Γιάννης Κορδάτος: Η Μικρασιατική Καταστροφή

 

Δημοσιεύουμε το κεφάλαιο “η Μικρασιατική καταστροφή” απο την “Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας” (κεφάλαιο Ν) του Γίάννη Κορδάτου, τόμος XIII, σελ, 566-580, εκδόσεις 20ός αιώνας. Το κεφάλαιο δημοσιεύεται ολόκληρο και χωρίς συντομεύσεις. Έχουμε αλλάξει μόνο την αρίθμηση των σημειώσεων που στο βιβλίο είναι ανά σελίδα. Το κείμενο είναι μια συγκλονίστική μαρτυρία του Γ.Κορδάτου για τον πραγματικό ρόλο που έπαιξε ο αστικός πολιτικός κόσμος και τα κόμματα του στην Μικρασιατική καταστροφή. Και ταυτόχρονα ένα ιστορικό ντοκουμέντο για την στάση απέναντι στην πρόταση Μεταξά στους φυλακισμένους ηγέτες του ΣΕΚΕ να πάρουν υπουργεία και να μπούν στην κυβέρνηση. Δυστυχώς αυτό το παράδειγμα δεν μπόρεσε να το ακολουθήσει πάντα το κομμουνιστικό κίνημα σε Ευρώπη και Ελλάδα, με αποτέλεσμα τις γνωστές συνέπειες. Οι υπογραμμίσεις στο κείμενο και τις σημειώσεις είναι δικές μας.

 

 

Η Μικρασιατική Καταστροφή

 

 

 

Τα σκάνδαλα που κάθε μέρα έρχονταν στο φως, κλόνισαν την κυβέρνηση Γούναρη. Τα σκάνδαλα μάλιστα της αλληλογραφίας των γουναρικών παραγόντων με Τούρκους βουλευτές, που συνεννοούντανε κρυφά με τον Κεμάλ και το Σουλτάνο, δημιούργησε μεγάλη πολιτική αναταραχή. Ακόμα και μερικοί γουναρικοί πολιτευτές και βουλευτές αγανάχτησαν. Γι΄αυτό ο Γούναρης στις 28 τ΄Απρίλη ανέβηκε στο βήμα της Βουλής και ζήτησε ψήφο εμπιστοσύνης. Ύστερα από την ψηφοφορία παραιτήθηκε, γιατί έδωκαν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση 161 και 160 την καταψήφισαν.

Πριν όμως ιστορήσω το τι έγινε ύστερα από την παραίτηση του Γούναρη, θα εκθέσω κάποια μικρή «ιστοριούλα», που είναι άγνωστη ως τα σήμερα στους πολλούς (1) . Στις κρίσιμες αυτές μέρες που περνούε η Ελλάδα, ήρθε από τη Μόσχα ένας απεσταλμένος της Τρίτης Διεθνούς και του υπουργείου Εξωτερικων και Στρατιωτικών. Είχε διαβατήριο σουηδικό. Έμεινε στο ξενοδοχείο „¨Ηβη“ στην αρχή και ύστερα στο «Πάγγειο». Είχε κατηγορηματική εντολή να συναντήσει το γραμματέα του Σοσιαλεργατικού Κόμματος (Κομμουνιστικού) και μόνον αυτόν. Γραμματέας τότε ήταν ο συντάχτης τούτης της ιστορίας, γιατί ο Ν. Δημητράτος είχε παραιτηθεί ή πιο σωστά παραμεριστεί.

Η πρώτη συνάντησή μου με το Ρώσο απεσταλμένο έγινε στους «Αέρηδες», στο τέρμα της οδού Αιόλου. Η δεύτερη στην Ακρόπολη και η Τρίτη στην Κηφισιά. Ο σοβιετικός απεσταλμένος, αφού μου έδειξε τα διαπιστευτήριά του, που είχαν την υπογραφή Ζηνόβιεφ καθώς και του Τρότσκυ και Τσιτσέριν, μου ανακοίνωσε τα εξής: «Η ΕΣΣΔ είναι πρόθυμη να βοηθήσει την Ελλάδα να βγει από το αδιέξοδο της μικρασιατικής εκστρατείας. Πρώτα θα παύσει να ενισχύει υλικώς και ηθικώς τον Κεμάλ και δεύτερο θα ασκήσει όλη την επιρροή της να αυτονομηθεί μια παραλιακή ζώνη της Μικρασίας, όπου κατοικούν πολλοί χριστιανοί. Για να εξασφαλιστεί η αυτονομία της περιοχής αυτής, θα σταλθεί διεθνής στρατός από Ελβετούς, Σουηδούς και Νορβηγούς, από χώρες δηλαδή που δεν πήραν μέρος στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Για να υποστηρίξει την άποψη αυτή η ΕΣΣΔ ζητεί σαν αντάλλαγμα την αναγνώρισή της, έστω και ντε φάκτο» (2) .

Ομολογώ πως η πρόταση αυτή μου έκανε κατάπληξη. Ρώτησα να μάθω από ποιες αιτίες έγινε η στροφή αυτή. Και πήρα την εξής απάντηση: «Το κίνημα του Κεμάλ είναι απελευθερωτικό και σαν τέτοιο το υποστηρίξαμε όσο μπορούσαμε. Δεν έχουμε όμως καμία εγγύηση αν ύστερα από την ολοκληρωτική επικράτησή του, οι παλιές αντιδραστικές δυνάμεις στην Τουρκία (μπέηδες και πασάδες) δεν πάρουν αυτοί τα ηνία της εξουσίας. Έχουμε το παράδειγμα της νεοτουρκικής επανάστασης του 1908. Αλλιώτικα ξεκίνησαν οι Νεότουρκοι κι αλλιώτικα πολιτεύτηκαν. Κατάντησαν τελευταία λακέδες του γερμανικού ιμπεριαλισμού και μιλιταρισμού. Ο Κεμάλ έχει γόητρο για την ώρα, αλλά οι στρατηγοί και πολιτικοί που τον υποστηρίζουν –έξω από λίγες εξαιρέσεις- είναι αντιδραστικοί. Ήδη έχουμε όχι ενδείξεις, αλλά αποδείξεις, ότι έχουν μυστικές επαφές με τους Γάλλους κεφαλαιοκράτες και ιμπεριαλιστές και αύριο μεθαύριο, αν νικήσουν και διώξουν τους Έλληνες από τη Μικρασία και Θράκη, η Τουρκία με τον Κεμάλ ή χωρίς τον Κεμάλ θα προσανατολιστεί προς τη Δύση. Η αστική τάξη της Τουρκίας είναι αδύναμη να συνεχίσει μόνη της την αναδιοργάνωση της χώρας της. Θα κάνει μεταρρυθμίσεις, αλλά δεν θα μπορεί να σταθεί στα πόδια της, αν δεν πάρει δάνεια από τη Γαλλία ή Αγγλία και, όπως ξέρετε, τα δάνεια υποδουλώνουν τις χώρες που τα παίρνουν.

Γι΄αυτό θέλουμε να μείνουν οι Έλληνες στη Μικρασία, όχι από κούφιο αισθηματισμό, αλλά από ρεαλιστική αντίληψη για το αύριο και μεθαύριο. Οι μειονότητες στην Τουρκία στάθηκαν από τη μια μεριά η τροχοπέδη στον ολοκληρωτικό εξισλαμισμό της Βαλκανικής και Ανατολής και από την άλλη έγιναν η πηγή που τροφοδότησε τα εθνικά απελευθερωτικά κινήματα των λαών της Βαλκανικής από το 1770 ως τα χτες».

Πως μπορούσε όμως νάρθει σε επαφή ο σοβιετικός απεσταλμένος με την κυβέρνηση; Αυτό ήταν το άλυτο πρόβλημα. Δηλώθηκε σ΄αυτόν πως το Σοσιαλεργατικό (Κομμουνιστικό) Κόμμα είναι μικρό και δεν παίζει ενεργητικό ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας. Συνεπώς ο γραμματέας του δεν έχει το ανάλογο κύρος για να διαπραγματευθεί μυστικά ένα τόσο λεπτό και σπουδαίο ζήτημα. Ο σοβιετικός όμως απεσταλμένος επέμενε και δέχτηκε να αρχίσει η επαφή με τον αρχηγό της αντιπολίτευσης Στράτο. Ύστερα από την επιμονή του αναγκάστηκα να ζητήσω ακρόαση από το Στράτο. Με πολλές επιφυλάξεις και προεισαγωγές, για το ποιος ήταν ο σκοπός της επίσκεψής μου, μπήκα στο θέμα .

