόρεσε να διακρίνει, ταυτόχρονα, μέσα από κάθε φαινόμενο αυτής της ανάπτυξης, την ολότητά της και, μέσα από τη διάρθρωσή της, την κίνησή της.
Ωστόσο, υπάρχουν πολύ λίγοι άνθρωποι σήμερα που γνωρίζουν ότι ο Λένιν επιτέλεσε για την εποχή μας το ίδιο που επιτέλεσε ο Μαρξ για τη γενική εξέλιξη του καπιταλισμού. Διέκρινε πάντοτε τα προβλήματα ολόκληρης της εποχής μέσα από τα προβλήματα εξέλιξης της σύγχρονης Ρωσίας, από τα ζητήματα της γένεσης του καπιταλισμού μέσα σ’ έναν μισοφεουδαρχικό απολυταρχισμό, μέχρι τα προβλήματα της πραγμάτωσης του σοσιαλισμού σε μια καθυστερημένη αγροτική χώρα: την είσοδο στην τελευταία φάση του καπιταλισμού και τις δυνατότητες να στραφεί η κρίσιμη πάλη, που είχε καταστεί αναπόφευκτη, ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο προς όφελος του προλεταριάτου για τη σωτηρία της ανθρωπότητας.
Ο Λένιν, ακριβώς όπως και ο Μαρξ, δεν γενίκευσε ποτέ τοπικές – ρωσικές εμπειρίες, περιορισμένες στο χώρο και το χρόνο. Αλλά, με μια ιδιοφυή διορατικότητα, διέκρινε, στο χώρο και το χρόνο των πρώτων επιδράσεών του, το θεμελιώδες πρόβλημα της εποχής μας: την επανάσταση που πλησίαζε. Και, μέσα απ’ αυτή την προοπτική, την προοπτική της επικαιρότητας της επανάστασης, κατανόησε όλα τα φαινόμενα, τόσο τα ρωσικά όσο και τα διεθνή και τα κατέστησε κατανοητά.
Η επικαιρότητα της επανάστασης: αυτή είναι η θεμελιώδης σκέψη του Λένιν, καθώς και το καθοριστικό σημείο που τον συνδέει με τον Μαρξ. Γιατί ο ιστορικός υλισμός, σαν έκφραση που ορίζει τον προλεταριακό απελευθερωτικό αγώνα, δεν μπορούσε να συλληφθεί και να διατυπωθεί θεωρητικά παρά μόνο στην ιστορική εκείνη στιγμή που η πρακτική του επικαιρότητα είχε ήδη μπει στην ημερήσια διάταξη της ιστορίας. Σε μια στιγμή όπου, σύμφωνα με τα λόγια του Μαρξ, δεν εμφανίζεται πια μέσα στην αθλιότητα του προλεταριάτου μόνο η ίδια η αθλιότητα, αλλά η επαναστατική πλευρά «που θα ανατρέψει την παλιά κοινωνία».
Φυσικά, και τότε ήταν σίγουρα αναγκαία η τολμηρή θεώρηση από τη μεγαλοφυΐα για να γίνει αντιληπτή η επικαιρότητα της προλεταριακής επανάστασης. Γιατί η προλεταριακή επανάσταση δεν είναι ορατή για τον κοινό θνητό παρά μόνο όταν οι μάζες των εργατών μάχονται ήδη στα οδοφράγματα. Και ούτε καν τότε, εφόσον αυτοί οι κοινοί θνητοί έχουν διαπαιδαγωγηθεί με μια χυδαία μαρξιστική παιδεία. Γιατί, τα θεμέλια της αστικής κοινωνίας φαίνονται στα μάτια του χυδαίου μαρξιστή τόσο ακλόνητα που ακόμη και την ώρα του πιο εξόφθαλμου κλονισμού τους δεν εύχεται παρά την επιστροφή της «ομαλής» κατάστασης. Δεν βλέπει στις κρίσεις της παρά μόνο περαστικά επεισόδια και θεωρεί, ακόμη και σε τέτοιες εποχές, τον αγώνα σαν τον αδικαιολόγητο ξεσηκωμό κάποιων επιπόλαιων ενάντια στον παρ’ όλ’ αυτά ακατανίκητο καπιταλισμό, θεωρεί επομένως τους μαχητές των οδοφραγμάτων σαν κάποιους ξεστρατημένους. Την ηττημένη επανάσταση σαν «λάθος». Και εκείνους που οικοδομούν το σοσιαλισμό στα πλαίσια μιας νικηφόρας επανάστασης -που για τους οπορτουνιστές δεν μπορεί παρά να είναι προσωρινή- σαν εγκληματίες.