Ο Στράτος με άκουσε με μεγάλη προσοχή: «Είμαι σύμφωνος, μου είπε. Αυτές τις μέρες θα έχουμε κυβερνητική μεταβολή και αν πετύχει ο αρχιστράτηγος Παπούλας, τότε όλα θα πάνε καλά (4) . Αν σχηματίσω κυβέρνηση θα σας ειδοποιήσω αφού μελετήσω τους φακέλλους του υπουργείου Εξωτερικών και ιδώ ότι δεν υπάρχει ανυπέρβλητον εμπόδιον από τους Άγγλους και Γάλλους, θα σας ειδοποιήσω να με φέρετε εις επαφήν με τον Ρώσον απεσταλμένον. Κρίνω όμως καλόν, αν σας είναι εύκολο να κάνετε βολιδοσκόπησιν εις τον κ. Αντώνιον Καρτάλην, τον συμπολίτην σας. Ίσως εκμαιεύσετε τας διαθέσεις της κυβερνήσεως». Και την τελευταία στιγμή, όταν τον αποχαιρετούσα, σφίγγοντας το χέρι μου και κοιτάζοντάς με κατάματα πρόσθεσε: «Έχω εμπιστοσύνη ότι τα όσα σας είπα για τον Παπούλα και τον Γούναρη, θα μείνουν αναμεταξύ μας(5) . Προσέξατε όμως κατά την έξοδο, οι γουναρικοί σπιούνοι παρακολουθούν την οικίαν μου και τας κινήσεις μου. Προσοχή και στο καλό».

Την άλλη μέρα επισκέφτηκα τον Αντ. Καρτάλη στο ξενοδοχείο της «Αγγλίας» όπου έμενε. Ήταν υπουργός και από τους παράγοντες μάλιστα του γουναρισμού. Όταν του έκανα νύξεις για τη μεσολάβηση της Σοβιετικής Ρωσίας (χωρίς να του πω πως ήταν εδώ απεσταλμένος των Σοβιέτ) με έβρισε και με έδιωξε (6)  .

Ξαναγυρίζω τώρα στα γεγονότα που μεσολάβησαν όταν παραιτήθηκε η κυβέρνηση Γούναρη. Στην Πόλη είχε σχηματιστεί από βενιζελικούς παράγοντες μια οργάνωση που ονομάστηκε «Κέντρον Εθνικής Αμύνης». Η οργάνωση αυτή είχε πράχτορες στο Παρίσι, Λονδίνο και Αθήνα και ήταν καλά πληροφορημένη για όσα λέγονταν και αποφασίζονταν στα διπλωματικά παρασκήνια για τη λύση του μικρασιατικού ζητήματος. Επειδή η επιτροπή είχε πληροφορίες πως ο στρατηγός Παπούλας δεν τα πήγαινε καλά με την κυβέρνηση, αποφάσισαν να έρθουν σ΄επαφή μαζί του και να τον πείσουν να κηρύξει την αυτονομία της Μικρασίας. Στις 28 του Γενάρη (1921) το «Κέντρον Εθνικής Αμύνης» έστειλε στο στρατηγό Παπούλα ένα υπόμνημα που το υπόγραφαν οι Τζων Σταυρίδης, Ι. Σιώτης, Λ. Ιασωνίδης, Λ. Καζανόβας και Α. Αντύπας. Με το υπόμνημά τους αυτό οι παραπάνω κάνανε έκκληση στον πατριωτισμό του αρχιστρατήγου «ίνα αναλάβη την ηγεσίαν χωριστικού κινήματος με αντικειμενικόν σκοπόν την Αυτονομίαν της Μικράς Ασίας».

Αργότερα, Φλεβάρης του 1922, για το ίδιο ζήτημα πήγε στο μέτωπο ο Σιώτης και όταν παρουσιάστηκε στον Παπούλα του είπε: „Στρατηγέ, γνωρίζομεν ότι η απόφασις των Μ. Δυνάμεων θα είναι δυσμενής, δυσμενεστάτη, και ότι θα εκκενώσωμεν την Μ. Ασίαν. Δεν φρονείτε ότι κατόπιν τόσων θυσιών, κατόπιν τοσούτου αίματος, πρέπει να κηρύξωμεν τουλάχιστον μία αυτονομίαν και να σώσωμεν τους πληθυσμούς; Και εν Κων/λει καθώς και εν Σμύρνη, και ως αντιλαμβάνομαι, ο στρατός έχουν πεποίθησιν προς υμάς».

Στην έκκληση αυτή ο στρατηγός Παπούλας απάντησε πως χρειάζεται και η υποστήριξη της ελληνικής κυβέρνησης: „Δεν αποκρούω αυτήν την σκέψιν, αυτήν την εργασίαν σας, είμαι σύμφωνος. Αλλά δια να γίνη τούτο, πρέπει να έχωμεν και την έμμεσον υποστήριξιν της κυβερνήσεως. Θα σας παρακαλέσω πολύ να υπάγετε και εις τον Αρμοστήν (Στεργιάδην), να ίδητε τι θα σας πη και αυτός και κατόπιν έρχεσθε πάλιν». Ο Σιώτης πήγε στο Στεργιάδη, αλλά δεν βρήκε καμιά θετική υποστήριξη: „Τι σας είπε. Κύριε Σιώτη, ο στρατηγός;“ „Ο κ. Παπούλας, μου είπε ότι τα εγκρίνει, αλλά μας είπεν, ότι πρέπει να μας υποστηρίξη εμμέσως η κυβέρνησις“. „Καλά, σας απήντησε ο στρατηγός. Αλλά δεν αφήνετε τα κάρβουνα στη φωτιά να τα βγάλη η κυβέρνησις; Δεν τα αφήνετε αυτάς

Ο Παπούλας αποκάλυψε επίσης πως έστειλε στην Πόλη τους συνταγματάρχες Σκυλακάκη και Σαρρηγιάννη για να έρθουν σε επαφή με την „Επιτροπή Αμύνης“ (7) . Όταν γύρισαν με το Σιώτη οι δυο συνταγματάρχες και βεβαίωσαν πως υπήρχε σοβαρή οργάνωση, ο Παπούλας είπε στο Σιώτη να πάει στην Αθήνα και να ζητήσει την ενίσχυσή της. Αλλά η κυβέρνηση δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρο. Ο Γούναρης μάλιστα είπε ορθά κοφτά στο Σιώτη ότι οι δυνάμεις υποστηρίζουν την ελληνική κυβέρνηση, ότι δεν άλλαξε η πολιτική τους από τις εκλογές της 1 Ν/βρη και δώθε και ότι η Μικρασία δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο. Όταν τα ελεγε αυτά ο Γούναρης οι σύμμαχοι στη Διάσκεψη που έγινε στο Παρίσι (Μάρτης του 1922) είχαν πάρει την απόφαση να υποχρεώσουν τον Κεμάλ και τον Γούναρη να κάνουν ανακωχή και ν΄αρχίσουν διαπραγματεύσεις για την υπογραφή συνθήκης ειρηνης.

Την άλλη μέρα όμως οι μεγάλες δυνάμεις επέδωκαν νότα με την οποία πληροφορούσαν την ελληνική κυβέρνηση ότι πάρθηκε η απόφαση να «εκκενωθή από τον ελληνικό στρατό η Μικρά Ασία». Τότε ο Παπούλας που βρισκόταν στην Αθήνα, είδε το Γούναρη και του είπε: „εν είναι επιτετραμμένον να εγκαταλείψωμεν την Μ. Ασίαν. Εάν θέλετε να εκπληρώσητε αυτήν την εντολήν την οποίαν έχετε από τας Δυνάμεις τότε, αφήσατέ με ν΄ανακηρύξω την αυτονομίαν. Εάν όμως και εις τούτο δεν συμφωνήτε, τότε να με απαλλάξετε από την διοίκησιν, διότι εγώ δεν εννοώ να μείνω εκεί και να βλέπω την κατάστασιν αυτήν, διότι τότε δεν θα λειτουργήση ο νους αλλά η καρδία“ („Εστενογραφημένα πρακτικά δίκης των εξ“, σ.66).

Ο Παπούλας, όπως ομολόγησε παραΰστερα, είχε πειστεί πως η επιτροπή του «Κέντρου Εθνικής Αμύνης», είχε την υποστήριξη των ‘Αγγλων και ότι θα στρατολογούσε πολλούς Θράκες και έτσι με τους Μικρασιάτες θα σχηματιζόταν 80.000 στρατός που θα κρατούσε την περιφέρεια της Σμύρνης.

Ο στρατηγός, είναι αλήθεια πως ήταν εύπιστος (8) .Πίστεψε σε ό,τι του έλεγε ο Σιώτης. Γι΄αυτό νόμιζε πως ήταν δυνατό να κρατηθεί η Σμύρνη αφού και οικονομική βοήθεια θα είχε και στρατός από εθελοντές Θράκες και Μικρασιάτες θα σχηματιζόταν. Τότε, όταν δηλαδή σχηματιζόταν ο εθελοντικός αυτός στρατός θα κήρυχνε την αυτονομία της Σμύρνης με την περιοχή της. Οι έφεδροι από την Ελλάδα θα απολύονταν και θα σχηματιζόταν τοπική κυβέρνηση. Ο Παπούλας, όπως μου είπε, είχε ανακοινώσει τα σχέδια αυτά στο Στράτο και τον βρήκε «κατ΄αρχήν σύμφωνον». Η κυβέρνηση Γούναρη όταν έμαθε τις ενέργειες αυτές του Παπούλα, έπαψε να του έχει εμπιστοσύνη, γιατί τον θεωρούσε ύποπτο. Ο Στεργιάδης εξάλλου τον κατάγγειλε πως συνεργάζεται κρυφά με βενιζελικούς και ότι ετοιμάζει χωριστικό-αυτονομιστικό κίνημα στη Μικρασία (9) . Κι ακόμα η κυβέρνηση είχε πληροφορίες πως ο Παπούλας είχε μυστικές συνεννοήσεις με το Στράτο.

Γι΄αυτό τον ανάγκασε να παραιτηθεί. Στην αρχή όταν ο Παπούλας υπέβαλε την παραίτησή του δεν έγινε δεχτή. Και επειδή κάτι γράψανε οι εφημερίδες, βγήκε ανακοινωθέν που διέψευδε πως ο αρχιστράτηγος διαφώνησε με την κυβέρνηση. Πιο ύστερα όμως ο Παπούλας υπόβαλε την παραίτηση που έγινε δεχτή. Διάδοχός του στην αρχιστρατηγία διορίστηκε ο Χατζηανέστης, ο πιο ακατάλληλος για την κρίσιμη εκείνη περίοδο που ο Κεμάλ ετοιμαζόταν για τη μεγάλη επίθεσή του (10).

Ο διορισμός του Χατζηανέστη, που φημιζόταν για την αυστηρότητά του και την προσήλωσή του στην πειθαρχία και στους στρατιωτικούς κανονισμούς, όπως ήταν φυσικό, δημιούργησε μεγάλο σάλο στο μέτωπο. Ούτε οι ανώτεροι, ούτε οι κατώτεροι αξιωματικοί τον ήθελαν. Και οι φαντάροι από την πρώτη κιόλας μέρα που έμαθαν τον διορισμό του, τον μίσησαν.

Άμα παραιτήθηκε ο Γούναρης, ο βασιλιάς κάλεσε στα ανάκτορα το Στράτο και του ανάθεσε το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Ο Στράτος δέχτηκε την εντολή και στις 3 του Μάη ορκίστηκε η νέα κυβέρνηση. Όταν όμως παρουσιάστηκε στη Βουλή δεν πήρε ψήφο εμπιστοσύνης και παραιτήθηκε. Έγιναν τότε παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις και σχηματίστηκε κυβέρνηση από γουναρικούς και στρατικούς με πρόεδρο τον Π. Πρωτοπαπαδάκη.

Ο Στράτος ύστερα από τρεις μέρες με κάλεσε στο σπίτι του και μου είπε να ειδοποιήσω τον απεσταλμένο των Σοβιέτ να φύγει, γιατί η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει ριζικές λύσεις. Η πρότασή μου – είπε- να ζητηθεί «δια καταλλήλου και εμμέσου οδού η μεσολάβησις των Σοβιέτ, ήγειρεν θύελλαν διαμαρτυριών εν τω Υπουργικώ Συμβουλίω». Η κυβέρνηση Γούναρη-Στράτου – ο Πρωτοπαπαδάκης ήταν εικονικός πρωθυπουργός- για να εκβιάσει τους «συμμάχους» Αγγλογάλλους καθώς και τον Κεμάλ να δεχτούν έντιμους όρους για τη λύση του μικρασιατικού προβλήματος, μετακίνησε στρατό από τη Μικρασία στη Θράκη. Αποφάσισε να διατάξει την προέλαση του ελληνικού στρατού προς την Κων/λη και το πάρσιμό της. Αλλά τα σχέδιά της αυτά ματαιώθηκαν, γιατί οι σύμμαχοι αντέδρασαν.

Οι μήνες περνούσαν και η κατάσταση όλο και χειροτέρευε, η δραχμή ξέπεφτε και η φτώχεια απλωνόταν παντού. Αντίθετα οι Τούρκοι ισχυροποιήθηκαν. Ο Κεμάλ απόχτησε αεροπορία και πολλές πυροβολαρχίες. Το ηθικό του ελληνικού στρατού είχε κλονιστεί πολύ. Στα αντίσκηνα το βράδι δεν άκουγες τίποτα άλλο παρά πως «πρέπει να πετάξουμε τα όπλα». Θα σημειώνονταν στασιαστικά κινήματα αν δεν ήταν οι τσέτες. Αυτοί όπου έβρισκαν ή έπιαναν Έλληνα φαντάρο, τον έσφαζαν, τον κρεμούσαν ή τον παλούκωναν. Οι φαντάροι νοσταλγούσαν την Ελλάδα. Ήθελαν να ιδούν τους δικούς τους, να πετάξουν το γυλιό και το χακί.

Αεροπλάνα του Κεμάλ κάθε τόσο, αντί να ρίχνουν βόμβες, πετούσαν πάνω από το ελληνικό μέτωπο και έριχναν αθηναϊκές εφημερίδες και κυρίως φύλλα του «Ελεύθερου Τύπου», „Πατρίδος“ και „Ριζοσπάστη“ καθώς και εφημερίδες της Πόλης που είχαν προκηρύξεις και αντιβασιλικά άρθρα του Κονδύλη και άλλων «αμυνιτών»-βενιζελικών αξιωματικών που ήτανε απότακτοι και μένανε στην Πόλη.

Πριν ακόμα αντικαταστεθεί ο Παπούλας, το Β΄γραφείο του στρατηγείου είχε πληροφορηθεί πως το ηθικό του στρατού ήταν πολύ πεσμένο και πως στα αντίσκηνα και σε άλλες κρυψώνες υπήρχαν φύλλα του «Ριζοσπάστη», „Ελεύθερου Τύπου“, „Πατρίδος“, καθώς και προκηρύξεις και άρθρα του Κονδύλη (11) . Γι΄αυτό έστειλε ο αρχιστράτηγος εμπιστευτικό έγγραφο στην κυβέρνηση, ζητώντας να κατάσχονται οι εφημερίδες «Ριζοσπάστης», „Ελεύθερος Τύπος“ και „Πατρίς“, όταν έχουν άρθρα που μπορούν να κλονίσουν το ηθικό του στρατού.

Όταν το έγγραφο του στρατηγείου έφτασε στην κυβέρνηση, έγιναν πολλές συνεδριάσεις σχετικές με το περιεχόμενό του. Επίσης και στα γραφεία της «Καθημερινής», που ήταν το ανεπίσημο γραφείο του Γούναρη, έγινε πολύς λόγος για το εμπιστευτικό έγγραφο του στρατηγείου. Οι Ν. Κρανιωτάκης, Γ. Βλάχος, Καλαμάρας καθώς και ο Αρ. Καμπάνης, έριξαν όλο το βάρος στους κομμουνιστές και στην αρθρογραφία του «Ριζοσπάστη».Είχε σταλθεί στο αναμεταξύ και άλλο έγγραφο, που τόνιζε πως οι φαντάροι μπολσεβικίζουν. Είχαν πιαστεί στο μέτωπο μερικοί φαντάροι που προπαγάνδιζαν την απεργία όταν θα γίνει επίθεση του Κεμάλ. „Για να γλυτώσουμε, λέγανε, πρέπει, αν μας επιτεθούν οι Τούρκοι, να πυροβολήσουμε στον αέρα για να διαλυθεί το μέτωπο“.

Όμως οι φαντάροι αυτοί εργότερα αποδείχτηκε πως ήταν πρώην επίστρατοι, γι΄αυτό και καταδικάστηκαν σε πολύ ελαφρές ποινές. Ωστόσο αν και ξέρανε ποιοι ήταν οι προδότες, τα πρωτοπαλλίκαρα του γουναρισμού (Καμπάνης,Κρανιωτάκης,Βλάχος και Σία) επιμένανε πως οι κομμουνιστές δημιουργούσαν την ηττοπάθεια στο στρατό και όχι ο Κονδύλης και οι βενιζελικοί (12)) .

Και όμως οι βενιζελικοί σχεδόν κάθε μέρα όχι μόνο έγραφαν και έλεγαν πως πρέπει να παραιτηθεί ο Κωνσταντίνος, αλλά κατηγορούσαν στο εσωτερικό και εξωτερικό την κυβέρνηση και την αντιβενιζελική παράταξη για την παράταση του πολέμου, για την οικονομική εξάρθρωση και την εξαθλίωση του λαού. Τότε ο Γούναρης κάλεσε το Γάσπαρη και τον εισαγγελέα Δεσποτόπουλο και τους έδωκε διαταγή ν΄αρχίσουν διώξεις των κομμουνιστών. Ο Δεσποτόπουλος έπιασε στις 2 Ιούλη 1922 το διευθυντή του «Ριζοσπάστη» Γιάννη Πετσόπουλο και στις 6 Ιούλη και τους Γιάννη Κορδάτο, Γ. Γεωργιάδη, Γεώργ. Παπανικολάου, Αριστοτέλη Σίδερι, Ευάγγελο Ευαγγέλου, Π. Αγγελή και Γ. Στράγκα . Στο γουναρικό κογκλάβιο της «Καθημερινής», οι παραπάνω χαρακτηρίστηκαν οι αρχηγοί του Κομμουνιστικού Κόμματος και της Εργατικής Συνομοσπονδίας. Επειδή όμως οι Γεωργιάδης, Σϊδερις και Κορδάτος ήταν δικηγόροι, τις ανακρίσεις τις έκανε ο εφέτης Παπαμήτρου.