Ο ιστορικός υλισμός λοιπόν, ήδη σαν θεωρία, έχει σαν προϋπόθεση την παγκόσμια ιστορική επικαιρότητα της προλεταριακής επανάστασης. Με αυτή την έννοια αποτελεί τον πυρήνα της διδασκαλίας του Μαρξ σαν αντικειμενικό θεμέλιο όλης της εποχής και ταυτόχρονα σαν κλειδί για την κατανόησή της. Ωστόσο, πέρα απ’ αυτόν τον περιορισμό, που εκφράστηκε με την κατηγορηματική απόρριψη όλων των αβάσιμων ψευδαισθήσεων, με την αυστηρή καταδίκη κάθε πραξικοπηματικής απόπειρας, η οπορτουνιστική ερμηνεία πιάνεται αμέσως από τα δήθεν επιμέρους λάθη των προβλέψεων του Μαρξ, με σκοπό να αφανίσει απόλυτα και ριζικά, μ’ αυτόν τον πλάγιο τρόπο, την επανάσταση από ολόκληρο το οικοδόμημα του μαρξισμού. Κι έτσι οι «ορθόδοξοι» υπερασπιστές του Μαρξ ανταμώνουν στα μισά του δρόμου με τους «επικριτές» του. Άλλωστε, ο Κάουτσκι δήλωσε στον Μπέρνσταϊν ότι μπορούμε ήσυχα ν’ αφήσουμε για το μέλλον την απόφαση για τη δικτατορία του προλεταριάτου (για ένα πολύ μακρινό μέλλον).
Ο Λένιν στο σημείο αυτό αποκατάστησε την καθαρότητα της διδασκαλίας του Μαρξ. Και, σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, τη συνέλαβε σαφέστερα και πιο συγκεκριμένα. ‘Όχι πως θέλησε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να διορθώσει τον Μαρξ. Απλά επεξεργάσθηκε σ’ αυτή τη διδασκαλία την παραπέρα πορεία της ιστορικής διαδικασίας μετά το θάνατο του Μαρξ. Και αυτό σημαίνει πως η επικαιρότητα της προλεταριακής επανάστασης δεν είναι πλέον μόνο ένας ορίζοντας της παγκόσμιας ιστορίας που απλώνεται πάνω από την εργατική τάξη, η οποία βρίσκεται στο δρόμο για την απελευθέρωσή της, αλλά πως η επανάσταση έχει ήδη γίνει καθημερινό θέμα του εργατικού κινήματος. Ο Λένιν μπόρεσε χωρίς δυσκολία να υπομείνει την κατηγορία του μπλανκισμού κτλ., που του είχε στοιχίσει αυτή η θεμελιακή θέση, όχι μόνο γιατί είχε την καλή μαρτυρία του Μαρξ, με τον οποίο (με «ορισμένες πλευρές» του Μαρξ) συμμεριζόταν αυτή την κατηγορία, αλλά και γιατί βρέθηκε επάξια κοντά στον Μαρξ. Από τη μια, τόσο ο Μαρξ όσο κι ο Λένιν δεν φαντάστηκαν ποτέ την επικαιρότητα της προλεταριακής επανάστασης και των τελικών της στόχων, σαν να ήταν δυνατή πια η πραγματοποίησή της οποτεδήποτε, με οποιονδήποτε τρόπο.