Η κατηγορία που διατυπώθηκε έλεγε: „Δια σειράς άρθρων δημοσιευθέντων εις τον «Ριζοσπάστην» παρωτρύνατε τον μαχόμενον στρατόν εις λιποταξίαν ενώπιον του εχθρού συνεννοηθέντες δε μετά του εχθρού, ήτοι μετά του Μουσταφά Κεμάλ, απεστείλατε μέσον Κων/λεως ή Μόσχας τα εν λόγω άρθρα του «Ριζοσπάστη» εις αυτόν ίνα ρίπτωνται εις τας ελληνικάς προφυλακάς προς επίτευξιν του εγκλήματος της προδοσίας

Η κατηγορία ήταν άτιμη και συκοφαντική. Πρώτα πρώτα εξόν από τον Πετσόπουλο και Κορδάτο, οι άλλοι κατηγορούμενοι δεν έγραφαν στο «Ριζοσπάστη». Δεύτερο ποτέ δεν έγινε ούτε άμεση, ούτε έμμεση σύσταση από τις στήλες του «Ριζοσπάστη» στους στρατιώτες να λιποταχτήσουν. Και τρίτο τα φύλλα του «Ριζοσπάστη» που υπήρχαν στη δικογραφία, ήταν πολύ μικρότερα σε σχήμα και φαινόταν καθαρά πως είχε γίνει ανατύπωση από φωτοτυπημένα φύλλα. Όπως είπαμε, πήγαινε ελεύθερα στην Πόλη ο «Ριζοσπάστης» και εκεί οι πράχτορες του Κεμάλ τον φωτοτυπούσαν. Το εμπιστευτικό όμως έγγραφο του στρατηγείου δεν έλεγε πως μόνο τα φύλλα του «Ριζοσπάστη» έριχναν τα αεροπλάνα του Κεμάλ στις ελληνικές προφυλακές, αλλά και τα φύλλα των βενιζελικών εφμερίδων «Ελεύθερου Τύπου», „Πατρίδος“ και προκηρύξεις και άρθρα του Κονδύλη. Έπειτα και κάτι άλλο: Στα φύλλα του «Ριζοσπάστη» που ήταν προσαρτημένα στη δικογραφία, δεν υπήρχαν «παροτρύνσεις εις λιποταξίαν», αλλά έντονες επικρίσεις της κυβέρνησης Γούναρη και Σία (13) . Οι διαμαρτυρίες όμως πήγαν στο βρόντο και κλειστήκαμε όλοι στις φυλακές Συγγρού.

Όπως όμως είναι χιλιομαρτυρημένο από την ιστορία όλων των λαών, τα τρομοκρατικά μέσα δεν μπορούν να γυρίσουν πίσω τον τροχό της ιστορίας και ούτε να σταματήσουν τη διάδοση νέων ιδεών. Ο Γούναρης για να προλάβει την καταστροφή έπρεπε να δώσει ρεαλιστική λύση στο μικρασιατικό ζήτημα. Δεν έπρεπε να γίνει λακές των Άγγλων αποικιοκρατών. Έπρεπε να βγάλεο από το μυαλό του τις μεγαλοϊδεάτικες σκουριές. Έπρεπε στην εσωτερική και εξωτερική του πολιτική πρώτ’ απ΄όλα και πάνω απ΄όλα, να βάλει τα συμφέροντα όχι της ελληνικής πλουτοκρατίας και των Άγγλων ιμπεριαλιστών, αλλά τα συμφέροντα του εργαζόμενου ελληνικού λαού.

Είναι αλήθεια πως αυτό δεν μπορούσε να το κάνει, όχι γιατί φοβότανε το Βενιζέλο που ήταν επικίνδυνος αντίπαλός του, αλλά γιατί και το γουναρικό κόμμα, που είχε τον ψεύτικο τίτλο Λ α ϊ κ ό, ήταν κόμμα της πλουτοκρατίας, κόμμα αστικό. Αν το ψήφισαν πολλοί μικροαστοί και πολλοί φτωχοαγρότες και εργάτες ακόμα, το ψήφισαν γιατί δεν είχαν πολιτική διαπαιδαγώγηση και ακόμα γιατί πίστευαν ότι ο Γούναρης θα έκλεινε ειρήνη και υα σταματούσε τον πόλεμο στη Μικρασία.

Εκεί που είχαν φτάσει τα πράγματα καμιά διέξοδος δεν υπήρχε. Έπρεπε να βρεθεί τρόπος συμβιβαστικής λύσης, αλλά ο Γούναρης, όπως είπαμε, έκανε το λιονταρή, κήρυξε την «αυτοδιοίκησιν της Μικράς Ασίας» και απειλούσε τους Τούρκους και τους Άγγλους, Γάλλους και Ιταλούς ότι θα «κατελάμβανε την Κωνσταντινούπολιν». Όμως έφαγε τη χυλόπηττα, ενώ ο Χατζηανέστης στο μέτωπο με τις εξωφρενικές αυστηρότητές του εξαγρίωσε τους φαντάρους και άθελά του καλλιεργούσε σ΄αυτούς την ηττοπάθεια. Ακόμα και τα μικρά παιδιά ήξεραν πως η κατάσταση στο μέτωπο δεν ήταν καθόλου καλή. Αντίθετα στο μέτωπο του Κεμάλ όλα έδειχναν μεγάλες προετοιμασίες για επίθεση και υπήρχαν θετικές πληροφορίες πως στέλνονταν μεγάλες ποσότητες από πολεμοφόδια από τους Γάλλους. Υπήρχαν μάλιστα στην Άγκυρα και διπλωματικοί απεσταλμένοι της γαλλικής κυβέρνησης.

Η κυβέρνηση Γούνερη-Στράτου δεν ήξερε τι της γινόταν, γιατί έδινε σημασία στις ψεύτικες εκθέσεις που διαβίβαζαν από το στρατηγείο οι υπεύθυνοι σωματάρχες. Γι΄αυτό όταν στις 13 Αυγούστου 1922, άρχισε η κεμαλική επίθεση και δημιουργήθηκε ρήγμα στον τομέα του Αφιόν-Καραχισάρ, έτριβε τα μάτια της. Τάχασε και δεν ήξερε πως ν΄αντιμετωπίσει την κατάσταση.

Στην αρχή θέλησε να ρίξει το βάρος στον αρχιστράτηγο Χατζηανέστη. Αυτός έφταιγε, έγραφε η «Καθημερινή» (βλ. Φύλλα 26 και 28 Αυγούστου). Η κυβέρνηση αναγκάστηκε τότε να καλέσει τον πρώην αρχιστράτηγο Παπούλα και να τον παρακαλέσει να πάει στη Μικρασία και ν΄αναλάβει την αρχηγία. Ο Παπούλας πιέστηκε και από τον βασιλιά Κωνσταντίνο και δέχτηκε αλλά με όρους: „Δέχομαι, Μεγαλειότατε, είπε, αλλά δεν μπορώ να υποσχεθώ ότι θα νικήσω τον Κεμάλ. Εκεί που έφτασαν τα πράγματα δεν μπορώ να είμαι αισιόδοξος. Έγιναν εγκληματικά σφάλματα. Θέλω απόλυτον πρωτοβουλίαν και όχι υποδείξεις από το εδώ Επιτελείον (14) . Θα αγωνισθώ να περισώσω ό,τι είναι δυνατόν. Ένα μόνο υπόσχομαι: Ότι δεν θα γυρίσω πίσω εις την περίπτωσιν ατυχήματος. Θα προσπαθήσω εν εσχάτη ανάγκη να κρατήσω την Ερυθραίαν και εκεί θα προτιμήσω να πέσω παρά να εγκαταλείψω το έδαφος της Ιωνίας» (15) Όταν όμως ανακοινώθηκε από το Γούναρη στο Υπουργικό Συμβούλιο ο διορισμός του Παπούλα, ο Στράτος αντιτάχτηκε: „-Δεν συμφωνώ, είπε. Ο διορισμός του Παπούλα θα έχει βαρυτάτας συνεπείας“.

O Γούναρης τότε υποχώρησε. Αλλά στο αναμεταξύ ο τηλέγραφος και ο ασύρματος πληροφορούσαν την κυβέρνηση πως η υποχώρηση του ελληνικού στρατού έμοιαζε με την υποχώρηση του 97. Μεταβλήθηκε σε φυγή. Είχε δημιουργηθεί μεγάλο ρήγμα στον τομέα του Τουμπλού-Μπουνάρ. Όλοι τότε τα είχανε χαμένα. Δεν ήξεραν τι έκαναν και τι έλεγαν. Ο Βλάχος μάλιστα, επειδή η κυβέρνηση ήταν φανερό πως δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα, με κύρια άρθρα στην «Καθημερινή» (23 Αυγούστου και πέρα) συνιστούσε να σχηματιστεί δικτατορική κυβέρνηση με το Στεργιάδη επικεφαλής (15).

Στην αρχή ο Γούναρης ξεγελούσε το λαό με ψεύτικα ανακοινωθέντα που δημοσίευε (16) . Μια μέρα μάλιστα χτυπούσαν οι καμπάνες γιατί διαδόθηκε πως ο Κεμάλ πιάστηκε αιχμάλωτος! Πιο αισχρή κυβέρνηση σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές που περνούσε η Ελλάδα, δε μπορούσε να βρεθεί. Οι γουναρικοί κοίταζαν να γλυτώσουν από τον αντιβενιζελισμό. Ήξεραν τι τους περίμενε.

Ο Μεταξάς που ως την ημέρα που άρχισε η κεμαλική επίθεση χαρακτήριζε τη μικρασιατική εκστρατεία τυχοδιωκτική επιχείρηση και υπονόμευε το ηθικό των αξιωματικών με τις κρίσεις και επικρίσεις του, τώρα χαιρόταν για την καταστροφή. Άρχισε λοιπόν να επικρίνει το Γούναρη και την κυβέρνηση: „Δε σας τάλεγα εγώ; Ο Γούναρης δεν έπρεπε να ακολουθήση την εξωτερική πολιτική του Βενιζέλου…

Τότε ο Βλάχος στην «Καθημερινή» (βλ. Φ. 25 Αυγούστου 1922) βρίζει το Μεταξά, τον αποκαλεί άμαχο και στρατοκράτη. Εννοείται πως ο Μεταξάς, όταν πια έσπασε το μέτωπο και δεν υπήρχε ελπίδα σωτηρίας, στην απογευματινή εφημερίδα «Χρονικά», που ήταν όργανο του Κ. Κοτζιά, έγραψε πως υπεύθυνοι για την κατάρευση του μετώπου είναι οι κομμουνιστές (φύλλο 26 Αυγούστου 1922). Δε θέλει ρώτημα πως και το επίσημο όργανο του Γούναρη, η «Καθημερινή» έβριζε τους κομμουνιστές και τους χαρακτήριζε υπεύθυνους. Ζητούσε μάλιστα να πληρώσουν το «έγκλημά» τους με το κεφάλι τους (βλ. Φύλλο 24 Αυγούστου 1922) (17) .Ο Βλάχος και ο Κρανιωτάκης βλέποντας πως δεν υπήρχε σωτηρία, άρχισαν να βρίζουν τους Άγγλους. Τώρα θυμήθηκαν πως η μικρασιατική εκστρατεία έγινε για τα συμφέροντα των Άγγλων κεφαλαιοκρατών.

Στις μέρες αυτές τα γραφεία της «Καθημερινής» είχαν γίνει το ανεπίσημο πολιτικό γραφείο του Γούναρη. Όλος ο αντιβενιζελικός συρφετός, η αντίδραση και η πολιτική αρτηριοσκλήρωση ανεβοκατέβαιναν τις σκάλες της εφημερίδας αυτής, που οι ευθύνες της είναι μεγάλες. Από τις στήλες της ο Βλάχος και ο Κρανιωτάκης κάνανε το λιονταρή, έβριζαν τον εργαζόμενο λαό και συκοφαντούσαν το πολιτικό κόμμα των εργατών και αγροτών και στις στήλες της δημοσιεύτηκαν τα «περίφημα άρθρα», το ένα με τον τίτλο «Οίκαδε» (φ. 14 Αυγούστου 1922) και το άλλο «Πομερανοί» (17 Αυγούστου). Ούτε λίγο ούτε πολύ τόνιζαν πως πρέπει να σταματήσει ο πόλεμος και ότι δεν πρέπει να χύνεται ελληνικό αίμα για τα συμφέροντα των ξένων. Άρα πρέπει να γυρίσουν αμέσως οι έφεδροι στα σπίτια τους. Κήρυγμα ηττοπάθειας. Αν τα έγραφε αυτά ο «Ριζοσπάστης» θα τουφεκιζόταν αμέσως ο διευθυντής του. Τα άρθρα αυτά της «Καθημερινής» κάνανε μεγάλη εντύπωση.

Όχι μόνο οι φαντάροι τα διάβασαν και τα ξαναδιάβασαν, αλλά και οι αντιβενιζελικοί πολίτες άρχισαν να προπαγανδίζουν φανερά τη διάλυση του μετώπου. Αυτοί που είχαν αυτοτιτλοφορηθεί υπερπατριώτες, που έγραφαν πριν πως θα κρεμάσουν τον Κεμάλ στην πλατεία Συντάγματος. Αυτοί που είχαν ξεθάψει τον Παλαιολόγο και ονειρεύονταν να λειτουργηθούν στην Αγιά Σοφιά. Αυτοί που είχαν γίνει κόλακες του Γούναρη και σα νέοι Πτωχοπρόδρομοι, υμνητές του θρόνου, είχαν γίνει τώρα οι κήρυκες της ειρήνης και οι άσπονδοι εχθροί των Αγγλογάλλων. Δεν άκουγε κανείς εκείνες τις μέρες τίποτα άλλο από τα στόματα όλων αυτών παρά κατάρες στο βενιζέλο και βλαστήμιες: „– Αχ, αυτοί οι τ ο υ ρ κ ο σ π ο ρ ί τ ε ς Έλληνες της Μικράς Ασίας μας πήραν στο λαιμό τους. Μακάρι να τους σφάξει όλους ο Κεμάλ και να μη μείνει ποδάρι από δαύτους…

Όμως ενώ οι αντιβενιζελικοί βρίζανε τους πρόσφυγες και ρίχνανε την ευθύνη στους βενιζελικούς και τους κομμουνιστές, ο Μεταξάς είχε ξεσπαθώσει ενάντια στην κυβέρνηση. Έγραφε και φώναζε πως πρέπει να παραιτηθεί ο Γούναρης και η παρέα του. Η κυβέρνηση της συμφοράς όταν είδε τα στενά παραιτήθηκε γιατί άρχισαν οι αντιβενιζελικές μάζες να αγαναχτούν. Αλλά πριν παραιτηθεί, πήρε την επετηρίδα του στρατού για να ιδεί ποιος είναι ο αρχαιότερος αρχιστράτηγος. Αφού την ξεφύλλισε, αντικατέστησε το Χατζηανέστη με το στρατηγό Νικόλ. Τρικούπη, που ήταν ο αρχαιότερος (18).

Αυτός πριν ακόμα μάθει το διορισμό του, κυκλώθηκε και πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί με χιλιάδες στρατιώτες και εκατοντάδες αξιωματικούς και πολλούς στρατηγούς. Είναι αλήθεια πως έδωκε μάχη στο Αλή Βεράν, αλλά δεν μπόρεσε να τα βγάλει πέρα. Ήταν κυκλωμένος από παντού. Το μέτωπο είχε καταρρεύσει. Οι Έλληνες στρατιώτες, υποχωρώντας ή πιο σωστά φεύγοντας ασύντακτοι, έκαιγαν και κατάστρεφαν χωριά. Μα και οι Τούρκοι έσφαζαν τους Έλληνες που έπιαναν και έκαιγαν τα σπίτια των χριστιανών (19) . Μόνο λίγα τμήματα κατόρθωσαν να υποχωρήσουν κανονικά. Και αυτά ήταν μακριά από το κύριο σώμα που δέχτηκε την ορμητική επίθεση των κεμαλικών.

Στις 27 Αυγούστου η κυβέρνηση Γούναρη-Στράτου, δεν μπορούσε πια να κρύψει από το λαό ότι το μέτωπο έσπασε. Όλα έδειχναν στην πρωτεύουσα πως η λαϊκή θύελλα θα τη σάρωνε. Γι΄αυτό αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Ο βασιλιάς κάλεσε τότε το Ν. Καλογερόπουλο και του ανάθεσε να σχηματίσει τη νέα κυβέρνηση. Ο Καλογερόπουλος δέχτηκε, αλλά επειδή δεν έβρισκε υπουργούς, πήγε στη δεκέλεια, όπου έμενε ο βασιλιάς και κατάθεσε την εντολή.

Ύστερα από τον Καλογερόπουλο ανατέθηκε ο σχηματισμός της κυβέρνησης στο Ν. Τριανταφυλλάκο. Αυτός τα κατάφερε να σχηματίσει ένα ψευτοϋπουργείο. Η νέα κυβέρνηση δημοσίεψε βασιλικό διάταγμα καλώντας το λαό να ηρεμήσει, δηλώνοντας πως η κατάσταση θα αντιμετωπισθεί με γενναία μέτρα. Όμως τα γεγονότα τη διάψευσαν. Όπως είπαμε, η υποχώρηση μεταβλήθηκε σε φυγή.

Στις 8 του Σ/βρη οι Τούρκοι μπήκαν στη Σμύρνη και την έκαψαν. Το τι έγινε δεν περιγράφεται. Σωστή κόλαση. Ο ελληνικός πληθυσμός έτρεξε στην παραλία. Άλλοι με βάρκες και άλλοι κολυμπώντας πήγαιναν στα πολεμικά της Γαλλίας, Αγγλία και Ιταλίας, ζητώντας άσυλο. Αλλά οι ναύτες τους πετούσαν στη θάλασσα, όταν σκαρφάλωναν στα πλοία και ακόμα τους έκοβαν τα χέρια ή τους κλωτσούσαν. Οι Τούρκοι έσφαξαν το Μητροπολίτη Χρυσόστομο και πολλούς Σμυρνιούς. Θρήνος και κλαυθμός. Οι φλόγες είχαν υψωθεί ως τον ουρανό και το αίμα έτρεχε στους δρόμους της γκιαούρ Σμύρνης που ήταν πολλά χρόνια η εμπορική και βιοτεχνική πρωτεύουσα της Μικρασίας. Στο λιμάνι μέρες έπλεαν τα πτώματα (20)

Όταν μαθεύτηκε η αλήθεια για την κατάσταση του μετώπου, τα εργατικά σωματεία άρχισαν με ψηφίσματα να διαμαρτύρονται για την εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης Γούναρη-Στράτου. Επίσης και η αρθρογραφία του “Ριζοσπάστη” ήταν η μόνη που απηχούσε τον πόνο και την αγανάκτηση του εργαζόμενου λαού για όσα έγιναν και γίνονταν.