Από την άλλη πλευρά όμως, τόσο ο ένας όσο και ο άλλος, απέκτησαν με την επικαιρότητα της επανάστασης το σίγουρο κριτήριο για τις αποφάσεις που έπρεπε να παρθούν για όλα τα καθημερινά θέματα. Η επικαιρότητα της επανάστασης καθορίζει την κυρίαρχη νότα μιας ολόκληρης εποχής. Μόνο ο συσχετισμός των μεμονωμένων πράξεων μ’ αυτόν τον κεντρικό πυρήνα, που δεν μπορεί να βρεθεί παρά μόνο με τη συγκεκριμένη ανάλυση του κοινωνικού – ιστορικού όλου, κάνει τις μεμονωμένες πράξεις να είναι επαναστατικές ή αντεπαναστατικές.
Η επικαιρότητα της επανάστασης σημαίνει κατά συνέπεια: χειρισμός κάθε ιδιαίτερου καθημερινού ζητήματος σε συγκεκριμένη σχέση με την κοινωνική – ιστορική ολότητα, θεώρηση των ζητημάτων αυτών σαν συνθετικών στοιχείων για την απελευθέρωση του προλεταριάτου. Η παραπέρα διαμόρφωση που γνώρισε ο μαρξισμός μ’ αυτόν τον τρόπο από τον Λένιν συνίσταται απλά -απλά!- στη στενότερη, εμφανέστερη και με μεγαλύτερες συνέπειες σύνδεση των μεμονωμένων πράξεων με τη γενική μοίρα, την επαναστατική μοίρα ολόκληρης της εργατικής τάξης. Σημαίνει απλά ότι κάθε καθημερινό ζήτημα -σαν θέμα ημερήσιας διάταξης- έχει ταυτόχρονα καταστεί ένα θεμελιώδες πρόβλημα της επανάστασης.
Η ανάπτυξη του καπιταλισμού κατέστησε την προλεταριακή επανάσταση θέμα ημερήσιας διάταξης. Ο Λένιν δεν είναι ο μόνος που είδε το πλησίασμα αυτής της επανάστασης. Ξεχωρίζει ωστόσο για το κουράγιο, την αφοσίωση και την αυταπάρνησή του όχι μόνο από εκείνους που κρύβονται δειλά -όταν η διακηρυγμένη θεωρητικά από τους ίδιους προλεταριακή επανάσταση έγινε πρακτικά επίκαιρη- αλλά ξεχωρίζει επίσης, χάρη στη θεωρητική του διαύγεια, από τους καλύτερους σύγχρονους του επαναστάτες, τους πιο φωτισμένους και τους πιο αφοσιωμένους. Γιατί ακόμη κι αυτοί δεν αναγνώρισαν την επικαιρότητα της προλεταριακής επανάστασης παρά με τον τρόπο που κι ο ίδιος ο Μαρξ την αντιλήφθηκε στην εποχή του: σαν θεμελιώδες πρόβλημα ολόκληρης της εποχής. Όμως στάθηκαν ανίκανοι να καταστήσουν την ορθή αυτή γνώση -ορθή ως προς την προοπτική της παγκόσμιας ιστορίας, αλλά μόνο σαν προοπτική- σε σίγουρο καθοδηγητικό νήμα για την επίλυση όλων των καθημερινών ζητημάτων, τόσο των πολιτικών όσο και των οικονομικών, των ζητημάτων θεωρίας και τακτικής, ζύμωσης και οργάνωσης.Μόνο ο Λένιν έκανε το βήμα προς τη συγκεκριμενοποίηση του μαρξισμού που είχε γίνει πλέον εντελώς πρακτικός. Να γιατί είναι, σε παγκόσμια ιστορική κλίμακα, ο μόνος θεωρητικός στο ύψος του Μαρξ που έχει αναδείξει μέχρι σήμερα ο αγώνας για την απελευθέρωση του προλεταριάτου.