Στις 27 Αυγούστου δημοσιεύτηκε στο “Ριζοσπάστη” ολοσέλιδη προκήρυξη του Σοσιαλεργατικιού (Κομμουνιστικού) Κόμματος και της Γενικής Συνομοσπονδίας των Εργατών, που στιγμάτιζε τους υπεύθυνους για την καταστροφή.

Ύστερα απο την πυρκαγιά της Σμύρνης, ο Κωσταντινόπουλος, ο στρατιωτικός διοικητής της Αθήνας, που σύχναζε στα γραφεία της “Καθημερινής“, αποφάσισε να εκτελέσει τους οκτώ κομμουνιστές που ήταν στις φυλακές Συγγρού (21). Έστειλε κάμποσους μπράβους την νύχτα της 10 Σεπτέμβρη στις φυλακές Συγγρού και ζήτησαν απο τον διευθυντή των φυλακών να παραδώσει του οκτώ κομμουνιστές, γιατί τάχα είχαν εντολή του εισαγγελέα. Στο αναμεταξύ κάποιος μυημένος τηλεφώνησε απο την Εισαγγελία να παραδοθούν οι κομμουνιστές.

Φυσικά δεν είχαν καμία τέτοια εντολή,αλλά ήθελαν-όπως μαθεύτηκε αργότερα-να τους πάρουν και να τους εκτελέσουν στην ρεματιά του Ιλισσού. Θα σκηνοθετούντανε μια δήθεν “εξέγερση του λαού,ο οποίος εξαγριωμένος για την προδοσία των κομμουνιστών, θα τους λυντσάριζε”

Ο ανθυπολοχαγός όμως Κώστας Βαλίδης, που ήταν ο επικεφαλής του στρατιωτικού αποσπάσματος που φύλαγε τις φυλακές, ξύπνησε και ζήτησε έγγραφη διαταγή και όχι τηλεφωνική. Έγινε μεγάλη φασαρία και απο τις φωνές οι Μανιάτες κατάδικοι (ήταν παραπάνω απο 20-25), ντύθηκαν και με τις μαχαίρες που είχαν αναστάτωσαν την φυλακή όταν έμαθαν πως ήθελαν να πάρουν τους κομμουνιστές. (22).

Η απόπειρα των μπράβων του Κωσταντινόπουλου δεν πέτυχε. Αλλά το πρωί ο διεθυντής της φυλακής απομόνωσε το κελί μας. Ώς τα τότε κατεβαίναμε κάτω στην αυλή. Έρχονταν οι οικογένειες μας και οι φίλοι μας και μας έβλεπαν κάθε μέρα και είχαμε πολλές ελευθερίες. Αλλά απο την ημέρα εκείνη είμασταν σε αυστηρή απομόνωση και δεν επιτράπηκε να έρθουν να μας δούν οι δικοί μας και ούτε επιτράπηκε να αγοράσουμε εφημερίδες.

Μόνο ο Απόστολος Κουρτίδης τα κατάφερε και επικοινώνησε μαζί μου για 3-4 λεπτά, πληροφορόντας με πως “η κατάσταση είναι κρίσιμη και ότι κινδυνεύει η ζωή μας, αλλά πάρθηκαν”, είπε “τα μέτρα που έπρεπε και να είμαστε ήσυχοι”. Μου είπε ακόμα ότι απο αξιωματικό της αεροπορίας που ήρθε στην Αθήνα, έμαθε “πως η υποχώρηση μεταβλήθηκε σε φυγή, πώς οι Τούρκοι σφάζουν και καίνε και στην Θράκη υπάρχει πληροφορία πως οι φαντάροι στασίασαν. Ξήλωσαν τα γαλόνια πολλών αξιωματικών, έδειραν το στρατηγό Βλαχόπουλο και είναι έτοιμοι να τα κάνουν γυαλιά-καρφιά“.

Τότε καταλάβαμε γιατί ο διευθυντής της φυλακής μας απομόνωσε. Αλλά ύστερα απο τη θύελλα η γαλήνη. Ο κύριος διευθυντής ύστερα απο τρείς μέρες έγινε μέλι-γάλα (23).

Στις 13 Σεπτέμβρη το πρωί ο διευθυντής της εφημερίδας “Αθηναική” Όμηρος Ευελπίδης, ήρθε στη φυλακή και με ζήτησε (23). Ειδοποιήθηκα απο ένα φύλακα και κατέβηκα στο διευθυντήριο. Ύστερα απο τους τυπικούς χαιρετισμούς ο Ευελπίδης μου είπε πως η κατάσταση στο μέτωπο είναι απελπιστική. Η συμφορά είναι μεγάλη και ότι ο βασιλιάς Κωσταντίνος κάλεσε την περασμένη νύχτα (12 Σεπτέμβρη) το Μεταξά στο Τατόι και τον παρακάλεσε να αναλάβει το σχηματισμό νέας κυβέρνησης, γιατί οργανώνεται απο το στρατό και το ναυτικό, που έχει συγκεντρωθεί στη Χίο, με αρχηγό τον Πλαστήρα, επαναστατικό, αντιδυναστικό κίνημα. Ο Μεταξάς δέχτηκε με την προυπόθεση να πάρουν μέρος στην νέα κυβέρνηση και οι κομμουνιστές. Γιατί μόνο αυτοί μπορούν να αντιμετωπίσουν τον Πλαστήρα, επειδή μόνο σε αυτούς θα υπακούσουν οι στρατιώτες. Λοιπόν, πρόσθεσε, έρχομαι εκ μέρους του Μεταξά και σε παρακαλώ να δεχτείς. Σας δίνει δύο υπουργεία. Πάντως το ένα θα είναι το υπουργείο των Εσωτερικών, γιατί πρέπει υπεύθυνα να αντιμετωπίσετε τον Πλαστήρα.

Απάντησα αμέσως ότι “δεν δέχομαι, όχι μόνο γιατί είναι ζήτημα αρχής για εμάς να μην πάρουμε μέρος σε καμία αστική κυβέρνηση, αλλά και άν δεν υπήρχε αυτό το βασικό κώλυμα, πάλι δεν θα δεχόμουνα γιατί με τον Μεταξά δεν μπορεί να γίνει καμία συνεργασία και ούτε του έχουμε εμπιστοσύνη. Ουσιαστικά η συνεργασία που μας ζητεί ο Μεταξάς, αποβλέπει να σώσουμε τη δυναστεία. Εμείς όμως είμαστε κάτι παραπάνω απο δημοκρατικοί“.

Ο Ευελπίδης έφυγε, τονίζοντας: “Συννενοήσου και με τους άλλους συντρόφους σου επάνω και το μεσημέρι θα έρθω να πάρω απάντηση“.

Όταν ανέβηκα στο κελί, όλοι συμφώνησαν πως εγκρίνουν την απάντηση μου. Αλλά επειδή η πρόταση αυτή δημιουργούσε ευθύνες, παρακάλεσα να συνταχθεί πρακτικό. Συντάχθηκε και υπογράφτηκε απο όλους.(24).

Το μεσημέρι, η πιο σωστά στη μία η ώρα, ήρθε πάλι ο Ευελπίδης στις φυλακές Συγγρού. Αυτή τη φορά ήταν μαζί του και ο Μεταξάς. Ανταλλάξαμε χαιρετισμό και ο Μεταξάς συνοφρυωμένος και περίλυπος μου είπε: “Κύριε, είς την Μικράν Ασίαν έχει συντελεσθή καταστροφή πρωτοφανής είς τα χρονικά της Ελληνικής ιστορίας. Επικαλούμαι τον πατριωτισμό σας και σας προτείνω να λάβετε μέρος είς την κυβέρνησιν που ενδεχομένως θα σχηματίσω εάν ευδοκίσει η  Α.Μ ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος. Αντιλαμβάνεσθε ότι αν επικρατήσουν οι Πλαστηρικοί, δεν θα μείνη τίποτε όρθιον είς τον τόπον αυτόν. Πρώτους που θα πλήξουν και θα εξοντώσουν οι Βενιζελικοί, θα είστε υμείς. Ο Βενιζέλος που θα εκτοπίσει αμέσως τον Πλαστήραν θα είναι αμείλικτος εναντίον υμών, διοτί είναι όργανον του Αγγλογαλλικού συνασπισμού. Μην λησμονείτε ότι αυτός έστειλε σώμα στρατού είς την Ουκρανίαν διά να ενισχύση τους τσαρικούς και εξοντώση τους ομοίδεατας υμών. Σκεφθήτε καλά τάς ώρας που διέρχεται η Ελλάς και μη λησμονήτε ότι υπάρχουν ιστορικαί στιγμαί που άν δεν αντιληφθή κανείς την σημασίαν των, διαπράττει λάθη ανεπανόρθωτα. Βλέπω ότι είσθε νέος. Σας περιτρυγυρίζει η τύχη. Αρπάξατε τη λοιπόν και μην την αφήσετε να φύγη...”

Απάντησα στο Μεταξά με τα εξής περίπου:

Στρατηγέ μου, ευχαριστώ πολύ δια την τιμήν που μου εκάματε. Αναγνωρίζω ότι αί στιγμαί που διέρχεται η χώρα μας είναι κρίσιμες. Αλλά και ώς άτομον και ώς γραμματεύς του Σοσιαλεργατικού Κόμματος πιστεύω ότι ο ρόλος μας δεν είναι να σώσωμεν τον θρόνον και το αστικό καθεστώς. Ασφαλώς θα επακολουθήσουν διωγμοί κατά του κόμματος μας. Τα αριστερά κόμματα είς όλον τον κόσμον αντιμετωπίζουν διωγμούς. Εξάλλου εδηλώσαμεν είς τον κ.Ευελπίδην ότι δεν δυνάμεθα να λάβωμεν μέρος είς την κυβέρνησιν σας, διότι μας το απαγορεύουν οι αρχαί μας. Η απόφασις μας είναι οριστική“. (Βλ και Δαφνή: Η Έλλάς μεταξύ δύο πολέμων“, σ.156)

Ο Μεταξάς στεναχωρημένος και ψυχρά με αποχαιρέτησε λέγοντας: “Λυπούμαι πολύ, διότι αποκρόυσατε την προσφερθείσαν συνεργασίαν. Εύχομαι να μην μετανοήσετε δια αυτό“. Ύστερα στάθηκε λίγο και πρόσθεσε: “Σας παρακαλώ πολύ να μην κοινολογηθή η συνάντησις μας αυτή. Έχω τον λόγον ης τιμής σας ότι θα κρατηθή μυστική;“. “Μάλιστα στρατηγέ μου“. “Ήτο άκρως εμπιστευτικής φύσεως είς τον λόγον της τιμής σας ότι θα μείνει μυστική”. “Στρατηγέ μου, να είσθε απολύτως ήσυχος“. “Χαίρετε“, ήτο η τελευταία του λέξη.

Ύστερα απο την άρνηση μας ο Μεταξάς “κατέθεσε την εντολήν

Τα γεγονότα που μεσολάβησαν έδειξαν πώς τίποτα πιά  δεν μπορούσε να σταματήσει την άνοδο στην εξουσία των βενιζελικών.

Διαθέτανε στην κρατική μηχανή και στο στρατό και στόλο πολλά στελέχη. Η ήττα του στρατού, οι κεμαλικές σφαγές, η άτιμη διαγωγή των αξιωματικών του αγγλικού, γαλλικού και ιταλικού στόλου που ήταν στο λιμάνι της Σμύρνης, η πυρκαγιά της μεγάλης πρωτεύουσας της Ιωνίας και οι χιλιάδες σκοτωμένοι και πληγωμένοι, όλα αυτά συντελέσανε στο να πάρει την εξουσία το βενιζελικό κόμμα.

 

Σημειώσεις:

 

1.. Για την «ιστοριούλα» αυτή για πρώτη φορά έκανα λόγο σε διάλεξή μου στον «Ελληνοσοβιετικό Σύνδεσμο» (1945).

2. . Σημειώνω πως η Αγγλία είχε αναγνωρίσει τη Σοβιετική Σοσιαλιστική Ένωση (Ρωσία) de facto και ο πρώτος διπλωματικός αντιπρόσωπος της ΕΣΣΔ, Κράσσιν, είχε πάει στο Λονδίνο.

3. Πρέπει να ομολογήσω πως ο Στράτος με δέχτηκε πολύ καλά. Καθόταν τότε στου Πεσματζόγλου το μέγαρο – κάτω πάτωμα (οδός Πατησίων, σήμερα Βασιλίσσης Σοφίας). Ήταν την ώρα που πήγα (11 το πρωΐ) στο γραφείο του Στράτου ο βουλευτής Χατζίσκος. Όταν σε λίγο έφυγε, άρχισε η συζήτηση και ο Στράτος άκουσε με προσοχή τα όσα του είπα.

4 Ο Παπούλας είχε συνεννοηθεί με ανώτερους αξιωματικούς και οργάνωνε πραξικόπημα. Ήταν συνεννοημένος με το Στράτο και άλλους παράγοντες και έχοντας την εξουσιοδότηση του στρατού θα ζητούσε να σχηματιστεί νέα κυβέρνηση με πρωθυπουργό το Στράτο και θα απαιτούσε από τους συμμάχους να δώσουν άμεση λύση του μικρασιατικού προβλήματος.

5 Κοντά ένα τέταρτο της ώρας έψαλλε τον αναβαλλόμενο του Γούναρη. Από όσα έλεγε, φαινόταν αγαναχτισμένος κατά του τότε πρωθυπουργού για την εσωτερική και εξωτερική του πολιτική.

6 „Παλιόπαιδο, από πότε έγινες πολιτικός και αρχηγός ώστε να τολμάς να συζητάς για τόσο σπουδαία ζητήματα; Άϊντε να χαθής! Αν δεν ήσουν παιδί του Κωστή (ο Κωστής ήταν ο πατέρας μου), που τον ξέρω πολύ καλά και έχω κοιμηθεί το 1900 στο σπίτι σας, στη Ζαγορά, θα σε παρέδιδα στο Γάσπαρη (το διευθυντή της αστυνομίας) να σου βάλλη με το βούρδουλα μυαλό. Ακούς εκεί, να τολμάς να λες πως οι Μπολσεβίκοι, οι άθεοι, οι καταδρομείς και λυμεώνες της Μεγάλης Ρωσίας, μπορούν να μεσολαβήσουν και να μας βγάλουν από το αδιέξοδο της μικρασιατικής εκστρατείας! Αυτοί, βρε, είναι νηστικοί και πεινούν. Ήρθεν η ώρα τους, σε 5-6 μήνες θα τους λιντζάρη ο ρωσικός λαός!!...“  Από τα λόγια αυτά του Καρτάλη καταλαβαίνει ο καθένας πόση μούχλα είχαν στο κεφάλι τους οι συνεργάτες του Γούναρη.

7 Ο Παπούλας στην κατάθεσή του μπροστά στο στρατοδικείο όταν δικάζονταν (1 Ν/βρη 1922) οι εξ, έκανε τη αποκάλυψη αυτή. Βλ. Και τα εστενογραφημένα πρακτικά: „Η δίκη των εξ“ (έκδοση „Πρωΐας“, 1931, σελ. 63 και 65)

8 Τον στρατηγό Παπούλα τον γνώρισα το 1928 και ως τις αρχές του 1935 είχαμε συνδεθεί με στενή φιλία. Είχαμε οικογενειακές σχέσεις και μου εκμυστηρεύτηκε πολλά. Από το 1930 είχε βγάλει, όπως μου έλεγε,τα κούφια δόντια (= τις παλιές του ιδέες) και έγινε φανατικός δημοκρατικός και μάλιστα πολύ αριστερός δημοκρατικός.

9Βλ. Και „Εστενογραφημένα Πρακτικά της δίκης των εξ“, 94-99

10 Πριν αποφασιστεί ο διορισμός του Χατζηανέστη, υποδείχτηκαν σα διάδοχοι του Παπούλα, οι στρατηγοί Πολυμενάκος και Κοντούλης, αλλά είχαν «φάκελλο». Θωρούντανε κρυπτοβενιζελικοί.

11. Όλες οι ελληνικές εφημερίδες της Αθήνας μέσον του πρακτορείου στέλνονταν στην Πόλη. Εκεί οι πράχτορες του Κεμάλ φωτοτυπούσαν σε μικρότερο σχήμα τις αθηναϊκές εφημερίδες που είχαν άρθρα αντικυβερνητικά, έβγαζαν κλισέ και αφού τύπωναν πολλά φύλλα, τα έστελναν στον Κεμάλ και αυτός με τα αεροπλάνα του τα έριχνε στο ελληνικό μέτωπο.

12.Ο Ν. Κρανιωτάκης, που πάντα στάθηκε, όπως και ο Άριστος Καμπάνης, εχθρός άσπονδος του εργατικού κινήματος, όταν οι εργάτες διεκδικούσαν τα δικαιώματά τους, έγραψε άρθρο με τον τίτλο: “Να π ε θ ά ν ε τ ε”

13.Ο Στράγκας, που ήταν απλό μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, πιάστηκε γιατί θεωρούντανε πως αυτός έγραφε τα χρονογραφήματα του «Ριζοσπάστη» που είχαν την υπογραφή Σ ύ ν τ ρ ο φ ο ς. Δεν ήταν όμως αυτός ο χρονογράφος, αλλά ο λογοτέχνης Κώστας Παρορίτης. Οι Ευαγγέλου και Αγγελής ήταν από τα πρώτα ηγετικά στελέχη της «Γενικής Συνομοσπονδίας των Εργατών», ο πρώτος γενικός γραμματέας και ο δεύτερος β΄γραμματέας.

14.Ο ανακριτής εφέτης Παπαμήτρου που καταγόταν από τον Άη Λαυρέντη του Πηλίου και ήταν γνωστός μου, γιατί κι εγώ είμαι Πηλιορείτης, όταν προφορικά και γραπτά διαμαρτυρήθηκα για τη σύλληψή μου και τη σύλληψη των άλλων συντρόφων και του τόνισα πως η κατηγορία από την αρχή ως το τέλος δεν έχει κανένα νομικό στήριγμα, μου απάντησε: «Τι φταίω εγώ; Η κυβέρνησις λόγω της εμπολέμου και ανωμάλου καταστάσεως λαμβάνει προληπτικά μέτρα, τα οποία βεβαίως είναι προσωρινά. Εάν η υπόθεσίς σας φθάση εις το ακροατήριον, τότε θα έχετε όλα τα μέσα να αμυνθήτε!». Τέτοιοι ήταν οι πιο πολλοί δικαστές (βενιζελικοί και αντιβενιζελικοί) στα χρόνια εκείνα. Εκτελούσαν διαταγές της κάθε φορά κυβέρνησης αδιαφορώντας αν σπίλωναν την τιμή και την υπόληψη των πολιτών και αν αφαιρούσαν τις κατοχυρωμένες από το Σύνταγμα πολιτικές ελευθερίες.

15.Εννοούσε το Δούσμανη που και πριν έβαζε τροχοπέδη στις κινήσεις της στρατιάς του μετώπου 5 Ο ίδος ο στρατηγός Παπούλας ανακοίνωσε τα παραπάνω στον γράφοντα (7 Γενάρη 1933).

16.Ο Στεργιάδης που ήταν αρμοστής στην κατεχόμενη από τον ελληνικό στρατό Μικρασία, είχε δείξει διαγωγή αισχρή. Όταν έπεσε ο Βενιζέλος, έδωκε «γην και ύδωρ» στο βασιλιά Κωνσταντίνο και στο Γούναρη και έτσι κράτησε τη θέση του. Ήταν όμως πράχτορας της Ιντέλιζενς Σέρβις. Έκανε ό,τι ήθελαν οι Άγγλοι. Λίγο πριν καταρρεύσει το μέτωπο, ο Γ. Παπανδρέου επισκέφτηκε το Στεργιάδη, συζητήσανε και ο Στεργιάδης του είπε πως „η κατάσταση δεν είναι καθόλου καλή, βλέπω κατάρρευσιν». „Τότε διατί δεν ειδοποιείς τον κόσμο να φύγη;“ Απάντηση: «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξη ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα» (βλ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», 16).

17.Αποκαλύφτηκε στη δίκη των εξ πως συντάσσονταν ψεύτικα ανακοινωθέντα. Γι΄αυτό τις πρώτες μέρες ο πολύς λαός δεν ήξερε πως έσπασε το μέτωπο.

18.Η «Καθημερινή» στο άρθρο της για να αποδείξει πως οι κομμουνιστές ήταν υπεύθυνοι, έβαλε αποσπάσματα από μια δήθεν προκήρυξη των κομμουνιστών. Τέτοια προκήρυξη ποτέ δεν συντάχτηκε και τα αποσπάσματα που δημοσίευσε η «Καθημερινή» ήταν π λ α σ τ ά. Επειδή η «Καθημερινή» ανακάτεψε και τους Βουλγάρους κομμουνιστές, το ΚΚΒ, στο επίσημο όργανό του «Ραμποτνίσεσκυ Βέτνικ» (13/26 Αυγούστου 1922) όχι μόνο διαμαρτυρήθηκε για τις καταδιώξεις των Ελλήνων αριστερών αλλά και χαρακτήρισε συκοφαντίες και άτιμες ψευτιές τα όσα έγραψε η «Καθημερινή» για τη συνεργασία Βουλγάρων κομμουνιστών και Ελλήνων κομμουνιστών.

19.Διορίστηκε και ο Δούσμανης αρχηγός του επιτελείου (23 Αυγούστου 1922).

20.Ο Καρολίδης γράφει πως είχε θετικές πληροφορίες ότι αεροπλάνα του Κεμάλ έριχναν προκηρύξεις στον φεύγοντα ελληνικό στρατό δηλώνοντας πως δε θα πάθουν τίποτα αν σταματήσουν να καίνε χωριά και να σφάζουν γυναικόπαιδα («Συμπλήρωμα» στην „Ιστορία του Ελληνικού Έθνους“, Κ. Παπαρηγόπουλου, εκδ. Ελευθερουδάκη, σ. 326)

21.«Οι σύμμαχοι, και ιδιαιτέρως οι Άγγλοι, έγραφαν οι εφημερίδες, επέδειξαν κατά τας τραγικάς εκείνας στιγμάς, ανήκουστον αναισθησίαν. Τα πληρώματα των εν Σμύρνη ναυλοχούντων πολεμικών των απέκοπτον τας χείρας και έθραυον τας κεφαλάς των δυστυχών εκείνων Ελλήνων, που ενόμιζαν ότι ημπορύσαν, αποφεύγοντες την τουρκικήν μάχαιραν, να εύρουν άσυλον και προσωρινήν φιλοξενίαν εις τα πολεμικά σκάφη. Έστρεψαν, μάλιστα, και τους προβολείς των πλοίων των επί της προκυμαίας της Σμύρνης, δια να απολαύσουν το μακάβριον και ανατριχιαστικόν θέαμα της ομαδικής σφαγής των Ελλήνων! Και όμως θα ήρκουν τότε ελάχιστοι κανονιοβολισμοί των αγγλικών πλοίων, δια να σωθεί τουλάχιστον η πόλις και δια να προληφθούν αι σφαγαί και τα μαρτύρια του πληθυσμού. Αφ΄ετέρου οι Γάλλοι, εις τα Μουδανιά, έρριψαν ζεματιστό νερό εις όσους απεπειράθησαν να ανέλθουν επί των πλοίων των. Τέλος ο Αμερικανός πρόξενος εν Σμύρνη, όταν επήγε τότε εις το γεύμα, όπου ήτο προσκεκλημένος και ο Γάλλος πρόξενος, τον ήκουσε να δικαιολογή με απερίγραπτον κυνισμόν την βράδυνσιν της αφίξεώς του: Η λέμβος, που τον έφερεν από το γαλλικόν πλοίον, προσέκρουσεν εις πτώματα Ελληνίδων γυναικών που έπλεον εις την παραλίαν.» (Βλ. Και Καρολίδη: «Συμπλήρωμα» ες την „Ιστορίαν του Ελληνικού Έθνους», Κ. Παπαρηγοπούλου, εκδ. Ελευθερουδάκη, σ. 327 και 328).

22. Πετσόπουλο, Ευαγγέλου, Παπανικολάου, Σίδερι, Γεωργιάδη, Κορδάτο, Αγγελή και Στράγγα.

23. Το ενδιαφέρον των Μανιατών εκδηλώθηκε γιατί ο κομμουνιστής Γ.Γεωργιάδης ήταν Μανιάτης. Τρείς μήνες που είμασταν προφυλακισμένοι, είχαμε καθημερινή επικοινωνία με τους Μανιάτες. Όλοι τους ήταν κατάδικοι για σκοτωμούς που οφείλονταν στην βεντέτα. Λάτρευαν τον Γεωργιάδη και έρχονταν και μας έβλεπαν. Από κάποτε τους δίναμε το φαγητό που μας περίσσευε και φιλοδωρήματα. Όταν λοιπόν φώναζαν και απειλούσαν οι Μανιάτες, οι μπράβοι του Κωσταντινόπουλου αναγκάστηκαν να φύγουν γιατί και ο ανθυπολοχαγός Κ.Βαλίδης κάλεσε τη φρουρά στα όπλα. Δύο τρείς μάλιστα φαντάροι ήταν αριστεροί και ήταν αποφασισμένοι να πυροβολήσουν στο κρέας αν οι μπράβοι δεν έφευγαν.

24. Αντίκρι απο το κελί μας, μάθαμε πως φέρανε και τον Θρ.Πετμεζά, Σπυρ.Θεοδωρόπουλο και ένα δύο ακόμα απο τους κατάδικους δημοκρατικούς που υπόγραψαν το δημοκρατικό μανιφέστο. Επίσης φέαρανε και το Σπύρο Μελά πυ είχε ξαναγίνει δημοκρατικός. Για μια στιγμή μάλιστα πρόβαλλε στο παράθυρο και έκανε νοήματα. Ύστερα άρχισε να τραγουδάει τη Μασσαλιώτιδα και κουνώντας ένα κόκκινο μαντήλι τραγούδησε τη Διεθνή. Τότε πεισθήκαμε πως η κατάσταση για τους αντιβενιζελικούς και βασιλικούς ήταν κρίσιμη.

25. ο Όμηρος Ευελπίδης ήταν φίλος. Εξάλλου είχα τότε την ιδιότητα του Γενικού Γραμματέα του Σοσιαλεργατικού Κόμματος ( Κομμουνιστικού). Συνεπώς σε εμένα έπρεπε να γίνει η πρόταση.

26. Μόνο ο γραμματέας της Γενικής Συνομοσπονδίας των Εργατών, Ευάγ. Ευαγγέλου, στην αρχή δήλωσε πώς “καλά θα είναι να αρχίσουμε συζητήσεις μαζί με το Μεταξά για να ιδούμε τι σκέπτεται και αν η πρόταση Ευελπίδη προέρχεται απο τον στρατηγό“. Αλλά όταν οι άλλοι αρνήθηκαν κάθε συζήτηση, συμφώνησε με την απόφαση που πάρθηκε.

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *